Το μισό βήμα του Τραμπ προς την Ρωσία φέρνει μόνο κόστος για τις ΗΠΑ
11/09/2025
Σε προηγούμενο σημείωμα υποστηρίζαμε ότι «ο μεγάλος περιορισμός της Μόσχας είναι ότι το ουκρανικό έχει αντικειμενικά το χαρακτήρα δοκιμαστηρίου για τις ευρύτερες προθέσεις Τραμπ, και αναγκαστικά ισχύει το “εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν”» (SLpress 13/03/2025).
«Προς απογοήτευση Τραμπ, η Ρωσία επιμένει να ενισχύει τη στρατηγική της συνεργασία με την Κίνα και την προώθηση των BRICS γιατί απλώς δεν έχει άλλη επιλογή. Η απόφαση απεμπλοκής των ΗΠΑ από τον πόλεμο στην Ουκρανία κολλάει στο ότι με τους όρους που την επιθυμεί ο Τραμπ δεν αρκεί να ωθήσει τη Ρωσία να απομακρυνθεί από την Κίνα, εφόσον αυτός ήταν ο απώτερος στόχος του. Αν δεν απεμπλακεί και επιμείνει έστω και κατά το ήμισυ στο δρόμο Μπάιντεν, απομακρύνεται ο στρατηγικός στόχος ανάσχεσης της Κίνας, ενώ απειλείται να χρεωθεί ο ίδιος μια ήττα στην Ουκρανία» (SLpress 13/07/2025).
Η συμφωνία Κίνας-Ρωσίας για το Σιβηρικό Αγωγό 2 είναι ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση που ο Τραμπ μπορούσε και επεδίωκε να αποφύγει, αλλά και η Ρωσία θα προτιμούσε να είχαν εξελιχθεί αλλιώς τα πράγματα. Ο Τραμπ για να περιορίσει τη σχέση Κίνας-Ρωσίας και να μην ενισχυθεί η Κίνα, η Ρωσία για να μην γίνεται όλο και περισσότερο ο αδύναμος εταίρος της Κίνας. Μια περισσότερο διαφοροποιημένη αγορά για τη ρωσική ενέργεια, με υψηλότερες τιμές θα ήταν σε όφελός της.
Οι ΗΠΑ επιμένουν σε μια “μισή πολιτική”
Η μισή διαδρομή που έχει περπατήσει ο Τραμπ στο Oυκρανικό δεν έχει βελτιώσει τη θέση της Ουκρανίας, έχει όμως βελτιώσει τη θέση της Μόσχας. Να συνεχίσει το δρόμο του Μπάϊντεν δεν μπορούσε, γιατί αυτός ο δρόμος είχε ήδη ηττηθεί, αλλά προχωρώντας μέχρι τη μέση δεν αφήνει στη Ρωσία άλλο περιθώριο από την παραπέρα προσέγγιση της Κίνας. Χθες ήταν ο Σιβηρικός 2, μεθαύριο θα ακολουθήσει η συνεργασία στον Αρκτικό, αν οι ΗΠΑ επιμείνουν στη λογική της “μισής πολιτικής”. Ακόμη χειρότερα ίσως ακολουθήσει περισσότερη στρατιωτική συνεργασία. Τι θα έχει απομείνει να αποτρέψουν ή διαπραγματευτούν οι ΗΠΑ με τη Ρωσία;
Η Ρωσία δεν θα κάνει πίσω στην Ουκρανία μέχρι να πετύχει αυτό που θέλει, και ο Τραμπ πασχίζοντας να απεμπλακεί από την Ουκρανία και πολύ περισσότερο να τα βρει με τη Ρωσία, αλλά χωρίς να της δώσει αυτό που θέλει, συντηρεί τη ροπή της Μόσχας προς το Πεκίνο γιατί η Μόσχα δεν έχει άλλη επιλογή όσο συνεχίζεται η πίεση στα δυτικά της. Έτσι, η αποτυχία Τραμπ στην Ουκρανία δεν είναι απλά αποτυχία να κλείσει ένα μέτωπο, είναι αποτυχία να στρέψει συνολικότερα τα πράγματα προς μια διαφορετική κατεύθυνση, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει το κύριο ανταγωνιστή που είναι η Κίνα.
Αλλά και για τη Ρωσία, η προσκόλληση στην Κίνα ως αδύναμου εταίρου αδυνατίζει τη θέση της στο τρίγωνο ΗΠΑ-Κίνα-Ρωσία ενώ η δυνατότητα να συναλλάσσεται και με τη Δύση, έστω μια όχι πολύ φιλική Δύση, θα της έδινε σαφώς καλύτερες προοπτικές. Ακόμη και αν η σύγκρουση στην Ουκρανία κάποια στιγμή παγώσει πιο κοντά στις επιθυμίες της Μόσχας, δεν υπάρχει έδαφος να εγκαταλείψει την προσέγγιση προς την Ανατολή, αν δεν αποκλιμακωθεί η πίεση από τη Δύση.
Αυτή έγινε επί Τραμπ η βασική αντίφαση της αμερικανικής πολιτικής για τη Ρωσία, και την ανεπιθύμητη σχέση Ρωσίας-Κίνας. Ο Τραμπ δεν ορκίζεται στο δόγμα της διπλής ανάσχεσης αλλά ούτε το εγκαταλείπει. Το στάτους μεγάλης δύναμης που αναγνώρισε στη Ρωσία ο Τραμπ στην Αλάσκα, την κολακεύει αλλά δεν αναιρεί το δόγμα ούτε μεγαλώνει το πραγματικό της στάτους.
Τι δεν κάνει ο Τραμπ στην Ουκρανία
Η Ουάσιγκτον επί της αρχής δεν χρειάζεται να επιβάλει κάτι σε Ζελένσκι και Ευρωπαίους αν ήθελε να λύσει το γόρδιο δεσμό. Για τον Τραμπ απεμπλοκή είναι το πάγωμα της σύγκρουσης, για τη Μόσχα απεμπλοκή της Ουάσιγκτον είναι να αποσυρθεί από τη σύγκρουση.
Η Ουάσιγκτον μπορούσε απλώς να σταματήσει την υπερπολύτιμη επιχειρησιακή στήριξη στο Κίεβο που ξεκάθαρα διατηρεί τις ΗΠΑ ως ενεργό μέρος της σύγκρουσης στο πλευρό της Ουκρανίας. Θα ήταν ένα πειστικό βήμα προς τη Μόσχα εφόσον επιδιώκει να αλλάξει τη στάση της Μόσχας σε άλλα γενικότερα ζητήματα. Δεν το κάνει, γιατί παρά τα όσα λέει ο Τραμπ για λάθος των Ομπάμα και Μπάϊντεν μεθοδεύει να αποκομίσει με το πάγωμα της σύγκρουσης τουλάχιστον τα “μισά” από όσα στόχευε η πολιτική Μπάϊντεν σε Ουκρανία και ανατολική Ευρώπη με την επέκταση του ΝΑΤΟ και περικύκλωση της Ρωσίας, και πιστεύει ότι η Ρωσία θα αναγκαστεί ή να δελεαστεί ή να συμβιβαστεί.
Η Ουάσιγκτον απεμπλέκεται μόνο με την έννοια ότι αναθέτει αυτή την προοπτική στην Ευρώπη. Ωστόσο η προοπτική αυτή είναι δική της επιλογή, όχι μόνο της Ευρώπης. Ενώ ο Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει πως η Ουκρανία δεν θα μπει στο ΝΑΤΟ, ούτε τον πολυενδιαφέρει τι εδάφη θα παραμείνουν στο Κίεβο, δεν έχει την ίδια στάση με την ευρωπαϊκή στρατιωτική παρουσία στη δυτική Ουκρανία ή μια υπερεξοπλισμένη Ουκρανία, προοπτική που σκόπιμα συντηρεί. Δεν πρόκειται για υποχώρηση σε ευρωπαϊκές απαιτήσεις ή στο βαθύ κράτος των ΗΠΑ αλλά για κοινή πολιτική Τραμπ-Ευρώπης. Είναι ο “μισός δρόμος” που δεν ικανοποιεί τη Ρωσία που απαιτεί περίπου το rollback με τον ένα ή άλλο τρόπο όλης της νατοϊκής επέκτασης από το 2014. Η Μόσχα πιστεύει ότι έχει τη στρατιωτική δυνατότητα να το καταφέρει μόνη της όσο δεν της το δίνουν πολιτικά.
Αν υπάρχει κάτι που ίσως μεθοδεύει να επιβάλει η Ουάσιγκτον στο Κίεβο είναι η αποδοχή απώλειας εδαφών της, με ή χωρίς Ζελένσκι, ώστε να διατηρήσει ισχυρή δυτική παρουσία στην υπόλοιπη Ουκρανία και μια ισχυρή στρατιωτικά δυτική Ουκρανία, προτεραιοποίηση που εξυπηρετεί το συμφέρον της Δύσης και όχι της Ουκρανίας, ενώ δεν ικανοποιεί και τη Μόσχα.
