Πρόεδρος με το “έτσι θέλω” – Το σενάριο που μπορεί να κρατήσει τον Τραμπ στο Λευκό Οίκο
25/09/2020«Θα δούμε τι θα γίνει. Ξέρετε, έχω διαμαρτυρηθεί έντονα για τις κάλπες. Είναι καταστροφή», σχολίασε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο πρόεδρος Τραμπ, για να καταλήξει, σχετικά με το ενδεχόμενο ήττας του και το αν θα προχωρήσει σε ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας: «Θα είναι μια ειρηνική μετάβ… δεν θα υπάρχει πραγματικά μεταβίβαση. Θα υπάρχει συνέχιση». Κάπως έτσι έστειλε το μήνυμα ότι δεν είναι διατεθειμένος να φύγει “ήσυχα” από τη θέση του προέδρου, με αποτέλεσμα να πυροδοτήσει συζητήσεις για το τι μπορεί να σημαίνει αυτό.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει αυτό, βέβαια. Επανειλημμένα έχει αμφισβητήσει την αξιοπιστία των εκλογικών υποδομών και της διαδικασίας, ιδίως σε ό,τι αφορά τις ταχυδρομικές ψήφους που αναμένονται φέτος, ένεκα και του κορωνοϊού. Έχει “στολίσει” και την άποψή του με ισχυρισμούς περί εξωτερικών παρεμβάσεων που έχουν στόχο να αλλοιώσουν το εκλογικό αποτέλεσμα.
Ερωτηθείς για την απόκριση Τραμπ, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών, Τζο Μπάιντεν, και συνολικά η καμπάνια των Δημοκρατικών, απάντησαν κάτι αναμενόμενο, ότι δηλαδή οι αρμόδιες Αρχές «θα τον συνοδεύσουν έξω από το Λευκό Οίκο». Αντιδράσεις υπήρξαν και από πρώην στελέχη των Ρεπουμπλικάνων, όπως ο Μιτ Ρόμνεϊ, που θεωρούν ότι δεν είναι αποδεκτό και δε νοείται να μην γίνει σεβαστό το Σύνταγμα.
Θα μπορούσε, όμως, με διάφορους τρόπους, ο Ντόναλντ Τραμπ να αρνηθεί να φύγει από το Λευκό Οίκο, βασιζόμενος σε μια σειρά από συγκυρίες και κινήσεις που θα έχει επιδιώξει ο ίδιος, αξιοποιώντας τις ίδιες τις δυσλειτουργίες της εκλογικής διαδικασίας που ο ίδιος καταγγέλλει. Για παράδειγμα, θα χρειαστούν αρκετές ημέρες ως και εβδομάδες για την καταμέτρηση των επιστολικών ψήφων και τη διευθέτηση των αμφισβητούμενων.
Πέρα από αυτό, όμως, ειδικοί που γνωρίζουν καλά την εκλογική νομοθεσία προειδοποιούν ότι ένα οριακό ή μη οριστικό εκλογικό αποτέλεσμα μπορεί να αμφισβητηθεί με δικαστικά μέσα και να οδηγηθούν οι ΗΠΑ «σε μια παρατεταμένη μετεκλογική μάχη στα δικαστήρια, αλλά και στους δρόμους», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του UC Irvine, Ρίτσαρντ Χέιζεν. Άλλωστε, το αμερικανικό Σύνταγμα δεν εγγυάται την ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας, παρά μόνο την «υποθέτει», σύμφωνα με τον νομικό Λόρενς Ντάγκλας, ο οποίος προειδοποιεί για μετεκλογική… καταιγίδα.
Ο μετεκλογικός μαραθώνιος του Τραμπ
Ο Τραμπ, πέρα από την πιθανότητα να απορρίψει το εκλογικό αποτέλεσμα, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την εξουσία του για να το αποτρέψει, για παράδειγμα μέσα από τις διαδικασίες του Εκλεκτορικού Κολλεγίου και του Κογκρέσου. Ασκώντας πιέσεις μέσα από τους φιλικά προσκείμενους Ρεπουμπλικάνους σε θέσεις-κλειδιά, ώστε να μην υπάρξει πολιτική συναίνεση για την ύπαρξη οριστικού εκλογικού αποτελέσματος, εντείνοντας και διαιωνίζοντας κλίμα αβεβαιότητας.
Στον αμερικανικό Τύπο ήδη γράφεται ότι οι νομικοί σύμβουλοι του προέδρου καταρτίζουν τέτοια σχέδια μετεκλογικών ελιγμών για την παράκαμψη των αποτελεσμάτων στις αμφιλεγόμενες πολιτείες. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό χάρη σε αμφισημίες που υπάρχουν στο Σύνταγμα και “παραθυράκια” στη νομοθεσία περί καταμέτρησης των ψήφων.
