Εξαναγκαστική διπλωματία και όχι πόλεμος η στρατηγική της Τουρκίας
14/12/2022Οι αναλυτές που εκτιμούν ότι η στρατηγική της Τουρκίας είναι να οδηγηθούμε σε συνολικό πόλεμο, ή θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, για να στηρίξουν τις εκτιμήσεις τους χρησιμοποιούν τα ακόλουθα επιχειρήματα: Πρώτο, ότι όλα αυτά εντάσσονται στο γενικότερο τουρκικό αναθεωρητισμό και ειδικότερα στο δόγμα της “Γαλάζιας Πατρίδας”. Δεύτερο, ότι ο πρόεδρος Ερντογάν έχει ανάγκη μία εθνική νίκη ώστε να κερδίσει τις επικείμενες προεδρικές εκλογές. Τρίτο, ότι η Τουρκία προσπαθεί να κτυπήσει, πριν η Ελλάδα παραλάβει τα διάφορα οπλικά συστήματα που παράγγειλε με στόχο να εξισορροπήσει την τουρκική υπεροπλία.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Οι ΗΠΑ έχουν αποτρέψει δύο φορές (Μάιο και Δεκέμβριο) με ισχυρές προειδοποιήσεις προς τη Τουρκία μία χερσαία επιχείρηση της εναντίον των Κούρδων του SDF στη Συρία. Και ρωτώ: Είναι δυνατόν οι ΗΠΑ να επιτρέψουν κάτι ανάλογο σε βάρος μίας πολύτιμης συμμάχου χώρας της Ελλάδας που διαδραματίζει, χάρις στην Αλεξανδρούπολη, σημαντικό ρόλο για το στρατιωτικό και ενεργειακό εφοδιασμό χωρών των Βαλκανίων, καθώς επίσης και της Ουκρανίας;
Όπως θα θυμάστε μετά τη συνάντηση του περασμένου Ιουνίου στη Μαδρίτη μεταξύ Ερντογάν και Μπάιντεν ο Λευκός Οίκος εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία σαφώς αποθάρρυνε μια τουρκική επιχείρηση σε Συρία ή μία κίνηση που θα αποσταθεροποιούσε την Ανατολική Μεσόγειο. Η αμερικανική προειδοποίηση απέδωσε, αφού το αμέσως επόμενο διάστημα η Τουρκία έβγαλε έξω το νέο της γεωτρύπανο “Αμπντουλχαμίντ Χαν”, όμως αυτό περιορίστηκε, όχι τυχαία, εντός του κόλπου της Αττάλειας.
Κάτι ανάλογο συνέβη και τώρα με νέα αποθάρρυνση της Τουρκίας, παρά την αμερικανική ανοχή (ενδεχομένως λόγω Ουκρανίας) στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, από του να προχωρήσει σε χερσαία επιχείρηση κατά των Κούρδων. Το δε “Αμπτουλχαμίντ Χαν” και στη νέα έξοδο του κινείται ήδη εκτός ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ. Στην αμερικανική αποτροπή προστέθηκε στη πορεία και η συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας.
Οι εκλογές και η ισορροπία δυνάμεων
Ερχόμαστε τώρα στο παράγοντα τουρκικές προεδρικές εκλογές. Εδώ για όσους παρακολουθούν τη Τουρκία έχουν προκύψει νέα δεδομένα που ευνοούν την επανεκλογή του Ερντογάν. Το πρώτο είναι η εξαγγελία της ηγέτιδας του “Καλού Κόμματος” Μεράλ Ακσενέρ πως θα διεκδικήσει και εκείνη τη Προεδρία. Αυτό στη πράξη σημαίνει τη διάσπαση του μπλοκ της αντιπολίτευσης κατά το πρώτο γύρο και ελαχιστοποίηση των πιθανοτήτων των δημάρχων της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης, να αποτελέσει ένας εξ αυτών το κοινό υποψήφιο της αντιπολίτευσης. Σημαίνει επίσης ότι στο δεύτερο γύρο εκτός από τον Ερντογάν θα περάσει πιθανότατα και ο αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος Κιλιτσντάρογλου.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Ερντογάν προηγείται με πάνω από τέσσερεις ποσοστιαίες μονάδες του Κιλιτσντάρογλου. Πίσω από τα νέα δεδομένα ευρίσκονται οι μεγάλες αυξήσεις στο κατώτατο μισθό που έδωσε και θα δώσει ο Ερντογάν στους φτωχούς Τούρκους πολίτες που πλήττονται από τον τεράστιο πληθωρισμό. Οι αυξήσεις αυτές έγιναν εφικτές χάρις στα δισεκατομμύρια που εξασφάλισε ο Ερντογάν μετά τα τελευταία ανοίγματα του προς τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Εμιράτα.
