3+1 προτάσεις για να μην γίνουν οι κατακτητές ιδιοκτήτες στην Κύπρο
12/05/2025
Κατά τα πρόσφατα εγκαίνια του φαραωνικού αντιγράφου του παλατιού της Άγκυρας στο κατεχόμενο κυπριακό τμήμα από τον Αττίλα, οι γνωστές κορώνες Ερντογάν περί δήθεν δύο ανεξάρτητων ισότιμων κρατών στη Μεγαλόνησο, διανθίσθηκαν με το θρασύτατο τουρκικό επιχείρημα, ότι το δικαίωμά τους αυτό πηγάζει από το γεγονός, ότι είναι “ιδιοκτήτες” στο νησί! Πρόκειται για έναν ακόμα θρασύ τουρκικό μεταμορφισμό, όπου ο κατακτητής Αττίλας αυτοβαφτίζεται ως “ιδιοκτήτης”.
Βέβαια οι πραγματικοί στόχοι της Τουρκίας είναι γνωστοί, ανεξαρτήτως της τακτικής του καρότου-μαστίγιου, που χρησιμοποιεί κατά καιρούς ο τούρκος πρόεδρος βάζοντας ή βγάζοντας για λίγο την κατάλληλη “προβιά”, που συγκινεί και αποκοιμίζει τις ελληνικές ελίτ. Δεν μπορούν, δηλαδή, να αποκρυβούν όση προσπάθεια και αν καταβάλει το φοβικό και συμπλεγματικό ελληνικό κατεστημένο, μέσω του υποτιθέμενου ελληνοτουρκικού διαλόγου και της προσπάθειας ξεπαγώματος του Κυπριακού από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, χωρίς όμως καμία θετική προοπτική. Τα πάντα συντείνουν στην κατάδειξη των πραγματικών στόχων του τουρκικού κατεστημένου για τη παγκόσμια μεγέθυνση της Τουρκίας, που βασική προϋπόθεση αποτελεί η “φιλανδοποίηση” της χώρας μας.
Έτσι, ανεξαρτήτως των πρόσκαιρων τακτικών αναδιπλώσεων αυτής, σε επίπεδο ρητορείας προκειμένου να πετύχει τους βραχυπρόθεσμους στόχους της, που ήταν η παραλαβή των F-16 από τις ΗΠΑ και ήδη των Eurofighters (ήδη διεκδικεί τα F-35 με την άνοδο Τραμπ στην προεδρεία των ΗΠΑ), αλλά και η ομαλή της οικονομική ανάκαμψη μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς στην Ανατολία, ο Ελληνισμός της ευρύτερης περιοχής βρίσκεται σε κίνδυνο από μία χώρα που μετατρέπεται στρατιωτικά, δημογραφικά και διπλωματικά σε αυτόνομη ισχυρή περιφερειακή δύναμη εκμεταλλευόμενη την έντονη παγκόσμια γεωπολιτική ρευστότητα και τον υπό διαμόρφωση πολυπολικό κόσμο.
Με βάση το ιδεολόγημα της Γαλάζιας Πατρίδας υποσκάπτει συστηματικά τα θεμέλια της εθνικής μας κυριαρχίας, αφού διεκδικεί με τον τρόπο αυτόν το μισό Αιγαίο, τεράστια τμήματα της ελληνικής ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, καθώς και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στα κατεχόμενα της μαρτυρικής μεγαλονήσου.
Στρατηγική ήττα του κατεστημένου…
Το Κυπριακό αποτελεί αναμφισβήτητα τη χαρακτηριστική περίπτωση της πολιτικο-διπλωματικής και στρατιωτικής αδυναμίας της Ελλάδος στη Νεότερη Ιστορία της. Το δίκαιο και νόμιμο αρχικό αίτημα της Ένωσης ενταφιάστηκε για πάντα από τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, με την αναγνώριση της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης και με ένα ανεφάρμοστο Σύνταγμα, που αποτέλεσε τον “διάδρομο” για την διχοτομική κατάληξη του νησιού.
Αποτελεί, αναμφισβήτητα, στρατηγική ήττα του πολιτικού κατεστημένου της Χώρας και της “παρασιτικής” οικονομικής ολιγαρχίας, που χαρακτηρίζεται διαχρονικά από τον σύνδρομο του “ενδοτισμού”. Με τις πολιτικές τους, αφού αποδέχθηκαν την de facto διχοτόμηση της Μεγαλονήσου, στην συνέχεια μετέτρεψαν ένα κορυφαίο διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής, σε ένα διμερές εσωτερικό Ελληνοτουρκικό πρόβλημα, νομιμοποιώντας έτσι έμμεσα την τουρκική κατοχή.
Υποδόρια και συστηματικά καλλιεργήθηκε από τις κατώτερες των περιστάσεων ηγεσίες στην Ελλάδα και στην Κύπρο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (Ανδρέας Παπανδρέου και Τάσσος Παπαδόπουλος), η αποδοχή της ήττας. Η αιτία για αυτή τη μεγάλη εθνική καταστροφή ήταν τα ολέθρια διαχρονικά λάθη των ελληνικών πολιτικών ηγεσιών, ο άθλιος ρόλος της Βρετανίας, με τον αταλάντευτο στόχο της της διαίρεσης του νησιού, με αποκορύφωμα τον ηλίθιο και προδοτικό ρόλο της Χούντας των Συνταγματαρχών.
Σε όλη αυτή την περίοδο, η λαβωμένη Κύπρος διέπρεψε οικονομικά και έγινε μέλος της ΕΕ ως Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς όμως ποτέ να μπορέσει να λύσει το ακανθώδες πρόβλημα της διαίρεσης και της τουρκικής κατοχής, παρά τα “καταψηφιστικά” ψηφίσματα του ΟΗΕ. Και αυτό γιατί απουσίαζε όλα αυτά τα χρόνια μια σοβαρή εθνική στρατηγική, που θα είχε ως στόχο την συνεχή διεθνοποίηση του Κυπριακού, το επίμονο αίτημα εφαρμογής του διεθνούς δικαίου και των αυτονόητων ρυθμίσεων για όλα τα σύγχρονα κράτη. Και παράλληλα, τη δημιουργία ενός σημαντικού αναλογικού στρατιωτικού ισοδύναμου με εξοπλισμό με έξυπνα όπλα και τις κατάλληλες διεθνείς στρατιωτικές συμμαχίες.
Κυπριακό και Ουκρανία
Παρά το γεγονός, ότι ο κυπριακός λαός αντιστάθηκε στις πολυποίκιλες πιέσεις του διεθνούς παράγοντα και των εσωτερικών δυνάμεων και απέρριψε το εκτρωματικό σχέδιο Ανάν, το οποίο θα οδηγούσε στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και στη δημιουργία Συνομοσπονδίας, που αποτελεί στρατηγικό στόχο της Τουρκίας, αφενός για να κατοχυρώσει τα παράνομα κεκτημένα της Τουρκίας από την εισβολή του 1974 και αφετέρου για να μπορεί, μέσω της χαλαρής κεντρικής κυβέρνησης, να ασκεί και τον πολιτικό έλεγχο στο ελεύθερο κομμάτι της Μεγαλονήσου, ποτέ δεν υπήρξε ο απεγκλωβισμός από αυτή την αδιέξοδη εμμονή – πρόσχημα στη λεγόμενη “διζωνική Ομοσπονδία”, που πέραν του ατελέσφορου της, αποτελεί και την “Κερκόπορτα” για τη Συνομοσπονδία.
Είναι τόσο βιωματικά ριζωμένη αυτή η αντίληψη, που δεν άλλαξε στο παραμικρό ακόμα και στις ιδιαίτερες συνθήκες, που προκάλεσε η ρωσική εισβολή την Ουκρανία, που στην αρχική της φάση ενεργοποίησε τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους μέσω του ΝΑΤΟ, με βασική σημαία την εναντίωσή τους στον αναθεωρητισμό εντός της Ευρώπης.
Και ενώ η κατοχή της Κύπρου αποτελεί τον πρώτο ακρωτηριασμό ευρωπαϊκού κράτους, η Ελλάδα και η Κύπρος δεν τόλμησαν να συνδέσουν ευθέως το Κυπριακό με το ουκρανικό ζήτημα, κάτι που θα αποτελούσε έστω και ένα “φύλλο συκής” για την ακατανόητη αντιρωσική ρητορική, που επέδειξε ανοήτως η ελληνική κυβέρνηση της ΝΔ χωρίς κανένα εθνικό όφελος. Αντιθέτως, η Τουρκία συνεχίζοντας χωρίς καμία έκπτωση τη στρατηγική σχέση με τη Ρωσία, που της προσφέρει γεωπολιτικό βάθος, λειτούργησε παράλληλα ανενόχλητη λαμβάνοντας και σχετικά “δώρα” από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Αναμένει, δε, πολύ σημαντικότερα πράγματα από τη διοίκηση Τραμπ, που ήδη έχει απενοχοποιήσει πλήρως τη ρωσική εισβολή.
Ανάγκη νέας εθνικής στρατηγικής
Πριν την ολοκλήρωση της καταστροφής της Κύπρου, κάτι που θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα του Ελληνισμού, απαιτείται η άμεση και πλήρης αλλαγή της πολιτικής μας στο Κυπριακό ζήτημα. Προϋπόθεση της λύσης του είναι η πλήρης διεθνοποίησή του, με παράλληλη αξιοποίηση του σημαντικού γεωπολιτικού αποτυπώματος της Κύπρου στις σημερινές ρευστές γεωπολιτικές συνθήκες, χωρίς παρωπίδες. Χρειάζεται άμεσα η συγκρότηση και η εφαρμογή μιας νέας εθνικής στρατηγικής, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
Πρώτον, την επιθετική διεθνοποίηση του Κυπριακού προβλήματος. Πρώτιστος στόχος θα πρέπει να είναι η αποχώρηση των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής από τη Κύπρο. Ως τότε η Ελλάδα και η Κύπρος, οφείλουν να θέσουν και να επιβάλουν άμεσα το θέμα της αναστολής της τελωνειακής ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, καθώς και την επιβολή κυρώσεων εις βάρος της.
