Το πόκερ του Τραμπ στη Μέση Ανατολή διχάζει τη Δύση
15/05/2018Μπορεί προ εβδομάδων να απεφεύχθη την τελευταία στιγμή μία αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας στη Συρία, αλλά η Μέση Ανατολή πλησιάζει ολοένα και περισσότερο στο σημείο ανάφλεξης. Τότε, ο Αμερικανός πρόεδρος απέφυγε μία μετωπική αναμέτρηση με τη Ρωσία στο μέτωπο της Συρίας, αλλά λίγο αργότερα αντεπιτέθηκε πολιτικά με την απόσυρση της Ουάσιγκτον από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Η κίνησή του έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από το Ισραήλ, το οποίο, άλλωστε, πίεζε προς αυτή την κατεύθυνση. Προ καιρού, μάλιστα, ο Νετανιάχου προέβη σε “αποκάλυψη” ότι οι Ιρανοί συνεχίζουν μυστικά το πυρηνικό πρόγραμμά τους στο Φόρντο. Τα στοιχεία που παρουσίασε επουδενί δεν επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό του. Επιπροσθέτως, ο αρμόδιος διεθνής οργανισμός που πραγματοποιεί επιθεωρήσεις βεβαιώνει πως στη συγκεκριμένη ιρανική εγκατάσταση δεν υπάρχει τίποτα ύποπτο.
Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε τον πρόεδρο Τραμπ να καταγγείλει ουσιαστικά τη συμφωνία, γεγονός που σηματοδοτεί στο πολιτικό-διπλωματικό επίπεδο τη δυναμική σύγκρουσης, η οποία έχει δρομολογηθεί στη Μέση Ανατολή. Μπορεί προς το παρόν το θερμό μέτωπο να περιορίζεται στη Συρία, αλλά είναι ορατός δια γυμνού οφθαλμού ο κίνδυνος γενίκευσης. Η –για διαφορετικούς λόγους– κοινή εχθρότητα του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας προς το σιιτικό Ιράν έχει οδηγήσει τις δύο χώρες σε μία αδιανόητη για τα αραβικά στερεότυπα συμμαχία, υπό τις ευλογίες του Λευκού Οίκου.
Η κλιμάκωση των ισραηλινών βομβαρδισμών στη Συρία εγγράφεται σ’ αυτό το πλαίσιο. Όταν, μάλιστα, ως απάντηση –σε χαμηλότερη κλίμακα– εκτοξεύθηκαν ρουκέτες εναντίον στόχων στα υπό ισραηλινή κατοχή υψώματα του Γκολάν, το Ισραήλ πραγματοποίησε ένα κύμα βομβαρδισμών εναντίον –κατά τον ισχυρισμό του– ιρανικών εγκαταστάσεων στη Συρία. Το Ισραήλ ισχυρίζεται ότι τις ρουκέτες εκτόξευσε η επίλεκτη ιρανική ταξιαρχία Αλ Κουτς κι ότι οι δικοί του βομβαρδισμοί κατέστρεψαν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις ιρανικές στρατιωτικές υποδομές σε όλη τη Συρία. Αυτό, όμως, μένει να αποδειχθεί.
Η μάζωξη της Μογκερίνι
Προφανώς, η Ουάσιγκτον στάθηκε στο πλευρό του Τελ Αβίβ. Το ίδιο και η Ευρώπη, η οποία επικαλέσθηκε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα. Αυτού του είδους η ρητορική, ωστόσο, είναι αφόρητα υποκριτική, δεδομένου ότι ο επιτιθέμενος είναι το Ισραήλ. Ενώ και η Δαμασκός και οι Ιρανοί και η Χεζμπολάχ απέφευγαν επιμελώς να το προκαλούν, υφίσταντο κάθε τόσο αεροπορικές και πυραυλικές επιθέσεις. Παρότι ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, η Συρία, για τη Δύση, δεν έχει δικαίωμα στην αυτοάμυνα!
Μπορεί οι Ευρωπαίοι να στήριξαν το Ισραήλ αναφορικά με τις εχθροπραξίες στη Συρία, αλλά εξέφρασαν την κατηγορηματική αντίθεσή τους στην καταγγελία της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Πολύ περισσότερο που η κυβέρνηση Τραμπ απειλεί πως όποια εταιρεία δεν υπακούσει στις κυρώσεις που επιβάλλουν μονομερώς οι ΗΠΑ και συνεχίσει να κάνει μπίζνες με το Ιράν θα υποστεί και η ίδια κυρώσεις, με την έννοια ότι θα αποκλεισθεί από την αμερικανική αγορά.
Ενδεικτικό του κλίματος είναι πως όταν ο Αμερικανός πρεσβευτής στο Βερολίνο εξέφρασε ευθέως αυτή την απειλή, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Ο δε υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Λεντριάν δεν μάσησε τα λόγια του, χαρακτηρίζοντας απαράδεκτη την πολιτική του Λευκού Οίκου. Εξίσου ενδεικτικό είναι ότι η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Μογκερίνι θα έχει συνάντηση με τους υπουργούς Εξωτερικών της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Βρετανίας, προκειμένου να συντονισθούν στη γραμμή υπεράσπισης της συμφωνίας. Το πιο σημαντικό είναι ότι από ένα σημείο και πέρα στην τετραμερή συνάντηση θα συμμετάσχει και ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Ζαρίφ.
Στην πραγματικότητα, όσο κι αν είναι για προφανείς λόγους δύσκολο, διαμορφώνεται ένα κλίμα διπλωματικής απομόνωσης του Λευκού Οίκου. Απέναντί του δεν είναι μόνο όλα τα άλλα κράτη που έχουν συνυπογράψει τη συμφωνία (Ρωσία, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία και Βρετανία), αλλά και επιφανή στελέχη των Δημοκρατικών με πρώτον τον αρχιτέκτονα της συμφωνίας πρώην πρόεδρο Ομπάμα. Από την πλευρά του το Ιράν, μάλιστα, δηλώνει ότι παραμένει στη συμφωνία και ότι δεν επιθυμεί εντάσεις.
Οι χαμηλοί τόνοι της Μόσχας
Λόγω και της υπόθεσης για την επιβολή δασμών, οι οικονομικές σχέσεις ΗΠΑ-Ευρώπης έχουν περιέλθει σε δύσκολη φάση. Εάν ο Λευκός Οίκος επιβάλει κυρώσεις σε μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγορά του Ιράν, το ρήγμα πιθανότατα θα καταστεί αναπόφευκτο. Από την πλευρά τους τόσο η Μόσχα όσο και το Πεκίνο τηρούν σχετικά χαμηλούς τόνους. Αποφεύγουν να μπουν μπροστά για να μην ενεργοποιήσουν εξαρτημένα αντανακλαστικά. Αφήνουν τους Ευρωπαίους να σηκώσουν το βάρος της αντιπαράθεσης με τον Τραμπ.
Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι ο Πούτιν έκανε στροφή 180 μοιρών και στην υπόθεση της πώλησης του αντιαεροπορικού συστήματος S-300 στη Συρία. Ενώ προ μηνός είχε ανακοινώσει ότι θα το πράξει, ο αρμόδιος σύμβουλός του Κοζίν δήλωσε ότι «προς το παρόν δεν συζητάμε οποιαδήποτε παράδοση σύγχρονου αντιαεροπορικού συστήματος». Η στροφή αποδόθηκε στις πιέσεις που άσκησε ο Νετανιάχου στον Πούτιν κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στη Μόσχα.
Είναι ακριβές ότι Ρωσία και Ισραήλ μπορεί να βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα στη Συρία, αλλά διατηρούν μία ειδική σχέση, η οποία βασίζεται στο ότι ο ένας δεν μπερδεύεται στα πόδια του άλλου. Η στροφή του Πούτιν στο ζήτημα των S-300, ωστόσο, έχει και άλλη ερμηνεία. Η ρωσική διπλωματία δεν θέλει να δημιουργηθεί στη Δύση κλίμα ότι το Ισραήλ απειλείται, επειδή αυτό θα υποχρέωνε και τους Ευρωπαίους να στοιχηθούν πίσω από τον Τραμπ στην υπόθεση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.