ΑΠΟΨΗ

Τι θα ακολουθήσει μετά την εισβολή στο Κουρσκ

Τι θα ακολουθήσει μετά την εισβολή στο Κουρσκ

Μετά την ουκρανική εισβολή στην περιφέρεια του Κουρσκ, ο πόλεμος πέρασε σε νέα φάση. Μέχρι τότε είχε σχεδόν εδραιωθεί η πεποίθηση ότι η κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας ήταν θέμα χρόνου και οι Ρώσοι θα καταλάμβαναν το Ντόνμπας. Το ερώτημα που τίθεντο ήταν εάν θα συνέχιζαν για την κατάληψη του Μικολάιβ και της Οδησσού, προκειμένου να αποκόψουν την Ουκρανία από τη θάλασσα για να εξασφαλίσουν τις προσβάσεις και στρατιωτικές υποδομές της Κριμαίας.

Είναι σχεδόν σίγουρο ότι η εισβολή στο Κουρσκ αιφνιδίασε τους Ρώσους, κάτι που επιβεβαιώνεται και από το εύρος της ουκρανικής εισχώρησης και τις αμήχανες δηλώσεις της Μόσχας. Αναλυτών των κατεστημένων δυτικών ΜΜΕ συμπεριφέρονται σαν μανιοκαταθλιπτικοί, όπου την απαισιοδοξία και ηττοπάθεια των προηγούμενων εβδομάδων διαδέχθηκε αμέσως η άμετρη αισιοδοξία. Ας σημειωθεί προκαταρκτικά ότι όσο οι εκτιμήσεις στηρίζονται μόνο στις ανοικτές πηγές, είναι αναγκαστικά ελλιπείς και παρακινδυνευμένες.

Είναι κοινή η εκτίμηση ότι η ουκρανική πλευρά εξαπέλυσε την επίθεση, χρησιμοποιώντας τις τελευταίες στρατηγικές εφεδρείες της, εξοπλισμένες με το καλύτερο υλικό που προσέφερε η Δύση. Το καθεστώς Ζελένσκι πιστεύει ότι είναι εφικτή μια παρατεταμένη κατοχή του ρωσικού εδάφους, συνεπικουρούμενη από την έλευση των βροχών και της λάσπης. Ελπίζει ότι το γεγονός αυτό θα προκαλέσει τριγμούς στο καθεστώς Πούτιν και θα αποτελέσει καταλύτη πολιτικών και διπλωματικών εξελίξεων. Ταυτόχρονα, θα εξυψώσει το ηθικό του ουκρανικού στρατού και θα συσπειρώσει τον λαό.

Μία άλλη βάσιμη εκτίμηση ισχυρίζεται ότι η Ουκρανία προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και να παρατείνει τον πόλεμο μέχρι τις αμερικανικές εκλογές. Η ηγεσία της ελπίζει ότι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου θα συνεχίσει την οικονομική και στρατιωτική στήριξη, με απώτερο σκοπό την εξάντληση της Ρωσίας και τη διεξαγωγή ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων υπό ευνοϊκότερους όρους. Είναι μία λογική κίνηση και θα φανεί εάν επιτύχει ή όχι τον σκοπό της στις επόμενες εβδομάδες ή μήνες.

Προτεραιότητα στο Ντονμπάς

Από τα μέχρι τώρα δεδομένα (21 Αυγούστου 2024) φαίνεται ότι η ρωσική πλευρά, μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό, άρχισε να αντιδρά έστω και σπασμωδικά. Προσπαθεί και εν πολλοίς έχει καταφέρει να περιορίσει την εισχώρηση, να προστατεύσει τον πυρηνικό σταθμό, να απομακρύνει μεγάλο μέρος του άμαχου πληθυσμού, ενώ έχει ξεκινήσει και κάποιες ενέργειες για την εξάλειψη του θύλακα. Αυτό που δεν επιβεβαιώνεται είναι η προσδοκία του Κιέβου ότι θα μετακινούσε δυνάμεις από το Ντονμπάς. Φαίνεται ότι η Μόσχα επιλέγει τη συνέχιση των επιθετικών επιχειρήσεων στο Ντονμπάς, αφήνοντας την εξάλειψη της εισέχουσας σε δεύτερη μοίρα.

Εκτιμάται ότι η ρωσική ηγεσία αποφασίζει, συνυπολογίζοντας τον αντίκτυπο κάθε τρόπου ενεργείας στο εσωτερικό μέτωπο. Στην παρούσα φάση και με δεδομένη τη στράτευση των συστημικών δυτικών ΜΜΕ στο κυρίαρχο αφήγημα, κάθε ενέργεια της Ρωσίας θα παρουσιαστεί ως ένδειξη αδυναμίας. Οπότε το καθεστώς Πούτιν δεν θα ασχοληθεί με τον επηρεασμό της δυτικής κοινής γνώμης, στην οποία άλλωστε δεν έχει πρόσβαση.

