Από τον τυφλό αντιαμερικανισμό του αλωνιού στην τυφλή υπακοή του σαλονιού
10/02/2019Σε πρόσφατο κείμενό του στο SLpress ο Κώστας Λάβδας πολύ σωστά, αναφέροντας ως παράδειγμα μεταξύ άλλων την Συμφωνία των Πρεσπών, στηλιτεύει το γεγονός πως η ελληνική εξωτερική πολιτική αντί μιας ορθολογιστικής στρατηγικής άγεται και φέρεται μονοσήμαντα από κριτήρια εσωτερικής πολιτικής και μια «άκριτη, εξίσου μονοσήμαντη εξάρτηση από τα σήματα ή/και την ισχύ των παραμέτρων του περιβάλλοντος. Δυστυχώς, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας σήμερα –παρά τις κραυγές περί «λαϊκισμού»– εμφανίζεται να καθορίζεται, με τρόπο μονοσήμαντο, από τα εξωτερικά κελεύσματα.
Εκτιμώ πως μια συμπληρωματική θεώρηση αφορά τη χειμαρρώδη εισροή στην ελληνική πολιτική σκηνή ιδεολογικά εκπορευμένων πεποιθήσεων και συμπαρομαρτούντων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων για την διεθνή πολιτική. Ιεραρχικά ως προς δύο αλληλένδετα ζητήματα, οι παθολογίες επενεργούν θανατηφόρα πάνω σε κάθε προσπάθεια ανάπτυξης μιας ορθολογιστικής εθνικής αποτρεπτικής στρατηγικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ταλάντευση μεταξύ ενός στείρου αντιαμερικανισμού και γονυπετούς τυφλής υπακοής στα κελεύσματα που εξυπηρετούν εφήμερους στόχους τακτικού χαρακτήρα των ΗΠΑ.
Η πρώτη παθολογία αφορά την γενικότερη κατανόηση του κόσμου ο οποίος κατά πολλούς σύντομα … ενοποιείται. Ως προς τούτο, δύο μεγάλα συγκλίνοντα και μεταψυχροπολεμικά ανάμεικτα ρεύματα αφορούν το διεθνιστικό δίδυμο κομμουνιστικών καταβολών ιδεολογημάτων και τα αρχαϊκά («δεξιά») φιλελεύθερα ιδεολογήματα.
Μεταψυχροπολεμικά συσπειρώθηκαν γύρω από τον λανθασμένο όρο «παγκοσμιοποίηση» (πλανητικοποίηση είναι ο σωστός όρος, καθ’ ότι απουσιάζει μια παγκόσμια κοινωνία και μια παγκόσμια εξουσία). Αποτέλεσμα είναι να υποτιμάται ο ρόλος του κράτους, της εθνικής ανεξαρτησίας, της ισχύος ως καθοριστικού παράγοντα και των εθνικών συμφερόντων ως προς τα οποία ακόμη και ο όρος «εθνικό συμφέρον» προκαλεί πνευματική αλλεργία.
Η δεύτερη παθολογία αφορά τον «αντιιμπεριαλισμό». «Πολλοί νεοέλληνες σύγχυσαν τον αντί-ηγεμονισμό ως προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας με τα εκλογικευμένα διεθνιστικά αντί-ιμπεριαλιστικά συνθήματα που αποτελούσαν μεταμφίεση των αξιώσεων ισχύος της μιας υπερδύναμης» συνομιλία με τον Π. Κονδύλη.
Έτσι «αριστερά» και «δεξιά» ή στις συγκαιρινές μεταψυχροπολεμικές ανάμεικτες εκδοχές τους κυριαρχεί ανορθολογισμός όσον αφορά, αφενός τη φυσιογνωμία και τις ανελέητες λογικές του κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος και αφετέρου τον ρόλο των βαθύτερων διαμορφωτικών δυνάμεων της ιστορίας, δηλαδή των ηγεμονικών δυνάμεων.