Δεύτερον, την πολύπλευρη διπλωματική πολιτική προς όλα τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και τις δυνάμεις, που μπορεί να έχουν αμιγώς στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Τόσο η Γαλλία, το Ισραήλ, η Αίγυπτος και οι αραβικές χώρες και εσχάτως οι ΗΠΑ έχουν μεταξύ άλλων άμεσα ζωτικά συμφέροντα να παραμείνει η Κύπρος έξω από τον έλεγχο της Τουρκίας και για αυτό πρέπει αυτό να μεταφραστεί διπλωματικά και στρατιωτικά σε πράξη επί του πεδίου.
Τρίτον, την κατάθεση δήλωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας στον ΟΗΕ, σε συνεννόηση με την Ελλάδα, ότι μετά την επιμονή της Τουρκίας περί δύο ανεξάρτητων κρατών, η Βόρεια Κύπρος τελεί υπό τουρκική κατοχή και ότι ο στόχος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η πλήρης ανάκτηση της κυριαρχίας της επί του βορείου κατεχόμενου τμήματος. Παράλληλα, θα πρέπει να γίνει κατάθεση και εκτενή δημοσιοποίηση σχεδίου λύσεως του Κυπριακού από την ελληνοκυπριακή πλευρά στον ΟΗΕ και την ΕΕ με βασικά στοιχεία την εφαρμογή των δημοκρατικών αρχών της συγκρότησης των σύγχρονων κρατών, που είναι η λαϊκή κυριαρχία και η δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας, με παράλληλη απόλυτη προστασία όλου του πληθυσμού της Κυπριακής Δημοκρατίας, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, και ως τέτοια αυτονόητη πράξη είναι η επιστροφή όλων των προσφύγων Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στα σπίτια τους.
Τέταρτον, την άμεση υλοποίηση του ενιαίου αμυντικού δόγματος Ελλάδος-Κύπρου, που ξεκίνησε στη δεκαετία του ’80 από τον Ανδρέα Παπανδρέου και εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια μετά την ακύρωση της εγκατάστασης των S-300 στη Κύπρο, κάτι που δίνει την αίσθηση στη Τουρκία ότι μπορεί να δρα ανενόχλητα στη Μεγαλόνησο. Η αμυντική προστασία της Κύπρου, αλλά και οι δυνατότητες αποκατάστασης της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας σε όλο το νησί, πρέπει να αποτελέσει κυρίαρχο στοιχείο της συνολικής ελληνικής αποτρεπτικής στρατιωτικής ισχύος της στην ευρύτερη περιοχή.
Τί πρέπει να κάνει η Ελλάδα
Είναι πλέον σαφές στους πάντες ότι εάν η Τουρκία δεν πιεστεί στο πεδίο ή δεν υπάρχουν στοιχεία που θα μπορούσαν να ανατρέψουν το σημερινό οδυνηρό status quo, δεν πρόκειται να κάνει το παραμικρό βήμα σε σχέση με τους στρατηγικούς στόχους της που είναι η διχοτόμηση και ο έλεγχος της Μεγαλονήσου. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι αυτονόητο να ολοκληρωθεί η ηλεκτρική σύνδεση Ελλάδος-Κύπρου και να καθοριστεί η ΑΟΣ μεταξύ των δύο χωρών.
Σε αυτή τη κρίσιμη στροφή της “οδύσσειας” του Κυπριακού, η Ελλάδα οφείλει να αναθεωρήσει πλήρως τη στρατηγική της για την προστασία των συμφερόντων του Ελληνισμού στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Ως εκ τούτου, η αμυντική προστασία της Κύπρου πρέπει να αποτελέσει βασικό στοιχείο της συνολικής ελληνικής αποτρεπτικής στρατιωτικής ισχύος της στην ευρύτερη περιοχή. Η συνέχιση της απαράδεκτης έως τώρα διαχρονικής λογικής, ότι η Κύπρος βρίσκεται μακράν και ότι η Ελλάδα είναι απλά παρατηρητής και απλός συμπαραστάτης εκ του μακρόθεν είναι ανιστόρητη και επικίνδυνη. Και αυτό, γιατί στην Κύπρο χτυπάει η καρδιά του Ελληνισμού και σε αυτήν δοκιμάζεται η αντοχή του.
Το αφήγημα της γαλάζιας πατρίδας και ο συνεχής υπερεξοπλισμός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων δεν επιτρέπουν σε καμία περίπτωση τη ραθυμία και τις ψευδαισθήσεις του ελληνικού προσωπικού εξουσίας στο οποίο κυριαρχεί το φοβικό σύνδρομο και η ατελέσφορη και λανθασμένη αντίληψη περί κινήσεων για εξημέρωση του θηρίου, μέσω της μη ανάδειξης και διεκδίκησης των νομίμων εθνικών δικαίων της χώρας.