Εάν θεωρηθεί ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεκίνησε το 2014 ως μία σύγκρουση χαμηλής έντασης, τότε η νέα κλιμάκωση δεν θα πρέπει να εκπλήσσει. Είναι σταθερό χαρακτηριστικό των μακροχρόνιων συγκρούσεων στις οποίες έχει επέλθει μία σχετική ισορροπία ισχύος, ασχέτως εάν φαινομενικά οι αντιμαχόμενοι παρουσιάζουν μεγάλη διαφορά δυναμικότητας. Ένα πολύ καλό παράδειγμα αποτελεί ο δεύτερος πόλεμος του Βιετνάμ (1965-1975).

Αναλογίες με το Βιετνάμ

Οι ΗΠΑ επενέβησαν στο Νότιο Βιετνάμ για να υποστηρίξουν την καταρρέουσσα κυβέρνηση και να καταστείλουν την εξέγερση των Βιετκόνγκ. Παράλληλα, με την Επιχείρηση Rolling Thunder προέβησαν σε εκτεταμένους αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον του Βορείου Βιετνάμ, με σκοπό να άρει την υποστήριξή του προς τους Βιετκόνγκ και να αποδεχθεί τα τετελεσμένα, δηλαδή τον μόνιμο διαχωρισμό των δύο κρατικών οντοτήτων, σε παράβαση των συμφωνηθέντων στη Γενεύη το 1954.

Φαινομενικά η διαφορά ισχύος των δύο πλευρών ήταν τεράστια, αλλά το Βόρειο Βιετνάμ διέθετε έναν “μπαλαντέρ”, τον οποίο αναγκάστηκαν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι ΗΠΑ. Αυτός ήταν η υποστήριξη και βοήθεια που λάμβανε η χώρα από την Κίνα και την Σοβιετική Ένωση. Οι εν λόγω απέστειλαν όχι μόνο κάθε είδους στρατιωτικό εξοπλισμό (άρματα μάχης, ΤΟΜΠ, ΤΟΜΑ, αντιαεροπορικούς πυραύλους και αεροσκάφη τελευταίας τεχνολογίας), αλλά και χειριστές των αντιαεροπορικών συστημάτων, εκπαιδευτές και συμβούλους.

Από την πλευρά τους, οι ΗΠΑ, θέλοντας να αποσείσουν την κατηγορία περί νεοαποικιοκρατίας και να προβάλλουν το αφήγημα ότι αποτελούσαν μέρος ενός ευρύτερου συνασπισμού που υποστήριζε την κυβέρνηση μιας ανεξάρτητης και κυρίαρχης χώρας, πίεσαν τους συμμάχους τους για την αποστολή προσωπικού, υλικού και μέσων, τόσο στρατιωτικής όσο και πολιτικής μορφής. Έτσι υπήρξε ανάπτυξη νοτιοκορεατικών, αυστραλιανών, νεοζηλανδικών, ταϊλανδέζικνν και φιλιππινέζικων δυνάμεων, ενώ χώρες όπως η Ισπανία, η Ταϊβάν και ο Καναδάς συμμετείχαν με μη στρατιωτικά τμήματα.

Αυτό που ξεκίνησε το 1965 ως μία περιορισμένη εμπλοκή που οι Αμερικανοί ιθύνοντες εκτιμούσαν ότι θα τελείωνε σχετικά γρήγορα, εξελίχθηκε με το πέρασμα του χρόνου σε έναν πλήρη πόλεμο, με κάθε πλευρά να ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της κλιμάκωσης. Η περιορισμένη αποστολή στελεχών και εφοδίων στο Νότο από το Βόρειο Βιετνάμ κατέληξε σταδιακά στην αποστολή τακτικών δυνάμεων με βαρύ οπλισμό και στο τέλος εισβολή συμβατικών δυνάμεων.

Η στροφή της κοινής γνώμης

Το “Μονοπάτι του Χο Τσι Μινχ”, ενώ αρχικά αποτελούνταν από ένα δίκτυο ατραπών περιορισμένης μεταφορικής ικανότητας, εξελίχθηκε με το πέρασμα του χρόνου σε ένα πολυπλόκαμο σύστημα οδικών αξόνων που στα τελευταία στάδια του πολέμου διέθετε μέχρι και αγωγούς μεταφοράς καυσίμων. Ομοίως ενώ αρχικά είχαν τεθεί αυστηροί περιορισμοί στους στόχους που επιτρέπονταν να πληγούν με αεροπορικούς βομβαρδισμούς τόσο στο Νότιο όσο και στο Βόρειο Βιετνάμ, προοδευτικά οι όποιες απαγορεύσεις αίρονταν και τα πλήγματα γίνονταν ολοένα και πιο αδιάκριτα, με αποκορύφωμα τις επιχειρήσεις Linebacker I & II.

