Πως ο Μπάιντεν σπρώχνει Τεχεράνη-Ριάντ στο τραπέζι του διαλόγου
11/05/2021Η εξωτερική πολιτική του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν έχει ήδη αρχίζει να επηρεάζει την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, καθώς η επαναπροσέγγιση ΗΠΑ-Ιράν, αναγκάζει αιώνιους εχθρούς να αναζητούν κοινά σημεία επαφής. Σαουδική Αραβία και Ιράν, που ηγούνται της “σουνίτικης ημισελήνου” και του “σιίτικου τόξου” αντίστοιχα, και εμπλέκονται σε proxy wars της Μέσης Ανατολής, συνεχίζουν τις συνομιλίες τους, σε προκαταρκτικό επίπεδο.
Το ιρανικό υπουργείο Εξωτερικών επιβεβαίωσε τις επαφές με τη Σαουδική Αραβία, γεγονός που σηματοδοτεί και την πρώτη δημόσια αναγνώριση της Τεχεράνης για διπλωματικές προσπάθειες με στόχο τη μείωση των εντάσεων με τον ιστορικό της αντίπαλο. Στις διαβουλεύσεις συμμετείχαν, σύμφωνα με τους The New York Times, ο επικεφαλής της σαουδικής υπηρεσίας πληροφοριών Khalid al-Homeidan και ο Saeed Iravani αναπληρωτής γραμματέας του ιρανικού Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλικεν σχολίασε και αυτός τις συνομιλίες δηλώνοντας ότι «εάν οι χώρες μιλούν απευθείας μαζί χωρίς εμάς στη μέση, αυτό ίσως είναι ακόμα καλύτερο». Ιρανικές και ιρακινές διπλωματικές πηγές ανέφεραν ότι έχει προγραμματιστεί ένας ακόμα γύρος συνομιλιών στη Βαγδάτη μέσα στον Μάιο, με ενδεχόμενη συμμετοχή πρεσβευτών. Επισημαίνεται, ότι η Σαουδική Αραβία ξεκίνησε, σύμφωνα με ξένα δημοσιεύματα, την επικοινωνία με το Ιράν στα τέλη του 2019, μετά από μια καταστροφική πυραυλική επίθεση σε σημαντική πετρελαϊκή της υποδομή.
Ο διάδοχος του θρόνου πρίγκιπας Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, έκανε έκκληση στον Ντόναλντ Τραμπ να κλιμακώσει την πίεση στο Ιράν, αλλά αυτός αρνήθηκε. Τότε, άρχισαν οι συνομιλίες μεταξύ των δυο χωρών. Οι περιφερειακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ προσαρμόζονται πλέον στις πολιτικές Μπάιντεν για να μην απομονωθούν και να μην παρακολουθούν ετεροχρονισμένα τις εξελίξεις. Το Ριάντ δεν αποτελεί εξαίρεση.
Ο Μπάιντεν κατέστησε σαφές ότι δεν θα δώσει στους Σαουδάραβες “λευκή επιταγή” όπως ο προκάτοχός του Τράμπ και ακολουθεί μια πολιτική για την επιστροφή των ΗΠΑ στη συμφωνία του 2015 για τα πυρηνικά του Ιράν. Αν ευοδωθεί και η Τεχεράνη τηρήσει εκ νέου τους όρους της συμφωνίας, τότε θα αποκτήσει πρόσβαση σε δισεκατομμύρια δολάρια που έχει παγώσει η Ουάσιγκτον.
Ο εμφύλιος της Υεμένης
Το Ιράν θεωρεί ότι οι εντάσεις με τη Σαουδική Αραβία είναι απόρροια, του έντονου ανταγωνισμού τους για άσκηση επιρροής στη Μέση Ανατολή –παρέμβαση σε υποθέσεις ξένων κρατών– και του αποκλεισμού της Τεχεράνης από τη διαδικασία διαλόγου για σημαντικά περιφερειακά ζητήματα. Η Σαουδική Αραβία από την άλλη πλευρά, ειδικά από τότε που εμπλέκεται ενεργά σε θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής ο διάδοχος του Θρόνου, εκτιμά ότι είναι εις βάρος της, οποιαδήποτε ιρανική άσκηση επιρροής στην περιοχής.
Οι συνομιλίες μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ έχουν στόχο να εξετάσουν τις προοπτικές για επίλυση του εμφυλίου της Υεμένης, με την προοπτική ότι οι σιίτες αντάρτες Χούθι θα έχουν ρόλο την επόμενη μέρα στην λήψη αποφάσεων για το μέλλον της χώρας. Ακόμα, το Ιράν καλεί τη Σαουδική Αραβία να σταματήσει τις επιθέσεις της εναντίον φιλοϊρανικών ομάδων σε Ιράκ και τη Συρία και να σταματήσει να πιέζει για επιβολή κυρώσεων εναντίον του.
Όμως, και η Σαουδική Αραβία που ηγείται του συνασπισμού των κρατών που μάχονται τους Χούθι, ανησυχεί από τις επιθέσεις που δέχεται από αυτούς, σε πόλεις της και πετρελαϊκές υποδομές. Αλλώστε, ο Μπάιντεν επιδιώκει το τέλος του εμφυλίου της Υεμένης, που έχει προκαλέσει μεγάλο κόστος στους τομείς της ασφάλειας και της οικονομίας των κρατών που εμπλέκονται.
Κοινά συμφέροντα
Η Σαουδική Αραβία σκοπεύει να επιταχύνει την υλοποίηση του Οράματος 2030. Οι συνεχιζόμενες εντάσεις στην περιοχή θα προκαλέσουν προβλήματα στην εφαρμογή σημαντικών έργων και αναπτυξιακών προγραμμάτων των κρατών που συμμετέχουν. Ιράν και η Σαουδική Αραβία έχουν και ορισμένα κοινά συμφέροντα, όπως είναι διαμόρφωση σταθερών τιμών στην αγορά πετρελαίου, που είναι σημαντικό για την οικονομία τους.
Μαζί αντιπροσωπεύουν το 35.5% των αποθεμάτων πετρελαίου του ΟΠΕΚ και ο έλεγχος των τιμών πετρελαίου τους παρέχει τη δυνατότητα να σχεδιάσουν την οικονομική πολιτική τους. Ωστόσο, δεν πρέπει να αναμένεται ότι θα επιλυθούν με τις διαπραγματεύσεις όλα τα προβλήματα που έχουν Ριάντ και Τεχεράνη, καθώς η επιφυλακτικότητα και η δυσπιστία πάντα θα υπάρχουν. Οι συνομιλίες μπορούν να επικεντρωθούν αρχικά στην οικονομική ανάπτυξη, ώστε να περιορίσουν το πεδίο των εντάσεων και να ανοίξουν το δρόμο σε μια συνεργασία προς άλλους τομείς.