Ο “κακός” λιγνίτης και το “πονηρό” φυσικό αέριο
03/10/2024Η κατάσταση με το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας μετά την κατάργηση του μονοπώλιου της δημόσιας ΔΕΗ και την δημιουργία λίγων ιδιωτικών παραγωγών ενέργειας (ολιγοπώλιο), μόνο μείωση τιμών δεν έφερε στην ελεύθερη αγορά, παρά μόνο υπερβολικές αυξήσεις (αρνητικού ανταγωνισμού θα έλεγα), στις λιανικές τιμές του ρεύματος.
Μια χαώδης κατάσταση χρηματιστηρίων, αντιπροσφορών, αγορών της επόμενης ή της προηγούμενης μέρας, ανάκλησης τιμών, συνδυασμών προσφορών κλπ, καθιστά πολύ δύσκολο να καταλάβεις ακριβώς τον τρόπο έκδοσης της τελικής τιμής λιανικής πώλησης του ρεύματος στη χώρα μας. Μετά από έρευνα και συνεργασία με συναδέλφους μηχανικούς, στην ουσία τρεις απλές συνδυαστικές επιλογές θα πρότεινα σε μια έντιμη κυβέρνηση, αν ήθελε να ελαφρύνει το κόστος διαβίωσης των Ελλήνων από τις υπερυψηλές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος.
Κατά πρώτον, θα πρέπει να αλλάξει το νόμο για τον υπολογισμό της χοντρικής τιμής ρεύματος ώστε να μην παίζεται η τελική τιμή τους, από τις εύκολα χειραγωγούμενες αγοραπωλησίες της προμήθειας ρεύματος από το φυσικό αέριο. Η τελική τιμή πρέπει να υπολογίζεται από το κόστος του ενεργειακού μείγματος που χρησιμοποιήθηκε (λιγνίτης, φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες, υδροηλεκτρικά και φυσικό αέριο) χωρίς εκβιασμούς και ακρότητες στις τιμές.
Το χάος στην αγορά ενέργειας
Επί πλέον θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα παρέμβασης στο ενεργειακό μείγμα ενέργειας από το κράτος. Αυτό τον ρόλο θα μπορούσε να τον παίξει αν ήταν δημόσια, η ιδιωτική πλέον ΔΕΗ που διαθέτει τις μονάδες λιγνίτη, σε αντιστάθμιση των λοιπών παρόχων. Δεν τον παίζει και δυστυχώς στη χώρα μας, παρότι το ρεύμα θεωρείται κοινωνικό αγαθό, η προστασία της κοινωνίας και της αγοράς από το κράτος έχει περιοριστεί σημαντικά, αφού η ενέργεια βρίσκεται στα χέρια μόνο ιδιωτών, με το χρηματιστήριο του φυσικού αερίου να καθορίζει την τελική τιμή του ρεύματος.
Με δεδομένο ότι οι παραγωγοί ρεύματος με Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατέχουν οι ίδιοι και τις ανταγωνιστικές μονάδες φυσικού αερίου, εύκολα προκαλείται “τεχνητή έλλειψη ισχύος”. Οι φτηνές Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες), παρότι ασταθείς και μεταβαλλόμενες λόγω των καιρικών συνθηκών, κατέχουν για πολλές ώρες της ημέρας μεγάλο ποσοστό στο ενεργειακό μείγμα (έως 60%). Το πρόβλημα προκύπτει όταν κατά τις βραδινές ώρες πέφτει κατακόρυφα η απόδοσή τους (φαινόμενο πάπιας), οι μονάδες λιγνίτη είναι σε εφεδρεία ή υπολειτουργούν, το ρεύμα δεν επαρκεί και θα πρέπει να ενεργοποιηθούν άμεσα οι μονάδες φυσικού αερίου σαν μονάδες “αιχμής” (με τους αεριοστρόβιλους που διαθέτουν), ώστε να μην καταρρεύσει το σύστημα ηλεκτροδότησης.
