Αλλάζει η γαλλική οπτική για Ελλάδα-Τουρκία
17/12/2021«Κάθε ειρήνη που πιστεύουμε ότι μπορεί να αγοραστεί από έναν πολεμοκάπηλο έχει ως τίμημα τον πόλεμο. Όσο κι αν διαμαρτύρονται οι καγκελαρίες και η Κομισιόν, η Ευρώπη, όπως άλλοτε η ύστερη Ρώμη, θα καταλήξει να πληρώσει νέο φόρο τιμής στη βία και, αναπόφευκτα, το ποσό των λύτρων θα αυξηθεί. Όσο για τον πόλεμο, δεν χρειάζεται να αναρωτηθούμε αν θα γίνει ή όχι, είναι ήδη εδώ». Ζαν-Φρανσουά Κολοζιμό, “Το ξίφος και το σαρίκι”. *
Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε μια αυξανόμενη μεταστροφή της γαλλικής κοινωνίας και ενός σημαντικού μέρους της γαλλικής ελίτ σχετικά με την Ελλάδα και την επιθετική Τουρκία. Έκφραση της προϊούσας αφύπνισης απέναντι στον κίνδυνο που συνιστά, για το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης, η Τουρκία του Ερντογάν. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται και η κυκλοφορία το 2020 του δοκιμίου του γνωστού Γάλλου διανοουμένου Jean-François Colosimo “Το ξίφος και το Σαρίκι” (εκδόθηκε στα ελληνικά από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις τον Δεκέμβριο 2021 σε μετάφραση Χριστίνας Σταματοπούλου).
Αν μάλιστα αυτή η στροφή ενταχθεί στο συνολικό πλαίσιο της αυξανόμενης αντιπαράθεσης της Γαλλίας με την επεκτατική Τουρκία, αποκτά μια ευρύτερη και πλέον μακροπρόθεσμη σημασία και μας επιτρέπει ίσως να επανασυνδέσουμε δεσμούς πολιτιστικούς, πολιτικούς, ιδεολογικούς, ακόμα και προσωπικούς, που είχαν πληγεί κάποτε βαθύτατα εξαιτίας της αδυναμίας συνεννόησής μας γύρω από το ζήτημα της τουρκικής επιθετικότητας.
Έχω προσωπική αντίληψη του ζητήματος, έχοντας ζήσει σχεδόν δέκα χρόνια στη Γαλλία, στις δεκαετίες του 1960, του 1970, του 1980 και του 1990. Άλλωστε, κατά την περίοδο 1967-1974, συμμετείχα σχετικά ενεργά στις πολιτικές και ιδεολογικές διαδικασίες της χώρας του Σαρτρ.
Τότε, οι Γάλλοι φίλοι μας μάς στήριζαν ενεργά στον αγώνα ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία.
Ωστόσο, όποτε επιχειρούσαμε να αναφερθούμε στο ζήτημα του αγώνα των Ελλήνων απέναντι στην τουρκική επεκτατικότητα, προσκρούαμε πάντοτε σε ένα τείχος: η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση χρεωνόταν σε έναν “τριτοκοσμικού” χαρακτήρα “εθνικισμό”. Ας μην ξεχνάμε δε, ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η γαλλική Le Monde, δεν κατέτασσε την Ελλάδα στη θεματική ενότητα “Ευρώπη” αλλά στη “Μέση Ανατολή” (Moyen Orient) όπου και ψάχναμε καθημερινά να βρούμε ειδήσεις για την Ελλάδα, συνήθως μονόστηλες.
Δαιμονοποίηση της Ελλάδας
Σύμφωνα με αυτή τη δυτικοευρωπαϊκή βουλγκάτα, Έλληνες και Τούρκοι συγκρούονταν εξαιτίας των “εθνικιστικών” κυβερνήσεών τους, ενώ εξαφανιζόταν κάθε έννοια επιτιθέμενου και αμυνόμενου. Στη μεσανατολική νύχτα όλες οι γάτες έμοιαζαν γκρίζες για τους Ευρωπαίους.
Η παρουσία της στρατιωτικής χούντας στην Αθήνα απέναντι στον “ποιητή” Ετσεβίτ στην Τουρκία, έκανε περισσότερο απεχθή την Ελλάδα ενώ η ευθύνη του Ιωαννίδη στο πραξικόπημα δικαιολογούσε την τουρκική εισβολή. Έτσι, το Κυπριακό είχε πάψει να αποτελεί ένα ζήτημα αυτοδιάθεσης για ένα, εδώ και χιλιάδες χρόνια, ελληνικό νησί και είχε μετατραπεί σε “ελληνοτουρκική διένεξη”.
Αντιστοίχως, η αμφισβήτηση της υφαλοκρηπίδας των νησιών του Αιγαίου το 1974 αντιμετωπιζόταν σαν “διενέξεις για τα πετρέλαια του Αιγαίου”! Αυτή η αδυναμία κατανόησης της επεκτατικής υφής ενός κράτους δημιουργημένου πάνω στις “στάχτες των λαών της Μικράς Ασίας”, καθώς και επιγενέστερα η παραχώρηση στην Τουρκία του καθεστώτος προς ένταξη μέλους στην ΕΕ, σε συνδυασμό με τη δαιμονοποίηση της Ελλάδας την περίοδο του διαμελισμού της Γιουγκοσλαβίας, μας απομάκρυναν για δεκαετίες από τον μέσο όρο της δυτικοευρωπαϊκής ιδεολογίας.
Αντίθετα, οι παλιοί Γάλλοι φίλοι μας επικοινωνούσαν προνομιακά μόνο με τα εθνομηδενιστικά ρεύματα στην Ελλάδα. Συναφώς δε, μέχρι πρόσφατα, τόσο ο Μουσταφά Κεμάλ, ως πρότυπο ενός ιακωβινικού κοσμικού τουρκικού εθνικισμού, όσο και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ως το πρότυπο ενός δημοκρατικού και λαϊκού Ισλάμ, προβάλλονταν συστηματικά από τον Τύπο και τις κυβερνήσεις της Δύσης.
Έπρεπε να ακολουθήσει η σκληρή δεκαετία του 2010, με την άνοδο της ισλαμικής τρομοκρατίας (ας θυμηθούμε το Σαρλί Εμπντό και το Μπατακλάν)﮲ η αντιπαράθεση της Τουρκίας με το Ισραήλ﮲ η εμφάνιση ενός ισλαμιστικού χωριστικού ρεύματος στο ίδιο το εσωτερικό των ευρωπαϊκών χωρών, με σπόνσορα τον Ερντογάν. Τέλος, η επίταση της τουρκικής επεκτατικότητας στη Μέση Ανατολή, το Αιγαίο, την Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ και τη Λιβύη, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, η εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ρευμάτων, για να αντιμετωπίζεται η Τουρκία ως απειλή για το ίδιο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η Γαλλία εγκαταλείπει τις ίσες αποστάσεις
Άραγε, η αρχόμενη συνειδητοποίηση αυτής της καθολικής απειλής θα επιτρέψει επιτέλους στους Έλληνες –και μάλιστα αμέσως μετά τον γερμανόπνευστο μνημονιακό στραγγαλισμό τους– να αποκτήσουν μια κοινή γλώσσα επικοινωνίας με τους Γάλλους; Η Γαλλία, που υπήρξε πάντοτε το πολιτικό και ιδεολογικό εργαστήρι της Ευρώπης, εγκαταλείπει επιτέλους τη λογική των ίσων αποστάσεων.
Αρχίζει, μάλιστα, να αντιλαμβάνεται κάθε επιβουλή εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου ως απειλή εναντίον της Ευρώπης συνολικά. Και όχι μόνο με την πρόσφατη ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία, αλλά και την αλλαγή στάσης της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης που αρχίζει να βλέπει τους Έλληνες ως προμάχους της ευρωπαϊκότητας, όπως στις πρόσφατες μεταναστευτικές κρίσεις.
Και μόνον έτσι ίσως μπορέσουν και οι Έλληνες να δουν τον εαυτό τους ως Ευρωπαίοι με πλήρη δικαιώματα και να εντάξουν τη χιλιόχρονη αντίστασή τους στον τουρκικό επεκτατισμό στο πλαίσιο της οικοδόμησης μιας Ευρώπης ολοκληρωμένης οικονομικά, πολιτιστικά, πολιτικά και αμυντικά. Άλλωστε, οι Ευρωπαίοι φίλοι μας έχουν ακόμα να μάθουν πολλά από τους Έλληνες και τους Αρμενίους. Θα πρέπει να εγκαταλείψουν κάποτε οριστικά τις υποτιμητικές για τους Έλληνες ιδεολογικές τους προκαταλήψεις – αποτέλεσμα του σχίσματος του 1054 και της φραγκικής κατάκτησης του 1204.
Και εάν εμείς είμαστε διατεθειμένοι να θάψουμε το τομαχόκ του ιδεολογικού πολέμου με τη Δυτική Ευρώπη, καθώς η Ευρώπη μόνο ενωμένη, ανατολική και δυτική, βόρεια και νότια, μπορεί να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο της ιστορικής της ενδόρρηξης, κάποιο ανάλογο βήμα πρέπει να γίνει και από την πλευρά των Δυτικοευρωπαίων. Γιατί δεν βρισκόμαστε πλέον στην εποχή της ανόδου της Δυτικής Ευρώπης προς την παγκόσμια ηγεμονία, όταν η Ελλάδα και τα Βαλκάνια μπορούσαν να αφεθούν στα χέρια των Οθωμανών.
Οι Έλληνες πρώτη γραμμή άμυνας
Σήμερα, απέναντι στην ισλαμική πλημμυρίδα δεν βρίσκεται μια Ευρώπη δυναμική, όπως εκείνη του 15ου ή 16ου αιώνα, αλλά αντίθετα μια Ευρώπη συρρικνούμενη δημογραφικά, απειλούμενη από μια πλημμυρίδα δύσκολα ενσωματώσιμων πληθυσμών, χωρίς εμπιστοσύνη στην ίδια την πολιτισμική της ταυτότητα. Στο δε εξωτερικό της απειλείται από την αδιάκοπη ενίσχυση επιθετικών δυνάμεων, με αιχμή του δόρατος τον τουρκικό νεο-οθωμανισμό.
Σε αυτή τη συγκυρία η προάσπιση της Ελλάδας και της Κύπρου συνιστά ζήτημα ζωής ή θανάτου για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, καθώς μια πιθανή απώλεια των Βαλκανίων, ως του μαλακού υπογάστριου της Ευρώπης, θα καταστήσει σχεδόν αδύνατη την ολοκλήρωσή της.
Στο παρελθόν, η οικοδόμηση της Ευρώπης πραγματοποιήθηκε μέσω της αντιπαράθεσης με το σοβιετικό στρατόπεδο και επίδικο αντικείμενο ήταν κατ’ εξοχήν η Γερμανία.
Σήμερα, το κέντρο βάρους της αντιπαράθεσης μετατοπίζεται σταδιακά στη Μεσόγειο. Το επιθετικό Ισλάμ, με επικεφαλής την Τουρκία του Ερντογάν, διεκδικεί, σε βάθος μερικών δεκαετιών, την επικράτηση στην ίδια την Ευρώπη. Συναφώς, οι Έλληνες δεν αποτελούν μόνο την πρώτη γραμμή άμυνας της Ευρώπης απέναντι στη στρατιωτική απειλή του τουρκικού επεκτατισμού, αλλά και τη γραμμή ανάσχεσης του σημαντικότερου ίσως όπλου του Ερντογάν, των εργαλειοποιημένων μουσουλμανικών πληθυσμών, για την εκ των ένδον οριστική μετάλλαξη της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Η υποταγή του Ουελμπέκ δεν είναι έργο επιστημονικής αλλά μάλλον ρεαλιστικής φαντασίας. Κατά συνέπεια, η συμμαχία της Γαλλίας με την Ελλάδα και την Κύπρο συνιστά ουσιώδη άξονα της ευρωπαϊκής οικοδόμησης σήμερα, τόσο στο στρατιωτικό-αμυντικό της σκέλος όσο και στην ανασυγκρότηση της παραπαίουσας ευρωπαϊκής ταυτότητας.
___________________________________________________________________________
* Ο Jean-François Colosimo, είναι Γάλλος ορθόδοξος θεολόγος, ιστορικός, εκδότης, σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ και δοκιμιογράφος. Διδάσκει ιστορία της βυζαντινής φιλοσοφίας και θεολογίας από το 1990 στο “Ινστιτούτο του Αγίου Σέργιου”, στο Παρίσι. Από το 2010 έως το 2013 χρημάτισε πρόεδρος του “Εθνικού Κέντρου Βιβλίου” (Centre National du Livre).