Το Ισραήλ, το Ιράν και η μη ίδρυση παλαιστινιακού κράτους
16/06/2025
Στην καρδιά της παλαιστινιακο-ισραηλινής σύγκρουσης, όπου το διεθνές δίκαιο διαπλέκεται με την πολιτική, αναδύεται μια παράδοξη αλήθεια: Ούτε το Ισραήλ, ούτε οι παλαιστινιακές ηγεσίες επιθυμούν, στην πράξη, τη δημιουργία ενός βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους. Αυτή η στάση, φαινομενικά αντιφατική, δεν πηγάζει από έλλειψη βούλησης, αλλά από μια βαθύτερη, σχεδόν υπαρξιακή δέσμευση στη διατήρηση ενός status quo που εξυπηρετεί τα συμφέροντα και των δύο πλευρών.
Το Ισραήλ, μέσω της εδαφικής επέκτασης και του ελέγχου, διασφαλίζει την κυριαρχία του, ενώ οι παλαιστινιακές ηγεσίες, από την PLO έως τη Χαμάς, αντλούν νομιμοποίηση και ισχύ από την αέναη αντίσταση, χωρίς το βάρος της διακυβέρνησης ενός κράτους. Η απουσία κράτους δεν είναι, επομένως, ατύχημα, αλλά οργανικό προϊόν μιας σιωπηρής συμφωνίας, όπου η σύγκρουση καθίσταται αυτοσκοπός. Εν προκειμένω, η φιλοσοφία της εξουσίας αποκαλύπτει την ειρωνεία της: Η ελευθερία και η κυριαρχία, που διακηρύσσονται ως στόχοι, υπονομεύονται από αυτούς που τις υπερασπίζονται.
Αυτή η σιωπηρή συμφωνία, όπου η σύγκρουση καθίσταται αυτοσκοπός, δεν είναι απλώς θεωρητική υπόθεση, αλλά αντικατοπτρίζεται στις ιστορικές επιλογές και στρατηγικές των δύο πλευρών. Από την ίδρυση της PLO έως την επικράτηση της Χαμάς, η απουσία ενός παλαιστινιακού κράτους εξυπηρετεί τόσο την ισραηλινή επεκτατικότητα όσο και την υπαρξιακή υπόσταση της παλαιστινιακής ηγεσίας.
Το λιθαράκι της PLO
Η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO – Palestine Liberation Organization), ιδρυμένη το 1964 υπό τον Γιάσερ Αραφάτ, υπήρξε ο κύριος εκπρόσωπος του παλαιστινιακού αγώνα πριν την Πρώτη Ιντιφάντα (1987-1993). Η PLO, με έμφαση στην ένοπλη αντίσταση και τη διπλωματία, επιδίωκε την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, αρχικά απορρίπτοντας την ύπαρξη του Ισραήλ. Μέχρι το 1987, όμως, η καταπίεση στα κατεχόμενα εδάφη – υψηλή ανεργία, περιορισμοί και βία από τον ισραηλινό στρατό – πυροδότησε την Πρώτη Ιντιφάντα, μια αυθόρμητη λαϊκή εξέγερση.
Αν και η PLO δεν ξεκίνησε την Ιντιφάντα, γρήγορα ανέλαβε συντονιστικό ρόλο, κατευθύνοντας διαδηλώσεις και απεργίες. Η εξέγερση, με πέτρες και μολότοφ ως κύρια όπλα, ανέδειξε τη μαζική δυσαρέσκεια των Παλαιστινίων, αναγκάζοντας την PLO να στραφεί σταδιακά προς διπλωματικές λύσεις, όπως η αναγνώριση του Ισραήλ το 1988 και οι Συμφωνίες του Όσλο το 1993.
Το σχέδιο Κλίντον και η ίδρυση της Χαμάς
Το Δεκέμβριο του 2000, ο Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον παρουσίασε τις «Παραμέτρους Κλίντον», μια φιλόδοξη πρόταση για την επίλυση του Παλαιστινιακού στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του Καμπ Ντέιβιντ ΙΙ. Το σχέδιο προέβλεπε τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους στο 94-96% της Δυτικής Όχθης και στη Λωρίδα της Γάζας, με ανταλλαγές εδαφών για να αντισταθμιστούν οι ισραηλινοί οικισμοί, την Ιερουσαλήμ ως διαιρεμένη πρωτεύουσα και μια συμβιβαστική λύση για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες, χωρίς πλήρες δικαίωμα επιστροφής στο Ισραήλ. Η πρόταση απορρίφθηκε και από τις δύο πλευρές.
