Κυπριακό: Ποιοι και πως υπονόμευσαν τον Κοτζιά
27/11/2016Εκτός από την εμπλοκή που έχει προκύψει στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, λόγω της διαφωνίας για το εδαφικό, τις τελευταίες ημέρες έχει προκληθεί και ένα ρήγμα στον άξονα Αθήνα-Λευκωσία. Αιτία είναι το ζήτημα των εγγυήσεων-ασφάλειας. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά.
Οι διαπραγματεύσεις για τα τέσσερα κεφάλαια της εσωτερικής πτυχής το προηγούμενο 18μηνο έχουν οδηγήσει σε συγκλίσεις, γεγονός που τροφοδότησε την ελπίδα για λύσει και εντός του 2016. Το Κυπριακό, όμως, δεν είναι μόνο οι συζητούμενες διευθετήσεις για το συνταγματικό, το εδαφικό, τις περιουσίες, τους εποίκους κλπ. Είναι και η εξωτερική πτυχή, το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας.
Υπενθυμίζουμε ότι η συμφωνία της Ζυρίχης (1960), πρόβλεπε ότι η νεόδμητη Κυπριακή Δημοκρατία θα είχε τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Βρετανία, Ελλάδα και Τουρκία). Από την αρχή, η κυβέρνηση Τσίπρα απέφυγε επιμελώς να εμπλακεί στις διαπραγματεύσεις για την εσωτερική πτυχή. Θέση της είναι ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, ως μέλος της ΕΕ-Ευρωζώνης, μπορεί να διαχειρισθεί τα προβλήματά της και δεν έχει ανάγκη από μητέρες-πατρίδες και εγγυήτριες δυνάμεις.
Η θέση αυτή δεν είναι αποστασιοποίηση από το Κυπριακό. Είναι θέση που στριμώχνει διπλωματικά την Άγκυρα. Χωρίς μία νέα συνθήκη εγγυήσεων δεν θα μπορούν να μείνουν στη Μεγαλόνησο τουρκικά στρατεύματα. Ούτε, βεβαίως, η Άγκυρα θα μπορεί να επικαλεσθεί επεμβατικά δικαιώματα, όπως είχε ισχυρισθεί 1974 για να εισβάλλει.
Η Αθήνα έχει εξαρχής και με κατηγορηματικό τρόπο καταστήσει σαφή τη θέση της. Από την άλλη πλευρά, η Άγκυρα δείχνει απρόθυμη να συναινέσει σε λύση του Κυπριακού, εάν δεν εξασφαλίσει την παραμονή ικανού αριθμού στρατιωτών της στη Μεγαλόνησο. Αυτός είναι ο λόγος που η εξωτερική πτυχή του Κυπριακού αφέθηκε για το τέλος. Η υφιστάμενη διαφορά ήταν και παραμένει το μεγαλύτερο εμπόδιο.
Τόσο ο διεθνής παράγοντας, όσο και η Άγκυρα πίστευαν ότι εάν ο Αναστασιάδης θα είχε συμφωνήσει για όλα τα άλλα ζητήματα, η Αθήνα τελικώς θα υποχρεωνόταν να αποδεχθεί μία διπλωματική φόρμουλα που ουσιαστικά θα ακύρωνε την αρχική θέση της. Κάπως έτσι σκεπτόταν και ο Κύπριος πρόεδρος. Εάν, μάλιστα, πιστέψουμε έγκυρη κυπριακή πηγή, είχε συμφωνήσει με τον διεθνή παράγοντα να αποδεχθεί μία τέτοια φόρμουλα.
Οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων συναντήθηκαν στο Μοντ Πελεράν της Ελβετίας με σκοπό να ολοκληρώσουν τις διαπραγματεύσεις για την εσωτερική πτυχή. Με βάση τα όσα είπε ο Αναστασιάδης στους πολιτικούς αρχηγούς στο Εθνικό Συμβούλιο της περασμένης Πέμπτης, ο Ακιντζί αποδέχθηκε το τουρκοκυπριακό κρατίδιο να κατέχει το 29,2% του εδάφους, ενώ η ελληνοκυπριακή πλευρά αποδεχόταν το 28,2%.
Ο πρόεδρος είπε ότι ακόμα και εάν δεχόταν το 29,2% θα επέστρεφαν πάνω από 78.000 Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες και ότι στα εδάφη που θα επιστρέφονταν θα περιλαμβανόταν και η πόλη Μόρφου (προβλεπόταν και στο σχέδιο Ανάν). Κι αυτό, παρότι ο Ερντογάν έχει εδώ και εβδομάδες πει ότι η Μόρφου δεν θα επιστραφεί. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Τουρκοκύπριοι απέφυγαν επιμελώς να καταθέσουν χάρτη.