Οι δε Ουκρανοί εθνικιστές κάνουν πολλή φασαρία για τα εδάφη και θα ενισχυθούν από τυχόν παραίτηση του Κιέβου, αλλά εμμέσως στηρίζουν τη προτεραιοποίηση της Δύσης για μια εθνικιστική, αντιρωσική “υπόλοιπη” Ουκρανία. Τους έχει δοθεί από Ζελένσκι ο έλεγχος περίπου του 10% του στρατού, 40 με 80 χιλιάδες, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των λιγοστών πραγματικά μάχιμων μονάδων (αφού μετά τη Μαριούπολη οι εθνικιστές απέφυγαν μάχες που κατέστρεψαν τις υπόλοιπες μάχιμες μονάδες). Αν και δεν διαθέτουν σημαντική λαϊκή υποστήριξη, διαθέτουν στρατιωτική δύναμη που θα παίξει ρόλο σε κατοπινές πολιτικές εξελίξεις. Αυτούς στοχεύει η απαίτηση “αποναζιστικοποίησης” της Μόσχας[1].
Θα γίνει το μεγάλο βήμα;
Η λογική λέει ότι η αφλογιστία της μέχρι τώρα πολιτικής Τραμπ θα τον αναγκάσει να την τροποποιήσει. Προς ποια κατεύθυνση; Το μόνο που αποκλείεται είναι να επανέλθει ολοκληρωτικά στο δρόμο του Μπάϊντεν. Επιπλέον, εκτός των όσων διαδραματίστηκαν φέτος με Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, η φιλολογία για μεγαλύτερη πίεση στη Ρωσία (πχ δευτερογενείς κυρώσεις) μπροστά στην αποτυχία των πρωτοβουλιών Τραμπ, είναι άνευ ουσίας γιατί αν “δάγκωναν” θα το είχε κάνει ήδη ο Μπάϊντεν. Τα εμπόδια για να διανύσει ο Τραμπ τον άλλο “μισό δρόμο” μοιάζουν ανυπέρβλητα, είτε γιατί δεν το επιθυμεί ο ίδιος είτε γιατί δεν τον αφήνει η ίδια η διοίκηση Τραμπ.
Τόσο περισσότερο ανυπέρβλητα όσο η συνεχιζόμενη σύσφιξη της σινορωσικής συνεργασίας κάνει όλο και λιγότερο εφικτό το σενάριο Τραμπ να “ξεκολλήσει” τη Ρωσία από την Κίνα, και άρα μειώνεται το κίνητρο και επιχείρημα να τα βρει με τη Μόσχα για την Ουκρανία. Σχεδόν αδιέξοδο. Που όσο συνεχίζεται, κερδίζει το Πεκίνο, δεν κερδίζει η Ουάσιγκτον (παρά μόνο σε βάρος της Ευρώπης) και ίσως στο τέλος ρεφάρει εν μέρει και η Μόσχα. Η Ευρώπη γνωστόν. Δύση και ΗΠΑ κινδυνεύουν πλέον στο τέλος της διαδρομής να έχουν ενισχύσει κάνοντας ένα ανέλπιστο δώρο στην Κίνα και να έχουν ταυτόχρονα ηττηθεί στην Ουκρανία από τη Ρωσία. Δύο στα δύο.
Μια ματιά στις τιμές του φυσικού αερίου, ρωσικών αγωγών προς Ευρώπη πριν και μετά το 2022, ρωσικών αγωγών προς Κίνα και αμερικανικού LNG προς Ευρώπη είναι ενδεικτική της κατάστασης. Κερδίζουν η Κίνα ως καταναλωτής και οι ΗΠΑ ως παραγωγός και χάνουν η Ρωσία ως παραγωγός (χάνει την ευρωπαϊκή αγορά και σε τιμές) και πολύ χειρότερα η Ευρώπη ως καταναλωτής.
[1] Ο Αντρέι Βιλέτσκι, ιδρυτής του Τάγματος Αζόφ είναι σήμερα Διοικητής του 3ου Σώματος Στρατού, το ένα από τα δύο σώματα που συγκροτήθηκαν το 2025 γύρω από εθνικιστικές μονάδες. To 2010 o Βιλέτσκι έλεγε πως «η ιστορική αποστολή του έθνους μας αυτή την κρίσιμη στιγμή είναι να οδηγήσουμε τις Λευκές Φυλές του κόσμου στην τελική σταυροφορία για την επιβίωσή τους. Μια σταυροφορία ενάντια στους Υπάνθρωπους που καθοδηγούνται από τους Εβραίους».