Τέλος σε ότι αφορά το στρατιωτικό ισοζύγιο θεωρώ πως είναι πλέον αργά για τη Τουρκία. Στη κρίση του 2020 όταν είχαμε την επακούμβιση των φρεγατών και η Τουρκία θα μπορούσε να επικαλεστεί αυτοάμυνα και να βυθίσει τη φρεγάτα “Λήμνος”, κάτι που θα οδηγούσε ενδεχομένως σε γενικότερη σύρραξη, δεν το έπραξε. Αυτό, παρά το γεγονός ότι τότε τα ελληνικά Mirage 2000-5 ήταν καθηλωμένα στο έδαφος, που δεν είναι σήμερα, και δεν υπήρχαν στο ελληνικό οπλοστάσιο τα 10 Rafale και τα 4 F-16C Viper που υπάρχουν σήμερα.
Σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές οι δύο χώρες έχουν σήμερα αριθμητική ισοδυναμία (140 vs 130) στις διαθεσιμότητες των μαχητικών τους αεροσκαφών. Παράλληλα η Ελλάδα διατηρεί το πλεονέκτημα στο βυθό χάρις στα τέσσερα υποβρύχια τύπου 214 που φέρουν τεχνολογία που τούς επιτρέπει να παραμείνουν για μεγάλα διαστήματα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, ούτως ώστε να είναι δύσκολο να εντοπιστούν από εχθρικά ραντάρ. Αυτά και άλλα δεδομένα κάνουν σήμερα το αποτέλεσμα μίας ενδεχόμενης τουρκικής επίθεσης κατά της Ελλάδας εντελώς αβέβαιο.
Πόλεμος απειλών για εξαναγκασμό
Στη βάση όλων των πιο πάνω ισχυρίζομαι πως ο κίνδυνος για ένα συνολικό πόλεμο Ελλάδας- Τουρκίας, αλλά ακόμα και ενός θερμού επεισοδίου, που η Ελλάδα ξεκαθάρισε ότι δεν θα παραμείνει τοπικό, έχει περιοριστεί σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση η ορθολογική Τουρκία δεν νομίζω πως θα πάρει το ρίσκο να συγκρουστεί στρατιωτικά με την Ελλάδα και πολιτικά και όχι μόνο με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τη Γαλλία. Μία τέτοια σύγκρουση είναι δυνατόν να προκαλέσει σημαντικές ζημιές στην οικονομία της, θα οδηγήσει ενδεχομένως σε αποβολή της από το ΝΑΤΟ και θα οδηγήσει σε αποκλεισμό της από τα Viper.
Εκείνο που πιθανότατα θα κάνει η Τουρκία είναι να συνεχίσει τη σημερινή εξαναγκαστική διπλωματία κατά της Ελλάδας, κάτι που στο παρελθόν της είχε αποδώσει σημαντικά κέρδη (βλ. εκδίωξη Οτσαλάν από τη Συρία, μη εγκατάσταση των S300 στη Κύπρο). Οι συνεχιζόμενες απειλές (casus belli, θα έρθουμε… νύχτα) και οι πολεμοχαρείς δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων (θα ρίξουμε Tayfun στην Αθήνα) εντάσσονται στα πλαίσια αυτής της εξαναγκαστικής διπλωματίας με πρωταρχικό στόχο την αποτροπή του περαιτέρω εξοπλισμού των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με πυραυλικά και άλλα συστήματα όπως τα NLOS/SPIKE κλπ.