Ελλάδα-Τουρκία: Ποια έχει “παράθυρο ευκαιρίας” και ποια “παράθυρο τρωτότητας”
09/06/2022Με αφορμή την επίσκεψη του αρχηγού ΓΕΕΘΑ στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου στο Ισραήλ, έγινε αναφορά στο ενδεχόμενο ύπαρξης “παράθυρου ευκαιρίας” για την Τουρκία να κινηθεί εναντίον της Ελλάδας, για την οποία αντίστοιχα αυτή την περίοδο υπάρχει(;) “παράθυρο τρωτότητας” μέχρι την ένταξη και επιχειρησιακή αξιοποίηση κύριων οπλικών συστημάτων, όπως οι φρεγάτες Belharra, τα πρόσθετα μαχητικά Rafale και τα αεροσκάφη πέμπτης γενιάς F-35A Lightning II, εάν τελικώς ολοκληρωθεί η αγορά τους. Αυτές οι αγορές ανατρέπουν το τρέχον ισοζύγιο ισχύος στο ελληνοτουρκικό μέτωπο.
Όμως, η θουκυδίδειος λογική πίσω από το σχήμα του “παράθυρου ευκαιρίας” έχει και μια εναλλακτική ανάγνωση, την οποία οι δυο πλευρές του Αιγαίου μπορούν να την ερμηνεύσουν όπως επιθυμούν. Η αντίστροφη ανάγνωση έχει την ίδια ακριβώς βάση: Όπως η Τουρκία μπορεί να αισθανθεί πίεση να κινηθεί για την εξυπηρέτηση των πάγιων αναθεωρητικών στόχων της σε βάρος του Ελληνισμού, προτού ανατραπεί το ισοζύγιο ισχύος, έτσι και μια πιο τολμηρή Ελλάδα θα μπορούσε θεωρητικά να κάνει διαφορετικό υπολογισμό. Αντί για “παράθυρο τρωτότητας”, να διακρίνει “παράθυρο ευκαιρίας” στο άτυπο εξοπλιστικό εμπάργκο σε βάρος της Τουρκίας και στη γενικότερη κατάσταση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου 2016.
Υπενθυμίζεται ότι μετά τον Ιούλιο 2016 το καθεστώς Ερντογάν εξαπέλυσε πογκρόμ εναντίον πιλότων και υψηλόβαθμων αξιωματικών, τους οποίους δεν θεωρούσε πιστούς, χωρίς πάντα πολλοί εξ αυτών να έχουν την παραμικρή ανάμιξη στο πραξικόπημα ή “πραξικόπημα”. Αυτό το δεδομένο, αν και σε άγνωστο βαθμό, αντισταθμίζει τον τουρκικό κομπασμό ότι το στράτευμά τους είναι εμπειροπόλεμο εξαιτίας των πολλαπλών μετώπων, στα οποία επιχειρεί. Ευκαιρία επίσης θα μπορούσε να θεωρηθεί και η πολύ δύσκολη διπλωματική θέση στην οποία έχει περιέλθει η Τουρκία, υπό την έννοια της προβληματικής εξωτερικής νομιμοποίησης της πολιτικής της.
Σαφώς, ο αντίλογος θα μπορούσε να είναι ότι σε περίπτωση ελληνικής ενέργειας σε βάρος της Τουρκίας, τη στιγμή που η γειτονική χώρα κατηγορείται για πολιτική που αποσταθεροποιεί την ευαίσθητη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, η κατηγορία αυτή θα απευθυνόταν πλέον και απέναντι στην Ελλάδα. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να επιτεθεί πρώτη στην Τουρκία, καθότι χώρα status quo. Εάν, όμως, η Τουρκία, στο πλαίσιο του επεκτατισμού της, απειλήσει εμπράκτως την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αντιδράσει δυναμικά. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η κατάρριψη ενός τουρκικού UAV (μη επανδρωμένο αερόχημα) όταν αυτό πραγματοποιεί υπέρπτηση σε νησί.
Η κάθετη κλιμάκωση του τουρκικού επεκτατισμού που θέτει ζήτημα κυριαρχίας δεκάδων ελληνικών νήσων με αστεία επιχειρήματα, ενώ καταβάλει προσπάθεια να το παρουσιάσει ως… ευαισθησία στο διεθνές δίκαιο, νομιμοποιεί την Ελλάδα να αντιδράσει έμπρακτα, δείχνοντας στους Τούρκους τα όρια. Αυτό θα συνέβαινε μάλιστα σε μια περίοδο που η Ελλάδα έχει αποσπάσει από δυτικής πλευράς τα εύσημα τόσο ως “πιστός και προβλέψιμος” σύμμαχος, όσο και για την χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις καταδίκη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Παράθυρο τρωτότητας
Ενδεχόμενη κίνηση της Ελλάδας θα αναδείκνυε ένα πρόβλημα που παραδοσιακά προσπαθεί να αποφύγει να αντιμετωπίσει η Δύση, θεωρώντας αναντικατάστατη τη σημασία του “οικοπέδου Τουρκία” στη στρατηγική της. Όταν όμως όλοι έσπευσαν να βοηθήσουν έμπρακτα την Ουκρανία να αμυνθεί μόλις εκδηλώθηκε η ρωσική εισβολή, με ποια δικαιολογία θα αρνηθούν, στην τρέχουσα συγκυρία, να συνδράμουν έναν σύμμαχο που θα αντιδράσει στην καταπάτηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών του δικαιωμάτων;
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που η Ελλάδα αποφάσιζε να επεκτείνει άμεσα τα χωρικά της ύδατα, έστω στα ηπειρωτικά, στα 12 ναυτικά μίλια. Υπενθυμίζεται, ότι το διεθνές δίκαιο της θάλασσας προβλέπει τη μονομερή επέκταση. Σε περίπτωση που η απόσταση μεταξύ δυο χωρών σε ένα θαλάσσιο στενό είναι μικρότερο των 24 ναυτικών μιλίων, προφανώς χρησιμοποιείται ο κανόνας της μέσης γραμμής.
Μια τέτοια ενέργεια θα οδηγούσε την Τουρκία στο να αντιμετωπίσει το ακόλουθο δίλημμα: Είτε να εφαρμόσει το casus belli που έχει απευθύνει η τουρκική Εθνοσυνέλευση στην Ελλάδα, εξαπολύοντας επίθεση εναντίον της, επειδή άσκησε ένα νόμιμο δικαίωμά της, είτε να ακολουθήσει την οδό της νομιμότητας, αποδεχόμενη ταυτόχρονα την απαξίωση της παράνομης εξ ορισμού απειλής πολέμου. Κατά συνέπεια, είναι ασαφές το τι συνιστά “παράθυρο ευκαιρίας” στην τρέχουσα συγκυρία, υπό την προϋπόθεση τουλάχιστον ότι γίνεται αξιωματικά αποδεκτό ότι οι δυο χώρες σκέφτονται ορθολογικά και θα αποφασίσουν αποκλειστικά με γνώμονα και προτεραιότητα την εξυπηρέτηση αυτού που οι ελίτ που τις κυβερνούν θεωρούν ως εθνικό συμφέρον.
Είναι σαφές ότι η παρελθούσα συμπεριφορά των ηγεσιών των δυο χωρών έχει δημιουργήσει μια “προίκα”, δηλαδή την εντύπωση που έχει καλλιεργήσει η μια πλευρά στην άλλη για την προδιάθεση ανάληψης λελογισμένου ρίσκου, βάση της οποίας αξιολογείται η πιθανότητα αντίδραση ενός εκάστου στις εξελίξεις. Αυτός είναι όμως ένας παράγοντας που υπό συνθήκες μπορεί να μεταβληθεί. Συνθήκες οι οποίες σήμερα συνιστούν μια περιπεπλεγμένη εξίσωση…