Από την κρίση της Κούβας στην κρίση του Καστελλόριζου – Θεωρία Παιγνίων στη Μεσόγειο
26/07/2020Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν μεταβεί σε μια συνθήκη αυξημένης έντασης με νότες ενός δυσοίωνου παρελθόντος. Από το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του Ερντογάν, τον Ιούλιο 2016, η εξωτερική πολιτική και η περιφερειακή παρέμβαση της χώρας έχει εξελιχθεί επιθετικά. Αυτή η νέα αποφασιστικότητα, εν πολλοίς λόγω του κενού της απόσυρσης του παραδοσιακού ρόλου των ΗΠΑ στην περιοχή, έχει προκαλέσει φθορά στις σχέσεις της με γειτονικά κράτη και παραδοσιακούς συμμάχους.
Στις 27 Νοεμβρίου 2019, η Τουρκία υπέγραψε το Μνημόνιο με την κυβέρνηση της Τρίπολης, εγκαθιδρύοντας τις μεταξύ τους ΑΟΖ, χωρίς να υπολογίσουν τη Ρόδο, Κάρπαθο, Κάσο και Κρήτη, με σκοπό ιδιοποιηθούν δικαιώματα στην εκμετάλλευση υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό ήλθε ως απάντηση στην τριμερή συμφωνία μεταξύ Κύπρου, Ισραήλ και Ελλάδας και στο σχέδιο EastMed αξίας 6 δισ. δολαρίων.
Η συμφωνία χαρακτηρίστηκε παράνομη από αρκετές χώρες και την ΕΕ, καθώς παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Η ΕΕ δήλωσε πως η συμφωνία δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας και πως δε μπορεί να παράξει νομικές συνέπειες για τρίτα Κράτη. Πρόσθετα, σε μια κοινή διακήρυξη στις 11 Μαΐου του 2020, Ελλάδα, Αίγυπτος, Γαλλία, Κύπρος και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, απέρριψαν τη συμφωνία, επειδή αγνοεί τα ελληνικά νησιά. Το εκλεγμένο Κοινοβούλιο της Λιβύης απέρριψε αυτό το σύμφωνο επίσης.
Η Αθήνα έχει δηλώσει πως προσπάθεια πραγμάτωσης του μνημονίου με τουρκικές έρευνες και γεωτρήσεις στην περιοχή αποτελεί κόκκινη γραμμή. Κατόπιν μηνών κλιμακούμενων εντάσεων στις 21 Ιουλίου, η κατάσταση κλιμακώθηκε. Η Άγκυρα εξέδωσε NAVTEX σε νερά 80-170 μίλια νότια του Καστελλόριζου, τα οποία ανήκουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ (με βάση τον κανόνα της μέσης γραμμής). Τουρκικά πολεμικά πλοία και υποβρύχια κινήθηκαν προς την περιοχή, αλλά όχι το Oruc Reis το οποίο παραμένει μέχρι τώρα στην Αττάλεια.Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις άμεσα κήρυξαν κατάσταση συναγερμού και παρέταξαν το 80% της ναυτικής τους δύναμης. Μετά σειράς διαβουλεύσεων του Βερολίνου με τις δύο πλευρές, ο τουρκικός στόλος σταμάτησε να κινείται. Σύμφωνα με τη θριαμβευτική δήλωση της γερμανικής Bild, η Μέρκελ απέτρεψε ένα θερμό επεισόδιο (κάτι που αργότερα διεψεύσθη). Στις 22 Ιουλίου, Ελλάδα και Κύπρος εξέδωσαν τη δική τους NAVTEX πάνω στην ίδια περιοχή ως αντίμετρο.
Η γερμανική μεσολάβηση βοήθησε στην προσωρινή αποκλιμάκωση της έντασης, αλλά δεν αποκαθήλωσε το δόγμα της “Γαλάζιας Πατρίδας”. Ταυτόχρονα, η Τουρκική Εθνοσυνέλευση στις 22 Ιουλίου επιβεβαίωσε την αποφασιστικότητα να προστατέψει τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο. Από αυτή τη σκοπιά, μια επανάληψη των γεγονότων της 21ης Ιουλίου, με τις αμερικανικές εκλογές στον ορίζοντα, είναι πιθανότατη. Με τη χρήση θεωρίας πολιτικών παιγνίων, μοντελοποιώντας την αναδυόμενη κρίση στο παράδειγμα της κρίσης της Κούβας, ας εξετάσουμε τα πιθανά σενάρια.
Θεωρία Παιγνίων – Σενάριο 1: Σύγκρουση με πιθανώς μεγάλη κλιμάκωση
Μια μεγάλης κλίμακας σύγκρουση θα αποτελούσε το χειρότερο δυνατό σενάριο και για τις δύο πλευρές. Υπάρχει σχετική ισοτιμία στις ναυτικές δυνάμεις και η Ελλάδα, σε αντίθεση με το Ιράκ, τη Συρία και τη Λιβύη, έχει έναν οργανωμένο, τακτικό και καλώς εξοπλισμένο στρατό. Αμφότεροι σίγουρα θα υποστούν καταστροφικές απώλειες και η σύγκρουση θα δημιουργήσει γεωπολιτικούς μετασεισμούς που θα καθορίσουν την ισορροπία δύναμης και το μέλλον της Μεσογείου. Και οι δύο πλευρές είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ. Αυτό θα δημιουργήσει την ανάγκη για αυστηρή λήψη αποφάσεων εντός του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και του ΟΗΕ, στρώνοντας το δρόμο για μια επέμβαση μεγάλης ή μεγάλων δυνάμεων.
Το αποτέλεσμα αυτής της εκδοχής είναι το λιγότερο ασαφές, διότι θα έπρεπε να εξετάσουμε την κάθε έκβαση ξεχωριστά. Σίγουρο είναι ότι οι δύο πλευρές θα ζημιωθούν και το αποτέλεσμα θα προκαλέσει διαταραχή του περιφερειακού status quo. Παράλληλα, τίθεται επικίνδυνο προηγούμενο για τις μελλοντικές σχέσεις των δύο κρατών, με την περιοχή να αποσταθεροποιείται.
Σενάριο 2: Η Τουρκία εγκαθιδρύει κυριαρχία στην ελληνική ΑΟΖ
Σε αυτή την περίπτωση ο τουρκικός στόλος προωθείται και το Oruc Reis ξεκινάει τη διεξαγωγή ερευνών, ενώ η Ελλάδα διατηρεί στρατιωτική παρουσία χωρίς να το εμποδίζει. Τότε η Τουρκία θα έχει θεμελιώσει de facto κυριαρχικά δικαιώματα στην ελληνική ΑΟΖ με τετελεσμένο που θα βοηθήσει και στην εφαρμογή του μνημονίου με τη Λιβύη. Στο σενάριο αυτό, η Άγκυρα μετατρέπει την Ανατολική Μεσόγειο σε “τουρκική λίμνη”, ελέγχοντας, ουσιαστικά, το σινοευρωπαϊκό θαλάσσιο εμπόριο, τους υδρογονάνθρακες και υλοποιώντας το δόγμα “Γαλάζια Πατρίδα”. Θα είναι τεράστια νίκη για το καθεστώς Ερντογάν.
Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα θα χάσει στην πράξη κυριαρχικά δικαιώματα σε μία θαλάσσια έκταση 180.000 τετρ. χλμ και την πρόσβαση στους ενεργειακούς πόρους που υπάρχουν εκεί. Ο EastMed ακυρώνεται ως σχέδιο και βέβαια η Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα έχει θαλάσσια συνέχεια με τον ευρωπαϊκό χώρο. Αυτό θα είχε επιπτώσεις και στη γεωπολιτική βαρύτητα της Ελλάδας, καθώς ο ενιαίος ναυτικός χώρος από την Αδριατική έως το Ισραήλ (μέσω Κύπρου) θα ακρωτηριαζόταν.
Αυτό το σενάριο θα λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά και για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η τροχιά της Ελλάδας θα διολίσθαινε σε φιλανδοποίηση. Θυμίζουμε εδώ ότι φινλανδοποίηση είναι η διαδικασία μέσω της οποίας μια ισχυρή χώρα αναγκάζει μια μικρότερη γειτονική χώρα να ευθυγραμμιστεί με τους κανόνες της δικής της εξωτερικής πολιτικής, επιτρέποντάς της να διατηρεί την τυπική ανεξαρτησία της.
Σενάριο 3: Η Ελλάδα διατηρεί το status quo ante
Σε αυτή την περίπτωση, η Ελλάδα αναχαιτίζει τις τουρκικές δυνάμεις, οι οποίες αποσύρονται. Είναι ελάχιστα πιθανό, εκτός εάν προκύψει ως αποτέλεσμα ισχυρής ξένης επέμβασης. Η Τουρκία θα υφίστατο ήττα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται διεθνώς και στο εσωτερικό της. Η Ελλάδα θα είχε προβάλει την ικανότητά της να υπερασπιστεί τα νόμιμα δικαιώματά της. Το status quo θα παραμείνει ως έχει. Μολαταύτα, είναι σχεδόν απίθανο για την Τουρκία του Ερντογάν να αποδεχθεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Μία τέτοια επιτυχής διαχείριση της κρίσης από την Αθήνα πιθανότατα θα οδηγούσε τη διαφορά για την υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ στο Διεθνές Δικαστήριο ή σε διεθνή διαιτησία.
Σενάριο 4: Αποκλιμάκωση και αποφυγή σύγκρουσης
Στο Σενάριο 4 οι δύο πλευρές συμφωνούν σε αποκλιμάκωση, με το χρονισμό να παίζει κεντρικό ρόλο. Οι δύο στόλοι εγκαταλείπουν την περιοχή. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί ως αποτέλεσμα ξένης μεσολάβησης. Έτσι θα επικρατούσε προσωρινή αποκλιμάκωση χωρίς απώλειες για τις δύο πλευρές. Στο προαναφερθέν πλαίσιο, αυτό θα ήταν το καλύτερο αποτέλεσμα συλλογικά, εκτός κι αν η αποκλιμάκωση έγινε με όρους για διμερή διαπραγμάτευση.
Σε μία τέτοια περίπτωση είναι πιθανό η Άγκυρα να αποκομίσει οφέλη, με την έννοια ότι οι τουρκικές διεκδικήσεις –κι όχι μόνο για την ΑΟΖ– θα νομιμοποιούνταν. Πρόκειται για ένα σενάριο που προσφέρει στην Ελλάδα προσωρινή ανακούφιση αποφυγής ενδεχόμενης στρατιωτικής σύγκρουσης, αλλά πίσω της υφέρπει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική τουρκική αποφασιστικότητα. Τα γεγονότα των Ιμίων του 1996, όταν δύο ελληνικές βραχονησίδες μεταμορφώθηκαν σε de facto αμφισβητούμενη περιοχή στην επαύριον της κρίσης, δεν θα έπρεπε να ξεχαστούν από τους ασκούντες και διαμορφωτές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.