Δεν μας πτοούν οι Αγαρηνοί, αλλά…
01/06/2022«Να ξέρουν καλά ότι εμείς θα πράξουμε τα απαραίτητα απέναντι σε αυτούς που μας βλέπουν ως εχθρό». (Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν)
«Η Ελλάδα πρέπει να αφοπλίσει αυτά τα νησιά, διαφορετικά αρχίζει η συζήτηση για την κυριαρχία». (Μεβλούτ Τσαβούσογλου)
«Είτε οικειοθελώς είτε διά της βίας, θα απονεμηθεί δικαιοσύνη». (Ντ. Μπαχτσελί)
Όσο κι αν σήμερα ηχεί αδιανόητο, πριν μισό μόλις αιώνα δεν υπήρχαν ελληνοτουρκικές “διαφορές”. Υπήρχε το πρόβλημα της τουρκανταρσίας στην Κύπρο, αλλά ώς εκεί. Δεν αμφισβητείτο ο ελλαδικός εναέριος χώρος, ούτε η υφαλοκρηπίδα των νησιών μας, ούτε η κυριαρχία μας επί νήσων και βραχονησίδων, τίποτε. Κάπου εκεί, το 1973, έγινε η πρώτη τουρκική διεκδίκηση επί του Αιγαίου (με υπόδειξη του… Χένρι Κίσσιγκερ) και ξεκίνησε ένας σχεδόν γραμμικός κατήφορος που οδήγησε τη χώρα μας, μέσω των αλλεπάλληλων υποχωρήσεων, στο ναδίρ που βιώνουμε σήμερα: Να απειλούν οι καλοί μας σύμμαχοι ανοιχτά και επίσημα με κατάληψη των νησιών μας!
Στη συγκυρία αυτή είναι δύσκολο να αντιληφθείς το πώς ακόμα συνεχίζει η Αθήνα την αναξιοπρεπή και αναποτελεσματική τακτική της που μας έφερε στο χείλος του γκρεμού. Υπάρχει βεβαίως η ερμηνεία για μια θλιβερή ελίτ που ενδιαφέρεται αποκλειστικά για τα στενά της συμφέροντα, αδιαφορώντας και για την ίδια την ύπαρξη του ελληνικού έθνους/κράτους, αλλά δυσκολεύεται κανείς να την αποδεχθεί. Παρά τις αμέτρητες διαψεύσεις από διαδοχικές κυβερνήσεις, παρά τις καθημερινές προδοσίες ελπίδων, παρά την πάνδημη αίσθηση μιας καθολικής ξεθεμελίωσης, επιβιώνει μια ακαθόριστη προσδοκία πως “δεν μπορεί, κάτι κάποιος θα έχει στο μυαλό του” για όσα απίστευτα – λόγια και πράξεις – εκτοξεύει εναντίον μας η εξ’ ανατολών γείτων.
Σήμερα λοιπόν, εν έτει 2022, με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών κ. Τσαβούσογλου να καλεί σε αφοπλισμό των νησιών μας, δείχνοντας σε χάρτες τι αφορά «η συζήτηση για την κυριαρχία» και με τον κυβερνητικό εταίρο Μπαχτσελί να μας απειλεί πως «δεν ξεχάστηκαν τα Δωδεκάνησα και θα δούμε τις μέρες που θα επιστρέψουν στον πραγματικό τους ιδιοκτήτη», είμαστε στο σημείο καμπής. Ήμασταν ήδη από τη μέρα που δεχθήκαμε να πετάνε τα, επανδρωμένα και μη, αεροσκάφη τους πάνω από τα εδάφη μας (!) αλλά πλέον είναι και επισήμως τετελεσμένο.
Καθένας αντιλαμβάνεται πως η αδράνεια, η δειλία, η αβελτηρία δεν μπορούν πια να παρουσιάζονται ως ψυχραιμία, νηφαλιότητα και πολιτισμένη τακτική. Τελείωσαν τα φούμαρα περί ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, εξαντλήθηκαν οι ψευδαισθήσεις για τους “λευκούς” Τούρκους, σώθηκαν τα φληναφήματα περί αδελφοσύνης των λαών.
Υπογράψαμε Νταβός κι Ελσίνκι, αναγνωρίσαμε Μαδρίτες και Γενεύες, τους πουλήσαμε από τις μαρίνες μας μέχρι τα κανάλια μας, τους ανεχτήκαμε ως κατακτητές στην Κερύνεια, ως ανθρωποδιακινητές στη Λέσβο, ως ναρκέμπορους στον Έβρο, ως λαθραλιείς στη Σαμοθράκη, τίποτε δεν τους ικανοποίησε – όπως ήταν άλλωστε κι αναμενόμενο. Κάψαμε όλα τα χαρτιά μας, παραδώσαμε τα πάντα στους δυτικούς επικυρίαρχους, κόψαμε κάθε γέφυρα με χώρες εκτός ΝΑΤΟ που παραδοσιακά μας στήριζαν κι ακόμα δεν έχουμε ούτε φραστική εγγύηση για μιαν αλληλεγγύη που θα μας κάλυπτε.
