Στο μικροσκόπιο του Ισραήλ η τουρκική παρουσία στην Συρία
16/03/2025
Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του προσχεδίου συντάγματος από τον Σάρα, υψηλόβαθμοι Τούρκοι αξιωματούχοι επισκέφθηκαν τη Δαμασκό. Ο Χακάν Φιντάν, ο Γιασάρ Γκιουλέρ και ο Ιμπραήμ Καλίν συναντήθηκαν με τον Σάρα για περισσότερες από τρεις ώρες. Στο επίκεντρο των συνομιλιών βρέθηκε η συμφωνία με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDG), που ανακοινώθηκε στις 10 Μαρτίου.
Η Τουρκία υποστήριξε τη συμφωνία, υπό την προϋπόθεση της “πλήρους εφαρμογής” της. Το βασικό ζήτημα αφορά την ενσωμάτωση των δυνάμεων του SDG στον συριακό στρατό: θα διατηρήσουν τη δική τους διοικητική δομή ή θα υπαχθούν πλήρως στην ιεραρχία του στρατού; Ένα ακόμη ανοιχτό θέμα είναι η παράδοση του οπλισμού, ζήτημα που απασχολεί έντονα και την Άγκυρα.
Σύμφωνα με ανεπίσημες αναφορές, ο Σάρα και η κυβέρνησή του διαβεβαίωσαν την τουρκική πλευρά ότι “πρώτα θα προηγηθεί αφοπλισμός και στη συνέχεια η ένταξη”. Εάν αυτό υλοποιηθεί, θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο και στην τουρκική στρατηγική για τον αφοπλισμό και την αυτοδιάλυση του PKK.
Η κινητικότητα στην Άγκυρα συμβαδίζει με τις εξελίξεις στη Συρία. Αν η Τουρκία εξασφαλίσει συγκεκριμένες εγγυήσεις από τη Δαμασκό, το προσεχές διάστημα – σε συνδυασμό με την γιορτή των Κούρδων, το Νεβροζ στις 21 Μαρτίου – ενδέχεται να σηματοδοτήσει νέες εξελίξεις στην περιοχή. Παράλληλα, εντείνεται η συζήτηση μεταξύ Ισραηλινών αξιωματούχων ασφαλείας και αναλυτών για την επιρροή της Άγκυρας στη “Νέα Συρία”, με την Τουρκία να θεωρείται απειλή για το Ισραήλ.
Για πολλά χρόνια, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν έχει χρησιμοποιήσει σφοδρή ρητορική κατά του Ισραήλ. Μετά την τελευταία ισραηλινή επίθεση στη Γάζα, τον Οκτώβριο του 2023, η σκληρή γλώσσα της Άγκυρας ανέδειξε τη σταθερή αντίθεση της Τουρκίας στη στρατηγική του Ισραήλ στην Παλαιστίνη. Η κατάσταση στη Συρία έχει επιδεινώσει περαιτέρω τις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, καθώς Τουρκία και Ισραήλ είναι οι δύο βασικοί παίκτες που καλούνται να καλύψουν το κενό στη μετα-Άσαντ Συρία, με την ένταση μεταξύ τους να κλιμακώνεται. Πολλοί αναλυτές πλέον αναρωτιούνται αν, η αντι-ισραηλινή ρητορική του Ερντογάν μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι πιο ουσιαστικό.
Σύγκρουση συμφερόντων στην Συρία
Η Τουρκία υποστηρίζει την κυβέρνηση Σάρα στη Συρία και επιδιώκει την εδραίωση της εξουσίας των πρώην ανταρτών που κυβερνούν πλέον τη χώρα, επιθυμώντας να διατηρηθεί η Συρία ως ενιαίο κράτος. Για λόγους εθνικής ασφάλειας, η Τουρκία αντιτίθεται σθεναρά σε οποιοδήποτε αυτόνομο κουρδικό θύλακα στη βόρεια και ανατολική Συρία, πόσο μάλλον στη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Οι Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) και το Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) θεωρούνται από την Τουρκία παρακλάδια του PKK, γεγονός που προκαλεί έντονη ανησυχία για τη δημιουργία κουρδικής διοίκησης σε οποιοδήποτε μέρος της Συρίας.
