Το μπραντεφέρ στην Ουκρανία – Μπούμεραγκ για τη Δύση ο νέος Ψυχρός Πόλεμος
23/12/2021Ο Ψυχρός Πόλεμος ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας αποτελεί εδώ και 32 χρόνια οριστικά παρελθόν. Το ίδιο και η ιδεολογική αντιπαράθεση του καπιταλισμού με τον “Υπαρκτό Σοσιαλισμό”. Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός Δύσης-Ρωσίας, όμως, ζει και βασιλεύει. Για την ακρίβεια, είναι ο νέος Ψυχρός Πόλεμος. Μετά την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος, οι Δυτικοί επεδίωξαν να κρατήσουν τη Ρωσία στα γόνατα –εάν ήταν δυνατόν εσαεί– όπως συνέβαινε επί Γιέλτσιν, αλλά ο Πούτιν τους χάλασε τα σχέδια.
Με τη βοήθεια και των υψηλών τιμών του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και άλλων πρώτων υλών, όμως, ο πρώην πράκτορας της KGB κατάφερε να ξαναστήσει την “Αρκούδα” στα πόδια της. Όταν, μάλιστα, ένοιωσε ότι είναι αρκετά ισχυρή, διεκδίκησε δυναμικά ρόλο μεγάλης δύναμης στη διεθνή σκηνή. Το είδαμε στη Συρία και στη Λιβύη, το είδαμε στον Καύκασο και το βλέπουμε διαρκώς στην Ουκρανία.
Οι Δυτικοί ποτέ δεν εγκατέλειψαν το σχέδιό τους να περικυκλώσουν γεωπολιτικά τη Ρωσία, ώστε να την περιορίσουν. Η επέκταση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη, παρά τις αντίθετες υποσχέσεις που είχαν δώσει στον Γκορμπατσώφ, δημιούργησαν θετικά για τη Δύση τετελεσμένα και στρίμωξαν τη Μόσχα. Οι Αμερικανοί, όμως, δεν τα πήγαν εξίσου καλά στην Κεντρική Ασία. Ο Πούτιν κατάφερε σε σημαντικό βαθμό να ανακτήσει τη γεωπολιτική επιρροή στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας.
Ο Τραμπ είχε υιοθετήσει ένα διαφορετικό δόγμα. Σωστά εκτιμούσε ότι η Ρωσία μπορεί να παραμένει στρατιωτική υπερδύναμη, αλλά δεν έχει ούτε τις οικονομικές δυνατότητες ούτε τον δημογραφικό όγκο για να ανταγωνισθεί τις ΗΠΑ. Αυτό που διεκδικεί είναι να γίνεται σεβαστός ο ρόλος της και να σταματήσει η στρατηγική γεωπολιτικής περικύκλωσής της. Κι αυτό αφορά πρωτίστως την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Ο Τραμπ φαινόταν διατεθειμένος να τα προσφέρει στον Πούτιν, με σκοπό να τον ρυμουλκήσει σε μία από κοινού στρατηγική ανάσχεσης της Κίνας. Κι αυτό, επειδή ο “Δράκος” έχει δυνάμει όλες τις προϋποθέσεις όχι απλώς να ανταγωνισθεί τις ΗΠΑ, αλλά και να τις εκτοπίσει από την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα. Γι’ αυτό, άλλωστε, και ακολουθεί εξωτερική πολιτική σχετικά χαμηλών τόνων, θεωρώντας ότι ο χρόνος εργάζεται υπέρ των κινεζικών συμφερόντων.
Το τρίγωνο ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα
Δεν είναι, όμως, μόνο οι Αμερικανοί που φοβούνται την συνεχώς ενισχυόμενη Κίνα. Είναι και η Ρωσία, η οποία νοιώθει την κινέζικη πίεση στα αραιοκατοικημένα νοτιοανατολικά σύνορά της. Ο φόβος της Μόσχας για τον “Δράκο” δυνητικά θα μπορούσε να την οδηγήσει σε μία συνεργασία με την Ουάσιγκτον για την ανάσχεση της Κίνας. Αυτό, όμως, προϋποθέτει την πραγματική υπέρβαση του ψυχροπολεμικού κλίματος και την εγκαθίδρυση σχέσεων εμπιστοσύνης.