Ένας από τους παραπάνω ελιγμούς ενδέχεται να αφορά και στην επίσπευση του διορισμού νέου δικαστή στο Ανώτατο Δικαστήριο, για την κάλυψη της θέσης της Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπουργκ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιος ο Τραμπ δήλωσε ότι «νομίζω πως αυτές οι εκλογές θα καταλήξουν στο Ανώτατο Δικαστήριο και θεωρώ σημαντικό να έχουμε εννέα δικαστές».
Έτσι, από την ημέρα των εκλογών μέχρι την ορκωμοσία του εκλεγέντος, κατά το μεσοδιάστημα δηλαδή που ονομάζεται Interregnum –που διαρκεί 79 ημέρες– υπάρχει η πιθανότητα ο Τραμπ να “παρατείνει” τη θητεία του, ήτοι τουλάχιστον ως και τις 20 Ιανουαρίου.
Σε άρθρο του με τίτλο «Οι εκλογές που θα μπορούσαν να λυγίσουν την Αμερική», το περιοδικό The Atlantic προχωρά ακόμα παραπέρα και προβλέπει ένα ζοφερό, αντιδημοκρατικό σενάριο, κατά το οποίο το στρατόπεδο Τραμπ «συζητά εναλλακτικά σχέδια για την παράκαμψη των εκλογικών αποτελεσμάτων μέσα από την τοποθέτηση πιστών [στον Τραμπ] εκλεκτόρων στις αμφιλεγόμενες πολιτείες όπου οι Ρεπουμπλικάνοι αιρετοί έχουν την πλειοψηφία».
Χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία ισχυρισμούς και καταγγελίες για εκλογική απάτη, ο Τραμπ θα μπορούσε να «ζητήσει από τους νομοθέτες μιας πολιτείας να αγνοήσουν τη λαϊκή ψήφο και να ασκήσουν το δικαίωμά τους να επιλέξουν τους πιθανούς εκλέκτορες απευθείας», οι οποίοι και ουσιαστικά που αναδεικνύουν το νικητή στην εκάστοτε πολιτεία.
Δημοκρατικοί καταγγέλλουν πραξικόπημα
Ο αρθογράφος του Atlantic επισημαίνει κάτι που προσιδιάζει πράγματι στο χαρακτήρα του Τραμπ: «Μπορεί να κερδίσει ή να χάσει, αλλά δεν θα παραδοθεί ποτέ. Σε καμία περίπτωση, ούτε κατά το Interregnum ούτε μετά». Κι αν ακόμα εκδιωχθεί από το προεδρικό του γραφείο, θα συνεχίσει να επιμένει ότι οι εκλογές ήταν στημένες. Εν τω μεταξύ, ήδη κατάφερε μια “νίκη” έναντι των Δημοκρατικών, όταν η επικεφαλής της Βουλής Νάνσι Πελόζι συμφώνησε με τον υπουργό Οικονομικών, Στίβεν Μνούτσιν, την επέκταση της χρηματοδότησης στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, για να αποφευχθεί η αναστολή λειτουργίας της (το λεγόμενο shutdown).
Κι αυτό, την ώρα που η Ελίσα Σλότκιν, στέλεχος των Δημοκρατικών, δήλωσε ανοιχτά ότι ο Τραμπ αποπειράται εκλογικό πραξικόπημα. Μάλιστα, «ο πρόεδρος», όπως σχολίασε η Σλότκιν μέσω Twitter, «δεν μπορεί επιτυχώς να αρνηθεί το αποτέλεσμα των εκλογών χωρίς την υποστήριξη υψηλά ιστάμενων αξιωματούχων».
Το σενάριο αυτό, αν συνδυαστεί με τυχόν κινητοποιήσεις οπαδών του Τραμπ στους δρόμους και φυσικά τη γνωστή θύελλα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προμηνύει πραγματικά μια εκρηκτική μετεκλογική περίοδο που θα ταράξει συθέμελα την αμερικανική κοινωνία. Η ουσία της δημοκρατικής αρχής που διέπει την ύπαρξη των εκλογών θα χαθεί ανάμεσα σε σφοδρές δικαστικές μάχες, περίπλοκες διαδικασίες καταμέτρησης, προβληματικές επιστολικές ψήφους χωρίς υπογραφές, αλλά και γροθιές, από την ίδια την ημέρα των εκλογών.