Ωστόσο, η συμφωνία μεταξύ των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) και της Δαμασκού, που ανακοινώθηκε στις 10 Μαρτίου, θα έπρεπε να καθησυχάσει την Τουρκία. Σύμφωνα με τη συμφωνία αυτή, η SDF, μια κουρδοαραβική συμμαχία υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ, θα ενσωματώσει τις στρατιωτικές και πολιτικές της δομές στο συριακό κράτος, θα τερματίσει τις εχθροπραξίες και θα παραδώσει τον έλεγχο των αεροδρομίων, των πετρελαϊκών και φυσικού αερίου κοιτασμάτων, καθώς και των συνοριακών σταθμών στη Δαμασκό.
Εάν εφαρμοστεί με επιτυχία, αυτή η συμφωνία θα ωφελήσει τόσο την Τουρκία όσο και την κυβέρνηση Σάρα, ενισχύοντας τη μετάβαση προς μια ενιαία Συρία στη μετα-Άσαντ εποχή, παρά τις πρόσφατες συγκρούσεις στη Μεσόγειο. Η Άγκυρα επιθυμεί την άρση των δυτικών κυρώσεων στη μετα-Άσαντ Συρία, ώστε η χώρα να ανοικοδομηθεί και να αναπτυχθεί. Μια ενδεχόμενη κατάρρευσή της θα άφηνε επικίνδυνα κενά εξουσίας, ενισχύοντας τρομοκρατικές οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος, γεγονός που θα απειλούσε άμεσα την Τουρκία, 900 χλμ. απόσταση συνόρων με τη Συρία.
Η κυβέρνηση Ερντογάν δέχεται μεγάλες πιέσεις για να επιτύχει μια συμφωνία με τη Δαμασκό, ώστε τα εκατομμύρια Σύρων προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία να επιστρέψουν το συντομότερο στην πατρίδα τους. Για να γίνει αυτό με ηθικά αποδεκτό τρόπο, απαιτείται σταθερότητα και μια λειτουργική κυβέρνηση στη Συρία. Επιπλέον, οι τουρκικές κατασκευαστικές και βιομηχανικές εταιρείες θα βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση να παίξουν κεντρικό ρόλο στην ανοικοδόμηση της Συρίας, εξασφαλίζοντας συμβόλαια για μεγάλης κλίμακας έργα. Συνεπώς, τα οικονομικά συμφέροντα της Τουρκίας βρίσκονται στο επίκεντρο.
Ο νέος πρόεδρος της Συρίας, αλ-Σάραα, επισκέφθηκε την Άγκυρα στις 4 Φεβρουαρίου και συναντήθηκε με τον Ερντογάν, με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Σύμφωνα με τον πρώην αξιωματούχο του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μάθιου Μπράιζα, η επίσκεψη αποσκοπούσε στην ευθυγράμμιση των προσεγγίσεων Άγκυρας και Δαμασκού για τη σταθεροποίηση και την ανοικοδόμηση της Συρίας ως ενιαίου κράτους. Παράλληλα, συζητήθηκε η τουρκική συνδρομή στην οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας, με έμφαση στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας, που θεωρούνται κρίσιμοι για την ανάκαμψή της.
Οι επιδιώξεις του Ισραήλ για τη Συρία
To Ισραήλ θεωρεί ότι μια κατακερματισμένη και αδύναμη Συρία διασφαλίζει την ασφάλειά του, αποτρέποντας μια ενιαία κυβέρνηση στη Δαμασκό, που θα μπορούσε μακροπρόθεσμα να αποτελέσει απειλή. Με την HTS να κυριαρχεί στη νέα συριακή κυβέρνηση, επιδιώκει τη διατήρηση των δυτικών κυρώσεων κατά της Δαμασκού. Μετά την πτώση του Άσαντ, ο ισραηλινός στρατός αύξησσε τις επιθέσεις του, καταλαμβάνοντας επιπλέον συριακά εδάφη πέρα από τα Υψίπεδα του Γκολάν, ζητώντας την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της νότιας Συρίας, με το επιχείρημα της προστασίας των Δρούζων.
Αυτή η στρατηγική εντάσσεται στο διαρκές σχέδιο του Ισραήλ να κατακερματίσει τα αραβικά κράτη και να ενισχύσει τη θέση του στη Μέση Ανατολή μέσω στρατηγικών συμμαχιών με μικρότερες δυνάμεις. Ο Χακάν Φιντάν καταδίκασε τις ενέργειες του Ισραήλ, κατηγορώντας το για επεκτατισμό σε Συρία, Λίβανο και Παλαιστινιακά Εδάφη, καθώς και για απόπειρες αποσταθεροποίησης της Ιορδανίας, του Λιβάνου και της Συρίας σε συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Το Ισραήλ αντιλαμβάνεται την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας στη Συρία ως σοβαρή απειλή, ειδικά μετά την πτώση του Άσαντ. Λίγο μετά την ανατροπή του (Άσαντ), έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης του Προϋπολογισμού του Αμυντικού Ιδρύματος του Ισραήλ προειδοποιούσε ότι μια Συρία υπό σουνιτική ισλαμιστική ηγεσία, προσανατολισμένη προς την Τουρκία, θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο επικίνδυνη από το καθεστώς Άσαντ, που ήταν σύμμαχος του Ιράν. Σύμφωνα με το ισραηλινό Alma Research & Education Center, η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας – μέσω πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς και drones – αποτελεί απειλή για το Ισραήλ.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, όμως, θεωρείται η πιθανή δημιουργία ενός ριζοσπαστικού σουνιτικού πληρεξούσιου στη Συρία, αντίστοιχου με τις σιιτικές οργανώσεις που υποστηρίζει το Ιράν. Η έκθεση υπογραμμίζει την ανάγκη παρακολούθησης της τουρκικής στρατιωτικής βιομηχανίας, προετοιμασίας για πιθανή χρήση UAVs και πυραύλων κατά του Ισραήλ και αποτροπής μεταφοράς προηγμένων όπλων στη Συρία. Παράλληλα, το ισραηλινό ΥΠΕΞ έχει κατηγορήσει την Άγκυρα ότι διευκολύνει τη χρηματοδότηση της Χεζμπολάχ στον Λίβανο.
Η σύγκρουση Τουρκίας Ισραήλ
Το Ισραήλ ασκεί λόμπι στις ΗΠΑ με σκοπό να διατηρηθεί η Συρία αδύναμη και αποκεντρωμένη, επιτρέποντας στη Ρωσία να διατηρήσει τη στρατιωτική της παρουσία, προκειμένου να περιορίσει την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας. Η στρατηγική αυτή περιλαμβάνει την προσπάθεια του Ισραήλ να πείσει τις ΗΠΑ να συνεχίσουν τις κυρώσεις κατά της Συρίας, φοβούμενο ότι η Τουρκία θα στηρίξει μια νέα κυβέρνηση στη Συρία, η οποία μπορεί να εξελιχθεί σε καταφύγιο για την Χαμάς και άλλες αντι-ισραηλινές οργανώσεις.
Η σύγκρουση ισχύος μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ στη “Νέα Συρία” πηγάζει από αντικρουόμενες αντιλήψεις για την περιφερειακή σταθερότητα. Η Τουρκία βλέπει τις ενέργειες του Ισραήλ ως προσπάθειες διάσπασης της Συρίας και παραβίασης της εδαφικής της ακεραιότητας, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τη θέση της για ένα ενιαίο συριακό κράτος. Από την πλευρά του, το Ισραήλ θεωρεί την τουρκική επιρροή στη Συρία ως απειλή για τα εθνικά του συμφέροντα, με την αντιπαλότητα να εντείνεται καθώς και οι δύο χώρες παρακολουθούν στενά τις στρατηγικές κινήσεις του άλλου, στην μετά-Άσαντ, Συρία.
Ειδικοί εκτιμούν ότι, η πιθανότητα άμεσης στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ είναι σχεδόν απίθανη. Ωστόσο, οι αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ των δύο δυνάμεων ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στη Συρία, και ως εκ τούτου η κατάσταση πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά. Υπογραμμίζουν ότι, η πολυπλοκότητα της συριακής σκηνής, σε συνδυασμό με τις πρόσφατες κλιμακώσεις και τις εξελισσόμενες συμμαχίες, καθιστούν το ενδεχόμενο μιας λανθασμένης εκτίμησης ή μιας τοπικής σύγκρουσης, η οποία μπορεί να κλιμακωθεί γρήγορα σε μια ευρύτερη σύγκρουση, εξαιρετικά επικίνδυνο.
Ο Μουσταφά Τζανέρ, βοηθός καθηγητής στο Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής του Πανεπιστημίου Σακάρια (ORMER), εκτιμά ότι ο κίνδυνος άμεσης στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ είναι «απίθανος» βραχυπρόθεσμα, κυρίως λόγω της “περιοριστικής επιρροής” της Ουάσιγκτον τόσο στην Άγκυρα όσο και στο Τελ Αβίβ.
Επιπλέον, σημείωσε ότι το Ισραήλ, το οποίο παραμένει αντιμέτωπο με ασταθείς καταστάσεις και ευαίσθητες ισορροπίες στα μέτωπα του Λιβάνου και της Γάζας, δεν έχει την ικανότητα να εμπλακεί σε στρατιωτική σύγκρουση με την Τουρκία, η οποία διαθέτει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, ο Τζανέρ τονίζει ότι είναι πιθανές έμμεσες συγκρούσεις και εντάσεις, με το Ισραήλ να επιχειρεί ενδεχομένως να προκαλέσει αποσταθεροποιητικές ενέργειες μέσω αντιπροσώπων ή στοιχείων, ειδικά καθώς, ορισμένες φατρίες απειλούν ταυτόχρονα τα συμφέροντα τόσο της Τουρκίας όσο και της Συρίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα συμφωνία μεταξύ των SDF και της Δαμασκού ενδέχεται να προσφέρει στην Άγκυρα στρατηγικά πλεονεκτήματα στη σύγκρουση ισχύος Τουρκίας-Ισραήλ στη Συρία, μετά την αλλαγή καθεστώτος. Η ένταξη των YPG στο συριακό κράτος αποδυναμώνει την ικανότητα του Ισραήλ να υποστηρίζει ένοπλες ομάδες, ως μέσο αποδυνάμωσης της Τουρκίας και της περαιτέρω κατακερματισμένης Συρίας. Πριν την ανακοίνωση αυτής της συμφωνίας, η ηγεσία του Ισραήλ είχε προσφέρει “θετικές εγγυήσεις” στις YPG, οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν προβλήματα για την Άγκυρα.
Εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ
Για τις ΗΠΑ, οποιοδήποτε σενάριο σύγκρουσης, μεταξύ δύο από τους περιφερειακούς συμμάχους τους στη Συρία, θα ήταν ανεπιθύμητο. Η τελευταία πρόκληση εξωτερικής πολιτικής που θέλει η κυβέρνηση Τραμπ στη Μέση Ανατολή είναι ένας ακόμη πόλεμος, και μάλιστα ένας πόλεμος που θα εμπλέκει στενούς συνεργάτες των ΗΠΑ, των οποίων οι ηγέτες (Ερντογάν και Νετανιάχου) διατηρούν καλές σχέσεις με τον Τραμπ.
Αυτές οι εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ θα μπορούσαν να περιπλέξουν την κατάσταση για την Ουάσινγκτον. Τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Συρία, μετά την ανατροπή του καθεστώτος, τα οποία περιλαμβάνουν την καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) και την αντίσταση στη Ρωσία και το Ιράν, κινδυνεύουν να υπονομευτούν σε περίπτωση τουρκο-ισραηλινής σύγκρουσης. «Η πιθανότητα κακοσυντονισμένων στρατιωτικών επιχειρήσεων ή μιας ακούσιας κλιμάκωσης θα μπορούσε να υπονομεύσει τις διπλωματικές σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, και τον μακροχρόνιο σύμμαχο του Ισραήλ, περιπλέκοντας περαιτέρω την πολιτική τους στη Μέση Ανατολή», δήλωσε ο Γκιοκχάν Ερελί.
«Η Τουρκία και το Ισραήλ είναι δύο σύμμαχοι των ΗΠΑ που αυτή τη στιγμή έχουν τεταμένες και εύθραυστες σχέσεις μεταξύ τους», ανέφερε ο Δρ. Τζανέρ, σημειώνοντας ότι μια άμεση τουρκο-ισραηλινή σύγκρουση δεν θα ήταν “ορθή επιλογή” από την άποψη των συμφερόντων της Ουάσινγκτον στην περιοχή. Ωστόσο, η Ουάσινγκτον μπορεί να αναδειχθεί σε παράγοντα αποκλιμάκωσης των εντάσεων μεταξύ Άγκυρας και Τελ Αβίβ. «Η συμβιωτική φύση της σχέσης ΗΠΑ-Ισραήλ είναι ευρέως αναγνωρισμένη. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τον ρόλο της Τουρκίας, ως περιφερειακής δύναμης σταθερότητας στη Μέση Ανατολή. Από αυτή την άποψη, υπάρχουν συγκεκριμένα ζητήματα στα οποία η Τουρκία και οι ΗΠΑ μοιράζονται κοινές απόψεις. Οι ΗΠΑ πιθανόν να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν τη δύναμη της Τουρκίας σε αυτό το περιφερειακό πλαίσιο», δήλωσε ο Μάθιου Μπράιζα.
Ο Μπράιζα τόνισε επίσης, την αλληλεπίδραση της κατάστασης στη Γάζα με τις τουρκο-ισραηλινές εντάσεις σχετικά με τη Συρία: «Νομίζω ότι στο τέλος, αν το Ισραήλ ενδιαφέρεται για μια διαρκή εκεχειρία στη Γάζα, θα δει το όφελος από τον ρόλο της Τουρκίας, όχι απαραίτητα ως μεσολαβητή, αλλά ως μέρους που μπορεί να βοηθήσει στην επίτευξη συνεργασίας με τη Χαμάς. Αλλά νομίζω ότι απέχουμε πολύ από αυτό το σημείο».
Ο Τζόσουα Λάντις, διευθυντής του Κέντρου Σπουδών Μέσης Ανατολής του Πανεπιστημίου Οκλαχόμα, πιστεύει ότι συμφέρει την Ουάσινγκτον να περιορίσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τις επεκτατικές προσπάθειες του Ισραήλ στη Συρία. «Οι ΗΠΑ πρέπει να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να προωθήσουν την ειρήνη μεταξύ Ισραήλ και Συρίας. Αν κλείσουν τα μάτια στις επεκτατικές επιδιώξεις του Ισραήλ στην περιοχή, η Ουάσινγκτον θα πληρώσει βαρύ τίμημα στο μέλλον, όπως το έχει κάνει και στο παρελθόν. Ο πρόεδρος Νίξον το 1973 ήταν πολύ επικριτικός με τον πρόεδρο Τζόνσον για το ότι επέτρεψε στο Ισραήλ να κρατήσει τα Υψώματα του Γκολάν, τη Δυτική Όχθη και το Σινά μετά τον πόλεμο του 1967.
»Επειδή ο Τζόνσον δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει την επέκταση του Ισραήλ, η Ουάσινγκτον μπλέχτηκε σε έναν ακόμη γύρο πολέμου στη Μέση Ανατολή. Ο Νίξον ήθελε να αντιμετωπίσει τους φιλοϊσραηλινούς πολιτικούς στο Κογκρέσο το 1973 και να προχωρήσει σε μια συνολική ειρήνη που θα καθόριζε σαφή σύνορα για το Ισραήλ, αλλά ήταν πολύ αδύναμος και υπέκυψε στην πίεση του φιλοϊσραηλινού λόμπι», δήλωσε ο Λάντις.
«Η αποτυχία του Νίξον να πιέσει το Ισραήλ να επιστρέψει στα σύνορά του, οδήγησε σε πολλούς ακόμη γύρους πολέμου και την Ουάσινγκτον να γίνει αντικείμενο μίσους από τους Άραβες και τους Μουσουλμάνους. Το ίδιο είναι πιθανό να συμβεί με τις πιο πρόσφατες εδαφικές κατακτήσεις του Ισραήλ στο Λίβανο και τη Συρία», κατέληξε.