Οι ηγεμονικές δυνάμεις ιστορικά πάντα μεταμφίεζαν τις ηγεμονικές αξιώσεις ισχύος με τον ένα ή άλλο οικουμενισμό (Edward H. Carr) τον οποίο όσο περισσότεροι «ιθαγενείς» λιγότερο ισχυρών κρατών καταβρόχθιζαν τόσο μεγαλύτερες ήταν οι ζημιές γι’ αυτούς. Ιδιαίτερα στην σύγχρονη εποχή το μείζον είναι όχι υποταγή ή σύγκρουση με τις ηγεμονικές δυνάμεις αλλά η υιοθέτηση μιας σταθερής στρατηγικής αξιόπιστων συναλλαγών γύρω από αμοιβαία συμφέροντα με σκοπό όσο το δυνατό ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις.
Συναλλαγές εντός και εκτός συμμαχιών
Το τελευταίο ισχύει πολύ περισσότερο εντός των γεωπολιτικά συναρτημένων «ιστορικών συμμαχιών» της Ελλάδας, δηλαδή των συμμαχιών των ναυτικών δυνάμεων πάνω στην Περίμετρο της Ευρασίας. Στις συμμαχίες αυτές δεν «ανήκουμε» αλλά είμαστε ενταγμένοι ισότιμα όπως και κάθε άλλο κράτος-μέλος. Όμως, για να χρησιμοποιήσουμε την φράση του Κώστα Λάβδα, άλλα είναι τα κελεύσματα, κατά την δική μας εκτίμηση λόγω των προαναφερθέντων ιδεολογικών συνδρόμων και λόγω ελλειμματικής κατανόησης του κρατοκεντρικού κόσμου και της θέσης και ρόλου των ηγεμονικών δυνάμεων στην ιστορική διαδρομή των ανθρώπων.
Το αποτέλεσμα είναι κατακλυσμός συνθημάτων αντί ορθολογιστικών θέσεων συμβατών με τον σύγχρονο κρατοκεντρικό κόσμο. Εντός των συμμαχιών απουσιάζουν συναλλαγές για ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις με αποτέλεσμα όπως έγινε με την Συμφωνία των Πρεσπών να μετατρεπόμαστε σε πιόνια των στρατηγικών παιγνίων και να φορτωνόμαστε ακόμη ένα ογκόλιθο του Σισύφου που θα πρέπει να σπρώχνουμε προς την κορυφή για να πέφτει στο τέλος και να μας καταπλακώνει.
Ενδιαμέσως λόγω χειμαρρωδών ιδεολογημάτων για τον κόσμο και τον ρόλο του κράτους στο σύγχρονο διεθνές σύστημα επί δεκαετίες ακούμε τα ίδια και τα ίδια. Πολλοί δεν κατανοούμε ότι δεν υπάρχουν κακοί και καλοί, φίλοι και εχθροί αλλά κράτη ένα έκαστο με τα δικά του ιεραρχημένα συμφέροντα τα οποία για τις μεγάλες δυνάμεις αφορούν πρωτίστως την εκάστοτε κατανομή ισχύος και τις συνέπειες γι’ αυτές λόγω ανακατανομών ισχύος και συμφερόντων.
Έτσι, για παράδειγμα, έχουμε ιλαροτραγικές ταλαντεύσεις μεταξύ αφελούς αντιαμερικανισμού και τυφλής υπακοής σε εφήμερα αμερικανικά κελεύσματα με ευτελή «αμοιβή» την εκάστοτε καρέκλα εξουσίας ή ανορθολογικές σταλινικών καταβολών φιλο-ρωσικές στάσεις που «για μια Πρέσπα» και αφορμή μερικούς κατασκόπους μεταλλάσσονται σε επώδυνες για τα Ελληνικά συμφέρονται αντί-Ρωσικές δηλώσεις με τις οποίες όλοι γελούν αλλά και όλοι ευχαριστημένοι μας εξαποστέλλουν στις Συμπληγάδες των στρατηγικών παιγνίων.
Τα ίδια ασφαλώς βιώνουμε με τα συνοδευτικά με τον εξίσου ανορθολογικό αντιγερμανισμό του τύπου «Μέρκελ go home» ο οποίος απόρροια των προαναφερθέντων παθολογιών μεταλλάσσεται ακαριαία σε έρωτα για την Μέρκελ. Ως προς το τελευταίο, πριν τέσσερα χρόνια λογικά έπρεπε να κάνουμε σκληρές διαπραγματεύσεις, ιδιαίτερα μετά από ένα ενισχυτικό δημοψήφισμα και μια ολοφάνερη δική τους μπλόφα για Grexit. Αντίθετα, γονυπετείς η Ελλάδα δέχθηκε τα πάντα, καταχρεώθηκε και οι μεταλλάξεις που υποδηλώνουν κραυγαλέα πολιτική ασυνέπεια παραμένουν πολιτικά ανεξέλεγκτες.
Ούτε αντιαμερικανισμός ούτε υποτέλεια
Το ελληνικό κράτος το οποίο εδώ και δύο αιώνες μετά την δολοφονία του Καποδίστρια σφαδάζει, πληγώνεται και συρρικνώνεται καθημερινά, δεν επιβιώνει. Πολλά χρειάζονται αλλά πρωτίστως δημοκρατικός προσανατολισμός για να καταστεί η κοινωνία εντολοδόχος της υπό κανονικές συνθήκες ανακλητής πολιτικής εξουσίας.
Δεν επιβιώνει επίσης εάν δεν αποκατασταθεί τάχιστα η εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία, δηλαδή η εθνική ανεξαρτησία. Κάτι τέτοιο απαιτεί πολλά πρωτίστως πολιτική Ανάσταση που θα αποτινάξει τις ιδεολογίες, τα ιδεολογήματα και τα θεωρήματα για να αφήσει να εισρεύσει μέσα στην Ελληνική κοινωνία ο δικός της πολιτικός πολιτισμός και οι δικές της πολιτικές παραδόσεις της δημοκρατίας και της ελευθερίας.
Όσον δε αφορά την διπλωματία μας, το Ελληνικό κράτος θα βυθίζεται ολοένα και περισσότερο εάν δεν γίνει κατανοητό πως όλα τα κράτη συμμαχούν, αποτρέπουν, συναλλάσσονται και ελίσσονται όχι με κριτήρια ιδεολογικού, συναισθηματικού ή αισθητικού χαρακτήρα αλλά με όρους ιεραρχημένων εθνικών συμφερόντων.
Αλλόκοτος αντιαμερικανισμός
Ορίζεται λοιπόν ως αλλόκοτος αντιαμερικανισμός το να πετάς ασκόπως μολότοφ στα Εξάρχεια ή να πίνεις καφέ στο Κολωνάκι και στη συνέχεια έρποντας να πηγαίνεις στην Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας να υποκλιθείς. Αφήνοντας λοιπόν τέτοιες «εξόχως» νεοελληνικές στάσεις και συμπεριφορές, η μόνη σωστή στάση είναι ούτε αντιαμερικανικά σύνδρομα ούτε διολίσθηση σε ανορθολογικά αμερικανικά κελεύσματα.
Τέλος, έχοντας επί δεκαετίες μελετήσει και γράψει για την αμερικανική στρατηγική και τις Αμερικανικές προσεγγίσεις λήψης αποφάσεων –και συνεκτιμώντας την εκεί σημαίνουσα Ελληνική διασπορά–, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ θα μπορούσαν αναπτυχθούν πάνω σε σωστή βάση. Οι ΗΠΑ, εν τέλει, ας το κάνουμε σαφές, από άποψη εθνικής στρατηγικής είναι ένα πολύ συγκροτημένο κράτος με άρτια κρατικά επιτελεία χάραξης και εφαρμογής στρατηγικής.
Ένα κράτος όπως η Ελλάδα είτε υποτάσσεται και θεωρείται αναλώσιμο με συνέπεια να το εξαποστέλλουν στην Κλίνη του Προκρούστη για να κατακρεούργηση και διασκορπισμό, είτε υιοθετεί μια ορθολογιστική εθνική στρατηγική που του επιτρέπει να βρίσκεται σε μια διαρκή ισότιμη διαπραγμάτευση με την Ουάσιγκτον. Συναλλαγές στην βάση των εκατέρωθεν εθνικών συμφερόντων και τήρηση κόκκινων γραμμών όσον αφορά τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Μόνο έτσι οι ηγεμονικές δυνάμεις δεν θα θεωρούν το ελληνικό κράτος αναλώσιμο.