ΑΝΑΛΥΣΗ

Θα αλλάξει ή θα βουλιάξει η Ευρώπη στις πολεμικές φαντασιώσεις της;

Θα αλλάξει ή θα βουλιάξει η Ευρώπη στις πολεμικές φαντασιώσεις της; Σταύρος Λυγερός
EPA/OLIVIER MATTHYS

Το γεγονός ότι στην Ευρώπη ηχούν τα τύμπανα του πολέμου δεν σημαίνει υποχρεωτικά πως οδηγούμαστε σε θερμή σύγκρουση με τη Ρωσία. Έχει, ωστόσο, σημασία να υπογραμμισθεί πως η καλλιέργεια πολεμικού κλίματος δεν είναι ακίνδυνη. Δημιουργεί όχι απλώς εντυπώσεις, αλλά και συμπεριφορές, οι οποίες –υπό προϋποθέσεις– μπορεί να μετατρέψουν μία τέτοια ρητορική σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Είναι εξόφθαλμο πλέον πως οι ΗΠΑ του Τραμπ αποσυνδέονται από την Ευρώπη, χωρίς αυτό να σημαίνει πλήρη αποχώρηση. Το σημαντικό είναι πως αυτή η πολιτική δεν συνιστά ιδιοτροπία του τωρινού προέδρου. Με άλλα λόγια, δεν αναμένεται να είναι παρένθεση. Εάν τις επόμενες εκλογές κερδίσει ο Τζέι Ντι Βανς είναι σίγουρο ότι η πολιτική αυτή θα ενταθεί περαιτέρω. Αλλά ακόμα κι αν κερδίσουν οι Δημοκρατικοί, είναι μάλλον απίθανο να επιστρέψουν στα παλιά.

Η ανάσχεση της Κίνας, άλλωστε, είναι κοινός παρονομαστής του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, έστω κι αν τα δύο κόμματα εξουσίας την προσεγγίζουν με διαφορετικό τρόπο. Μπορεί, λοιπόν, η συμπεριφορά του Τραμπ να είναι άγαρμπη, χαοτική και ενίοτε αντιφατική στο τακτικό επίπεδο, αλλά χαρακτηρίζεται από στρατηγική συνέπεια. Στην πραγματικότητα, κήρυξε το τέλος της διατλαντικής συμμαχικής σχέσης, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο και παγιώθηκε στον Ψυχρό Πόλεμο.

Το μήνυμά του προς τους Ευρωπαίους είναι σαφές: Η άμυνά σας είναι δικό σας καθήκον κι όχι των ΗΠΑ. Τους λέει εμμέσως πλην σαφώς πως το ΝΑΤΟ πρέπει να γίνει δικό τους, με την Ουάσινγκτον να περιορίζεται σε ρόλο εποπτείας. Οι ευρωπαϊκές άρχουσες ελίτ, οι οποίες είχαν βολευθεί με την αμερικανική αμυντική ομπρέλα, είναι σε σοκ. Μπορεί να κολακεύουν τον Τραμπ, αλλά συνειδητοποιούν πως είναι τέλος εποχής και ως εκ τούτου κάτι πρέπει να κάνουν για να οικοδομήσουν ευρωπαϊκή άμυνα.

Φαντασιώσεις αντί στρατηγικής

Προς το παρόν, οι φιλελέ πολιτικές ηγεσίες, που ακόμα κυριαρχούν στην Ευρώπη, δεν συμπεριφέρονται ως σοβαρός παίκτης, που δρα σύμφωνα με τις πραγματικές δυνατότητές του στο αναδυόμενο πολυπολικό τοπίο. Είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού πως έχουν εθιστεί να ασκούν διπλωματία μέσω μίας ρητορικής, η οποία έχει περισσότερο θεατρικό-επικοινωνιακό, παρά πολιτικό χαρακτήρα. Η ρεαλιστική στρατηγική δείχνει να έχει εξοριστεί προς χάρη φαντασιώσεων και πρόσκαιρων εντυπώσεων.

