Εμπλέκουν την Ελλάδα στο ναρκοπέδιο Μέση Ανατολή!
05/02/2020Η Ελλάδα μοιάζει να συμπεριφέρεται διεθνώς όπως ένας ασθενής που έχει πάθει βαρύ εγκεφαλικό. Μοιάζει η Αθήνα να μην είναι σε θέση να εξηγήσει πειστικά τι κάνουμε και γιατί στην εξωτερική και αμυντική πολιτική και αν υπάρχει κάποιο σχέδιο πίσω από όλα. Μοιάζει να δρούμε απλώς και μόνο υπό την επιρροή της πιο ακραίας πτέρυγας του δυτικού και ισραηλινού κατεστημένου (Νετανιάχου-Πενς-Πομπέο), ενός άξονα διατεθειμένου να βάλει φωτιά στη Μέση Ανατολή, αλλά και στη Μεσόγειο και στην ινδική υποήπειρο.
Και μάλιστα όταν η μεγάλη πλειοψηφία των Ευρωπαίων, αλλά και ένα εχέφρον τμήμα του ισραηλινού κατεστημένου είναι αποφασιστικά εναντίον των τυχοδιωκτικών σχεδίων για πόλεμο κατά του Ιράν, που εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε άτυπο παγκόσμιο. Ας ανοίξουμε στο σημείο αυτό μία παρένθεση για να δώσουμε και στον πιο ανίδεο αναγνώστη μια αίσθηση του περιβάλλοντος ασφαλείας, στο οποίο από περισσή εξάρτηση, από διεθνοπολιτική σύγχυση και άγνοια κινδύνου πάνε να εμπλέξουν την Ελλάδα οι ανερμάτιστοι πολιτικοί της.
Στις αρχές του μήνα ο ανωτέρω άξονας έπεισε ή εξανάγκασε τον Τραμπ να διατάξει τη δολοφονία Σουλεϊμανί. Ισχυρές διεθνείς δυνάμεις παρενέβησαν (το διεθνές κατεστημένο είναι διχασμένο, όπως και στις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) και ευτυχώς απεφεύχθησαν προς ώρας τα χειρότερα.
Ποια ήταν αυτά τα χειρότερα; Να αγκαλιάσει η σύγκρουση όλη τη Μέση Ανατολή, να προκληθούν παγκόσμια οικονομική και οικολογική κρίση, τεράστια προσφυγικά ή/και τρομοκρατικά κύματα, ακόμα να πάμε και σε χρήση ατομικών όπλων. Αυτά δεν είναι οι προβλέψεις του γράφοντος. Ήταν τα σενάρια του mainstream δυτικού Τύπου.
Στην καλύτερη περίπτωση οι δυνάμεις πίσω από τη δολοφονία Σουλεϊμανί αποδέχθηκαν την πιθανότητα να συμβούν όλα αυτά. Στη χειρότερη επεδίωξαν να συμβούν. Αυτό είναι λοιπόν το περιφερειακό περιβάλλον. Δεν έχει δηλαδή καμία σχέση με το περιβάλλον όταν οι Δυτικοί βομβάρδιζαν τη Γιουγκοσλαβία ή έκαναν εισβολή στο Ιράκ. Ζούμε σ’ έναν τελείως διαφορετικό και πολύ πιο επικίνδυνο κόσμο.
Οι Έλληνες αρμόδιοι, αν σκέφτονταν νηφάλια, θα έπρεπε να κάνουν τον σταυρό τους να μην μπλέξουμε σε αυτή την υπόθεση. Δεν είπαμε να κάνουν αυτά που θα έκανε ένας Ανδρέας Παπανδρέου, ή αυτά που κάνει ο Ερντογάν, έχοντας εκτοξεύσει τις μετοχές της Τουρκίας, κάτι που άλλωστε δεν θα μπορούσαν. Λέμε, όμως, να μην είναι επισπεύδοντες σε μια κρίση που μπορεί να κάψει τη χώρα μας, για να εξυπηρετήσουν τους πιο ακραίους κύκλους της Δύσης.
Η Ελλάδα μπλέκει στη Μέση Ανατολή
Σ’ αυτήν την κατάσταση, η Αθήνα ετοιμάζεται –προφανώς με παρότρυνση των Πομπέο, Νετανιάχου κλπ– να βάλει το κεφάλι της στον τορβά του μεσανατολικού ηφαιστείου, παρέχοντας ελληνικά Patriot και Έλληνες αξιωματικούς για την άμυνα της Σαουδικής Αραβίας, λες και το Ριάντ χρειάζεται την Ελλάδα, δεν μπορεί να βρει Patriot. Προετοιμάζεται, επίσης, να στείλει πολεμικό πλοίο στα στενά του Ορμούζ, sτο πιο επικίνδυνο σημείο του πλανήτη.
