Αφοπλίζεται η Κύπρος για να σώσει την Ουκρανία!
06/04/2022Το άγχος των Ουκρανών είναι πότε θα αποφασίσει η Κύπρος να στείλει οπλικά συστήματα για να αντιμετωπίσει τον Ρώσο εισβολέα. Και επειδή στη Λευκωσία οι τοποθετήσεις είναι ως συνήθως ήξεις αφήξεις, το άγχος αυξάνεται και ο κ. Ζελένσκι σκέφτεται ακόμη και να μην προσφωνήσει την κυπριακή Βουλή, αύριο Πέμπτη. Άλλωστε όταν κατηγορεί τη Δύση για το γεγονός ότι δεν στηρίζει εμπράκτως τη χώρα του, προφανώς έχει στη σκέψη του την… υπερδύναμη Κύπρο.
Τώρα σοβαρά και επί της ουσίας: Το υπουργείο Άμυνας και το Προεδρικό, που έδωσε τις οδηγίες, τι μπορεί να έχουν σκεφτεί όταν τους ζητήθηκε από τις ΗΠΑ ότι πρέπει να παραδώσουν τα ρωσικά όπλα; Τι σκέφτηκαν άραγε και μόλις τους έγνεψαν οι Αμερικανοί έσπευσαν να δείξουν ετοιμότητα να συζητήσουν ένα αίτημα, που και να ικανοποιηθεί δεν θα επηρεάσει τα όσα τεκταίνονται στην Ουκρανία; Το Κίεβο δεν θα σωθεί από τα γερασμένα ρωσικά οπλικά συστήματα της Εθνικής Φρουράς.
Την ίδια ώρα, η συζήτηση έστω του θέματος αυτού, επειδή το είπαν και το ζήτησαν οι Αμερικανοί, τείνει να εμπλέξει την Κύπρο σε έναν πόλεμο, χωρίς λόγο και αιτία. Και να ικανοποιήσει η Κύπρος ποιους; Τους Αμερικανούς, που για χρόνια έχουν επιβάλει βέτο στις πωλήσεις οπλικών συστημάτων προς την Κύπρο, για να τιμωρήσουν το θύμα αντί τον «χρήσιμο» θύτη; Το ΝΑΤΟ στο οποίο δεν ανήκουμε, αλλά θέλει να κάνει κουμάντο;
Υπενθυμίζεται συναφώς πως το αμερικανικό νομοσχέδιο για την εταιρική σχέση ασφάλειας και ενέργειας της Ανατολικής Μεσογείου, EastMed Act, μεταξύ άλλων, άνοιγε υπό προϋποθέσεις σταδιακή άρση του αμερικανικού εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κύπρο. Μη φονικών όπλων είναι η αναφορά στο νομοσχέδιο. Είναι σαφές πως εκείνο που προέχει για τους Αμερικανούς είναι η απεξάρτηση από τους ρωσικούς εξοπλισμούς. Και το έχουν τούτο θέσει και στο παρελθόν. Αλλά για να γίνει —εάν αποφασισθεί— πρέπει οι ΗΠΑ να αποφασίσουν να πωλήσουν κάθε είδους όπλα στην Κύπρο.
Οι Αμερικανοί τα θέλουν όλα, αλλά δεν ασχολούνται με το τι θα γίνει με την άμυνα της Κύπρου. Ποτέ δεν τους απασχόλησε. Τους απασχολεί να μην αγοράζει —όταν και όποτε— η Κύπρος από τη Ρωσία, προς την οποία στράφηκε η Λευκωσία όταν άλλοι —οι ίδιοι οι Αμερικανοί— δεν της πωλούσαν. Η Κυπριακή Δημοκρατία αγόραζε οπλικά συστήματα από τη Ρωσία όταν ήθελε να ενισχύσει την άμυνά της. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάει κανείς. Μπορεί η πράξη να ήταν και εμπορική. Αλλά ως τέτοια δεν την είδαν οι Αμερικάνοι, που επέβαλαν, άκουσον- άκουσον, εμπάργκο στην υπό κατοχή χώρα.
Αφοπλίζεται η Κύπρος
Οι Αμερικανοί έχουν θέσει μια αξίωση τώρα με το Ουκρανικό. Με τι αντάλλαγμα; Και με τι διαβεβαιώσεις; Και μετά τον πόλεμο τι θα γίνει; Θα είναι η χώρα μας, μέρος των δώρων που θα εισπράξει η κατοχική Τουρκία για τη «φιλειρηνική» της στάση; Η Κύπρος είναι χώρα υπό κατοχή. Για λόγους που δεν είναι της παρούσης, η πολιτική επιλογή διαχρονικά είναι να μην ενισχύει την άμυνά της. Προτιμούνται επενδύσεις σε έργα που να ικανοποιούν και πλουτίζουν προνομιούχους. Αντί την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας η επιλογή ήταν και είναι να κτίζει η χώρα στην άμμο. Σε μια ημικατεχόμενη χώρα, εκείνο που προέχει δεν είναι να μειωθεί κι άλλο η αμυντική ικανότητα της χώρας έναντι της κατοχικής Τουρκίας.
Όλα αντιμετωπίζονται επιδερμικά. Όλα είναι μετρήσιμα. Πόσο, δηλαδή, θα ικανοποιηθούν οι Αμερικανοί και οι άλλοι, οι οποίοι στις κρίσιμες ώρες δεν γυρίζουν να μας δουν. Επιλέγουν τη χρήσιμη κατοχική δύναμη. Όπλα από την Κύπρο δεν θα πάνε πουθενά, επειδή δεν χρειάζονται. Ούτε πρακτικά εφικτό είναι. Αυτό είναι σαφές. Προφανώς, όμως, επειδή σε αυτή τη χώρα ευδοκιμούν οι κλασικοί πολιτικοί αυτόχειρες, με το παραμικρό αναδεικνύεται ένα θέμα και συζητείται, δημιουργούνται αντιπαραθέσεις. Χωρίς να υπάρχει θέμα. Γιατί όπλα δεν θα παραχωρηθούν. Το… ξεκαθάρισαν όσοι δημιούργησαν το θέμα.
Ωστόσο, ενίοτε από κάποιους ισχύει και η γνωστή φόρμουλα: «Το ζήτησαν οι Αμερικανοί; Πες ναι». Την ίδια ώρα οι βαρύγδουποι έσπευσαν να δώσουν διαπιστευτήρια και βροντοφωνάζουν «ναι, ναι», μήπως και δεν ακουστούν. Ο υπαρχηγός της Πινδάρου, Χάρης Γεωργιάδης, με κεκτημένη ταχύτητα από τα τροϊκά μνημόνια, έσπευσε πρώτος να δηλώσει πως τάσσεται υπέρ, βάζοντας βέβαια μια ουρά για αντικατάσταση του υλικού κλπ. Εκείνο προφανώς που θέλουν να μείνει είναι το «ναι».
Πριν, ωστόσο, να ξεκινήσει μια συζήτηση, εξετάζονται τα συμβόλαια, εάν μπορούν να δοθούν τα οπλικά συστήματα σε τρίτες χώρες, ενώ στην εξίσωση μπαίνει και το θέμα των σχέσεων (μετά τον πόλεμο). Την ίδια ώρα, ένα είναι να καταδικάζεις —και σωστά— την εισβολή, να συμμετέχεις στις κυρώσεις και διαφορετικό να εμπλακείς στον πόλεμο με την αποστολή οπλισμού. Ακόμη: Μέτρησε κανείς, για παράδειγμα, την αντίδραση της Ρωσίας, μετά και τη γνωστή δήλωση; Μάλλον οι πολιτικοί της κεκτημένης ταχύτητας δεν τα σκέφτονται αυτά. Και το μείζον: Αντί να εξοπλίζεται η χώρα για να αντιμετωπίσει την κατοχική δύναμη, συζητά, σκέφτονται κάποιοι –φευ– να στείλουν όπλα αλλού.