Αυτό είναι εξόφθαλμο και στο Ουκρανικό. Θυμίζουν ποντίκι που βρυχάται! Όταν δήλωναν πως θα στείλουν δυνάμεις στην Ουκρανία, ο Τραμπ τους ρώτησε πόσους στρατιώτες θα στείλουν. Η Γερμανία απάντησε πως δεν θα στείλει, ενώ η Γαλλία και η Βρετανία απάντησαν ότι μπορούν να στείλουν αθροιστικά 30.000 στρατιώτες, υπό τον όρο ότι θα έχουν εγγύηση πως εάν εμπλακούν με τους Ρώσους θα παρέμβουν οι Αμερικανοί! Ο Τραμπ τους χλεύασε κι όχι αδίκως, όταν στην Ουκρανία πολεμούν 700.000-800.000 στην κάθε πλευρά.

Το μόνο που καταφέρνουν οι δυτικές κυρώσεις και η αντιρωσική ρητορική των Ευρωπαίων είναι να σπρώχνουν περαιτέρω τη Μόσχα προς Ανατολάς. Η ανάπτυξη του Οργανισμού της Σαγκάης και των BRICS+ καταδεικνύει πως η στροφή της Ρωσίας δεν είναι προς το κενό. Παράγει όχι μόνο οικονομικά (έχει σε μεγάλο βαθμό εξουδετερώσει τις δυτικές κυρώσεις), αλλά και γεωπολιτικά αποτελέσματα (διευκολύνει την ανάδυση του πολυπολικού συστήματος).

Η πολιτική του Τραμπ για απεγκλωβισμό από το Ουκρανικό και συνεργασία με τη Ρωσία, όχι μόνο έχει αφήσει πολιτικά μετέωρη την Ευρώπη, αλλά και την έχει αποκλείσει από τις εν εξελίξει διπλωματικές διεργασίες. Λίγοι πλέον παίρνουν στα σοβαρά την Ευρώπη και ελάχιστοι την φοβούνται. Η δε Ρωσία της έχει στρέψει την πλάτη, τερματίζοντας πολιτική αιώνων. Η τροφοδοσία της Ευρώπης με ρωσική ενέργεια και πρώτες ύλες είχε δημιουργήσει μία οικονομική αλληλεξάρτηση, που ενίσχυε και τις δύο πλευρές και δημιουργούσε αμοιβαία επιρροή, η οποία με τη σειρά της λειτουργούσε σταθεροποιητικά.

Με την επιβολή των κυρώσεων αυτή η σχέση έχει διαλυθεί. Η ρωσική ενέργεια βρήκε νέες αγορές σε Κίνα και Ινδία, ενισχύοντας και τους αντίστοιχους πολιτικούς δεσμούς. Η εξέλιξη αυτή, εάν συνδυασθεί με την πολιτική Τραμπ, εκ των πραγμάτων περιθωριοποιεί την Ευρώπη, το άλλοτε κέντρο του κόσμου. Η απώλεια, άλλωστε, της φθηνής ρωσικής ενέργειας έχει πλήξει περισσότερο την ευρωπαϊκή (ειδικά τη γερμανική) οικονομία, παρά τη ρωσική.

Τα γεγονότα απέδειξαν ότι η Ευρώπη, αλλά και η Συλλογική Δύση δεν είναι σε θέση να επιβάλει κανόνες στο διεθνές σύστημα και να λειτουργεί τιμωρητικά, υποχρεώνοντας τις “ατίθασες” χώρες (εν προκειμένω τη Ρωσία) να υποταχθεί. Ενώ η κυβέρνηση Τραμπ δείχνει μεγαλύτερη ικανότητα προσαρμογής, οι ευρωπαϊκές ελίτ επιδεικνύουν άρνηση, προτιμώντας τη βύθιση σε φαντασιώσεις που έρχονται από το παρελθόν.

Αναγκαία, όχι και ικανή συνθήκη

Με εκδηλωμένη την πρόθεση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν στρατιωτικά από τη Γηραιά Ήπειρο, οι ευρωπαϊκές ελίτ υποχρεώνονται να οικοδομήσουν τη δική τους αυτόνομη άμυνα. Επιπροσθέτως, σοκαρισμένες από το γεγονός ότι ο ρωσικός στρατός κερδίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχουν σχεδόν με φυσικό τρόπο επιλέξει ως “αναγκαίο” εχθρό τη Ρωσία. Αποδίδουν, μάλιστα, σε δικό της δάκτυλο οτιδήποτε αρνητικό συμβαίνει! Στην προσπάθειά τους να αποκτήσει αντίκρισμα η πολεμοχαρής ρητορική τους, έχουν, μάλιστα, εξαγγείλει ένα τεράστιο πρόγραμμα εξοπλισμών. Σύμφωνα με τη συμβατική δυτική σοφία, η νατοϊκή Ευρώπη είναι πληθυσμιακά τριπλάσια από τη Ρωσία και οικονομικά πολύ πιο ισχυρή. Ως εκ τούτου, μπορεί να κερδίσει έναν πόλεμο εναντίον της.

Αυτοί οι υπολογισμοί, ωστόσο, είναι αβάσιμοι, ακόμα κι αν παρακάμψουμε το γεγονός ότι η Ρωσία είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη από Βρετανία και Γαλλία αθροιστικά. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών και οι εξοπλισμοί είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη για στρατιωτική ικανότητα. Απαιτούνται υποδομές, πολεμική βιομηχανία, logistics, εκπαίδευση, διοικητική δομή και κυρίως ανθρώπινο δυναμικό. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, τα πιο προηγμένα οπλικά συστήματα είναι ελάχιστα χρήσιμα. Υπενθυμίζω ότι ειδικά η πολεμική βιομηχανία της Ευρώπης εξαρτάται από υλικά και εξαρτήματα που παράγονται εκτός.

Αντιθέτως, η Ρωσία διαθέτει αχανή επικράτεια, ενέργεια, πρώτες ύλες, αλλά και ποιοτικά και ποσοτικά ισχυρή πολεμική βιομηχανία – κατά κανόνα ελεγχόμενη από το κράτος. Και βεβαίως, το γεγονός ότι ο ρωσικός στρατός πολεμάει τέσσερα χρόνια, τον έχει υποχρεώσει να υπερβεί αδυναμίες και να εξελιχθεί τόσο τεχνολογικά όσο και σε επίπεδο τακτικών, με αποτέλεσμα να έχει αναβαθμισθεί το αξιόμαχό του. Ειδικά στον τομέα των πυραύλων προηγείται των Αμερικανών.

Το σημαντικότερο όλων, ωστόσο, είναι το ανθρώπινο δυναμικό. Ο ρωσικός στρατός είναι πλέον πολυπληθής, εμπειροπόλεμος και σκληραγωγημένος. Αντιθέτως, οι ευρωπαϊκοί στρατοί είναι επαγγελματικοί, αριθμητικά περιορισμένοι και χωρίς εμπειρία μάχης. Το σημαντικότερο είναι ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν αφαιρέσει από την κουλτούρα τους το ενδεχόμενο να πολεμήσουν. Όχι μόνο, επειδή θεωρούν την εθνική ασφάλειά τους δεδομένη (όχι οι Βαλτικές και η Πολωνία), αλλά και επειδή κυριαρχεί ο ατομισμός-ηδονισμός. Άρα, η συμβολή μίας επιστράτευσης είναι περισσότερο θεωρητική.

Ένα πρόσθετο κρίσιμο ζήτημα είναι ότι σε αντίθεση με τον ενιαίο ρωσικό στρατό, στην Ευρώπη υπάρχουν γεωγραφικά διασκορπισμένοι εθνικοί στρατοί με ξεχωριστές δομές και λειτουργίες, χωρίς κοινές ανεφοδιαστικές αλυσίδες και επιπλέον με το εμπόδιο της διαφορετικής γλώσσας. Το ΝΑΤΟ έχει δημιουργήσει μία στοιχειώδη κοινή δομή και κάποια κοινά δόγματα, αλλά δεν ήταν δυνατόν για πολλούς λόγους να ενοποιήσει λειτουργικά τους εθνικούς στρατούς. Καμία χώρα-μέλος δεν θα έστελνε τον στρατό της να πολεμήσει τη Ρωσία. Και στην απίθανη περίπτωση που το ήθελε, οι πρακτικές δυσκολίες είναι αξεπέραστες.

Η αυτοπεριθωριοποίηση της Ευρώπης

Δεν προκύπτει ότι η Ρωσία έχει πρόθεση να επιτεθεί προς Δυσμάς. Δεν έχει ούτε δυνατότητα, ούτε συμφέρον. Δεν ισχύει, λοιπόν, η κραυγαλέα κινδυνολογία που διαχέουν οι φιλελέ ευρωπαϊκές ελίτ. Δεν ισχύει ούτε η ενδόμυχη φαντασίωσή τους ότι γονατισμένη από τις κυρώσεις και τις απώλειες, η Ρωσία θα υποταχθεί, εκλιπαρώντας τη Δύση να την αποδεχθεί! Τα γεγονότα δείχνουν ότι η ζυγαριά στην Ουκρανία έχει γύρει υπέρ της Μόσχας. Σ’ αυτόν τον πόλεμο δεν κρίνεται μόνο το πόσο ουκρανικό έδαφος θα προσαρτήσουν οι Ρώσοι, ούτε μόνο εάν το καθεστώς στο Κίεβο θα είναι αρνητικό ή θετικό προς το Κρεμλίνο. Κρίνεται, επίσης, το πως θα διαμορφωθεί το διεθνές σύστημα και πολύ περισσότερο ποια θέση θα έχει η Ευρώπη σ’ αυτό.

Οι Ευρωπαίοι, ενώ είναι υποτακτικοί προς την Ουάσινγκτον, έχουν εθισθεί για αιώνες στη νοοτροπία πως έχουν το δικαίωμα να υπαγορεύουν στον Παγκόσμιο Νότο τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνει. Μέχρι χθες, ο λόγος της Ευρώπης ακουγόταν με φόβο ή έστω σεβασμό (λόγω αποικιοκρατικού παρελθόντος και οικονομικής ισχύος). Ολοένα και περισσότερο τα ευρωπαϊκά καμώματα και οι απαιτήσεις ηχούν γελοίες. Αυτό ισχύει πρωτίστως για τη Ρωσία σε μία περίοδο που η Ευρώπη καλλιεργεί πολεμικό κλίμα.

Είναι αληθές πως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αναζωπυρώσει τον αντιρωσισμό, αναβιώνοντας και το φάντασμα του πολέμου με τον “ανατολικό γείτονα”. Όπως προανέφερα, οι φιλελέ ελίτ ισχυρίζονται πως η Ρωσία διεξάγει έναν συνεχή υβριδικό πόλεμο με σκοπό να διαταράξει την καθημερινότητα των Ευρωπαίων. Η καλλιέργεια αυτού του κλίματος έχει εμποτίσει τη συλλογική συνείδηση κυρίως των κοινωνιών που γειτνιάζουν με τη Ρωσία. Ακόμα και οι ίδιες οι άρχουσες ελίτ έχουν εν μέρει πεισθεί από τη δική τους προπαγάνδα(!), παρότι δεν προσκομίζονται αποδείξεις και στην πορεία του χρόνου πολλοί ισχυρισμοί αποδεικνύονται κατασκευασμένοι (π.χ. το Russiagate για την πρώτη εκλογή Τραμπ και το σαμποτάζ στο NordStream).

Επειδή τα γεγονότα είναι ξεροκέφαλα κι αυτή η πολιτική των ευρωπαϊκών ελίτ τις οδηγεί στον τοίχο, το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν υπάρχουν προϋποθέσεις για αλλαγή πορείας. Κατηγορηματική απάντηση δεν υπάρχει, αλλά οι ενδείξεις είναι αρνητικές. Τα πράγματα ίσως αλλάξουν εάν οι εκλογές έρθουν στην εξουσία πολιτικές δυνάμεις, που αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο τον ρόλο της Ευρώπης και έχουν διαφορετική στάση απέναντι στη Ρωσία.

Η Ρωσία είναι ένας διακριτός ευρασιατικός πολιτισμός και ένας από τους πυλώνες του αναδυόμενου πολυπολικού συστήματος. Δεν είναι παρωχημένο κράτος-παρίας, το οποίο πρέπει η Ευρώπη να το αποσταθεροποιήσει για να λεηλατήσουν οι δυτικές εταιρείες τους τεράστιους φυσικούς πόρους του. Το επιχείρησε, άλλωστε, η Δύση τη δεκαετία του 1990 και απέτυχε. Σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους, ο Τραμπ είναι ρεαλιστής και επιχειρεί να συνεργασθεί με τη Μόσχα, ώστε να δημιουργήσει ευνοϊκότερη για τις ΗΠΑ ισορροπία στο πλαίσιο του νέου διεθνούς συστήματος. Όσο η ΕΕ παραμένει εγκλωβισμένη γενικά στις φαντασιώσεις και ειδικά στο αντιρωσικό σύνδρομό της, είναι καταδικασμένη να περιθωριοποιείται και ενδεχομένως η ΕΕ να περιέλθει σε διαλυτική κρίση.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx