Οι τρεις αδιέξοδες επιλογές της Άγκυρας
18/05/2017Εδώ και καιρό, η Τουρκία είναι περιθωριοποιημένη από τις διαδικασίες γύρω από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Επιχείρησε ανεπιτυχώς να αποτρέψει τους διαγωνισμούς για τα πεδία της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι παγωμένες σχέσεις με το Τελ Αβίβ δεν επέτρεπαν μέχρι πρότινος τη διερεύνηση τροφοδοσίας της με ισραηλινό αέριο, όπως αντίστοιχα επέδρασαν αρνητικά οι κλονισμένοι δεσμοί με το Κάιρο.
Στην πραγματικότητα, όμως, για σειρά λόγων (μεγάλη και διψασμένη αγορά, γεωγραφική εγγύτητα) και για τη διατήρηση της περιφερειακής ισορροπίας, η Τουρκία δεν θα αποκλειστεί πλήρως. Από την άλλη, ο Τούρκος πρόεδρος αντιλαμβάνεται ότι αν καθυστερήσει, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος με μία ενεργειακή και κατ’ επέκτασιν γεωπολιτική πραγματικότητα στην περιοχή, την οποία όχι μόνο δεν θα μπορεί να ορίζει. Για την ακρίβεια, αυτή η πραγματικότητα θα πλήττει στρατηγικά τουρκικά συμφέροντα.
Κινήσεις σε δύο επίπεδα
Η συμφωνία για την επίλυση του Κυπριακού μοιάζει μακρινή, αν και προδιαγράφεται μία Γενεύη II το προσεχές διάστημα. Για να επανακάμψει η Άγκυρα στο ενεργειακό γίγνεσθαι και να προλάβει τις εξελίξεις κινείται σε δύο επίπεδα:
Διπλωματικά, θέλει να προλάβει Ελλάδα και Κύπρο, συνάπτοντας μία καταρχήν συμφωνία με το Ισραήλ (συντελούν σε αυτό και συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα), τουλάχιστον για την τροφοδοσία της τουρκικής αγοράς. Αυτή η εξέλιξη δεν θα αλλάξει απαραίτητα τους κανόνες του παιχνιδιού, εφόσον δεν χρησιμοποιηθεί η τουρκική επικράτεια για τη διαμετακόμιση ισραηλινού αερίου προς την Ευρώπη.
Ωστόσο, θα διαφοροποιήσει την υφιστάμενη τάση. Πολλώ δε μάλλον, που το Τελ Αβίβ θα «σπάσει» μία άτυπη δέσμευση, την οποία φέρεται να έχει αναλάβει έναντι της Λευκωσίας. Η δέσμευση είναι πως δεν θα προχωρήσει σε πόντιση αγωγού προς την Τουρκία χωρίς πρότερη λύση του Κυπριακού, αν και εξ’ αρχής αυτή η δέσμευση φαινόταν ανατρέψιμη.
Η μορφή τυχόν συνεργασίας Ισραήλ-Τουρκίας θα εξαρτηθεί από το/τα project(s) που θα τις συνδέσουν. Άλλης τάξεως σύμπραξη θα προκύψει αν τροφοδοτηθεί η Τουρκία με ποσότητες περίπου 8 δισ κυβικών μέτρων φυσικού αερίου και άλλα (νέα) δεδομένα θα δημιουργηθούν αν επιλεγεί η τουρκική οδός για την προμήθεια της ευρωπαϊκής αγοράς. Η τροφοδοσία της Τουρκίας είναι μάλλον αναμενόμενη εξέλιξη, καθότι το Τελ Αβίβ θέλει σε πρώτη φάση να απευθυνθεί στις κοντινές αγορές.
Σε παράλληλο στρατιωτικό επίπεδο, η Άγκυρα κλιμακώνει την επιθετικότητα στην κυπριακή ΑΟΖ με έκδοση NAVTEX, NOTAM, ναυτικές ασκήσεις και σεισμογραφικές έρευνες. Θέλει οπωσδήποτε να αποτρέψει το επόμενο βήμα της Λευκωσίας και των ενεργειακών εταιρειών για νέες έρευνες ή στα πιο προχωρημένα ενεργειακά πεδία για γεωτρήσεις και εξορύξεις.
Αντίστοιχες προσπάθειες στο πρόσφατο παρελθόν δεν στέφθηκαν με επιτυχία. Η Άγκυρα γνωρίζει ότι αν στραφεί σε βάρος εταιρειών που έχουν λάβει νόμιμες άδειες έρευνας και εξόρυξης από τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, τότε θα υπονομεύσει περαιτέρω την εικόνα της έναντι της διεθνούς οικονομικής κοινότητας, και δη της ενεργειακής.
Λογικά, θα επιδιώξει να επηρεάσει τη Λευκωσία, προσδοκώντας μία δική της απόφαση για προσωρινή παύση των δραστηριοτήτων επί των ενεργειακών της πεδίων. Πίεση θα ασκήσουν παράλληλα και οι Τουρκοκύπριοι, οι οποίοι αξιώνουν το πάγωμα ως ένδειξη καλής θέλησης εκ μέρους των Ελληνοκυπρίων. Ταυτόχρονα, η Άγκυρα θα επιχειρήσει να δώσει την αίσθηση του κινδύνου προς τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
Τρεις αδιέξοδες επιλογές
Το πραγματικό δίλημμά της θα προκύψει σε περίπτωση που η Λευκωσία δεν καμφθεί και αποφασίσει (όπως διαφαίνεται σήμερα) να προχωρήσει, από κοινού με τις εταιρείες βάσει του τωρινού χρονοδιαγράμματος. Εάν, όπως όλα δείχνουν, δεν θα έχει προκύψει συμφωνία στο Κυπριακό, ο Ερντογάν δεν θα μπορεί να αποδώσει τυχόν αναδίπλωσή του στη νέα πραγματικότητα.
Σε περίπτωση λύσης η Τουρκία δεν θα έμενε εκτός νυμφώνος χάρη στη θέση των Τουρκοκυπρίων. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι κυριότερες επιλογές της Τουρκίας έχουν ως εξής:
- Πρώτον, μεταφορά πλωτής πλατφόρμας άντλησης εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Μία τέτοια ενέργεια συνεπάγεται υψηλό οικονομικό κόστος, ενώ σε πρακτικό επίπεδο δεν θα παρήγαγε μεν νομικό αποτέλεσμα, εντούτοις, θα ουδετεροποιούσε (τουλάχιστον) το 20% του βορείου τμήματος του κρίσιμου ενεργειακού θαλάσσιου τεμαχίου 6. Λογικά, μόνο η τουρκική κρατική εταιρεία TPAO θα αναλάμβανε ένα τέτοιο έργο, όχι, πάντως, με ρεαλιστικές προοπτικές ουσιαστικής εκμετάλλευσης. Πέρα από κίνηση εντυπωσιασμού, εφόσον η Τουρκία διατηρούσε την πλατφόρμα, συνδυάζοντάς την με παρεχόμενη προστασία από το τουρκικό πολεμικό ναυτικό, θα δημιουργούσε μία νέα κατάσταση. Προσώρας, πάντως, το εν λόγω σενάριο δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες.
- Δεύτερον, ναυτική εμπλοκή μεταξύ πολεμικών πλοίων. Τουρκική παρουσία με ανάλογες προθέσεις δεν μπορεί να αφήσει αμέτοχη την ελληνική πλευρά. Η Τουρκία ίσως επιδιώξει τη δημιουργία μίας «θερμής κατάστασης» όχι τόσο για να γκριζάρει την περιοχή, όσο για να εκφοβίσει τις εμπλεκόμενες εταιρείες και την κυπριακή κυβέρνηση. Ασφαλώς, αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να διατηρηθεί επί μακρόν, αλλά στόχος της Άγκυρας θα είναι η άσκηση πίεσης για ενδεχόμενο συμβιβασμό από μεριάς Ελληνοκυπρίων. Η Άγκυρα, στερούμενη επί του παρόντος «στέρεων» συμμαχιών, εξίσου δύσκολα θα διαλέξει αυτό τον δρόμο.
- Τρίτον, παρακώλυση με διάφορους τρόπους των εργασιών των ενεργειακών εταιρειών. Αυτό το σενάριο σχεδόν αποκλείεται και συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες. Ο στριμωγμένος Ερντογάν γνωρίζει (συνήθως) τα όρια της δράσης του. Αυτό σημαίνει πως μάλλον θα αποφύγει απευθείας αντιπαράθεσης με πολυεθνικά επιχειρηματικά συμφέροντα.
Τούτων δοθέντων, η χρήση απειλών και hard power (στρατιωτικά μέσα) δεν διασφαλίζουν στην Άγκυρα επιπλέον οφέλη, εκτός εάν αποδώσουν ως μοχλοί εξαναγκασμού. Ούτε μπορεί να μακροημερεύσουν ως πολιτική επιλογή.
Απαιτούνται και διπλωματικές ενέργειες/πρωτοβουλίες, οι οποίες, όμως, δεν ευνοούνται από τη συγκυρία στο εσωτερικό της Τουρκίας, λόγω της έξαρσης του εθνικισμού, του οριακού αποτελέσματος στο δημοψήφισμα, της ανάγκης για κινήσεις εντυπωσιασμού με σκοπό την ενίσχυση του εθνικού φρονήματος.
Ωστόσο, αν κάποια στιγμή η Άγκυρα δεν επιζητήσει την εξομάλυνση, θα βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο. Αυτό βέβαια θα θελήσει να το κάνει με τους δικούς της όρους, αλλά χωρίς συμβιβασμούς δεν πρόκειται να βρεθεί κοινός παρανομαστής.
Οι τακτικές bullying μπορεί να αποδίδουν για μικρό χρονικό διάστημα, ανάλογα και με τις αντοχές της Λευκωσίας. Δεν προσφέρουν, όμως, ουσιαστικές λύσεις στα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Ερντογάν και η χώρα του.
Η ροπή της Τουρκίας προς τον αναθεωρητισμό που δεν καταδικάζεται δημόσια (ή όταν συμβαίνει αυτό γίνεται με χλιαρό τρόπο) αθροίζεται στην εικόνα του προβληματικού εταίρου, που τείνει προς την αυτό-απομόνωση.