ΑΝΑΛΥΣΗ

Η ενεργειακή μετάβαση θέλει τολμηρές αποφάσεις, όχι ευχολόγια

Η ενεργειακή μετάβαση θέλει τολμηρές αποφάσεις, όχι ευχολόγια, Ηλιάδης Παντιάς

Οι καθυστερήσεις και οι αμφιβολίες που επικρατούν γύρω από μεγάλα ενεργειακά έργα που εξαγγέλθηκαν πριν χρόνια αλλά δεν προχωρούν οδηγούν την Κύπρο σε ενεργειακή και οικονομική αβεβαιότητα. Ο αγωγός EastMed που θα μετέφερε φυσικό αέριο από την Νοτιοανατολική Μεσόγειο (Κύπρος-Ισραήλ-Ελλάδα-Ιταλία) στην ευρωπαϊκή αγορά πάγωσε. Τα έργα κατασκευής εγκαταστάσεων υγροποίησης φυσικού αερίου (LNG) στο Βασιλικό ευρίσκονται εν μέσω σοβαρών τεχνικών προβλημάτων και νομικών διαφορών και δεν προχωρούν.

Το ενεργειακό έργο της Ηλεκτρικής Διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου (Great Sea Interconnector – GSI) επίσης δεν προχωρά. Υπάρχουν αμφιβολίες ως προς τη βιωσιμότητα και το τελικό κόστους του έργου, τη χρηματοδότηση και διαφωνίες αναφορικά με την κατανομή του κόστους ενώ η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ερευνά πιθανές παρατυπίες.

Σ’ ό,τι αφορά στην κατασκευή των έργων EastMed και GSI η Τουρκία επικαλούμενη το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο αντιτίθεται και αντιδρά έντονα, τόσον διπλωματικά όσον και στρατιωτικά, και επιβάλλεται εμποδίζοντας την πρόοδο των εργασιών αν δεν εξασφαλιστεί άδεια ή και συμμετοχή και από την ίδια αυξάνοντας και συντηρώντας το γεωπολιτικό ρίσκο και τις αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα των έργων.

Με την τροπή που πήραν οι εξελίξεις τα έργα Βασιλικού και GSI πήραν χαρακτήρα έργων με κίνδυνο δημοσιονομικής εκτροπής. Μέσα σε όλην αυτήν την ασάφεια χρονοδιαγραμμάτων, τις αμφιβολίες και την αβεβαιότητα που επικρατεί το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Κύπριος καταναλωτής θα συνεχίσει να πληρώνει ακριβό ηλεκτρισμό για πολλά χρόνια ακόμη δίχως ορατό ορίζοντα ολοκλήρωσης των έργων που κινδυνεύουν ακόμη και να ματαιωθούν και χωρίς να είναι βέβαιο αν ποτέ θα μειωθεί η τιμή του ηλεκτρισμού.

Η ενεργειακή μετάβαση γίνεται σ’ ένα περιορισμένης διαφάνειας οικονομικό περιβάλλον προστατευμένου ολιγοπωλίου με στρεβλώσεις που ωφελείται από τις ευνοϊκές συμβάσεις που διασφαλίζουν σταθερά υψηλές τιμές πώλησης του ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), μηδενικό επιχειρηματικό ρίσκο χωρίς ανταγωνισμό και όφελος από το τέλος ΑΠΕ.

Ο καταναλωτής επιβαρύνεται με το κόστος της αγοράς ακριβών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων συν ΦΠΑ, το ‘‘πράσινο’’ τέλος, χρηματοδοτεί τους ελάχιστους ιδιώτες παραγωγούς ΑΠΕ να απολαμβάνουν διασφαλισμένα υπερκέρδη ενώ ο ίδιος πληρώνει τον πιο ακριβό ηλεκτρισμό στην ΕΕ. Ο καταναλωτής πληρώνει τη φορολογία, τις αστοχίες του συστήματος και τα υπερκέρδη των παραγωγών χωρίς επιλογή ή ανταπόδοση κέρδους/οφέλους και αναλαμβάνει όλην την κοινωνική ευθύνη. Πρόκειται δηλαδή περί περιβάλλοντος δομικής στρέβλωσης όπου κοινωνικοποιείται το κόστος παραγωγής ενέργειας ΑΠΕ όχι, όμως, το κέρδος.

Μέσα σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας και οικονομικών προκλήσεων επιβάλλεται όπως η Πολιτεία λάβει αποφασιστικές πρωτοβουλίες για εφαρμογή καινοτόμων πολιτικών οικονομικής ανάκαμψης, ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής, ισότιμης κατανομής βαρών και στήριξης της ενεργειακής δικαιοσύνης. Το σύστημα των ρύπων όπως εφαρμόζεται είναι στην πραγματικότητα μια φορολογία η οποία μάλιστα όταν καταλήγει στον καταναλωτή υπόκειται και σε ΦΠΑ. Επιβάλλεται διαφάνεια και εκσυγχρονισμός του συστήματος με ανακατανομή των εσόδων, πλήρη κατάργηση του ΦΠΑ στη φορολογία των ρύπων και μετακύληση του οφέλους στον καταναλωτή και σε παραγωγικές ενεργειακές επενδύσεις γενικής ωφέλειας.

Η αρχή της ενεργειακής δικαιοσύνης χρειάζεται να αποκτήσει νόημα και κοινωνικό περιεχόμενο και να ενταχθεί στη δημόσια συζήτηση. Επιβάλλεται ευθυγράμμιση της παραγωγής ΑΠΕ με την αρχή ‘‘O ρυπαίνων πληρώνει αλλά και ο ωφελούμενος συνεισφέρει’’ με τη δημιουργία ‘‘Πράσινου Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής’’. Το ‘‘Πράσινο’’ Ταμείο θα λειτουργεί ως αντισταθμιστικός μηχανισμός ισότιμης κατανομής βαρών που θα συμβάλει στη δίκαιη και βιώσιμη ενεργειακή μετάβαση στο οποίο θα κληθούν να συνεισφέρουν οι ιδιώτες παραγωγοί ΑΠΕ ανάλογα με την παραγωγή ή τα κέρδη τους. Το Ταμείο θα επιστρέφει οικονομικό όφελος στο κοινωνικό σύνολο για οριζόντια ελάφρυνση του ενεργειακού κόστους και ενίσχυση της ενεργειακής ανθεκτικότητας με σχεδία και πολιτικές ενεργειακής προστασίας και απόδοσης.

Οι τιμές πώλησης του ηλεκτρισμού ΑΠΕ

Οι διασφαλισμένες υψηλές τιμές πώλησης του ηλεκτρισμού ΑΠΕ από το ολιγοπώλιο δημιουργούν στρεβλώσεις στην αγορά. Λειτουργούν πληθωριστικά και ενισχύουν τις ανισότητες. Η Πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίσει αυτήν τη στρέβλωση ως άχθος και ανασταλτικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης που πρέπει να καταργηθεί. Επιβάλλεται να δημιουργηθεί περιβάλλον υγιούς ανταγωνισμού και η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) να επανακτήσει ικανότητες που της αποστερήθηκαν. Σε μια οικονομία όπου το κόστος ενέργειας λειτουργεί ως άμεση φορολογία και πολλαπλασιαστής κοινωνικών ανισοτήτων η οριζόντια μείωση της τιμής του ηλεκτρισμού θα έχει οριζόντιο όφελος αφού μειώνει το ενεργειακό κόστος προς όφελος όλων των καταναλωτών και οικονομικών δρώντων.

Μειώνει τις τιμές, συγκρατεί τον πληθωρισμό, ενισχύει την οικονομία ενώ ταυτόχρονα ενισχύει την κοινωνική ανθεκτικότητα και την οικονομική ανάκαμψη μετατρέποντας το ενεργειακό κόστος σε εργαλείο ανάπτυξης και οικονομικής σταθερότητας. Το βάρος του ενεργειακού κόστους είναι οριζόντιο και οριζόντιο πρέπει να είναι και το όφελος της ελάφρυνσης που θα στηρίξει άμεσα τη μεσαία τάξη που είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας και που σηκώνει δυσανάλογα βάρη.

Η γεωγραφική ιδιαιτερότητα της Κύπρου δεν είναι ενεργειακή αδυναμία. Είναι μια πραγματικότητα η οποία μπορεί να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα για αντιμετώπιση των προκλήσεων με εφαρμογή αυτοτελών πολιτικών απεξάρτησης και καινοτομίας με εθνικές λύσεις. Ταυτόχρονα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πεδίο δοκιμής καινοτομίας, όπως π.χ. η έρευνα της πλατφόρμας ‘‘Πρωτέας’’ του Ινστιτούτου Κύπρου που είναι πρωτοπόρος στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και αφαλάτωσης θαλάσσιου νερού με χρήση της ηλιακής ακτινοβολίας. Ο ‘‘Πρωτέας’’ πρέπει να ενθαρρυνθεί να αναπτύξει όλες του τις ικανότητες και να προχωρήσει από την έρευνα σε εφαρμογές κλίμακας.

Επιβάλλεται εκσυγχρονισμός των ηλεκτροπαραγωγών σταθμών και ενίσχυση της ενεργειακής αυτονομίας με δημιουργία συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας όπου θα αποθηκεύεται το περίσσευμα παραγωγής ΑΠΕ που τώρα απορρίπτεται. Αυτά τα συστήματα πέραν της προμήθειας της εγχώριας αγοράς με φτηνό ρεύμα πρέπει να έχουν και σαφή εξαγωγικό προσανατολισμό σε χώρες της περιοχής με πρόσθετα γεωπολιτικά οφέλη.

Η αδιαφάνεια και η περιπλοκότητα που περιβάλλουν τα ενεργειακά θέματα γενικά και την ενεργειακή μετάβαση ειδικά λειτουργούν ανασταλτικά στη δημόσια συζήτηση. Κόμματα και φορείς δεν τολμούν να τα εγείρουν ή να τα αμφισβητήσουν διότι συνδέονται με ‘‘πράσινες’’ πολιτικές της ΕΕ που παρουσιάζονται ως δήθεν μη διαπραγματεύσιμες. Τα κόμματα δεν απαιτούν διαφάνεια και λογοδοσία από την κυβέρνηση. Δεν καταγγέλλουν την επιβολή ΦΠΑ πάνω στη φορολογία των ρύπων, δεν καταγγέλλουν το ολιγοπώλιο και τις στρεβλώσεις του, ούτε και τολμούν να αγγίξουν τα υπερκέρδη των ιδιωτών παραγωγών ΑΠΕ.

Η ΕΕ έχει ευθύνες για το ενεργειακό

Οι πολιτικοί περιμένουν τους τεχνοκράτες να τους ενημερώσουν και οι τεχνοκράτες σιωπούν μήπως και αμφισβητήσουν ευρωπαϊκές πολιτικές ή συμφέροντα και στο τέλος τα πληρώνει όλα ο φορολογούμενος. Πόσα έσοδα έχει το κράτος από τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων; Που πήγαν όλα αυτά τα χρήματα τα τελευταία χρόνια; Πως κατανεμήθηκαν; Γιατί πληρώνουμε ΦΠΑ στη φορολογία των ρύπων; Πόσα κερδίζουν οι παραγωγοί ΑΠΕ; Ποια είναι τα κόστη τους; Γιατί δεν ανταποδίδουν στην κοινωνία από τα υπερκέρδη τους; Γιατί δεν γίνεται δημόσιος έλεγχος με δημοσίευση ευρημάτων;

Καμμιά από τις πιο πάνω προτάσεις δεν συγκρούεται με το ευρωπαϊκό δίκαιο ή πολιτικές της ΕΕ και όλες είναι εφικτές προτάσεις εθνικής πολιτικής που θα μειώσουν σημαντικά την τιμή του ηλεκτρισμού. Χρειάζεται, όμως, πολιτική βούληση και τόλμη για να εφαρμοσθούν.

Η ΕΕ οφείλει να συμβάλει μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων και πολιτικών για αντιστάθμιση του υπερβολικού ενεργειακού κόστους και ρύπων λόγω γεωγραφικής ιδιαιτερότητας και να ζητηθούν ρήτρες εξαιρέσεων μεταβατικής περιόδου. Ταυτόχρονα η ΕΕ οφείλει να παρέμβει αποφασιστικά προς την Τουρκία και να τής καταστήσει σαφές ότι η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) Ελλάδας και Κύπρου είναι ευρωπαϊκή ΑΟΖ και δεν μπορεί να εμποδίζει ατιμώρητη την κατασκευή ευρωπαϊκών έργων. Να τής ξεκαθαρίσει πως αν δεν τερματίσει τις παράνομες αξιώσεις της και συμμορφωθεί με τη διεθνή νομιμότητα θα έχει κόστος.

Η ΕΕ έχει ευθύνες για το γεωπολιτικό ρίσκο και οφείλει να τις αναλάβει. Εάν EastMed και GSI προβάλλονται ως έργα γεωστρατηγικής σημασίας γιατί δεν προστατεύονται όπως αρμόζει σε τέτοια έργα και αφήνονται στο έλεος της τουρκικής αυθαιρεσίας; Αθήνα και Λευκωσία οφείλουν να ενεργήσουν δεόντως και να πράξουν ό,τι τους αναλογεί. Και τέλος, όταν οι κυβερνώντες λένε ότι ο δημόσιος θόρυβος γύρω από το GSI δεν βοηθά εν μέρει έχουν κάποιο δίκιο. Ο πολίτης δεν είναι θόρυβο που θέλει. Ο πολίτης αυτό που θέλει και απαιτεί είναι έγκυρη ενημέρωση, διαφάνεια και λογοδοσία. Απαιτεί ανάληψη ευθύνης, ενημέρωση και εξηγήσεις για όλες τις αστοχίες και πως ξοδεύονται τα χρήματα του.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx