Από το “Χόρα” στο “Ορούτς Ρέις” – 46 χρόνια ελληνοτουρκικής διένεξης
29/07/2020Ελλάδα και Τουρκία δεν απόλαυσαν ποτέ μακρά περίοδο καλών σχέσεων. Ανέκαθεν οι σχέσεις τους σκιάζονταν από εντάσεις, θερμά επεισόδια και πολέμους. Για ακόμα μία φορά βρέθηκαν στα πρόθυρα σύγκρουσης, μετά την έκδοση τουρκικής Navtex για έρευνες νότια του Καστελλόριζου.
Η Άγκυρα είχε εμφανιστεί έτοιμη να στείλει το Ορούτς Ρέις για έρευνες στη δυνητική ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ (δεν έχει οριοθετηθεί με συμφωνίες) μαζί με πολεμικά πλοία, ενώ η Αθήνα είχε απαντήσει, κινητοποιώντας το Πολεμικό Ναυτικό, το οποίο αναπτύχθηκε σε θέσεις μάχης. Η διεξαγωγή ερευνητικής δραστηριότητας εντός της δυνητικής ελληνικής ΑΟΖ, αποτελεί παραβίαση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Δεν πρόκειται για μία νέα διαμάχη.
Αντιθέτως, φτάνει πίσω στη δεκαετία του 1970. Η Τουρκία από όταν άρχισαν οι εργασίες της προπαρασκευαστικής Διάσκεψης για το Δίκαιο της Θάλασσας (1970-73) και κατά την διάρκεια των εργασιών της κύριας Διάσκεψης (1973-1982), επεδίωξε με συστηματικό τρόπο να παγιώσει αυτό που σήμερα αποκαλεί “Γαλάζια Πατρίδα”. Αρνούμενη αυθαίρετα ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ σφετερίζεται μεγάλες θαλάσσιες εκτάσεις, που σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ανήκουν στη δικαιοδοσία της Ελλάδας.
Η Άγκυρα έχει κατά καιρούς χορηγήσει άδειες στην κρατική εταιρεία πετρελαίου ΤΡΑΟ για διεξαγωγή ερευνών στην ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, αρχικά στο Αιγαίο και μετά στην Ανατολική Μεσόγειο. Μετά την εισβολή στην Κύπρο το 1974, άνοιξε διάπλατα το δεύτερο μέτωπο μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, το Αιγαίο. Η Τουρκία σταδιακά αλλά σταθερά έχτισε αυτό που η ίδια αποκαλεί διμερείς διαφορές, βαφτίζοντας έτσι τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της.
Από το “Χόρα” στο Νταβός
Ταυτόχρονα, με τη διχοτόμηση της θάλασσας, η Άγκυρα διεκδικούσε και τη διχοτόμηση του εναερίου χώρου όσον αφορά τον έλεγχο των πτήσεων και στρατιωτικών και πολιτικών αεροσκαφών πάνω από το Αιγαίο. Με άλλα λόγια, επεδίωκε να εγκλωβίσει τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου σε τουρκικό θαλάσσιο και εναέριο χώρο, με σκοπό μελλοντικά να εγγράψει υποθήκες και γι’ αυτά καθ’ αυτά.
Η Ελλάδα πήγε το θέμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας το 1976 και προσέφυγε μονομερώς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Τουρκία δεν πήγε γιατί δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Εντέλει, άρχισαν διαπραγματεύσεις το Νοέμβριο του 1976, που οδήγησαν στο Πρακτικό της Βέρνης, με το οποίο η Ελλάδα αποδέχτηκε να μην κάνει έρευνες για υδρογονάνθρακες, μέχρι να οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα.
Οι σχετικές διαπραγματεύσεις οδηγήθηκαν σε ναυάγιο. Η Τουρκία απειλούσε κατά καιρούς με έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, αλλά όταν το επιχείρησε τον Μάρτιο 1987 οι δύο χώρες έφτασαν στα πρόθυρα του πολέμου. Η Άγκυρα υποχώρησε, αλλά και η Αθήνα αποδέχτηκε διμερή διάλογο, αυτό που αποκλήθηκε “πολιτική Νταβός”.
Διάλογο με την Άγκυρα διεξήγαγε και η κυβέρνηση του Κώστα Μητσοτάκη, αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα λόγω των επεκτατικών τουρκικών διεκδικήσεων. Στη δεύτερη περίοδο της πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν παγωμένες, αλλά στις αρχές του 1996, μόλις είχε αναλάβει την πρωθυπουργία ο Κώστας Σημίτης, εκδηλώθηκε η κρίση στα Ίμια.
Η θεωρία των “γκρίζων ζωνών”
Τότε, οι Τούρκοι πρόσθεσαν στο καλάθι την επεκτατική θεωρία των “γκρίζων ζωνών”, με την οποία για πρώτη φορά διεκδίκησαν ελληνικό έδαφος. Ζήτησαν ουσιαστικά να μοιραστούν με την Ελλάδα όλες τις ελληνικές κατοικημένες νησίδες και βραχονησίδες του Αιγαίου που δεν αναφέρονται ονομαστικά στη Συνθήκη της Λωζάννης, παρ’ ότι η Συνθήκη είναι πολύ σαφής αναφορικά με το ποιο νησί ανήκει στην Ελλάδα και ποιο στην Τουρκία.
Η κρίση στα Ίμια (αρχές 1996) οδήγησε με τη μεσολάβηση των Αμερικανών στην κοινή ανακοίνωση της Μαδρίτης (1997), με την οποία για πρώτη φορά η Ελλάδα αναγνώρισε ότι η Τουρκία έχει ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο. Το 1999 κι αφού είχε προηγηθεί η κρίση στις διμερείς σχέσεις με την υπόθεση Οτσαλάν, εγκαινιάστηκε η “διπλωματία των σεισμών”.
Η Ελλάδα αποσύρει το βέτο της για την προώθηση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας και έτσι ανοίγει ο δρόμος για μία ουσιαστικά εφ’ όλης της ύλης διμερή διαπραγμάτευση, που βαφτίστηκε άτυπες διερευνητικές επαφές. Στόχος ήταν να βρεθούν κοινά αποδεκτές λύσεις και στο ζήτημα του εύρους των ελληνικών χωρικών υδάτων, παρ’ ότι η επέκτασή τους είναι μονομερής απόφαση της Αθήνας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και βέβαια της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Αλλά ούτε κι αυτή η διαδικασία κατέληξε κάπου.