Αγαρηνοί και Χατζηανέστηδες
Εδώ θα αντέτεινε κάποιος πως “ναι αλλά αγοράσαμε όπλα, συμμαχήσαμε με τη Γαλλία και με Αίγυπτο-Ισραήλ-Εμιράτα…” Πρώτον οι όποιες συμμαχίες μας, που υλοποιήθηκαν άλλωστε με ξεκάθαρη υπερατλαντική επίνευση αν όχι σχεδίαση, έχουν συγκεκριμένα όρια που είναι οι αντικειμενικές συνθήκες και τα μεταβαλλόμενα συμφέροντα των χωρών αυτών. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την εμπλοκή γαλλικών λ.χ. δυνάμεων σε ένα ξαφνικό και σύντομο επεισόδιο μεταξύ Λέρου και Κω. Ταυτοχρόνως είναι πολύ εύκολο να αναλογισθείς τι θα σημάνει για τα ελληνικά συμφέροντα μια χρήση ελληνικού εδάφους από την ισραηλινή αεροπορία (εδώ ή στην Μεγαλόνησο) για χάρη των μικροϊμπεριαλιστικών στοχεύσεων του εβραϊκού κράτους.
Όσον δε αφορά τα όπλα που έχουμε προσφάτως παραγγείλει – μια ενέργεια αναγκαία αλλά όχι ικανή να μας διασφαλίσει – όλοι ξέρουμε πως αυτά μόνα τους δεν πολεμάνε. Μάλιστα το είδαμε στο Αφγανιστάν, στη Σαουδαραβία, πρόσφατα και στην Ουκρανία, ότι μπορεί να μην σημαίνουν και τίποτε για την έκβαση μιας αναμέτρησης. Το πνεύμα που είναι διάχυτο στην κοινωνία και τη ηθικό του λαού είναι τεραστίας σημασίας και αυτά διαμορφώνονται καθοριστικά άνωθεν, δηλαδή από το σύστημα εξουσίας.
Στον τομέα αυτόν λοιπόν οι ιθύνοντες των Αθηνών κάνουν το παν, εσκεμμένα ή μη, για να μας καταστρέψουν. Δεν είναι μόνο οι προσκηνιακές μας ταπεινώσεις, όπως ότι δεν προχωράμε σε χωρικά ύδατα 12 μιλίων ή δεν αποσαφηνίζουμε στον βασιβουζούκο μια κόκκινη γραμμή (λ.χ. “το επόμενο τουρκικό αεροσκάφος που θα πετάξει πάνω από ελληνική επικράτεια θα καταρριφθεί, τελεία”).
Είναι κι όλες αυτές που επισυμβαίνουν σε δεύτερο πλάνο, με τις κατσάδες που θα ακούσει ο πλοίαρχος της φρεγάτας που μας έκανε πρόπερσι περήφανους ή με τις απειλές για ΕΔΕ που θα δεχθεί ο διοικητής παραμεθόριας μονάδας, επειδή κατήγγειλε κατασκοπική δράση τουρκικού UAV πάνω από το στρατόπεδό του, ακόμα και με την επίπληξη που θα δεχθεί σε άσκηση του Αρχηγείου ο ανώτατος αξιωματικός που θα χρησιμοποιήσει τη λέξη… “πόλεμος”! Το ηθικό των Ελλήνων δεν πτοείται από τις κραυγές ή τα σχέδια των Αγαρηνών, αλλά από την κυριαρχία στην Αθήνα των Δηλιγιάννηδων και των Χατζηανέστηδων.
Το 1974 χάσαμε ως Ελλάς τη μισή Κύπρο σε έναν πόλεμο που αρνηθήκαμε να κάνουμε, παρά την υπεροπλία που γενικά διαθέταμε. Είχε προηγηθεί ο μερικός αφοπλισμός της Μεγαλονήσου (με την απόσυρση της Μεραρχίας), η αναρρίχηση στην εξουσία ενός ηλιθίου, η προδοσία κομβικών προσώπων, η σιωπηλή “κατανόηση” του συμμαχικού παράγοντα έναντι των Τούρκων. Η φτηνή δικαιολογία που λέμε στον πληγωμένο εθνικό μας εαυτό είναι πως (μέχρι και τον Αττίλα Ι) ήταν “περίοδος Χούντας”. Αναρωτιέμαι, σήμερα που η κατάσταση ήδη προσομοιάζει σε κάποια τουλάχιστον στοιχεία, αν θα έχουμε μιαν απευκταία ανάλογη εξέλιξη, τι θα λέμε;