Τι προβλέπει το σουλτανάτο του Ερντογάν
02/08/2018Οι πρόσφατες φονικές πυρκαγιές και ο τραγικός θάνατος δεκάδων συμπολιτών μας δικαιολογημένα έστρεψαν τα φώτα της δημοσιότητας στο εσωτερικό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι στον περίγυρο μας έπαψαν να τρέχουν πολιτικές εξελίξεις που μας αφορούν και επηρεάζουν το μέλλον μας άμεσα. Στη μετεκλογική Τουρκία υπάρχει πλέον μια διαφορετική πολιτειακή πραγματικότητα που δεν θα ήταν υπερβολή να την ονομάσουμε κεκαλυμμένη δικτατορία.
Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και η κοινωνία αλλά και ο δημοκρατικός ακαδημαϊκός κόσμος αιφνιδιάστηκαν. Υπάρχει τεράστια σύγχυση και σοβαρό έλλειμμα πληροφόρησης καθώς και μεγάλος φόβος. Άλλωστε το σύστημα αυτό επιβλήθηκε διά της βίας, της νοθείας και εν μέσω απειλών και καλλιέργειας κλίματος φόβου και σοβινιστικού παροξυσμού.
Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του; Το νέο σύστημα παρέχει τρομακτικές υπερεξουσίες στον επικεφαλής του κράτους τις οποίες κανένας ηγέτης της Τουρκίας μέχρι σήμερα δεν διέθετε. Ούτε καν ο ιδρυτής της χώρας, ο δικτάτορας αξιωματικός του οθωμανικού στρατού Μουσταφά Κεμάλ. Στο σύστημα αυτό δεν υπάρχει πρωθυπουργός και ο ρόλος του υπουργικού συμβουλίου στη διακυβέρνηση της χώρας αλλάζει και υποβιβάζεται.
Ο Ερντογάν θα είναι επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας και θα διορίζει τα μέλη του νέου υπουργικού συμβουλίου όπως επιθυμεί και με ανθρώπους εκτός βουλής. Θα έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα έκδοσης προεδρικών διαταγμάτων τα οποία έχουν ισχύ νόμου, ενώ ο ίδιος θα μπορεί να επιλέγει και να διορίζει την ηγεσία του δικαστικού σώματος.
Ο διορισμός ανωτάτων στελεχών της κρατικής γραφειοκρατίας θα γίνεται και πάλι αποκλειστικά από τον Ερντογάν. Η χώρα θα διοικείται από τον ίδιο με την βοήθεια 16 υπουργείων, 9 επιτροπών και 4 ειδικών γραφείων που ιδρύονται με το νέο σύστημα.
Ουσιαστικά καταργείται το Σύνταγμα και η διάκριση των εξουσιών ενώ δεν υπάρχει κανένας θεσμικός έλεγχος στις πράξεις και στις εξουσίες του υπερπροέδρου. Για αυτό και το διοικητικό αυτό μοντέλο δεν μοιάζει με τα συστήματα των ΗΠΑ και της Γαλλίας παρά το ότι ο συστημικός τύπος επιχειρεί να το προπαγανδίσει ως παρόμοιο με αυτά. Πρόκειται ξεκάθαρα για μια δικτατορικού τύπου εξουσία και διοίκηση η οποία καλύπτεται από έναν μανδύα δημοκρατικοφάνειας που στηρίζεται σε μια αμφιλεγόμενη εκλογική πλειοψηφία.
Μεγαλύτερος συγκεντρωτισμός
Το ερντογανικό καθεστώς αποκλείει το κοινοβούλιο καθιστώντας το ουσιαστικά διακοσμητικό. Συνεπώς, αποκλείει και την όποια επιρροή της κοινωνίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Επίσης όπως διαμορφώνεται το σύστημα, παρέχει τη δυνατότητα στη σουνιτική πλειοψηφία να κυριαρχεί εσαεί έναντι άλλων κοινοτήτων και δυνάμεων όπως οι Αλεβίτες, οι Κούρδοι και άλλοι, οι οποίοι επιθυμούν ουσιαστικό εκδημοκρατισμό.
Η Τουρκία αντί να κάνει βήματα μπροστά με περισσότερη διοικητική αποκέντρωση, όπως πολλά τμήματα της κοινωνίας επιθυμούσαν, η χώρα έκανε βήματα πίσω επιβάλλοντας μεγαλύτερο συγκεντρωτισμό. Όποιες θετικές αλλαγές έγιναν και όποια φιλελευθεροποίηση συντελέστηκε, λόγω διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, ουσιαστικά έχουν καταργηθεί. Επιστρέφουμε πλέον στην Τουρκία της δεκαετίας του 1990 όσον αφορά τα εσωτερικά μέτωπα.
Επικράτησαν όσοι πιστεύουν ότι ο εκδημοκρατισμός της χώρας οδηγεί σταδιακά στην ανάπτυξη φυγόκεντρων δυνάμεων. Έτσι το βαθύ κράτος πάτησε φρένο. Πρόκειται για μια εφιαλτική επιστροφή στο παρελθόν της βίας και των διώξεων στο εσωτερικό και μιας πιο επιθετικής, μιλιταριστικής στάσης στο εξωτερικό.
Κουρδικό ζήτημα
Στο κουρδικό ζήτημα, αντί του διαλόγου και της ειρηνικής επίλυσης, το τουρκικό κράτος επέλεξε την οδό της βίας και της καταστολής. Στόχος του είναι να εξουδετερώσει όλους τους θύλακες του ΡΚΚ εντός και εκτός της χώρας και να απονευρώσει την πολιτική έκφραση του κουρδικού κινήματος με χιλιάδες φυλακίσεις, καθαιρέσεις εκλεγμένων δημάρχων κλπ. Το κράτος καταργεί όλα τα κεκτημένα της κουρδικής κοινότητας και επιστρέφει σε μια πολιτική βίαιης αφομοίωσης και καταστολής.
Το ίδιο ισχύει και για άλλες μεγάλες κοινότητες όπως οι Αλεβίτες, μια πραγματικά καταπιεσμένη θρησκευτική κοινότητα που αριθμεί περισσότερα από 20 εκατομμύρια μέλη. Πρόκειται για μια τραγική εξέλιξη. Το τουρκικό κράτος θα επιχειρήσει να συνεχίσει, για όσο του επιτραπεί, στρατιωτικές επιχειρήσεις εντός Συρίας και Ιράκ και θα επιδιώξει να ελέγξει αυτά τα εδάφη εγκαθιστώντας εκεί σουνίτες Άραβες. Στρατηγική επιδίωξη της Τουρκίας είναι η αλλοίωση των δημογραφικών ισορροπιών στην περιοχή εις βάρος των εκκοσμικευμένων και φιλοδυτικών Κούρδων και υπέρ των σουνιτών μουσουλμάνων, τους οποίους βέβαια πιστεύει ότι θα ελέγχει ευκολότερα.
Κόμβος διαμετακόμισης ενέργειας και οικονομία
Η Τουρκία επιδιώκει, σε συνεργασία με την Ρωσία, να καταστεί κόμβος διαμετακόμισης φυσικού αερίου προς την Δύση. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε αυτοκτονία για τις βιομηχανικές υποδομές της ΕΕ γιατί η Τουρκία πρόκειται να χρησιμοποιήσει και αυτό το εργαλείο εκβιαστικά για να κερδίσει σε άλλα μέτωπα. Η ΕΕ δεν έχει λόγο να δώσει τα κλειδιά της ενεργειακής της ασφάλειας σε ένα αναξιόπιστο κράτος που ενισχύει ισλαμιστές τρομοκράτες και απειλεί μέλη της αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη.
Επιπλέον πρέπει από όλους να γίνει επιτέλους κατανοητό ότι οι τουρκικές κρατικές ελίτ δεν επιθυμούν η χώρα τους να γίνει μέλος της ΕΕ. Προτιμούν να είναι ένας αυτόνομος διεθνής παίκτης, μια παγκόσμια δύναμη όπως οι ίδιοι θέλουν να πιστεύουν, που θα διαμεσολαβεί μεταξύ ισλαμικού κόσμου και Δύσης. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι εφικτό και θα ήταν πολύ επικίνδυνο για τα συμφέροντα της Δύσης. Η ΕΕ δεν έχει μακροπρόθεσμα ανάγκη την Τουρκία όπως αρκετοί στη βόρεια Ευρώπη θέλουν να πιστεύουν.