Όπως προανέφερα, ο Τραμπ είχε εκφράσει την πρόθεση να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά το αμερικανικό “βαθύ κράτος” όχι απλώς ήγειρε εμπόδια, αλλά και κατάφερε να ακυρώσει στην πράξη αυτή την αναθεώρηση στρατηγικής. Το κατεστημένο που διαμορφώνει και καθορίζει την αμερικανική εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας παραμένει εγκλωβισμένο στο δόγμα ενός νέου ψυχρού πολέμου.
Τα σχετικά στερεότυπα κυριαρχούν και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Πεντάγωνο και στη CIA. Η διάθεση για προσωπική συνεννόηση Τραμπ-Πούτιν δεν στάθηκε ικανή να τα αλλάξει. Εξ ου και στρατηγική γεωπολιτικής περικύκλωσης της Ρωσίας παρέμεινε σε ισχύ, έστω κι αν λόγω Λευκού Οίκου είχαν αποφευχθεί κινήσεις κλιμάκωσης. Το Ουκρανικό παρέμεινε μεγάλο “αγκάθι”, οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας για την προσάρτηση της Κριμαίας διατηρήθηκαν, αλλά μέχρις εκεί.
Ουκρανία, μία διχασμένη χώρα
Όλα αυτά άλλαξαν με την εκλογή του Μπάιντεν. Πριν μιλήσουμε για την αμερικανική στροφή, όμως, ας εστιάσουμε στο Ουκρανικό. Υπενθυμίζουμε ότι η φιλοδυτική “πορτοκαλί επανάσταση” κατάφερε να ανατρέψει το εκεί μετασοβιετικό φιλορωσικό καθεστώς. Το διεφθαρμένο και αυταρχικό καθεστώς του Γιανουκόβιτς είχε τροφοδοτήσει τις αντιδράσεις της “άλλης Ουκρανίας”.
Οι αντιδράσεις είχαν προσλάβει διαστάσεις εξέγερσης όταν η εκλεγμένη ουκρανική κυβέρνηση είχε αρνηθεί να υπογράψει συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ. Αναμφίβολα, οι δυτικές υπηρεσίες είχαν βάλει ποικιλοτρόπως το χέρι τους. Αναμφίβολα, τη βρώμικη δουλειά στην τελική φάση της εξέγερσης είχαν κάνει τα ένοπλα ακροδεξιά κομάντο. Η εξέγερση εκείνη, όμως, δεν ήταν ένα στημένο πραξικόπημα. Απλώς αντανακλούσε τα “θέλω” της δυτικής και δυτικόφιλης Ουκρανίας. Έτσι προέκυψε το αντιρωσικό καθεστώς, αρχικά του Ποροσένκο και στη συνέχεια του Ζελένσκι.
Η Ουκρανία, όμως, ήταν και παραμένει μία διχασμένη χώρα. Οι δυτικές και βορειοδυτικές επαρχίες διαπνέονται από βαθύ αντιρωσισμό και είναι στραμμένες προς δυσμάς. Αντιθέτως, οι βιομηχανικές ανατολικές και νοτιοανατολικές επαρχίες είναι στραμμένες προς τη Ρωσία. Εκεί, άλλωστε, ο πληθυσμός είναι Ρώσοι και Ουκρανοί που κατά κανόνα θεωρούν τον εαυτό τους παρακλάδι του ρωσικού έθνους.
Ο κόμπος στο χτένι
Για τη Μόσχα, ο κόμπος έφθασε στο χτένι όταν εκδηλώθηκε η σαφής πρόθεση του Κιέβου να προσδέσει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και προοπτικά στην ΕΕ, γεγονός που θα δημιουργούσε γεωπολιτικό τετελεσμένο. Ο Πούτιν είχε συνείδηση πως εάν δεν αντιδρούσε θα έχανε οριστικά την Ουκρανία. Δεν μπορούσε, όπως στο παρελθόν, να ελπίζει σε μελλοντική εκλογική νίκη των φιλορωσικών δυνάμεων.
Η κατάληψη και προσάρτηση της γεωπολιτικά κρίσιμης Κριμαίας ήταν η πρώτη απάντηση της Ρωσίας. Χωρίς την Κριμαία, η ρωσική παρουσία στη Μαύρη Θάλασσα και πολύ περισσότερο στη Μεσόγειο θα συρρικνωνόταν δραματικά. Ο Πούτιν δεν περιορίσθηκε σ’ αυτό. Άναψε το πράσινο φως και ενίσχυσε τις φιλορωσικές δυνάμεις στην Ανατολική Ουκρανία, με αποτέλεσμα σήμερα, μετά από συγκρούσεις, να υπάρχει μία περιοχή, το Ντονμπάς, η οποία βρίσκεται έξω από τον έλεγχο του Κιέβου.
Οι Δυτικοί είχαν αντιδράσει με υψηλούς τόνους, αλλά στην πραγματικότητα δεν είχαν τότε ούτε έχουν σήμερα επιλογή στρατιωτικής αντίδρασης. Περιορίσθηκαν, λοιπόν, στην επιβολή κυρώσεων. Αναμφίβολα, η Ρωσία είχε παραβιάσει τότε τη διεθνή νομιμότητα, αλλά οι σχετικές καταγγελίες των Δυτικών μυρίζουν υποκρισία. Για όσα κατηγορούσαν και κατηγορούν τον Πούτιν τα έχουν κάνει επανειλημμένως και οι ίδιοι. Γιατί άραγε είναι δόγμα η ακεραιότητα της Ουκρανίας και δεν ήταν η ακεραιότητα της Γιουγκοσλαβίας; Εξίσου κραυγαλέο είναι και το γεγονός ότι δεν δίστασαν να συμμαχήσουν με τους νεοναζί, προκειμένου να προωθήσουν τα σχέδιά τους.
Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος
Αυτά, ωστόσο, είναι συνήθη στη διεθνή πολιτική. Το ανησυχητικό είναι το τοξικό κλίμα που δημιούργησε το κατεστημένο των Δημοκρατικών για θέματα εθνικής ασφάλειας. Η τελευταία συνάντηση Μπάιντεν-Πούτιν έδειξε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος επιδιώκει να διατηρεί ψηλά τη θερμοκρασία, αλλά δεν θέλει να χαθεί ο έλεγχος μέσα από μία δυναμική εκατέρωθεν κλιμάκωσης. Ουσιαστικά επιδιώκει την οριοθέτηση, αλλά όχι την εκτόνωση της έντασης.
Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος, λοιπόν, είναι σε εξέλιξη και από τη φύση του ενέχει βαθμό επικινδυνότητας. Σε μία προσπάθεια να αποτρέψει κίνηση του ΝΑΤΟ για ένταξη της Ουκρανίας σ’ αυτό, ο Πούτιν έχει συγκεντρώσει στρατιωτικές δυνάμεις στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα. Προφανώς, δεν ετοιμάζει εισβολή, όπως διατείνονται τα νεοψυχροπολεμικά γεράκια στη Δύση. Το μήνυμά του είναι ξεκάθαρο: Εάν το ΝΑΤΟ εντάξει την Ουκρανία, η Ρωσία θα επέμβει στρατιωτικά στην Ανατολική Ουκρανία και θα την αποσχίσει από τον έλεγχο του Κιέβου.
Οι νηφάλιοι Δυτικοί πολιτικοί, στρατιωτικοί και διπλωμάτες συνειδητοποιούν τουλάχιστον ότι εάν επιχειρήσουν να χρησιμοποιήσουν το στρατιωτικό εργαλείο για να στριμώξουν τη Ρωσία κατά πάσα πιθανότητα θα τους γυρίσει μπούμεραγκ, λόγω της γεωγραφίας. Πολλοί Ανατολικοευρωπαίοι πολιτικοί ρίχνουν λάδι στη φωτιά, επιδιώκοντας να εμπλέξουν τους Αμερικανούς σ’ έναν τυχοδιωκτισμό. Ο Μπάιντεν, ωστόσο, ξεκαθάρισε προ εβδομάδων ότι δεν πρόκειται να στείλει στρατό στην Ουκρανία. Γι’ αυτό και όλα δείχνουν πως το στρίμωγμα της Ρωσίας που επιχειρεί η Δύση θα περιορισθεί στο πεδίο των οικονομικών κυρώσεων και της διπλωματίας.
Αλλά και έτσι, η Δύση το μόνο που θα καταφέρει είναι να ρίξει τη Μόσχα στην αγκαλιά του Πεκίνου, παρά τους ρωσικούς φόβους. Δεδομένου ότι η Κίνα έχει ήδη προσδέσει στο άρμα της το Ιράν, στην Ευρασία δημιουργείται ένα ισχυρό γεωπολιτικό τρίγωνο, το οποίο αναπόφευκτα θα κάνει τη ζωή και των Αμερικανών και των Ευρωπαίων πολύ δύσκολη. Η ειρωνεία της υπόθεσης, μάλιστα, είναι ότι αυτό είναι κατ’ αντιδιαστολή έργο της ίδιας της Δύσης…