Το κόμμα που καταβροχθίζει τους ηγέτες του
10/03/2021«Ντρέπομαι για το Δημοκρατικό Κόμμα, του οποίου είμαι γραμματέας, όταν εδώ και 20 ημέρες η εσωτερική συζήτηση δεν αφορά παρά μόνον πολυθρόνες, αξιώματα υποψηφιότητες τη στιγμή που η Ιταλία είναι στο έλεος του τρίτου κύματος επιδημίας». Με αυτά τα λόγια στις αρχές Μαρτίου ο Νικόλα Τζινγκαρέτι υπέβαλε την παραίτησή του από γραμματέας του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας.
Ο παραιτηθείς ηγέτης είχε εκλεγεί με προκριματικές εκλογές το 2019, μετά την οδυνηρή ήττα του κόμματος του (18,7%, το χαμηλότερο ποσοστό) στις εκλογές του προηγούμενου έτους και την επακόλουθη αποχώρηση του Ματέο Ρέντσι. Με την τωρινή παραίτηση του ο Τζινγκαρέτι επιβεβαίωσε τον κανόνα που θέλει το Δημοκρατικό Κόμμα, ως αντεστραμμένη εκδοχή του Κρόνου, να καταβροχθίζει τους ηγέτες του. Η αλήθεια είναι πως από τότε που γεννήθηκε, το 2007, μέχρι σήμερα, το Δημοκρατικό Κόμμα είχε επτά γραμματείς. Όλοι τους αναγκάστηκαν να παραιτηθούν πριν από τη λήξη της θητείας τους και οι περισσότεροι εγκατέλειψαν το κόμμα ή και την πολιτική.
Ο συνιδρυτής του κόμματος Βάλτερ Βελτρόνι, επί παραδείγματι, ασχολείται πλέον με τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο και αρθρογραφεί στην Corriere della Sera. Ο Πιέρ Λουίτζι Μπερσάνι και άλλα στελέχη της αριστεράς πτέρυγας αποχώρησαν όταν εξελέγη ο Ρέντσι και δημιούργησαν δικό τους κόμμα, το οποίο συμμετέχει με άλλες αριστερές οργανώσεις στην κοινοβουλευτική ομάδα Ελεύθεροι και Ίσοι. Διάσπαση προκάλεσε και ο Ματέο Ρέντσι που ίδρυσε το μικροσκοπικό κόμμα Ζωντανή Ιταλία. Στην περίπτωση του Τζινγκαρέτι, η παραίτηση συνδέεται άμεσα με το γεγονός ότι πριν από το καλοκαίρι θα διεξαχθούν σημαντικές δημοτικές εκλογές σε μεγάλες πόλεις, περιλαμβανομένης και της Ρώμης, και οι προσωπικές φιλοδοξίες για αξιώματα και πολυθρόνες μονοπώλησαν την εσωκομματική συζήτηση.
Ένα φαινόμενο που αποτελεί κανόνα στην πολιτική και δεν θα προκαλούσε τέτοια αντίδραση από τον γραμματέα εάν το κόμμα δεν ήταν ήδη σε μια κατάσταση απόλυτης σύγχυσης μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Κόντε και την υποστήριξη που το Δημοκρατικό Κόμμα προσέφερε στον νέο πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι. Η αλήθεια όμως είναι πως η αιφνιδιαστική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού με το σχηματισμό της κυβέρνησης Ντράγκι δεν αναστάτωσε μόνον το Δημοκρατικό Κόμμα, αλλά και το Κίνημα 5 Αστέρων, που διασπάστηκε και επίσης αναζητά τώρα νέα ταυτότητα και νέα οργανωτική μορφή.
Ο φόβος για τον Ιταλό “Σημίτη”
Ο Τζινγκαρέτι πείστηκε πως ακριβώς το ίδιο πρέπει να συμβεί και στην περίπτωση του Δημοκρατικού Κόμματος: η νέα κυβέρνηση έθεσε επί τάπητος σοβαρά προβλήματα όχι μόνον τακτικής αλλά γενικότερου πολιτικού προσανατολισμού, με πιεστικά ερωτηματικά αναφορικά με την γενικότερη φύση, στάση και ταυτότητα του κεντροαριστερού κόμματος. Το πρώτο και άμεσο θέμα που έθεσε η δεξιά πτέρυγα του κόμματος, δηλαδή οι υποστηρικτές του Ρέντσι, είναι πως, από τη στιγμή που επιλέχτηκε να στηριχθεί η κυβέρνηση του Ντράγκι, δεν υπάρχει πλέον λόγος να παραμένει ο Ρέντσι εκτός κόμματος. Το θέμα όμως της επιστροφής του Ρέντσι, που είναι πλέον δεδηλωμένος νεοφιλελεύθερος και προσφέρεται να υπηρετήσει οποιονδήποτε ισχυρό (πρόσφατα έθεσε εαυτόν στην υπηρεσία της Σαουδικής Αραβίας) δεν είναι καθόλου απλό.
Ο κίνδυνος που επισείουν τα εσωκομματικά ρεύματα είναι ο λαλίστατος και αποσταθεροποιητικός πρώην πρωθυπουργός να προσπαθήσει να επαναλάβει το εγχείρημα του όταν κυβερνούσε: να χρησιμοποιήσει την στήριξη που του προσφέρει το χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να οδηγήσει ανεξέλεγκτα τους Δημοκρατικούς προς μια συντηρητική κατεύθυνση και ουσιαστικά να ακυρώσει και να αλλοιώσει την πολιτική ταυτότητα ενός κόμματος που μοιραία θα οδηγηθεί στο περιθώριο της πολιτικής. Με όρους ελληνικής πολιτικής, ο φόβος είναι ο Ρεντσι να λειτουργήσει σαν τον Κώστα Σημίτη, που μετέτρεψε το Πασόκ σε νεοφιλελεύθερο κόμμα πριν το οδηγήσει στο περιθώριο.
Όταν ιδρύθηκε το Δημοκρατικό Κόμμα φιλοδοξούσε να συνενώσει ό,τι είχε απομείνει από την πρώην κομμουνιστική αριστερά (οι σοσιαλιστές είχαν από καιρό επιλέξει τον Μπερλουσκόνι) με την αριστερή πτέρυγα του καθολικού κόμματος. Ο προσανατολισμός του νέου πολιτικού σχηματισμού, που εντάχτηκε στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, έπρεπε να είναι όχι μόνο “δημοκρατικός” αλλά και “προοδευτικός”. Το “δημοκρατικός” είναι τόσο ευρύ και γενικόλογο που κανείς δεν τόλμησε να το αμφισβητήσει. Μετά από μια δεκαπενταετία όμως το “προοδευτικός” είναι πλέον συζητήσιμο. Τόσο που, με τρόπο κομψό και έμμεσο, η πρώην καθολική συνιστώσα κατάφερε να αποτελεί πλέον ως στοιχείο δικής της κυρίως διεκδίκησης και πολιτικής “ταυτότητας”.
Με άλλα λόγια, οι χριστιανοδημοκράτες αποδείχτηκαν κατά κανόνα πιο αγωνιστικοί, πιο προοδευτικοί και πιο αριστεροί από τους πρώην κομμουνιστές. Η γενικότερη εντύπωση είναι πως σε όλα αυτά τα χρόνια το Δημοκρατικό Κόμμα το μόνο που κατάφερε ήταν να παραπαίει, αναζητώντας απεγνωσμένα κάποιο λόγο ύπαρξης που να μην είναι εκείνος που ορίζει ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι, κάποτε ο Μπερλουσκόνι, τώρα ο Σαλβίνι και γενικότερα εκείνη η ιταλική δεξιά που πάντα ερωτοτροπούσε με τον φασισμό, είναι πολύ χειρότεροι.
Ανυπόφορη η ατμόσφαιρα – Απολογισμός Τζινγκαρέτι
Όπως αποκάλυψε με αυτοκριτικό πνεύμα ο Τζινγκαρέτι, το πρόβλημα πήρε πλέον δραματικές διαστάσεις, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων είναι άνθρωποι κάποιας ηλικίας, που γνώρισαν τη στράτευση σε κόμματα έντονα ιδεολογικοποιημένα, όπως ήταν και το Κομμουνιστικό Κόμμα και η Χριστιανοδημοκρατία. Όσο για τους νεότερους, που σύρθηκαν στην πολιτική αρένα obtorto collo, δεν μπόρεσαν να καλύψουν το πολιτικό κενό, καθώς ποτέ δεν έδωσαν εμφανή δείγματα ότι διαθέτουν κάποια στρατηγική αντίληψη. Αν κρίνουμε μάλιστα από την περίπτωση του “νεαρού” Ρέντσι, η ανάδειξη τους προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση.
Με αυτόν τον τρόπο, η ατμόσφαιρα μέσα στα κεντρικά γραφεία του κόμματος, στη μικρή Via del Nazareno, στο κέντρο της Ρώμης, εδώ και πολλά χρόνια είχε γίνει ανυπόφορη. Ο ίδιος ο Τζινγκαρέτι δεν είχε προλάβει να χωνέψει την υποστήριξη στον Ντράγκι και αμέσως άρχισαν ξανά τα συντροφικά μαχαιρώματα, αυτή τη φορά διότι δεν είχε φροντίσει να επιλέξει μια γυναίκα ως αναπληρωτή γραμματέα. Τελικά διόρισε την 37χρονη Βαλεντίνα Κούπι, ικανότατη δήμαρχο της ηρωικής πόλης Μαρτζαμπότο, που αποδεκατίστηκε από τους ναζί. Εντούτοις βρέθηκαν άλλες χίλιες δυο προφάσεις ώστε να συνεχιστεί ο βομβαρδισμός εναντίον του.
Τελικά όμως, όσο κι αν γκρινιάζει η κομματική νομενκλατούρα, ο απολογισμός της ηγεσίας Τζινγκαρέτι δεν είναι αρνητικός. Το καλοκαίρι του 2019, όταν ο Σαλβίνι αποφάσισε απερίσκεπτα να προκαλέσει κυβερνητική κρίση, ο γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος είχε την ευτυχή ιδέα να προχωρήσει με αποφασιστικά βήματα σε συνεργασία με το χαώδες Κίνημα 5 Αστέρων, σχηματίζοντας μαζί του τη δεύτερη κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε. Αυτό το κυβερνητικό πείραμα θεωρείται εξαιρετική επιτυχία, καθώς ο Κόντε αντιμετώπισε την πανδημία και την παράλληλη οικονομική κρίση με πολιτικό θάρρος και ευφυΐα, στοιχεία που συμβολικά επιβραβεύτηκαν με το ρεκόρ των 209 δισεκατομμυρίων που εξασφάλισε η Ιταλία από το ευρωπαϊκό Ταμείο Αποκατάστασης (η Ελλάδα θα λάβει 32 δισ.).
Τα λόγια της “Σαρδέλας”
Παράλληλα, το κυβερνητικό αυτό πείραμα και η απότομη αντικατάσταση του από την κυβέρνηση του πρώην κεντρικού κυβερνήτη, οδήγησαν και το Κίνημα του Μπέπε Γκρίλο να ξεχάσει όσα έλεγε προ ετών, ότι δεν είναι «ούτε αριστερό ούτε δεξιό» και να τοποθετηθεί αποφασιστικά υπέρ μιας «στρατηγικής συμμαχίας» με την κεντροαριστερά κι την αριστερά.
Δεν είναι τυχαίο πως την επομένη της παραίτησης του Τζινγκαρέτι ο Μπέπε Γκρίλο τάχτηκε αμέσως με το μέρος του, εκφράζοντας την ανησυχία του μην τυχόν ακυρωθεί η “στρατηγικής σημασίας” συνεργασία του Δημοκρατικού Κόμματος με τους Πέντε Αστέρες. Μόλις δύο ημέρες αργότερα εισέβαλαν συμβολικά στα κεντρικά γραφεία του κόμματος, με υπνόσακους στα χέρια, τρεις νεαροί που αποτελούν την πρωτοπορία του κινήματος “Σαρδέλες”. Ένα νεανικό κίνημα που πριν τρία χρόνια ξεκίνησε αυθόρμητα μέσω Facebook στην Μπολόνια και που τώρα θέλησε να εκφράσει την υποστήριξη του στον Τζινγκαρέτι.
Μετά τη συνάντηση σε πολύ φιλικό κλίμα με την Βαλεντίνα Κούπι, η “σαρδέλα” Ζασμίν Κριστάλο έκανε την εξής δήλωση: «Ήρθαμε εδώ διότι ο Τζινγκαρέτι δεν σήκωσε απλώς τα χέρια ψηλά, αλλά έκανε μια χειρονομία με μεγάλη πολιτική σημασία, λέγοντας πως ντρέπεται για το κόμμα του. Εξελέγη γραμματέας χάρη στην ψήφο ενός εκατομμυρίου πολιτών, πολλοί από τους οποίους δεν ήταν ψηφοφόροι του Δημοκρατικού Κόμματος, αλλά επέλεξαν εκείνον ως ηγέτη του. Τότε κι εγώ, που είμαι αριστερή αλλά ποτέ δεν ψήφισα Δημοκρατικό Κόμμα, κατανόησα πως η παραίτηση του μας αφορά.
Διότι ας αφορά η δημιουργία ενός πλουραλιστικού προοδευτικού μετώπου, μαζί με το Κίνημα 5 Αστέρων και τους Ελεύθερους και Ίσους. Το Δημοκρατικό δεν είναι απλώς ένα κόμμα, είναι ένα αρχιπέλαγος. Εκεί κάποιοι ακολουθούν την πορεία του Ρέντσι και κλείνουν το μάτι στις τράπεζες. Δεν μπορούμε να παραμείνουμε αδρανείς και να αφήσουν τα εσωκομματικά ρεύματα να σπαράξουν τις σάρκες του κόμματος». Απλά και κατανοητά, η νεαρή εξέφρασε, νομίζω, τις αγωνίες και τα συναισθήματα μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων και της βάσης του κόμματος.
Ο Τζινγκαρέτι χαιρέτησε τους υποστηρικτές του και διαβεβαίωσε πως, ενώ η παραίτηση του είναι αμετάκλητη, ο ίδιος προτίθεται να δώσει σκληρή μάχη μέσα στο κόμμα του, προκειμένου να το επαναφέρει στη “σωστή κατεύθυνση” που ακολουθήθηκε με την κυβέρνηση Κόντε. Το συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος αναμένεται να πραγματοποιηθεί στα τέλη του 2021, αν το επιτρέψει η πανδημία. Μέχρι τότε αναζητείται κάποιος προσωρινός ηγέτης. Κυκλοφορεί το όνομα του πρώην πρωθυπουργού Ενρίκο Λέτα, της καθολικής συνιστώσας, ο οποίος πάντα υποστήριξε τις κινήσεις του Τζινγκαρέτι. Ο ίδιος όμως δήλωσε πως προτιμά να συνεχίσει να διδάσκει σε γαλλικό πανεπιστήμιο.