Στη σχετική συζήτηση στο Εθνικό Συμβούλιο παρενέβη ο διαπραγματευτής πρέσβης Μαυρογιάννης, διαψεύδοντας ουσιαστικά τον πρόεδρο. Κατέθεσε πως στις συνομιλίες οι Τουρκοκύπριοι είπαν πως έχουν χάρτη που τους δίνει 29,2% του εδάφους, αλλά επιτρέπει την επιστροφή στις εστίες μόνο 55.000 Ελληνοκυπρίων. Κατόπιν αυτού, ο Αναστασιάδης έκανε πίσω. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, ο ειδικός αντιπρόσωπος της Γραμματείας του ΟΗΕ για το Κυπριακό είπε στον Αναστασιάδη πως για να πάρει τη Μόρφου πρέπει να παραχωρήσει στους Τουρκοκύπριους την εκ περιτροπής προεδρία.
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να υπογραμμισθούν δύο στοιχεία:
- Πρώτον, πως το 29,2% είναι πλασματικό. Στην εδαφική διευθέτηση προβλέπονται και δύο μεγάλα πάρκα στην Καρπασία και στον Κορμακίτη (3-4% του εδάφους της Κύπρου), τα οποία θα είναι υπό τουρκοκυπριακή διαχείριση.
- Δεύτερον, πως δεν έχει γίνει διαπραγμάτευση για την ΑΟΖ των δύο κρατιδίων. Στο Εθνικό Συμβούλιο ο πρόεδρος ρωτήθηκε σχετικά, δεδομένου ότι οι Τουρκοκύπριοι διεκδικούν το 45% της κυπριακής ΑΟΖ. Μετά από πολλές πιέσεις, ομολόγησε ότι αυτό το ζήτημα όχι μόνο δεν έχει συζητηθεί, αλλά και πως ο ίδιος θεωρεί πως δεν μπορεί να συζητηθεί πριν από τη λύση!
Πάντα σύμφωνα με την ενημέρωση του προέδρου στο Εθνικό Συμβούλιο, στη δεύτερη συνάντηση στο Μοντ Πελεράν, ο Ακιντζί υπαναχώρησε, αποδεχόμενος την επιστροφή το ανώτερο 65.000 Ελληνοκυπρίων. Ξεκαθάρισε, μάλιστα, ότι περαιτέρω διαπραγμάτευση δέχεται να γίνει σε πολυμερή διάσκεψη.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η Αθήνα, έχοντας συνείδηση ότι η Άγκυρα έχει αντιδιαμετρικές θέσεις, είχε θέσει ως όρο για τη σύγκληση της πολυμερούς να προηγηθεί μία συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν. Σκοπός της θα ήταν να ξεκαθαρισθεί εάν οι διαφορές μπορούν να γεφυρωθούν. Γιατί εάν αποδεικνυόταν ότι το χάσμα είναι αγεφύρωτο, η πολυμερής θα κατέληγε σε ναυάγιο. Με αυτό το πνεύμα μίλησε ο Τσίπρας στην τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Ερντογάν.
Στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών είχαν συνείδηση ότι εάν η Ελλάδα πήγαινε απευθείας στην πολυμερή για να διαπραγματευθεί εκεί, θα βρισκόταν στο εξής δίλημμα: ή να υποχωρήσει και να δεχθεί παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής, ή να αποχωρήσει από τη διάσκεψη και να χρεωθεί το διπλωματικό κόστος του ναυαγίου.
Επειδή, όμως, ο Αναστασιάδης πίεζε τον Τσίπρα να ορισθεί ημερομηνία σύγκλησης της διάσκεψης, συμφωνήθηκε η εξής συμβιβαστική φόρμουλα: να ορισθεί ημερομηνία, αλλά υπό αίρεση. Με άλλα λόγια, η διάσκεψη θα γινόταν μόνο εάν προέκυπτε γεφύρωση του χάσματος στη συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν. Η Αθήνα συμφώνησε να δώσει ημερομηνία και η Άγκυρα συμφώνησε οι δύο ηγέτες να συναντηθούν (στο Άμπου Ντάμπι).
Η υπαναχώρηση του Ακιντζί στο εδαφικό προκάλεσε συνολική εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις. Αυτή με τη σειρά της προκάλεσε όχι μόνο το γνωστό παιχνίδι επίρριψης ευθυνών ανάμεσα στις δύο πλευρές, αλλά και μία έμμεση πλην σαφή διαμάχη μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας.
