Στο Πεκίνο ο Πούτιν για συνομιλίες με τον Σι – Πόλεμος δασμών από τις ΗΠΑ στην Κίνα
15/05/2024Ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ θα καλωσορίσει αύριο τον Βλαντιμίρ Πούτιν, στη δεύτερη επίσκεψη του Ρώσου προέδρου στην Κίνα σε λιγότερο από ένα χρόνο. Ο Πούτιν θα μεταβεί στο Πεκίνο μόλις μία εβδομάδα μετά την έναρξη της νέας θητείας του, με ορίζοντα μέχρι το 20230. Η επίσκεψη, σύμφωνα με τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, είναι σε ανταπόδοση της επίσημης επίσκεψης του Σι στη Μόσχα πριν από ένα χρόνο, αμέσως μετά την έναρξη της δικής του νέας θητείας του ως πρόεδρος της Κίνας.
Ο Πούτιν αναχωρεί για τη διήμερη επίσημη επίσκεψη στην Κίνα ενθαρρυμένος από την επιβίωση της οικονομίας του εν καιρώ πολέμου και εν μέσω μιας νέας μεγάλης επίθεσης σε βασικά σημεία της πρώτης γραμμής στην Ουκρανία, σημειώνει το CNN. Για τον Σι, ο οποίος μόλις γύρισε στο Πεκίνο από μια ευρωπαϊκή περιοδεία, η επίσκεψη Πούτιν είναι μια ευκαιρία να στείλει μηνύματα προς τη Δύση.
Σε συνέντευξη στο κινεζικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua που δημοσιεύεται σήμερα, ο Πούτιν χαιρετίζει τις «μεγάλες προοπτικές» της εταιρικής σχέσης Ρωσίας-Κίνας και τις κοινές προσπάθειές τους να «ενισχύσουν την κυριαρχία, να προστατεύσουν την εδαφική ακεραιότητα και την ασφάλεια των χωρών μας».
Οι δύο ηγέτες στοχεύουν στην εμβάθυνση της συνεργασίας στη «βιομηχανία και την υψηλή τεχνολογία, το διάστημα και τις ειρηνικές χρήσεις της πυρηνικής ενέργειας, της τεχνητής νοημοσύνης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και άλλων καινοτόμων τομέων», πρόσθεσε στο Xinhua ο Πούτιν.
Η πίεση αυξάνεται στο Πεκίνο από την Ουάσιγκτον σχετικά με την υποστήριξη, που σύμφωνα με τις ΗΠΑ, δίνει προς την αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας. Ο Σι από την πλευρά του εντείνει τις εκκλήσεις προς την Ευρώπη να βοηθήσει ώστε να αποφευχθεί ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος.
Από την πλευρά της Δύσης πάντως, η ανησυχία για την σχέση Ρωσίας- Κίνας παραπέμπει στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. «Ζούμε σε έναν πιο επικίνδυνο κόσμο, οι αυταρχικές δυνάμεις ευθυγραμμίζονται όλο και περισσότερο. Η Ρωσία λαμβάνει υποστήριξη για τον επιθετικό της πόλεμο από την Κίνα, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα», προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ο επικεφαλής του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ. «Αυτό μας υπενθυμίζει ότι η ασφάλεια δεν είναι περιφερειακή, η ασφάλεια είναι παγκόσμια. Και πρέπει να συνεργαστούμε με τους ομοϊδεάτες εταίρους μας σε όλο τον κόσμο για να διατηρήσουμε και να προστατεύσουμε τη διατλαντική ασφάλεια».
Η Κίνα έχει δηλώσει ότι παρακολουθεί στενά τις εξαγωγές αγαθών διπλής χρήσης και αρνείται ότι το εμπόριό της με τη Ρωσία περιλαμβάνει οτιδήποτε εκτός των κανονικών διμερών συναλλαγών. Το διμερές εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών έφτασε το ρεκόρ των 240 δισεκατομμυρίων δολαρίων πέρυσι.
Στρατηγικοί δασμοί των ΗΠΑ στην Κίνα
Από την άλλη η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε δασμούς ύψους 18 δισ. δολαρίων σε κινεζικά προϊόντα , προκειμένου να προστατευθούν οι αμερικανικές εταιρείες και οι εργαζόμενοι στις ΗΠΑ, όπως τόνισε ο Λευκός Οίκος, υποστηρίζοντας ότι οι κινεζικές επιδοτήσεις στην παραγωγή προκαλούν αθέμιτο ανταγωνισμό. Το Πεκίνο αντέδρασε προειδοποιώντας ότι η κίνηση αυτή θα προκαλέσει «επιδείνωση των διμερών σχέσεων», λίγες εβδομάδες μετά το ταξίδι του Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο.
Το θέμα του εμπορικού ανταγωνισμού είχε συζητηθεί τότε ανάμεσα στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών και τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, με τον πρώτο να καλεί την Κίνα να πιέζει να μειωθούν ή ακόμη και να καταργηθούν οι επιδοτήσεις στην κινεζική παραγωγή εξαγωγικών προϊόντων, όπως ηλεκτρικά αυτοκίνητα και προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν μπορεί να οδηγήσει σε νέο εμπορικό πόλεμο μεταξύ των δύο χωρών, ανάλογο με αυτόν που είχε προκαλέσει κατά τη διακυβέρνησή του ο Ντόναλντ Τραμπ, που εξακολουθεί να επιμένει σε σκληρή εμπορική πολιτική έναντι της Κίνας.
Ο πρώην και εκ νέου υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ επέκρινε τον Τζο Μπάιντεν λέγοντας ότι δεν έκανε περισσότερα σχετικά με τις κινεζικές εξαγωγές νωρίτερα. «Θέλει (ο Μπάιντεν) να βάλει μεγάλους δασμούς στην Κίνα, που είναι η πρόταση που είπα εγώ. Πού ήσασταν τρεισήμισι χρόνια; Θα πρέπει να το είχαν κάνει αυτό πριν από πολύ καιρό», είπε ο Τραμπ.
Οι δασμοί που ανακοινώθηκαν από τον Λευκό Οίκο αφορούν βιομηχανικούς τομείς που θεωρούνται στρατηγικοί, όπως εκείνοι των ημιαγωγών, των κρίσιμων ορυκτών, των ιατρικών προϊόντων ή ακόμη των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Στα προϊόντα αυτά, οι τελωνειακοί δασμοί αυξάνονται από 25% σε 100%. Οι δασμοί στον χάλυβα και το αλουμίνιο αυξάνονται από 7,5% σε 25%, το ίδιος και στις μπαταρίες. Οι δασμοί για τους ημιαγωγούς που αυξάνονται από 25% σε 50% και θα εφαρμόζονται στο εξής επίσης στα ηλιακά πάνελ και σε ορισμένα ιατρικά προϊόντα.
Η αμερικανική κυβέρνηση, μέσω του Νόμου για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA) έχει επενδύσει περισσότερα από 860 δισ. δολάρια προκειμένου να επισπεύσει την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, μπαταριών αλλά και ηλιακών πάνελ ή ανεμογεννητριών, ουσιαστικά επιδοτώντας την αμερικανική παραγωγή. Ταυτόχρονα, κατηγορεί την Κίνα ότι στηρίζει αυτές τις βιομηχανίες, που θεωρούνται στρατηγικές, με αποτέλεσμα τα κινεζικά προϊόντα να κατακλύζουν την παγκόσμια αγορά και να εμποδίζουν την ανάπτυξη ανταγωνιστικών βιομηχανιών σε άλλες χώρες. Πρόκειται για ανησυχία που έχουν εκφράσει κι άλλες οικονομικές δυνάμεις, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Τουρκία, η Ινδία και η Βραζιλία.
Προειδοποίηση του Πεκίνου για αντίμετρα
Αντιδρώντας στις ανακοινώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, το Πεκίνο επισήμανε ότι η αύξηση των δασμών «θα επηρεάσει σοβαρά το κλίμα διμερούς συνεργασίας» και κάλεσε τις ΗΠΑ να «αναιρέσουν αμέσως τις λανθασμένες αποφάσεις τους και να ακυρώσουν τα επιπλέον δασμολογικά μέτρα εναντίον της Κίνας». Στην ανακοίνωσή του το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας εξέφρασε μάλιστα «έντονη αποδοκιμασία» για την απόφαση των ΗΠΑ, λέγοντας ότι «πολιτικοποιούν και εργαλειοποιούν τα οικονομικά και εμπορικά θέματα», ενώ τόνισε ότι πρόκειται για «χαρακτηριστική περίπτωση πολιτικής χειραγώγησης». Επισημαίνει δε ότι η αύξηση των δασμών «δεν συνάδει με το πνεύμα ομοφωνίας που είχε εξευρεθεί από τους δύο αρχηγούς κρατών», Σι Τζινπίνγκ και Τζο Μπάιντεν πέρυσι, ενώ προειδοποιεί ότι «η Κίνα θα λάβει αποφασιστικά μέτρα προκειμένου να υπερασπιστεί τα δικαιώματα και τα συμφέροντά της».