Αλήθεια, οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγήτορες νοιώθουν ότι έχουν το ηθικό δικαίωμα να στείλουν Έλληνες στρατιωτικούς να πεθάνουν για τα συμφέροντα τρίτων δυνάμεων. Γι’ αυτό στέλνουν οι Έλληνες τα παιδιά τους να κάνουν θητεία, γι’ αυτό πληρώνουν τις ένοπλες δυνάμεις τους; Για να κάνουν οι πολιτικοί τους χατήρια στους Αμερικανούς; Σε ένα κρεσέντο ανευθυνότητας, η Αθήνα μετατρέπει την Ελλάδα σε τμήμα της Μέσης Ανατολής και του επόμενου μεγάλου πολέμου της!
Ακόμα και στο Μάλι θέλουμε να πάμε για να βοηθήσουμε τη γαλλική επιχείρηση ελέγχου της Αφρικής, η οποία άρχισε με την επιχείρηση ανατροπής του Καντάφι και καταστροφής της Λιβύης το 2011. Πίσω κι από αυτό πάλι βρίσκονται τα φιλόδοξα “αφρικανικά σχέδια” του Νετανιάχου.
Η αμαρτωλή Σαουδική Αραβία
Θυμίζουμε ότι η Σαουδική Αραβία είναι ένα αμαρτωλό καθεστώς, παγκοσμίως γνωστό γιατί, με εντολή του μονάρχη της, έκοψαν κομματάκια έναν διαφωνούντα Σαουδάραβα που είχε την ατυχία να επισκεφθεί μια διπλωματική αποστολή της χώρας. Είναι επίσης ένα κράτος που κάνει γενοκτονία στην Υεμένη και θέλει να κάνει πόλεμο εναντίον του Ιράν. Το Ριάντ είναι η μόνη αραβική πρωτεύουσα που έχει ταχθεί υπέρ του σχεδίου Τραμπ-Νετανιάχου για την ουσιαστική ενσωμάτωση του συνόλου των κατεχομένων παλαιστινιακών εδαφών στο Ισραήλ.
Για ποιο λόγο πρέπει εμείς να εμπλακούμε σε μια τόσο επικίνδυνη διαμάχη και να κηλιδώσουμε το όνομα της Ελλάδας; Τη μια συνεργαζόμαστε με τη Σαουδική Αραβία. Την άλλη αναγνωρίζουμε τον απερίγραπτο και αποτυχόντα επίδοξο πραξικοπηματία της Βενεζουέλας. Το ιστορικό όνομα της Ελλάδας, κοιτίδας του παγκόσμιου πολιτισμού, της ελευθερίας και της δημοκρατίας, είναι και ασπίδα, το δικό μας “στρατηγικό βάθος”, έχει μεγαλύτερη αξία από πολλά F-16.
Και επιτέλους, κερδίσαμε ποτέ τίποτα από όλες αυτές τις καθ’ υπαγόρευση πολιτικές, εκτός από περιφρόνηση και από τους “συμμάχους” και από τους αντιπάλους τους; Οι Ισραηλινοί μας είπαν επισήμως πρόσφατα, με αφορμή τον EastMed, ότι δεν θα δούμε τα καράβια τους να αντιπαρατίθενται στα τούρκικα. Οι δε Αμερικανοί μας εξηγούν σε όλους τους τόνους να κάνουμε ό,τι θέλουμε με την Τουρκία, αλλά να μην ενοχλούμε την πολιτική τους (συνέντευξη του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας στην Καθημερινή 21-1-2020).
Διασπαθίζοντας το ελληνικό διπλωματικό κεφάλαιο
Η Ελλάδα και η Κύπρος ανέπτυξαν κατά το παρελθόν μια σειρά πολιτικών που τους επέτρεψαν, αν και παραμένοντας στο δυτικό στρατόπεδο, να αποκτήσουν ορισμένα σοβαρά αντισταθμίσματα. Διατήρησαν μια ακτινοβολία διεθνώς και μια δυνατότητα αντίστασης στις επιθέσεις που παραδοσιακά δέχθηκαν και από τους εταίρους, όπως οι ΗΠΑ που ήταν, μεταξύ άλλων, πίσω από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974. Έτσι απέφυγαν τα χειρότερα, όπως η αναγνώριση του τουρκικού ψευδοκράτους στην Κύπρο από τις μουσουλμανικές χώρες στον κόσμο. (Για μια σύντομη ανασκόπηση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων δες εδώ.
Στον αραβομουσουλμανικό κόσμο έπιναν επί δεκαετίες νερό στο όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου, του Μακάριου και του Λυσσαρίδη. Κι αν ο Χρυσοχοΐδης κατάφερε να εξασφαλίσει την ασφάλεια των Ολυμπιακών του 2004, αυτό έχει να κάνει με την ακτινοβολία της Ελλάδας, όχι μόνο με το C4I, για το οποίο έχουν ακουστεί πολλά για μίζες.
Μετά το 1996 και με μερική εξαίρεση την κυβέρνηση Καραμανλή, οι ελληνικές κυβερνήσεις διακρίνονται για την καταστροφή όλων των παράπλευρων σχέσεων και του διπλωματικού κεφαλαίου της Ελλάδας διεθνώς. Οι Δυτικοί ωθούν την Αθήνα να καταστρέψει επιδεικτικά σχέσεις με άλλα κράτη, ώστε να εκτεθεί και να μην μπορεί να τις αποκαταστήσει. Αυτό συμβαίνει προφανώς και με τη Σαουδική Αραβία, που δεν χρειαζόταν ελληνικά Patriot για να αμυνθεί.
Και γεωπολιτικό “Μνημόνιο”
Στο παρελθόν δεν έπρεπε απλώς να παραδοθεί ο Οτσαλάν στην Τουρκία, έπρεπε να το κάνουν οι ελληνικές υπηρεσίες αυτό. Δεν έπρεπε απλώς να ανατραπεί ο Μιλόσεβιτς στο Βελιγράδι, έπρεπε να πρωταγωνιστήσει σε αυτό ο απεσταλμένος του Γιώργου Παπανδρέου Άλεξ Ρόντος. Ο ίδιος μετά πήγε και τα είπε χαρτί και καλαμάρι στον δημοσιογράφο Τάκη Μίχα της Ελευθεροτυπίας για να χαλάσουν οι σχέσεις της Αθήνας με τη Μόσχα και το Βελιγράδι.
Μέχρι που έβαλαν κάποια στιγμή την Ελλάδα να προμηθεύσει όπλα στο Αζερμπαϊτζάν, προνομιακό σύμμαχο του Ισραήλ κατά του Ιράν, λες και δεν μπορούσε να βρει από αλλού όπλα. Ευτυχώς, τότε το έμαθαν οι Αρμένιοι, διέρρευσε η πληροφορία στις εφημερίδες και ναυάγησε η επιχείρηση, μαζί και η καταστροφή των σχέσεών μας με το Γερεβάν.
Με όλα αυτά που κάνει η Ελλάδα χάνει και τα τελευταία χαρακτηριστικά ενός ανεξάρτητου έθνους κράτους. Μετά τα Μνημόνια, το γεωπολιτικό Μνημόνιο μοιάζει με το καθαρτήριο στον δρόμο προς την ακύρωση ενός ιστορικού έθνους. Ας μην προσθέσει η πολιτική ηγεσία και η άρχουσα τάξη μια γεωπολιτική καταστροφή στην οικονομική, κοινωνική, ηθική και δημογραφική καταστροφή που έχει ήδη προξενήσει με το να εφαρμόζει κατά γράμμα ό,τι της υπαγορεύουν οι “εταίροι”.
Και μια τελευταία παρατήρηση. Χίτλερ ανεβάζουν πολλοί στην Ελλάδα τον Ερντογάν, φασίστα δικτάτορα τον κατεβάζουν. Μόνο που στη “φασιστική” Τουρκία, η Εθνοσυνέλευση συνεδριάζει και αποφασίζει για κάθε επιχείρηση εκτός χώρας. Αυτό συνέβη πρόσφατα και για το ζήτημα της Λιβύης, που προκάλεσε έντονη αντιπαράθεση στην Εθνοσυνέλευση και στα ΜΜΕ. Εδώ, οι ένοπλες δυνάμεις εμπλέκονται στον Κόλπο, στο Μαυροβούνιο και πιθανόν στην Αφρική, χωρίς οποιαδήποτε ενημέρωση, συζήτηση και ψηφοφορία στη Βουλή.