Στην ανάγκη αυτή, οι πάροχοι ανεβάζουν στην Αγορά Εξισορρόπησης την τιμή του ρεύματος στα ύψη μέχρι 10 φορές του κόστους παραγωγής (942Eu/mwh, Τετάρτη 4 Σεπτέμβρη) με τη συμμετοχή ή ανοχή πλέον και της ΔΕΗ, με συνέπεια ο μέσος όρος τιμής του ρεύματος να απογειώνεται και να είναι από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη. Έτσι τελικά, η χοντρική τιμή του ρεύματος επηρεάζεται κυρίως από το ενεργειακό χρηματιστήριο όπως έχει στηθεί και τελικά όλες οι άλλες προσφορές ενέργειας επηρεάζουν πολύ λίγο την τελική τιμή του ρεύματος. Η Επιτροπή φυσικά Ανταγωνισμού… ανύπαρκτη.
Γιατί χρειάζεται ο “κακός” λιγνίτης
Κατά δεύτερον, για να σταματήσει η αισχροκέρδεια, θα πρέπει να αυξηθεί η συμμετοχή της λιγνιτοπαραγωγής στο ενεργειακό μίγμα, σταθερά τουλάχιστον πάνω από το 25% και να γίνει μονάδα “βάσης” (συνεχής λειτουργία) όλο το 24ωρο και όχι εφεδρεία που είναι σήμερα. Οι μονάδες φυσικού αερίου θα μπορούν να είναι ταυτόχρονα μονάδες βάσης (εφόσον τους συμφέρει) αλλά κυρίως μονάδες αιχμής, ώστε να καλύπτουν το κενό που δημιουργούν τα φωτοβολταϊκά κατά τις βραδινές ώρες και να λειτουργούν πάντα παράλληλα με τον λιγνίτη, για λιγότερη συμμετοχή στο μίγμα.
Έτσι και αφού υπάρξει επάρκεια ηλεκτροπαραγωγής, δεν θα προκαλείται τεχνητή έλλειψη ισχύος και θα σταματήσει ο εκβιαστικός τζόγος των παραγωγών ενέργειας από φυσικό αέριο, που σήμερα καταδυναστεύουν το κόστος του ρεύματος με την χειραγώγηση της τιμής. Τότε θα πέσουν οι τιμές του ρεύματος απευθείας στο 30% όπως συμβαίνει στη Γερμανία, Τσεχία, στην Πολωνία και αλλού. Μην ξεχνάμε ότι και το φυσικό αέριο δεν είναι υγιεινό και πράσινο, είναι ομοίως ρυπογόνο και παρότι παράγει κατά την καύση του λιγότερο CO2 από το λιγνίτη (κατά 60%), όσον αφορά το φαινόμενο του θερμοκηπίου θεωρείται πολύ πιο επικίνδυνο από το λιγνίτη, λόγω των εκπομπών τού επικίνδυνου μεθανίου (αυτό αποσιωπάται).
Τρίτον, θα πρέπει η επόμενη πατριωτική κυβέρνηση, αν υπάρξει ποτέ, να εξαγοράσει το πακέτο μετοχών της ΔΕΗ που “πούλησε” μέσω ΤΑΙΠΕΔ η τωρινή (το Δημόσιο έχασε την πλειοψηφία στο μετοχικό κεφάλαιο και κατέχει πλέον το 34,5%), ώστε να μπορεί να παρεμβαίνει ευκολότερα με τις μονάδες λιγνίτη, και να ελέγχει την ασυδοσία του τζόγου στην ενέργεια της χώρας, τζόγου που έχει υποδουλώσει με τις πρωτόγνωρες τιμές του ρεύματος, τον λαό, την βιομηχανία και τις υποδομές της χώρας.
Καταστροφική πολιτική
Η άρνηση της κυβέρνησης να αλλάξει ριζικά το στρεβλό νομικό πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς ενέργειας ώστε να παρεμβαίνει δυναμικά στην διαδικασία ελέγχου της τιμής του ρεύματος, των στημένων δημοπρασιών (“πλειοδοσίας” θα έλεγα) και του μίγματος ηλεκτροπαραγωγής, είναι αδικαιολόγητη. Για να στηρίξουν τις παραπάνω εξόφθαλμες αντιλαϊκές πολιτικές τους, εφηύραν τις επιδοτήσεις τιμής τού ρεύματος.
Στην ουσία το κράτος πληρώνει τις υψηλές τιμές στους ιδιώτες παραγωγούς, ενώ εμείς “πιστεύουμε” ότι η κυβέρνηση μάς προστατεύει, αφού συνεχίζουμε να πληρώνουμε φτηνό ρεύμα, καταβάλλοντας χαμηλότερο τίμημα στους λογαριασμούς. Δεν είναι όμως έτσι, γιατί πληρώνουμε τελικά το ακριβό ρεύμα σαν δημόσιο χρέος που δανείζεται η κυβέρνηση για να το ξεχρεώσει. Εμάς απλώς η κυβέρνηση μας χρησιμοποιεί σαν ενδιάμεσους. Αυτοί δηλαδή παίρνουν όσα ζητάνε και η κυβέρνηση αδιαπραγμάτευτα τους ξεχρεώνει εξασφαλίζοντας την σιωπή μας, ενώ παριστάνει με θράσος ότι ασκεί κοινωνική πολιτική.
Διαλέγετε και παίρνετε λοιπόν τις πολιτικές επιλογές των μέχρι τώρα αντιλαϊκών μέτρων των κυβερνήσεων από το 2010 μέχρι σήμερα. Ότι και να ισχύει, η αδικία έναντι του ελληνικού λαού είναι πασιφανής. Ο λαός και η τοπική οικονομία δεν ωφελήθηκαν προς το παρόν σε τίποτα, ούτε από τις ανεμογεννήτριες, ούτε από τα φωτοβολταϊκά, ούτε από τον ανύπαρκτο ανταγωνισμό της “πληθώρας” των παραγωγών “πράσινης ενέργειας”. Σαφώς ζημιώθηκαν…
Ο “ρυπογόνος” λιγνίτης
Τελικά είναι φανερός πλέον ο λόγος πού ήθελαν να διαλύσουν την πανίσχυρη τότε δημόσια ΔΕΗ, η οποία παρήγαγε φτηνό ρεύμα “ισοβίως” στα 11 ευρώ/Mwh λιανική τιμή (συμπεριλαμβανομένων και των λοιπών επιβαρύνσεων). Το οποίο φτηνό ρεύμα δυστυχώς, οι “οικολογικές” κυβερνήσεις μας, δεν επέτρεψαν να συνεχίσουν να το παράγουν, γιατί ήταν ενέργεια από τον “ρυπογόνο” λιγνίτη, κάτι που φυσικά συνεχίζουν οι “απολίτιστοι” λοιποί Ευρωπαίοι “ρυπαντές”. Οι οποίοι “ρυπαντές” (Γερμανοί, Πολωνοί, Τσέχοι κλπ) μην ξεχνάμε, πήραν παράταση να παράγουν ρεύμα από ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2050. Αντιθέτως εμείς που είχαμε δεσμευτεί (αφρόνως) να κλείσουμε τα λιγνιτωρυχεία το 2035, η πολύ βιαστική κυβέρνησή μας μείωσε το χρόνο στο 2027.
Άλλη μια υπερβολή, υποτίθεται για το περιβάλλον, όπου κανείς δεν ξέρει (ή μάλλον ξέρει) αν το περιβαλλοντικό ισοζύγιο κρίνεται τελικά θετικό, μετά τις αποψιλώσεις των βουνών για τις ανεμογεννήτριες, των φωτοβολταϊκών στις πεδιάδες και την λειτουργία μονάδων φυσικού αερίου, αντισταθμιστικά με το κλείσιμο των μονάδων λιγνίτη. Σίγουρα το οικονομικό ισοζύγιο απέτυχε σε βάρος όλου του λαού. Σαν αυτόχειρες μπήκαμε από μόνοι μας στην φάκα της ενεργειακής εξάρτησης.
Τον λαό δυστυχώς κανείς δεν τον σκέφτηκε. Τώρα αφού τον φορτώσανε άγχος για τους λογαριασμούς, του ζητάνε να ψάχνει τα πράσινα και τα κίτρινα τιμολόγια μπας και γλυτώσει καμιά πεντάρα. Τίποτα δεν θα γλυτώσει αν δεν αλλάξει η ενεργειακή πολιτική και δεν βάλλουν στον καθορισμό τής τιμής του ρεύματος τον εγχώριο λιγνίτη σαν μονάδα βάσης, “ανταγωνιστικά” με το εισαγόμενο φυσικό αέριο και δεν αλλάξουν το τρόπο υπολογισμού της λιανικής τιμής πώλησης, χωρίς τις περιβόητες ρήτρες αναπροσαρμογής τιμής που ευνοούν μόνο τους ιδιώτες κερδοσκόπους.
Το παράδειγμα των ανεπτυγμένων χωρών
Παρότι κατέχουμε την δεύτερη θέση σε παραγωγή ρεύματος από ΑΠΕ, έχουμε το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη. Ενδεικτικά, στη Γερμανία στις 23/8/24 στις 22.00 το βράδυ, η χοντρική τιμή ρεύματος είχε 119 ευρώ/mwh, ενώ στην Ελλάδα 333 ευρώ/mwh. Την δε επομένη, η τιμή ημέρας στην Γερμανία ήταν 37€/mwh και στην Ελλάδα 139€/mwh. Αυτές οι αυξομειώσεις είναι ασταμάτητες. Ανεξήγητα πράγματα με τους ελληνικούς αλγόριθμους, που καθορίζουν τις τιμές ρεκόρ. Και όλα αυτά με πρόφαση, να μην “ρυπάνουμε” τον καθαρό ουρανό μας.
Τι ρύπανση όμως προκαλεί η Ελλάδα με τα τρία τέσσερα εργοστάσια που διαθέτουμε, όταν στην Γερμανία λειτουργούν 58 εργοστάσια λιγνίτη, στην Πολωνία 42, στην Τουρκία 34, στην Κίνα 1142, στην Ινδία 282 και στις ΗΠΑ 210. Το “Πτολεμαΐδα 5″, το πιο σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος από λιγνίτη στην Ευρώπη αντιρρυπαντικής τεχνολογίας (μηδενικών ρύπων), που κόστισε 1,4 δις ευρώ και παραδόθηκε το 2023, δεν λειτούργησε ποτέ κανονικά, παρά σαν εφεδρεία (αιχμής) και διαβάζω ότι θέλουν να το κλείσουν και αυτό οριστικά το 2027.
Οι αβελτηρίες όμως στην αγορά ενέργειας είναι πλέον αποδεδειγμένες. Όσο όμως και να χρηματοδοτείται η σκοτεινή τιμή του ρεύματος, είναι φανερό ότι στην ενέργεια έχει προκληθεί χάος και αντίδραση της κοινωνίας, με ή χωρίς επιδότηση του νέου “μπελά” της κοινωνίας που ονομάζεται “υγιεινό ρεύμα” (λες και υπάρχει “υγιεινή” παραγωγή ρεύματος χωρίς ρύπανση), που προέρχεται από το εισαγόμενο φυσικό αέριο και όχι από τον εγχώριο και “κακό” για τους “περιβαλλοντολόγους” πολιτικούς μας, φτηνό και εκτός χρηματιστηρίου, black λιγνίτη…
Ο Σπύρος Κανιώρης είναι Μηχανολόγος μηχανικός