Τέσσερις θητείες καγκελάριος – Μία αποτίμηση
19/09/2021Στις 22 Νοεμβρίου 2005, πριν δεκαέξι χρόνια, η Διδάκτωρ Φυσικών Επιστημών της Ακαδημίας Επιστημών της Λαοκρατικής Γερμανίας, Άνγκελα Δωροθέα Μέρκελ, ορκίστηκε ενώπιον της Ομοσπονδιακής Βουλής ως η όγδοη καγκελάριος της Γερμανίας από το 1949. Κανείς δεν περίμενε ότι αυτή Ανατολικογερμανίδα –κόρη ενός πάστορα, η οποία ενώ γεννήθηκε στη Δυτική Γερμανία μεγάλωσε στην Λαοκρατική Γερμανία μιας και ο πάστορας πατέρας της μετακινήθηκε εκεί το 1954– θα γινόταν μόλις 15 έτη μετά την πτώση του Τείχους, η πρώτη γυναίκα καγκελάριος.
Πολύ περισσότερο κανείς δεν περίμενε ότι το 2021 καγκελάριος θα παρέμενε ακόμη η Μέρκελ. Και όμως κατάφερε να τους διαψεύσει, όπως συχνά έκανε και στο παρελθόν, όταν η “συνεσταλμένη” αυτή πολιτικός, με το ιδιαίτερο ντύσιμο και χτένισμα, αποτελούσε μια “εξωτική” πολιτική φιγούρα μεταξύ των Δυτικογερμανών συναδέλφων της. Με εργατικότητα όμως μυρμηγκιού, άρτια οργανωτικότητα και απίστευτη επιμονή και πολιτική στοχοπροσήλωση, κατάφερε να επικρατήσει σε τέσσερις συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, αφού κατάφερε να διαδεχθεί τον πολιτικό της πατέρα Χέλμουτ Κολ στην προεδρία των Χριστιανοδημοκρατών.
Η Μέρκελ κατάφερε να εισάγει και να επιβάλλει ένα νέο είδος καγκελάριου. Δεν ήταν ποτέ χαρισματική στην επικοινωνία, όπως π.χ. ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ούτε είχε την ευρυμάθεια και ευγλωττία του Χέλμουτ Σμιτ, ή την στιβαρότητα και την έντονη παρουσία του Χέλμουτ Κόλ. Κατάφερε όμως να γίνει η πιο προσιτή καγκελάριος στα μάτια του μέσου Γερμανού ψηφοφόρου με αυτό το χαμηλό μετριοπαθές προφίλ, με το συντηρητικό ντύσιμο και τις μετριοπαθείς πολιτικές της θέσεις.
Δημιουργούσε “ασφάλεια” και σιγουριά στους ψηφοφόρους ότι αυτή η πολιτικός αξίζει την εμπιστοσύνη τους και ότι με αυτήν θα υπάρξει σταθερότητα και ανάπτυξη. Ήταν η καγκελάριος της “διπλανής πόρτας”. Εκ του αποτελέσματος όλα τα σημαντικά πολιτικά και οικονομικά δεδομένα, συνηγορούν υπέρ της και επιβεβαιώνουν ότι δεν διέψευσε ποτέ την εμπιστοσύνη των Γερμανών ψηφοφόρων.
Πολιτικός απολογισμός
Η Καγκελάριος παρέλαβε το 2005 ένα ΑΕΠ ύψους 2,288 τρισ. ευρώ και ένα δημόσιο χρέος 67,3% του ΑΕΠ. Το 2019 πριν την έναρξη της πανδημίας το ΑΕΠ ανήρχετο σε 3,473 τρισ. και το χρέος σε 59,8%. Με δυο λόγια επί της θητείας της, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 52% και το χρέος μειώθηκε κατά 7,5 μονάδες. Το επίτευγμα είναι αναμφισβήτητα ιστορικό. Επίσης, τα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων έγιναν αρνητικά, γεγονός που κατέστησε το κόστος κρατικού δανεισμού μηδενικό για την Γερμανία. Η καγκελάριος προστάτευσε τους Γερμανούς από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, πείθοντάς τους ότι οι καταθέσεις τους δεν κινδυνεύουν και έτσι αποφεύγοντας ένα bankrun.
Με την έναρξη της προσφυγικής κρίσης το 2015, η Μέρκελ επέλεξε για ένα μεγάλο διάστημα, με πολιτικό κόστος, να κρατήσει ανοιχτά τα σύνορα, υποδεχόμενη μεγάλο αριθμό προσφύγων. Μετά από έξι χρόνια η Γερμανία έχει καταφέρει να “απορροφήσει” τους πρόσφυγες αυτούς, διατηρώντας ένα ανθρώπινο προφίλ τόσο έναντι των πολιτών στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Η Γερμανία δεν έκανε τολμηρά βήματα απεξάρτησης από ρυπογόνες μορφές ενέργειας (π.χ. λιγνιτης,) γεγονός που σε ένα βαθμό εξηγείται από τις ανάγκες της βαριάς βιομηχανίας. Παράλληλα, κατάφερε να ολοκληρώσει τον γερμανορωσικο αγωγό φυσικού αερίου NordStream 2, ο οποίος ήταν ιδέα του πρώην καγκελάριου Σρέντερ. Ισορροπώντας μεταξύ των συμφερόντων Ρωσίας, ΕΕ και ΗΠΑ, η Γερμανία ξεπέρασε τα εμπόδια παρότι η ΕΕ και το ΝΑΤΟ έχουν επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία. Ο αγωγός κατασκευάστηκε και η Γερμανία διασφάλισε για τη βιομηχανία της ενεργειακή επάρκεια σε ανταγωνιστικές τιμές.
Η θητεία Μέρκελ ταυτίστηκε με την οικονομική μονοκρατορία της Γερμανίας στο εσωτερικό της ΕΕ. Η Γερμανία κατάφερε να εκμεταλλευτεί την εσωστρέφεια της Βρετανίας που οδήγησε στο Brexit, καθώς και την μείωση της οικονομικής ισχύος της Γαλλίας, επιβάλλοντας πλήρως τις θέσεις της στους κόλπους της ΕΕ-Ευρωζώνης, τασσόμενη υπέρ της εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών λιτότητας στα κράτη που αντιμετώπισαν δημοσιονομικά προβλήματα.
Η καγκελάριος και η Ελλάδα
Σε λίγο καιρό θα εκλεγεί ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας και η θητεία της Μέρκελ θα αποτελέσει μέρος της παγκόσμιας πολιτικής ιστορίας. Σίγουρο είναι ότι η απερχόμενη καγκελάριος κατάφερε αθόρυβα να ισχυροποιήσει την χώρα της τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Συχνά προτάσσοντας σε υπέρμετρο βαθμό το γερμανικό εθνικό συμφέρον. Αυτό εν τέλει την καθιστά τη θητεία της στο τιμόνι της Γερμανίας ωφέλιμη για τους συμπατριώτες της.
Για την Ελλάδα, η Καγκελάριος αποτέλεσε συχνά απεχθή φιγούρα, στην οποία φορτώθηκε η ευθύνη για την επιβολή των μνημονιακών πολιτικών που συνέθλιψαν μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Γι’ αυτό και της ασκείται κριτική για έλλειψη κοινοτικής αλληλεγγύης. Η αλήθεια είναι σχεδόν πάντα στη μέση. Η Μέρκελ δεν βοήθησε την Ελλάδα όσο θα μπορούσε και συναίνεσε στην επιβολή σκληρών μέτρων.
Από την άλλη πλευρά, ήταν αυτή που τις κρίσιμες στιγμές, αντιτιθέμενη συχνά στις εισηγήσεις πολλών στη Γερμανία, στήριξε στο τέλος τη θέση για παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Όπως, όμως, κι αν την βλέπουν οι Έλληνες, κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι η Μέρκελ θα μείνει στην ιστορία ως μια σημαντική παγκόσμια πολιτική προσωπικότητα, η οποία αφήνει πίσω της ένα διακριτό πολιτικό αποτύπωμα.