Ένα μπλοκ πολιτικών και μιντιακών δυνάμεων στην Κύπρο και στην Ελλάδα ενορχήστρωσε μία επίθεση εναντίον του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών, κατηγορώντας τον ότι προσπαθεί να τορπιλίσει τη λύση. Είναι οι ίδιοι κύκλοι που το 2004 είχαν υποστηρίξει φανατικά το σχέδιο Ανάν και μάλιστα έναντι πλουσιοπάροχης χρηματοδότησης, όπως αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων από αμερικανικά έγγραφα.
[quote pull=”left”]Τον ισχυρισμό τους συνόψισε ο άλλοτε ευρωβουλευτής Τάκης Χατζηδημητρίου, ο οποίος σήμερα, μάλιστα, είναι και μέλος μίας τεχνικής επιτροπής στις διαπραγματεύσεις: «Περιεπλάκη το εδαφικό, κατά τρόπο αχρείαστο, με την υποστήριξη από μέρους της ελληνικής κυβέρνησης της εκ των προτέρων συμφωνίας για τις εγγυήσεις… Η ακραία θέση για τις εγγυήσεις έφερε σκλήρυνση της τούρκικης θέσης για το εδαφικό, που είναι η σοβαρότερη πλευρά για την επίλυση του προβλήματος».[/quote]
Παραθέσαμε τη θέση του, επειδή ουσιαστικά λέει φωναχτά αυτό που αφήνει να εννοηθεί ο πρόεδρος Αναστασιάδης. Είναι ενδεικτικό ότι προσπαθεί να καλλιεργήσει την εικόνα του “εποικοδομητικού Τσίπρα” έναντι του “ακραίου εθνικιστή Κοτζιά”. Με αυτό το πνεύμα μίλησε στο Εθνικό Συμβούλιο και ο εκπρόσωπος του ΔΗΣΥ Νεοφύτου.
Στο ίδιο μήκος κύματος και η εφημερίδα Πολίτης, που είναι η ναυαρχίδα των προαναφερθέντων κύκλων στην Κύπρο: «Ο πρόεδρος Αναστασιάδης είχε αρκετές τηλεφωνικές συνομιλίες με τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος όμως πελαγοδρομούσε μεταξύ των όσων προωθούσε ο Κύπριος Πρόεδρος και των όσων ανέτρεπε ο δικός του υπουργός των Εξωτερικών. Έτσι, αν και ο Τσίπρας συμφώνησε με τον Αναστασιάδη, δεν έδειξε διατεθειμένος να τιθασεύσει τον υπουργό του. Γι’ αυτό και όταν πλέον αποφασίστηκαν οι ημερομηνίες της πολυμερούς διάσκεψης (21-22 Δεκεμβρίου), το σκηνικό είχε ανατραπεί».
Τη σκυτάλη από τον “Πολίτη” πήρε στην Ελλάδα η ιστοσελίδα TVXS: «με βάση τα όσα είχαν μέχρι στιγμής συμφωνηθεί, σε πολύ γενικές γραμμές, η αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής θα γινόταν σταδιακά και μετά την επικύρωση της συμφωνίας. Στην προαναφερθείσα φόρμουλα παρουσιάζεται να είχε συμφωνήσει αρχικά και ο Έλληνας πρωθυπουργός που στη συνέχεια άρχισε να επηρεάζεται από τις θέσεις του κ. Κοτζιά».
Από την πλευρά του, ο Κοτζιάς απάντησε ως εξής: «Μου λένε, όμως, ότι το να παλεύεις για την κατάργηση των εγγυήσεων, για να φύγουν τα κατοχικά στρατεύματα της Τουρκίας από την Κύπρο είναι εθνικισμός, ενώ είναι σύγχρονος ευρωπαϊσμός να κατέχει η Τουρκία ευρωπαϊκά εδάφη! Συχνά αυτοί που κατηγορούν για εθνικισμό την πατριωτική Αριστερά είναι φορείς του εθνικισμού της άλλης πλευράς».
Σε non paper που έστειλε την περασμένη Δευτέρα το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αναφέρεται: «Η ελληνική κυβέρνηση, κατά τη διάρκεια επανειλημμένων συνομιλιών με όλους τους παράγοντες που εμπλέκονται στο Κυπριακό πρόβλημα, κατέστησε σαφές ότι συμφωνεί να συμμετάσχει σε πολυμερή συνάντηση, υπό την αίρεση της προηγούμενης συζήτησης και συμφωνίας με την Τουρκία, επί του θέματος των εγγυήσεων και της ασφάλειας. Άνευ διεξαγωγής της συγκεκριμένης συζήτησης, η Ελλάδα δεν πρόκειται να προσέλθει σε πολυμερείς συνομιλίες και αυτό οφείλει να γίνει κατανοητό από όλους, του κ. Έιντε (ο αμερικανοκινούμενος ειδικός απεσταλμένος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ) συμπεριλαμβανομένου».
Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που ο Κοτζιάς δέχεται αλλεπάλληλα “μαχαιρώματα”. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, ο απερχόμενος Αμερικανός αντιπρόεδρος Μπάιντεν είχε προ καιρού συστήσει στον Τσίπρα να βάλει νερό στο κρασί του όσον αφορά τις εγγυήσεις και να κάνει στην άκρη τον υπουργό Εξωτερικών για να διευκολυνθεί η λύση του Κυπριακού. Η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών Νούλαντ υποστηρίζει την παραμονή τουρκικών στρατευμάτων μετά τη λύση του Κυπριακού. Συζητάει την πρόταση των Τούρκων το πρόβλημα να λυθεί με την παραχώρηση σ’ αυτούς μίας (κυρίαρχης) βάσης στη βόρειο Κύπρο.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, εκτός από τον Αναστασιάδη και κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησαν να προκαλέσουν ρήγμα στις σχέσεις Τσίπρα-Κοτζιά. Λένε στον πρωθυπουργό ότι πρέπει αυτός να χαράζει την εξωτερική πολιτική και να μην αφήνει ελεύθερο πεδίο στον υπουργό Εξωτερικών, επειδή θα τορπιλίσει τη λύση του Κυπριακού!
Όπως έχουμε προαναφέρει, ο διεθνής παράγοντας και η Άγκυρα πίστευαν ότι ρυμουλκώντας την Ελλάδα σε μία πολυμερή διάσκεψη θα την υποχρέωναν, υπό το κράτος των συντονισμένων πιέσεων, να υπαναχωρήσει από τη θέση της ότι απορρίπτει τις εγγυήσεις. Θεωρώντας τον Κοτζιά εμπόδιο, προσπαθούν να τον παρακάμψουν, προτείνοντας η διαπραγμάτευση για τις εγγυήσεις να γίνει μεταξύ εμπειρογνωμόνων και παραλλήλως με τις διαπραγματεύσεις για την εσωτερική πτυχή.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Αναστασιάδης. Σύμφωνα με πολιτικό παράγοντα της Κύπρου, ο Αναστασιάδης, αναφερόμενος στον Κοτζιά, του είπε: «αυτός ο βλάκας τόλμησε να με πάρει τηλέφωνο να μου πει πως ξέφυγα από τα συμφωνηθέντα». Αξιόπιστες πηγές στη Λευκωσία υποστηρίζουν ότι οι κύκλοι στην Κύπρο που έχουν στοχοποιήσει τον Κοτζιά έχουν πάρει το πράσινο φως από το προεδρικό μέγαρο.
Οι ίδιοι κύκλοι προσπαθούν να αποδώσουν την υπαναχώρηση του Ακιντζί στο εδαφικό στο γεγονός ότι η Αθήνα επιμένει να ζητάει την κατάργηση των εγγυήσεων. Σ’ αυτό το πνεύμα ήταν και η παρέμβαση του εκπροσώπου του ΔΗΣΥ Νεοφύτου στο Εθνικό Συμβούλιο. Εξέφρασε τη θέση του με μορφή ερωτήματος: «Αποκλείετε να έγιναν δεύτερες σκέψεις από την τουρκική πλευρά επειδή δεν αποδέχονται την εκ των προτέρων κατάργηση των εγγυήσεων;» Για να μην αφήσει καμία αμφιβολία, μάλιστα, δήλωσε καθαρά πως εάν οι Τουρκοκύπριοι συμφωνήσουν για το εδαφικό επί χάρτου, τότε πρέπει να συγκληθεί σε διάσκεψη. Παρεμφερή θέση εξέφρασε και ο επικεφαλής του ΑΚΕΛ.
Η πείρα του Κυπριακού αποδεικνύει πως είναι πάγια τακτική της τουρκικής πλευράς να καλλιεργεί προσδοκίες για να αποσπάσει ανταλλάγματα στις διαπραγματεύσεις και όταν έρχεται η ώρα να υπαναχωρεί. Είναι χρήσιμο, ωστόσο, να αναφέρουμε την έγκυρη πληροφορία πως όταν προέκυψε η εμπλοκή στην Ελβετία, έλαβε χώρα ένα έντονο επεισόδιο. Ο Ακιντζί αποκάλεσε τον Αναστασιάδη μεγάλο ψεύτη, ο οποίος άλλα λέει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά στη Λευκωσία και άλλα στην Αθήνα.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι κύκλοι που έχουν στοχοποιήσει τον Κοτζιά κατηγορούν την Αθήνα και για παρέμβαση στο Κυπριακό! Το ζήτημα των εγγυήσεων, όμως, δεν είναι αρμοδιότητα της Λευκωσίας. Είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των τριών εγγυητριών δυνάμεων. Και είναι αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας να μη θέλει να συμπράξει στην ανανέωση ενός καθεστώτος που αφενός έχει προκαλέσει πληγές στον κυπριακό Ελληνισμό. Οι εγγυήσεις είναι συνδεδεμένες με την αποικιοκρατία και ως πρακτική έχει καταργηθεί διεθνώς μεταπολεμικά. Μόνη εξαίρεση ήταν η Κύπρος το 1960.
Στο σημείο αυτό παραθέτω απόσπασμα από άρθρο μου στο “Θέμα” πριν ένα χρόνο (20-12-2015) που αποδεικνύει πως το πρόβλημα με τις εγγυήσεις υπάρχει εξαρχής και δεν προέκυψε τώρα: «Είναι προφανές πως χωρίς τη συμμετοχή της Ελλάδας δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους καθεστώς εγγυήσεων… Ο Κοτζιάς έχει ξεκαθαρίσει στον πρόεδρο Αναστασιάδη ότι η διαπραγμάτευση της λύσης του Κυπριακού είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Λευκωσίας και η Αθήνα δεν θα εμπλακεί καθοριστικά. Στο ζήτημα, όμως, των εγγυήσεων έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα και δεν πρόκειται να συμμετάσχει… Όσοι κινούν από το παρασκήνιο τα νήματα επιδιώκουν να στήσουν μία πενταμερή διάσκεψη με σκοπό η Αθήνα να βρεθεί υπό πίεση… Διπλωματικές πηγές εκτιμούν πως όταν θα έχει κλείσει επιτυχώς ο κύκλος των διαπραγματεύσεων για τις εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού, το ζήτημα των εγγυήσεων και της στρατιωτικής παρουσίας θα έρθει στο τραπέζι ως η μόνη εκκρεμότητα. Θα απειλήσουν την κυβέρνηση Τσίπρα πως εάν δεν υποχωρήσει θα έχει την ευθύνη για τον τορπιλισμό της λύσης. Δεν αποκλείουν, μάλιστα, να της ασκηθούν πιέσεις και μέσω του Αναστασιάδη».
Στο Εθνικό Συμβούλιο, ο Αναστασιάδης επανέλαβε το επιχείρημα πως εάν δεν βρεθεί ένας συμβιβασμός η Τουρκία θα κάνει πράξη την απειλή της να προσαρτήσει την κατεχόμενη Κύπρο. Μετά την εμπλοκή, ο Τούρκος υπουργός Τσαβούσογλου έσπευσε να μεταβεί εκεί για να δηλώσει ότι πρέπει άμεσα να συμφωνηθεί οδικός χάρτης για να λυθεί το Κυπριακό μέχρι το τέλος του 2016.
Μπορεί η απειλή της προσάρτησης να χρησιμοποιείται ως μέσο πίεσης από τον Αναστασιάδη, αλλά ούτε και αυτός την πολυπιστεύει, επειδή η Άγκυρα τα έχει ξαναπεί στο παρελθόν. Η δική μας άποψη είναι πως αυτή τη φορά δεν πρόκειται για μπλόφα. Εάν ο Ερντογάν δεν πάρει αυτό που θέλει θα έχει μεγάλο πολιτικό πειρασμό να μεγαλώσει την εδαφική επικράτεια της Τουρκίας.
Μία τέτοια κίνηση ταιριάζει απολύτως στο νεοοθωμανικό όραμά του και αναμφισβήτητα θα έχει υψηλό πολιτικό συμβολισμό. Η όλη ρητορική του, άλλωστε, για τη συνθήκη της Λωζάννης και τα χαμένα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκ των πραγμάτων προετοιμάζει το έδαφος. Το γεγονός, μάλιστα, ότι διανύουμε περίοδο μετάβασης στην Ουάσιγκτον μπορεί να εκληφθεί από αυτόν ως ευκαιρία.