Το Ισραήλ, υπό τον Εχούντ Μπαράκ, θεώρησε τις παραχωρήσεις υπερβολικές, ιδίως για την Ιερουσαλήμ, ενώ η παλαιστινιακή ηγεσία, υπό τον Γιάσερ Αραφάτ, την απέρριψε λόγω ανεπαρκούς κάλυψης του ζητήματος των προσφύγων και της κυριαρχίας στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Η έλλειψη εμπιστοσύνης, η πίεση από σκληροπυρηνικές φατρίες και στις δύο πλευρές, καθώς και ο περιορισμένος χρόνος πριν τη λήξη της θητείας Κλίντον, οδήγησαν στην κατάρρευση των διαπραγματεύσεων, πυροδοτώντας τη Δεύτερη Ιντιφάντα.
Η Δεύτερη Ιντιφάντα (2000-2005), πιο βίαιη, περιλάμβανε ένοπλες επιθέσεις και βομβιστικές ενέργειες, πυροδοτημένη από την αποτυχία των διαπραγματεύσεων του Καμπ Ντέιβιντ και την επίσκεψη του Αριέλ Σαρόν στο Όρος του Ναού. Οι Ιντιφάντες εκφράζουν την παλαιστινιακή οργή, αλλά έχουν προκαλέσει μεγάλες απώλειες και από τις δύο πλευρές, εντείνοντας το αδιέξοδο.
Η Χαμάς ιδρύθηκε το 1987, κατά την Πρώτη Ιντιφάντα, ως ισλαμιστικό κίνημα αντίστασης. Αρχικά, χρηματοδοτήθηκε από αραβικά κράτη και, έμμεσα, από δυτικές δυνάμεις που την είδαν ως αντίβαρο στην ΟΑΠ. Υπήρξαν ισχυρισμοί για έμμεση στήριξη από τις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1980, αν και η άμεση χρηματοδότηση από «δημοκρατικούς» δεν είναι τεκμηριωμένη. Το 2007, η Χαμάς κατέλαβε τη Γάζα, εκδιώκοντας την Παλαιστινιακή Αρχή. Χρησιμοποιεί τους Παλαιστίνιους ως επικοινωνιακό όπλο, με τακτικές όπως η εκτόξευση ρουκετών από κατοικημένες περιοχές. Αντλεί κεφάλαια κυρίως από το Ιράν, διατηρώντας την εξουσία ενώ συχνά καταχράται ανθρωπιστικές βοήθειες.
Ο ρόλος του Ιράν
Το Ιράν αποτελεί τον κύριο χρηματοδότη και υποστηρικτή της Χαμάς, παρέχοντας εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, όπλα, εκπαίδευση και τεχνογνωσία από τη δεκαετία του 1990. Η σχέση τους ενισχύθηκε μετά την απομάκρυνση της PLO από την ένοπλη αντίσταση και την ανάληψη της εξουσίας στη Γάζα από τη Χαμάς το 2007. Το Ιράν, μέσω της Δύναμης Κουντς των Φρουρών της Επανάστασης, προμηθεύει τη Χαμάς με πυραύλους, όπως οι Fajr-5, και βοηθά στην κατασκευή υπόγειων σηράγγων.
Παρά τις ιδεολογικές διαφορές – το Ιράν είναι Σιιτικό, η Χαμάς Σουνιτική – η κοινή εχθρότητα προς το Ισραήλ και η στρατηγική του Ιράν να ενισχύσει τον «Άξονα της Αντίστασης» διατηρούν τη συμμαχία. Το 2020, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ εκτίμησε ότι το Ιράν παρείχε πάνω από 100 εκατομμύρια δολάρια ετησίως σε Χαμάς και Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ, ενισχύοντας τις στρατιωτικές τους ικανότητες και την επιρροή του Ιράν στη Μέση Ανατολή.
Ο γρίφος
Το παλαιστινιακο-ισραηλινό δράμα, παγιδευμένο σε έναν κύκλο βίας και διπλωματικής αποτυχίας, παραμένει ένα αίνιγμα χωρίς ορατή λύση. Εάν η ιστορία διδάσκει κάτι, είναι ότι η ανθρωπότητα συχνά προτιμά τη διαιώνιση του πόνου από την αβεβαιότητα της ειρήνης. Το εάν και πότε το ζήτημα θα επιλυθεί παραμένει άγνωστο, όχι λόγω έλλειψης προτάσεων, αλλά επειδή η ίδια η σύγκρουση έχει καταστεί οντολογική συνθήκη για τις εμπλεκόμενες πλευρές
Δυστυχώς, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η ειρήνη απαιτεί θυσίες που ούτε το Ισραήλ, ούτε οι παλαιστινιακές ηγεσίες είναι διατεθειμένες να προσφέρουν. Έτσι, η Μέση Ανατολή παραμένει ένα θέατρο παραλόγου, όπου οι πρωταγωνιστές παίζουν ακατάπαυστα, χωρίς να επιθυμούν το φινάλε. Η φιλοσοφία της απελπισίας, εδώ, συναντά την πολιτική της αδράνειας, αφήνοντας την ανθρωπότητα να παρακολουθεί, αμήχανη, ένα έργο χωρίς κάθαρση.