Από την πλευρά του το Βόρειο Βιετνάμ ανέπτυξε με σοβιετική βοήθεια ένα από τα πυκνότερα και πιο αποτελεσματικά δίκτυα αντιαεροπορικής άμυνας στον κόσμο. Δείγμα της σφοδρότητας του αεροπορικού πολέμου σε Βόρειο και Νότιο Βιετνάμ, είναι ότι οι απώλειες σε αεροσκάφη και ελικόπτερα παντός τύπου από κάθε αιτία των ΗΠΑ και των συμμάχων τους ανήλθαν σε 1.616 και 7.627 αντίστοιχα, με τον συντριπτικό όγκο απωλειών να ανήκει στις πρώτες.

Τότε όπως και τώρα τα συστημικά δυτικά ΜΜΕ αρχικά παρουσίαζαν το αφήγημα μόνο της μιας πλευράς και απέκλειαν τελείως την αντίπαλη. Υπεραμύνονταν της αμερικανικής εμπλοκής και υποστήριζαν τις ενέργειες της κυβέρνησης Τζόνσον, ενώ παρουσίαζαν τους διαφωνούντες σαν δειλούς και “συνοδοιπόρους”. Η στάση τους άρχισε να αλλάζει όταν έγινε σαφές ότι η σύγκρουση κλιμακώνονταν και αυξάνονταν το ανθρώπινο, κοινωνικό και υλικό κόστος.

Οι ανταποκριτές από το πεδίο μετέδιδαν μία τελείως διαφορετική εικόνα από αυτή που εξέπεμπαν οι στρατιωτικοί και πολιτικοί αξιωματούχοι (το λεγόμενο credibility gap), ενώ η τηλεόραση βοήθησε να μπει η φρίκη του πολέμου σε κάθε αμερικανικό σπίτι. Οι διαδικασίες που οδήγησαν στην μεταστροφή της κοινής γνώμης ενάντια στον πόλεμο και στην απαίτηση για απεμπλοκή με κάθε τρόπο ξεφεύγουν από τον σκοπό του άρθρου, αλλά σημασία έχει ότι τα ΜΜΕ ακολούθησαν το λαϊκό αίσθημα, ενώ στο τέλος στράφηκαν και εναντίον της κυβέρνησης με την γνωστή υπόθεση των “Εγγράφων του Πενταγώνου”.

Και μετά τι;

Πλέον το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι “και μετά τι;”. Δηλαδή ακόμη και εάν οι ουκρανικές δυνάμεις καταφέρουν να εδραιωθούν εντός του θύλακα στο Κουρσκ και εκλεγεί μία φιλική ηγεσία στις ΗΠΑ, τότε ποια θα είναι τα επόμενα βήματα; Τι θα γίνει εάν η Ρωσία δεν διαπραγματευθεί και συνεχίσει τον πόλεμο; Τι θα ακολουθήσει εάν το καθεστώς Πούτιν, έχοντας και λαϊκή πίεση για παραδειγματική τιμωρία των εισβολέων, προβεί σε επέκταση της επιστράτευσης, παρουσιάζοντας την ουκρανική εισβολή ως μία αναβίωση του “Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου”;

Οι μέχρι τώρα επιχειρήσεις έχουν δείξει ότι και οι δύο αντίπαλοι είναι πρόθυμοι να καταβάλουν το απαραίτητο οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό, κοινωνικό και ανθρώπινο τίμημα για να πετύχουν τους αντικειμενικούς σκοπούς τους. Όμως μετά από 2 ½ χρόνια πολέμου, έχει η Ουκρανία τις αντοχές να ακολουθήσει την Ρωσία στην κλιμάκωση των ενεργειών, που πολύ πιθανόν αυτή θα εφαρμόσει, σύμφωνα με τη “Θεωρία Παιγνίων” του Τζον Νας; Αντέχουν οι δυτικές κοινωνίες να συνεχίσουν την παρεχόμενη υποστήριξη;

Τι αντίκτυπο θα έχουν δημοσιεύματα όπως αυτό της Wall Street Journal, σύμφωνα με το οποίο η ουκρανική ηγεσία εμπλέκεται άμεσα στην καταστροφή των αγωγών Nord Stream; Μήπως το παραπάνω, σε συνδυασμό με το διεθνές ένταλμα που εξέδωσε η Γερμανία για τη σύλληψη Ουκρανού δύτη ως υπόπτου για τη δολιοφθορά, προοικονομούν μία αλλαγή στάσης των δυτικών ηγεσιών απέναντι στην Ουκρανία; Και το κυριότερο: Μήπως τελικά η ουκρανική επίθεση έχει την κατάληξη μιας άλλης επίθεσης που έλαβε χώρα 2.100 χιλιόμετρα δυτικότερα πριν από 80 χρόνια; Αναφέρομαι στην γερμανική αντεπίθεση στις Αρδέννες, τον Δεκέμβριο 1944 και στα όσα ακολούθησαν.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx