Βαλτώνει η τριμερής Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ
07/06/2019Ανάγκη επιτάχυνσης της συνεργασίας με το Ισραήλ –ακόμα και κατά την προεκλογική περίοδο ή τις πρώτες ημέρες μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης– διαπιστώνουν έμπειροι διπλωματικοί παρατηρητές στην Αθήνα, καθώς δεν έχει αξιοποιηθεί η θετική συγκυρία των πρόσφατων συναντήσεων κορυφής με την υποστήριξη και των ΗΠΑ.
Αν και οι πρωθυπουργοί Αλ. Τσίπρας και Μπ. Νετανιάχου και ο Κύπριος Πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης είχαν συμφωνήσει κατά τη Σύνοδο της Ιερουσαλήμ, στις 20 Μαρτίου, να υπάρξουν γοργά βήματα υλοποίησης της συνεργασίας Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, επί της ουσίας δεν έχει υπάρξει η παραμικρή πρόοδος έκτοτε. Η συγκεκριμένη σύνοδος είχε δημιουργήσει μεγάλες ελπίδες, λόγω και της –έστω σύντομης– παρουσίας του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ. Πομπέο, ο οποίος πάντως ήταν εξαιρετικά συγκρατημένος έναντι του Αλ. Τσίπρα και φειδωλός ως προς το περιεχόμενο του κοινού ανακοινωθέντος.
Κύριο συμπέρασμα της συνόδου (που δεν είχε καταγραφεί στην επίσημη Κοινή Δήλωση) ήταν η ανάγκη προσέλκυσης μεγάλων ομίλων πετρελαιοειδών, κυρίως από τις ΗΠΑ, στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, προς αξιοποίηση των –επιβεβαιωμένων και εκτιμώμενων– κοιτασμάτων φυσικού αερίου των τριών χωρών.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, ο Μπ. Νετανιάχου πράγματι έδωσε συνέχεια με την κατάθεση συγκεκριμένης πρότασης για θέματα ασφάλειας και ενέργειας. Αρμόδια αξιωματούχος του ισραηλινού υπουργείου Εξωτερικών επισκέφθηκε προ μηνός την Αθήνα και τη Λευκωσία για επαφές σε υπηρεσιακό επίπεδο. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, η ελληνική κυβέρνηση –προφανώς λόγω της ρευστότητας πριν από τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου και εν όψει των πρόωρων εκλογών της 7ης Ιουλίου– δεν έχει εγκρίνει, σε υψηλότερο πολιτικό επίπεδο, τις υπηρεσιακές επαφές. Ούτε υπάρχουν ενδείξεις ότι θα το πράξει σύντομα.
Προς εκλογές το Ισραήλ
Τα χρονικά περιθώρια γίνονται ασφυκτικά, καθώς το Ισραήλ, μετά το κοινοβουλευτικό αδιέξοδο που προέκυψε από τις εκεί εκλογές της 9ης Απριλίου, οδεύει πάλι στις κάλπες στις 17 Σεπτεμβρίου. Η δε Λευκωσία δεν είναι σε θέση να πράξει πολλά, αφού από τις αρχές Μαΐου δίνει δικαιολογημένη προτεραιότητα στη μεγάλη διπλωματική μάχη (με εταιρικές προεκτάσεις στο παρασκήνιο) για την αντιμετώπιση της ‘εισβολής’ του τουρκικού πλωτού γεωτρύπανου ‘Πορθητής’ στην κυπριακή ΑΟΖ.
Μοναδική εξαίρεση στο σκηνικό των ανησυχητικών καθυστερήσεων αποτελεί η σύγκληση τριμερούς συνάντησης εμπειρογνωμόνων για ευαίσθητα θέματα, σε λίγες ημέρες, στη Λευκωσία. Αυτή, πάντως, είχε προγραμματιστεί εδώ και αρκετό καιρό, και δεν έχει άμεση σχέση με όσα συζητήθηκαν στη σύνοδο της 20ής Μαρτίου.
Παράλληλα, μεγάλη σημασία έχει η στάση που θα τηρήσουν οι ΗΠΑ έναντι της τριμερούς συνεργασίας. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο στηρίζουν ειλικρινώς, από την αρχή, το συγκεκριμένο σχήμα συνεργασίας. Το ίδιο και τα παρόμοια τριμερή της Ελλάδας και της Κύπρου με –ξεχωριστά– την Αίγυπτο, τον Λίβανο και την Ιορδανία. Κανείς, όμως, διπλωματικός ή στρατιωτικός αξιωματούχος στην Ουάσινγκτον δεν φαίνεται να προκρίνει τη μόνιμη ένταξη ή καν τη μόνιμη συμβολική παρουσία των ΗΠΑ.
Αποστάσεις Πομπέο από Τσίπρα
Το σχήμα συνεργασίας θα παραμείνει ‘3+1’, με το ‘+1’ (δηλαδή τις ΗΠΑ) να επιλέγει αν, πότε και υπό ποία μορφή θα συμμετέχει. Η τήρηση αποστάσεων της Ουάσινγκτον είχε διαφανεί και τις παραμονές της συνόδου της 20ής Μαρτίου. Τότε, το Διπλωματικό Γραφείο του Έλληνα πρωθυπουργού είχε στείλει στην αμερικανική πλευρά διάφορες παραλλαγές του σχεδίου ανακοινωθέντος (με έμφαση στον αγωγό EastMed, στις υποδομές LNG και στην περιφρούρησή τους).
Όλες, όμως, είχαν απορριφθεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ για να μην υπάρξει ακραία διαταραχή σχέσεων με την Άγκυρα. Απορριπτική ήταν η απάντηση και στο αίτημα για κατ’ ιδίαν συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με τον Μ. Πομπέο. Αν και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών είχε χαλαρό πρόγραμμα, με αρκετές εθιμοτυπικές εκδηλώσεις, δεν δαπάνησε χρόνο για την ικανοποίηση της επιθυμίας του Έλληνα πρωθυπουργού, που θα ήταν αντίβαρο στην απόφαση μετακίνησης της συνόδου από την Ελούντα της Κρήτης –όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί– στην Ιερουσαλήμ.
Μολονότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπογραμμίζει διαρκώς ότι οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ βρίσκονται σε άριστο επίπεδο, όπως πράγματι είναι, αιτία της τότε στάσης του Μ. Πομπέο εκτιμάται πως ήταν κυρίως η δυσαρέσκεια για τη στάση της Ελλάδας στην κρίση της Βενεζουέλας. Δεν υπήρχε, επίσης, λόγος ενίσχυσης της δημόσιας εικόνας του Αλ. Τσίπρα στην ελληνική κοινή γνώμη, αφού εξαντλήθηκε η ‘χρησιμότητά’ του με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Η δυσπιστία της Ουάσινγκτον για το θέμα της Βενεζουέλας συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ενώ έχουν προστεθεί επιφυλάξεις για ορισμένες πτυχές της ανανεωμένης συνεργασίας της Αθήνας με τη Μόσχα και το Πεκίνο.