Το Ισραήλ γνώριζε για την επίθεση της Χαμάς – Έκθετος ο Νετανιάχου
25/11/2023Σύμφωνα με το δημοσίευμα των Financial Times η εκτίμηση της ισραηλινής κυβέρνησης ήταν πως η Χαμάς δεν θα προχωρούσε σε επίθεση τέτοιας έκτασης, γιατί ακριβώς δεν είχε λόγο να προκαλέσει τα πολεμικά αντίποινα του Ισραήλ!
Σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα των Financial Times ανώτερος αξιωματικός των ισραηλινών στρατιωτικών πληροφοριών απέρριψε ως «φανταστικό σενάριο» μία λεπτομερή προειδοποίηση που προέβλεπε την αιματηρή επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου. Συγκεκριμένα, στρατιώτες στα σύνορα του Ισραήλ με τη Γάζα, που παρακολουθούν τα ηλεκτρονικά δεδομένα κοντά στον φράχτη που περιβάλλει τον παλαιστινιακό θύλακα, είχαν αποστείλει μια λεπτομερή αναφορά μερικές εβδομάδες πριν από την επίθεση στον προαναφερόμενο υψηλόβαθμο αξιωματικό των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος την απέρριψε. Όπως θα δούμε η στάση του οφείλεται και στην αβελτηρία της ίδιας της ισραηλινής κυβέρνησης και βεβαίως του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, που μάλιστα είχε ως κύριο αφήγημα του την “ασφάλεια του Ισραήλ”.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η αναφορά στάλθηκε μέσω ενός ασφαλούς συστήματος επικοινωνίας και περιείχε συγκεκριμένες προειδοποιήσεις ότι η Χαμάς εκπαιδευόταν για να ανατινάξει συνοριακούς σταθμούς, να εισέλθει σε ισραηλινό έδαφος και να πραγματοποιήσει επιθέσεις στα κιμπούτζ, δηλαδή ότι ακριβώς συνέβη και είδε όλος ο πλανήτης, μιας και η Χαμάς φρόντισε να κινηματογραφήσει την αιματηρή επίθεση της, τα βίντεο από την οποία διαδόθηκαν με καταιγιστικό ρυθμό στα αραβικά social και μέσα ενημέρωσης.
Μάλιστα, από την συλλογή συγκεκριμένων βίντεο, οι Ισραηλινοί στρατιώτες είχαν εκτιμήσει ότι η Χαμάς έκανε ακόμα και πρόβες για την σύλληψη ομήρων, παρουσία υψηλόβαθμου στρατιωτικού διοικητή της. Αντί, λοιπόν, να σημάνει συναγερμός στο Ισραήλ, η αναφορά τους απορρίφθηκε, καθώς οι προτεραιότητες του Νετανιάχου ήταν η δικαστική μεταρρύθμιση (που είχε ξεσηκώσει σάλο στο Ισραήλ, με την κοινή γνώμη να τον επικρίνει πως επιδιώκει τον έλεγχο της δικαιοσύνης για να διασωθεί από την δικαστική διερεύνηση σκανδάλων που φέρεται να εμπλέκεται) οι εποικισμοί στην Δυτική Όχθη (όπου δεν υπάρχει η Χαμάς) και βεβαίως οι προκλήσεις στο τέμενος Αλ Ακσά στην Ιερουσαλήμ, έναν εκ των ιερών τόπων του Ισλάμ, υπεύθυνος για την ασφάλεια του οποίου είναι η Ιορδανία, μία εκ των αραβικών χωρών που έχει αναγνωρίσει το Ισραήλ.
Σε ό,τι αφορά το καθεστώς που επικρατεί στην Δυτική Όχθη είναι ένα καθεστώς «τρομοκρατίας» από «εξτρεμιστές» εποίκους και αυτοί οι χαρακτηρισμοί δεν ανήκουν στον Ερντογάν ή το Ιράν, αλλά στον Αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν και τον Γάλλο ομόλογο του Μακρόν. Οι ακροδεξιοί σύμμαχοι του Νετανιάχου, ορισμένοι εκ των οποίων χαρακτηρίζονταν “τρομοκράτες” παλαιότερα από το ίδιο Ισραήλ (συγκεκριμένα το κόμμα του δολοφονηθέντος εξτρεμιστή ραβίνου Μέιρ Καχάνε που μετέχει στον συνασπισμό) με τον φανατισμό τους να εποικίσουν την Δυτική Όχθη και προκαλώντας στο τέμενος Αλ Ακσά, εξοργίζοντας του μουσουλμάνους ακόμα και των αραβικών χωρών που έχουν υπογράψει (ή ήταν έτοιμες να υπογράψουν) ειρήνη με το Ισραήλ, υποτίμησαν την κυριότερη απειλή για την ασφάλεια της χώρας τους: Την ισλαμική Χαμάς!
Οι Financial Times ζήτησαν από εκπρόσωπο των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων να σχολιάσει το δημοσίευμα και η απάντηση ήταν: «Οι διοικητές και οι στρατιώτες τους είναι επικεντρωμένοι αυστηρά στην αποστολή τους να νικήσουν τη Χαμάς… Μετά τον πόλεμο, θα διεξαχθεί ενδελεχής έρευνα για να διευκρινιστούν όλες οι λεπτομέρειες».
Αποκαλυπτικό δημοσίευμα για τις ευθύνες Νετανιάχου
Σύμφωνα με Ισραηλινούς αξιωματούχους των υπηρεσιών πληροφοριών που επικαλούνται οι Financial Times, πρέπει να ληφθούν πειθαρχικά μέτρα στις υπηρεσίες ασφαλείας του Ισραήλ για την αγνόηση των σχετικών αναφορών. Εκτιμούν ότι οι προειδοποιήσεις απορρίφθηκαν, όχι μόνο επειδή προέρχονταν από κατώτερους στρατιώτες, αλλά και επειδή οι μυστικές υπηρεσίες είχαν τις διαβεβαιώσεις της ισραηλινής κυβέρνησης πως είχε περιορίσει την Χαμάς μέσω μιας ιδιότυπης τακτικής “καρότου και μαστιγίου”: Βομβαρδίζοντας από την μία στρατιωτικές υποδομές της και από την άλλη επιτρέποντας την ροή οικονομικής βοήθειας προς την οργάνωση, κυρίως μέσω της Τουρκίας και του εμιράτου του Κατάρ, που σήμερα μεσολαβεί για την απελευθέρωση των ομήρων.
Περιττεύει να πούμε πως αποδείχθηκε κενό γράμμα ο ισχυρισμός της απερχόμενης και την νυν ισραηλινής κυβέρνησης πως οι επαφές με την Τουρκία είναι “απαραίτητες για να ελέγχονται οι κινήσεις της Χαμάς”! Βεβαίως οι επαφές με την Τουρκία είχαν ξεκινήσει από την απερχόμενη κυβέρνηση Λαπίντ-Μπένετ και συνεχίστηκαν υπό τον Νετανιάχου.
Κατά το δημοσίευμα η εκτίμηση της ισραηλινής κυβέρνησης ήταν πως η Χαμάς δεν θα προχωρούσε σε επίθεση τέτοιας έκτασης, γιατί δεν είχε κανένα λόγο να προκαλέσει τα πολεμικά αντίποινα του Ισραήλ! Τελικά έγινε ακριβώς ότι προειδοποιούσαν οι σχετικές αναφορές: Την επίθεση της Χαμάς διαδέχτηκε η εισβολή μαχητών της σε ισραηλινό έδαφος, οι αδιάκριτες επιθέσεις κατά αμάχων σε κιμπούτζ και οι απαγωγές δεκάδων ομήρων. Ταυτόχρονα η ισλαμική οργάνωση προχώρησε σε μαζικές εκτοξεύσεις ρουκετών προκειμένου να αποπροσανατολίσει τις ισραηλινές αρχές. Τις πρώτες ώρες της επίθεσης, επικρατούσε μία εικόνα χάους και αποσυντονισμού στο Ισραήλ, που φημίζεται για την αποτελεσματικότητα των ενόπλων δυνάμεων του και των μυστικών υπηρεσιών του.
Να σημειωθεί πως λίγο μετά την επίθεση της Χαμάς μία σειρά από διεθνή δημοσιεύματα είχαν αναφέρει πως το Ισραήλ είχε αγνοήσει και σχετικές προειδοποιήσεις της Αιγύπτου για την επικείμενη επίθεση, κάτι που επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων των ΗΠΑ. Από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση Νετανιάχου κατηγόρησε το Ιράν πως συνέβαλε στον σχεδιασμό της, κάτι που απέρριψαν ακόμα και οι Αμερικανοί.
Την ίδια στιγμή οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν πλήρη ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών στο Ισραήλ και την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού του πρωθυπουργού Νετανιάχου, που έχει δηλώσει διατεθειμένος να “λογοδοτήσει” για την επίθεση της Χαμάς, αφού πρώτα ολοκληρωθούν οι επιχειρήσεις στην Γάζα. Ο ίδιος έχει δείξει στο παρελθόν πως είναι “επτάψυχος”, αν και πλέον είναι διάχυτη η αίσθηση πως πολιτικά έχει πλέον “τελειώσει” και πλέον μοιάζει ως “βαρίδι” για την επόμενη μέρα μετά τον πόλεμο, όπου ήδη καταγράφεται σοβαρή διάσταση απόψεων με την θέση της αμερικανικής κυβέρνησης.