Το αντίθετο συμβαίνει, μιας και η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας. Εκτός και αν οι τουρκικές ελίτ πάρουν την ιστορική απόφαση να αποκοπούν εντελώς από την Δύση και τις αγορές της και να στραφούν στην Ασία. Υπάρχουν αρκετές φωνές που καλούν προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλωστε πρόσφατα ο γαμπρός του Ερντογάν, υπουργός οικονομικών, ανακοίνωσε πως έκλεισε συμφωνία με μεγάλη κινεζική τράπεζα ανάπτυξης για να λάβει η χώρα του δάνειο 3.6 δισ. δολαρίων για ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών. Όμως αυτές οι πρωτοβουλίες δεν φαίνεται να ανακόπτουν την καθοδική πορεία.
Η πτώση της τουρκικής λίρας, η διαρκής άνοδος του πληθωρισμού και η διαφυγή κεφαλαίων από τη χώρα δημιουργούν ένα τοξικό κλίμα. Λόγω του αυταρχισμού του καθεστώτος και της ευκολίας στη χρήση βίας και καταστολής, οι μεγάλοι οικονομικοί κλυδωνισμοί που επέρχονται πιθανόν να μην μεταφραστούν άμεσα σε πολιτική κρίση. Τέλος, αυτό που πρέπει να μελετηθεί και να αναλυθεί από τους αρμοδίους στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι η οικονομία της Τουρκίας μετατρέπεται σε σημαντικό βαθμό σε οικονομία πολέμου με τις πολεμικές βιομηχανίες και την οικονομική ενίσχυση του στρατού να έχουν κεντρικό ρόλο.
Ελληνοτουρκικά και νεοαυτοκρατορικός μεγαλοϊδεατισμός
Ο τουρκοσουνιτικός νεο-αυτοκρατορικός μεγαλοϊδεατισμός θα συνεχίσει να προκαλεί αστάθεια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτό μαρτυρούν οι δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων αλλά και τα εξοπλιστικά προγράμματα, τα οποία ανακοινώνονται και γίνεται προσπάθεια να υλοποιηθούν. Το αν θα υλοποιηθούν θα εξαρτηθεί και από τις οικονομικές εξελίξεις. Η Τουρκία θέλει να είναι η ίδια κέντρο διαμετακόμισης ενέργειας προς την Δύση και δεν επιθυμεί καμιά γειτονική της χώρα να έχει τέτοιο ρόλο γιατί το θεωρεί απειλή στα κακώς εννοούμενα εθνικά της συμφέροντα.
Έτσι θα συνεχίσουν οι πιέσεις στην Κύπρο. Το καθεστώς θα συνεχίσει να προπαγανδίσει τον εαυτό του ως την πλευρά που επιθυμεί λύση στο κυπριακό και στις σχέσεις με την Ελλάδα και να κατηγορεί Κύπρο και Ελλάδα για αδιαλλαξία. Αυτή η προπαγάνδα πρέπει να αντιμετωπιστεί με άλλου τύπου πολιτικές. Οι τουρκικές ελίτ βλέπουν ότι το γεωπολιτικό τους περιβάλλον ρευστοποιείται και θα κάνουν κάθε τι δυνατό για να υποβιβάσουν Ελλάδα και Κύπρο και να τις υποτάξουν σε μια τουρκική ηγεμονία.
Η τουρκική κρατική ελίτ έχει ακόμα την κακή συνήθεια να θεωρεί τον εαυτό της κληρονόμο αυτοκρατορίας και αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και να επιλύσουμε. Το πως αντιμετωπίζεται αυτή η κατάσταση είναι μια μεγάλη συζήτηση που απαιτεί την εμπλοκή πολλών παραγόντων, εμπειρογνωμόνων, κρατικών υπηρεσιών αλλά και όλων των κομμάτων.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι παλιές δοκιμασμένες ελληνικές συνταγές αντιμετώπισης του τουρκικού προβλήματος έχουν δυστυχώς εξαντλήσει τις όποιες δυναμικές τους. Επιπλέον η πρόκληση μεγαλώνει για την Ελλάδα διότι σε αυτή την κρίσιμη φάση της ιστορίας μας, το πολιτικό προσωπικό αποδεικνύεται πολύ κατώτερο των περιστάσεων γεγονός που εντείνει την κρίση αξιοπιστίας και νομιμοποίησης. Η τέχνη του κυβερνάν έχει προ πολλού ατονήσει στη χώρα μας.