Αποϊδεολογικοποίηση και εξελικτική προσέγγιση
12/06/2017Μετά το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου η Τουρκία πέρασε από μια αναιμική προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία σε προεδρική δημοκρατία που ουσιαστικά παραπέμπει σε καθεστώς αυταρχικής δεσποτείας. Ο λαός της διχάστηκε στο δημοψήφισμα και αυτός ο διχασμός δεν είναι συγκυριακός. Έχει πολιτισμικές ρίζες και τείνει να καταστεί μόνιμο φαινόμενο.
Αναπόφευκτα, τα δεδομένα αυτά επηρεάζουν καθοριστικά το πολιτικό-οικονομικό-κοινωνικό γίγνεσθαι της χώρας, αλλά και τους εξωτερικούς προσανατολισμούς της. Εξ ορισμού η Κύπρος δεν μένει ανεπηρέαστη. Παλαιότερα η Άγκυρα διακήρυττε την πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονές της. Σήμερα έχει σοβαρά προβλήματα με όλους σχεδόν. Αυτό εν πολλοίς είναι απότοκο της αναθεωρητικής πολιτικής του Ερντογάν, η οποία αποσκοπεί σε ένα ηγεμονικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και σε μια αναβαθμισμένη παρουσία στο διεθνές γίγνεσθαι.
Για χρόνια τώρα Ελλάδα και Κύπρος είχαν επενδύσει στην ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας με την προσδοκία ότι η υλοποίηση του στόχου αυτού θα εξυπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα. Ήδη από το 1999, όταν η Τουρκία είχε αναγορευθεί σε υποψήφια προς ένταξη χώρα, είχα υποστηρίξει ότι τα εθνικά συμφέροντα θα εξυπηρετούντο καλύτερα με μια ειδική σχέση ΕΕ-Τουρκίας, στη διαμόρφωση της οποίας θα είχε ρόλο και η Ελλάδα και η Κύπρος. Η θέση αυτή είναι πολύ επίκαιρη σήμερα, καθώς είναι πλέον ξεκάθαρο ότι δεν τίθεται θέμα ένταξης.
Σε σχέση με το Κυπριακό, είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι μετά το 1974 η Τουρκία θα αποδεχόταν μόνο λύση που θα αντικαθιστούσε την Κυπριακή Δημοκρατία με ένα νέο κρατικό μόρφωμα, το οποίο θα ήταν υπό τον στρατηγικό της έλεγχο. Τη θέση αυτή ακολούθησε πιστά και ο Ερντογάν. Στήριξε το Σχέδιο Ανάν, επειδή ακριβώς οι τουρκικές θέσεις είχαν εν πολλοίς ενσωματωθεί σ’ αυτό λίγο πριν την τελική διαμόρφωσή του.
Διαλύονται οι προσδοκίες
Σήμερα, η κλιμάκωση των τουρκικών απαιτήσεων διαλύει τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί τα τελευταία χρόνια για διάσπαση του αδιεξόδου στο Κυπριακό. Δεν είναι μόνο η επιμονή για παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας, για τουρκικές εγγυήσεις και για εκ περιτροπής προεδρία. Υπάρχει και η απαίτηση να ισχύσουν για τους πολίτες της Τουρκίας οι τέσσερεις βασικές ελευθερίες που ισχύουν στο πλαίσιο της ΕΕ. Επιπρόσθετα, η Άγκυρα αμφισβητεί την κυπριακή ΑΟΖ, εκτοξεύοντας απειλές.
Η στάση του Ερντογάν προσγειώνει όσους αφελώς προέβλεπαν αλλαγή των επιδιώξεών της στην Κύπρο και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Με αυτά τα δεδομένα καθίσταται πολύ δύσκολη εάν όχι αδύνατη η διάσπαση του αδιεξόδου τους επόμενους μήνες. Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, την εκτίμηση αυτή συμμερίζονται και πρόσωπα, τα οποία μέχρι πρότινος πίστευαν τα αντίθετα. Εν ολίγοις, άλλο μια λύση που θα είναι αποτέλεσμα ενός έντιμου συμβιβασμού και άλλο ένα πλαίσιο λύσης που συνεπάγεται οδηγεί σε παράδοση και υποτέλεια.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις εξελίξεις μετά το δημοψήφισμα και τις προεδρικές εκλογές του 2019, δεν αναμένεται ότι ο Ερντογάν θα προβεί σε τέτοιες παραχωρήσεις που να επιτρέψουν συμφωνία, η οποία να εξασφαλίσει την έγκριση των Ελληνοκυπρίων όταν τεθεί σε δημοψήφισμα. Ταυτόχρονα το status quo, το οποίο κάθε άλλο παρά είναι στατικό, εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους.
Ανάγκη αποϊδεολογικοποίησης
Υπάρχει η ανάγκη για νέες προσεγγίσεις, οι οποίες αφ’ ενός να διασφαλίζουν την ελεύθερη Κύπρο, αφ’ ετέρου να δημιουργούν προοπτικές λύσης στα πλαίσια μιας εξελικτικής διαδικασίας και με στόχο ένα ενοποιητικό ομοσπονδιακό μοντέλο. Προϋπόθεση είναι να επέλθει μια αποϊδεολογικοποίηση του Κυπριακού και να πρυτανεύσει ο πραγματισμός.
Επειδή αρκετές φορές στον δημόσιο διάλογο προβάλλεται η θέση για «δημιουργία κόστους στην Τουρκία», υπογραμμίζω ότι το ζητούμενο πρέπει να είναι η σύζευξη ξένων συμφερόντων σε όλα τα επίπεδα με τους στόχους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με την κατάλληλη αφηγηματική επεξήγηση και την ενίσχυση της ηθικής μας υπεροχής, θα θωρακίσει το κράτος και ίσως ανοίξει μία νέα προοπτική στο Κυπριακό.
Στα ενεργειακά ζητήματα είναι δυνατόν να προωθηθούν πολυμερείς συνεργασίες με τρόπο που να εξυπηρετηθούν και τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ακόμα και στην περίπτωση που Ισραήλ και Τουρκία καταλήξουν σε συμφωνία για δημιουργία αγωγού, η Κύπρος θα πρέπει να αξιολογήσει όλα τα συναφή δεδομένα, όχι για να εκφράσει την αντίθεση της αλλά για να επωφεληθεί και η ίδια. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να επιδιωχθεί η ομαλοποίηση των σχέσεων Κυπριακής Δημοκρατίας και Τουρκίας με τη συμβολή ξένων δυνάμεων.
Παράλληλα, είναι σημαντικό να προκριθεί και μια εξελικτική προσέγγιση για διευθέτηση του Κυπριακού, καθώς είναι αδύνατο σε 24 ώρες να πάμε από μια κατάσταση πραγμάτων σε άλλη, ακόμα και στην περίπτωση που προκύψει συμφωνία. Και τούτο επειδή υπάρχουν ξεχωριστά αφηγήματα, παραστάσεις, αξιακά συστήματα καθώς και διαφορετικά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα και συμφέροντα. Ως εκ τούτου, η εξελικτική προσέγγιση σε συνδυασμό με μια πολυδιάστατη εξωτερική και ενεργειακή πολιτική προβάλλει ως επιτακτική αναγκαιότητα.