ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Το φαγητό ως υποκατάστατο συναισθηματικών κενών

Το φαγητό ως υποκατάστατο συναισθηματικών κενών

Υπάρχουν μέρες που δεν πεινάς…τουλάχιστον όχι με τη βιολογική έννοια. Κι όμως, στέκεσαι μπροστά στο ψυγείο, ψάχνοντας κάτι. Κάτι που δεν είναι γεύση, αλλά ανακούφιση. Κάτι που δεν είναι θερμίδα, αλλά απάντηση σε μια εσωτερική ένταση. Ίσως μετά από μια κουραστική μέρα, μια απογοήτευση, μια μοναξιά. Τρως. Και για λίγο, όλα μοιάζουν πιο ήσυχα.

Και μετά… ξεκινάει ο φαύλος κύκλος. Ενοχή. Αυτοκριτική. Σκέψεις του τύπου “δεν έχω πειθαρχία” ή “γιατί πάντα το κάνω αυτό;”. Ίσως κάπου εκεί έρχεται και η δίαιτα – η στέρηση – το πρόγραμμα “από Δευτέρα”. Κι αν αποτύχεις (ξανά), η ενοχή ενισχύεται. Και το φαγητό γίνεται, για ακόμη μία φορά, λύση και πρόβλημα μαζί.

Αν σου ακούγεται οικείο αυτό το μοτίβο, δεν είσαι μόνος. Η συναισθηματική κατανάλωση τροφής (emotionaleating) δεν είναι ένδειξη αδυναμίας, αλλά ένας μηχανισμός επιβίωσης όταν άλλα εργαλεία ρύθμισης του συναισθήματος απουσιάζουν (Macht, 2008 Sultsonetal, 2019). Σε περιόδους έντονου άγχους, απογοήτευσης ή ακόμη και βαρεμάρας, το φαγητό συχνά λειτουργεί ως υποκατάστατο φροντίδας – μια προσωρινή αποφόρτιση όταν δεν έχουμε μάθει ή δεν έχουμε χώρο να εκφραστούμε διαφορετικά.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνο ψυχολογικό. Είναι και πολιτισμικό. Ζούμε σε μια κοινωνία που μας διδάσκει από μικρούς πως το σώμα είναι “πρότζεκτ προς βελτίωση”, κι όχι κατοικία. Όπου τα social media προβάλλουν μια επιμελώς φιλτραρισμένη εικόνα “καθαρής διατροφής” και “σωστής εμφάνισης”, ενισχύοντας το αίσθημα ανεπάρκειας και τη δυσαρέσκεια σώματος, ιδιαίτερα στις γυναίκες (Perloff, 2014). Η εσωτερικευμένη προκατάληψη βάρους οδηγεί πολλούς ανθρώπους να νιώθουν πως η αξία τους καθορίζεται από το νούμερο στη ζυγαριά (Pearl&Puhl, 2018). Και αυτό δημιουργεί έναν ακόμα πιο περίπλοκο δεσμό με το φαγητό: όπου το “σωστό” τρώγεται με φόβο και το “λάθος” με ντροπή.

Μήπως λοιπόν, το φαγητό έχει πάψει να είναι απλά φαγητό; Μήπως έχει μετατραπεί σε καθρέφτη του τρόπου που βλέπεις και μιλάς στον εαυτό σου; Κι αν ναι… πώς μπορείς να επαναπροσδιορίσεις αυτή τη σχέση χωρίς να μπεις πάλι στη λούπα της στέρησης και της τιμωρίας; Σε αυτό το άρθρο, θα ανοίξουμε μια διαφορετική συζήτηση. Όχι για δίαιτες. Αλλά για σχέσεις. Τη σχέση με το φαγητό. Με το σώμα. Και – κυρίως – με εσένα τον ίδιο.

Θα δούμε:

  • Ποια συναισθήματα συνδέονται με τις διατροφικές συμπεριφορές.
  • Πώς τα κοινωνικά πρότυπα διαμορφώνουν την εικόνα σώματος.
  • Πότε η κατάσταση ξεπερνά το όριο της καθημερινότητας και χρειάζεται υποστήριξη.
  • Πώς η ευέλικτη διατροφή και η ενσυνειδητότητα συμβάλλουν στην αυτοαποδοχή.
  • Και ποιον ρόλο μπορεί να παίξει ο διαιτολόγος, όχι ως «ρυθμιστής θερμίδων», αλλά ως συνοδοιπόρος σε μια διαδικασία συμφιλίωσης.

Γιατί τελικά, η σχέση με το φαγητό δεν είναι απλώς διατροφική. Είναι ψυχολογική. Κοινωνική. Και βαθιά ανθρώπινη.

Ποια Συναισθήματα συνδέονται με το Φαγητό;

Ας το παραδεχτούμε: οι περισσότεροι από εμάς δεν τρώμε μόνο όταν πεινάμε. Τρώμε όταν είμαστε αγχωμένοι. Όταν βαριόμαστε. Όταν είμαστε στεναχωρημένοι. Όταν κάτι μέσα μας “φουσκώνει” και δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε — το στρέφουμε προς το φαγητό. Ή και μακριά από αυτό. Η συναισθηματική κατανάλωση τροφής (emotionaleating) είναι ένα φαινόμενο βαθιά ανθρώπινο, που αφορά τη χρήση του φαγητού ως μέσο ρύθμισης του συναισθήματος. Όχι επειδή το στομάχι χρειάζεται καύσιμο, αλλά επειδή η ψυχή αναζητά παρηγοριά. Σε αυτό το πλαίσιο, η τροφή λειτουργεί ως προσωρινός “ρυθμιστής” για συναισθήματα που δεν έχουμε μάθει να εκφράζουμε ή να επεξεργαζόμαστε (Macht, 2008).

Άγχος: Πολλοί άνθρωποι τρώνε υπερβολικά όταν αγχώνονται, ειδικά τρόφιμα πλούσια σε λιπαρά ή ζάχαρη. Δεν είναι τυχαίο, αυτά τα τρόφιμα ενεργοποιούν κυκλώματα ανταμοιβής στον εγκέφαλο, μειώνοντας την έκκριση κορτιζόλης και προκαλώντας προσωρινή αίσθηση ευφορίας.

Θλίψη ή μοναξιά: Το φαγητό σε αυτές τις περιπτώσεις συχνά λειτουργεί ως “υποκατάστατο συντροφικότητας”. Τα comfortfoods δεν λέγονται έτσι τυχαία — συνδέονται με παιδικές μνήμες ή αισθήματα ασφάλειας (Troisietal., 2019).

Βαρεμάρα: Η απουσία ερεθισμάτων ή σκοπού μπορεί να οδηγεί σε μηχανική κατανάλωση τροφής ως μορφή αυτορρύθμισης και “γέμισμα του κενού”, ένα μοτίβο που δεν σχετίζεται καθόλου με τη βιολογική πείνα (Dakanalisetal., 2014).

Ενοχή και ντροπή: Εδώ όμως μπαίνουμε σε πιο περίπλοκα μονοπάτια. Πολλές φορές, η ίδια η πράξη της κατανάλωσης φαγητού γεννά ενοχή, ιδίως όταν το άτομο έχει εσωτερικεύσει δίπολα τύπου “καλό φαγητό” και “κακό φαγητό”. Το αποτέλεσμα; Ένα φαύλο μοτίβο υπερφαγίας → ενοχής → στέρησης → ξανά υπερφαγίας (Polivy&Herman, 2002).

Η επιστήμη μάς δίνει εργαλεία για να κατανοήσουμε αυτόν τον κύκλο. Ο εγκέφαλος επεξεργάζεται το φαγητό όχι μόνο ως θερμιδική είσοδο, αλλά και ως εμπειρία, μέσω συστημάτων ανταμοιβής (rewardcircuitry) που επηρεάζουν τη ντοπαμίνη, τη σεροτονίνη και τη β-ενδορφίνη. Όταν βιώνουμε στρες ή συναισθηματική αποσταθεροποίηση, αυτά τα κυκλώματα ενεργοποιούνται, ενισχύοντας την ανάγκη για φαγητό όχι ως ανάγκη επιβίωσης αλλά ως απόπειρα ρύθμισης συναισθημάτων (Murrayetal, 2019). Είναι σημαντικό να πούμε εδώ ότι η συναισθηματική κατανάλωση τροφής από μόνη της δεν είναι παθολογική. Είναι ένας φυσικός μηχανισμός που όλοι χρησιμοποιούμε κάποιες φορές. Το πρόβλημα ξεκινά όταν γίνεται συστηματικός τρόπος διαχείρισης συναισθημάτων, χωρίς άλλες υγιείς διεξόδους, και όταν συνοδεύεται από ντροπή ή απόρριψη του εαυτού. Και κάπου εκεί, η σχέση με το φαγητό παύει να είναι σχέση φροντίδας και γίνεται σχέση εξουσίας.

Κοινωνικά Πρότυπα και Μέσα Δυκτίωσης

Αν ανοίξεις σήμερα το Instagram και κάνεις scroll για πέντε λεπτά, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα πέσεις σε κάποιον που “τρώει καθαρά”, έχει “μεταμορφώσει” το σώμα του ή σου δείχνει πόσο “εύκολο” είναι να φτιάξεις 6-pack με πειθαρχία. Τα social media, κι ειδικά το οπτικοκεντρικό τους περιεχόμενο, έχουν γίνει ένας καθρέφτης που δε σε αντικατοπτρίζει, αλλά σε συγκρίνει. Και αυτή η συνεχής έκθεση δεν είναι καθόλου αθώα.

Σύμφωνα με την έρευνα της Perloff (2014), η συχνή χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης, και ειδικά το Instagram, συσχετίζεται έντονα με δυσαρέσκεια σώματος, ιδίως μεταξύ νεαρών γυναικών. Όταν βλέπεις διαρκώς “τέλεια” σώματα, αρχίζεις να νιώθεις πως το δικό σου χρειάζεται διόρθωση. Και το πρόβλημα δεν είναι μόνο η εικόνα. Είναι και το αφήγημα πίσω από αυτήν: πως η αξία σου εξαρτάται από το πώς δείχνεις.

Αυτό το φαινόμενο συνδέεται με την έννοια της κοινωνικής σύγκρισης (social comparison), που περιγράφει την τάση του ανθρώπου να αξιολογεί τον εαυτό του συγκριτικά με τους άλλους (Festinger, 1954). Όταν οι συγκρίσεις αυτές γίνονται προς τα πάνω (upwardcomparisons), δηλαδή με πρότυπα «καλύτερα» από εμάς, προκαλούν συναισθήματα ανεπάρκειας, χαμηλή αυτοεκτίμηση και συχνά διαταραγμένες διατροφικές συμπεριφορές (Fardoulyetal., 2015).

Κι αν αναρωτιέσαι αν επηρεάζονται μόνο οι έφηβοι, όχι. Όλο και περισσότεροι ενήλικες, ακόμη και επαγγελματίες της υγείας, παραδέχονται ότι νιώθουν πίεση να “φαίνονται fit” για να είναι αποδεκτοί. Στην ουσία, έχουμε εσωτερικεύσει την ιδέα ότι το σώμα μας πρέπει να “ανήκει” κάπου, να πληροί ένα κοινωνικό στάνταρ για να θεωρείται άξιο φροντίδας ή προβολής. Αυτή η εσωτερίκευση λέγεται internalised weightbias και σχετίζεται με υψηλότερα επίπεδα ντροπής σώματος, αποφυγή κοινωνικών καταστάσεων και αρνητική εικόνα εαυτού (Pearl&Puhl, 2018).

Πόσες φορές έχεις ακούσει ή πει φράσεις όπως:

  • “Δεν βγαίνω στην παραλία μέχρι να χάσω 5 κιλά.”
  • “Δεν ανεβάζω φωτογραφία, φαίνεται η κοιλιά μου.”
  • “Θα ξεκινήσω δίαιτα γιατί όλοι είναι fit και εγώ νιώθω χάλια.”

Αυτή η κουλτούρα που δίνει αξία μόνο στο “τέλειο” σώμα μάς αποσυνδέει από τις πραγματικές ανάγκες μας. Δεν μας μαθαίνει να ακούμε το σώμα μας, αλλά να το ελέγχουμε. Και ο έλεγχος, όταν βασίζεται στο φόβο, γεννά ενοχή. Έτσι χάνεται η αυθεντική σχέση με το φαγητό, που αντί να είναι μέσο φροντίδας, γίνεται πεδίο μάχης.

Δεν λέμε να δαιμονοποιήσουμε τα social media. Αλλά να αρχίσουμε να τα βλέπουμε πιο συνειδητά. Να καταλαβαίνουμε πότε μάς επηρεάζουν. Και να αρχίσουμε να δημιουργούμε και να ακολουθούμε περιεχόμενο που προάγει τη συμπερίληψη, την αποδοχή και τον σεβασμό στο σώμα, σε όλες του τις μορφές.

Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου ΕΔΩ


 

Ο Αλέξανδρος Δασκαλάλης είναι διαιτολόγος – διατροφολόγος

Σε συνεργασία με το medNutrition

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx