Εξοπλιστικά προγράμματα: Η σκοτεινή όψη
16/02/2022H συζήτηση στη Βουλή για τα εξοπλιστικά προγράμματα, για τις συμβάσεις προμηθειών των μαχητικών αεροσκαφών Rafale, των φρεγατών Belharra και των τορπιλών βαρέως τύπου για ta υποβρύχια, έδωσε την ευκαιρία να αναπτυχθεί ένας γόνιμος διάλογος, που αφορά αφενός το οικονομικό κόστος, αφετέρου την χρησιμότητα τους σε ένα σύγχρονο –κατά βάση ψηφιακό– πεδίο μάχης ή για την αντιμετώπιση ασύμμετρων και υβριδικών απειλών.
Το κόστος για τα τρία οπλικά συστήματα που αναφέραμε (Rafale, Belharra και τορπίλες) υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα επτά δισ. ευρώ. Θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και το τεράστιο κόστος της συντήρησης αυτών των όπλων για τα επόμενα 40 χρόνια, που φθάνει σε δυσθεώρητα ύψη, καθώς υπολογίζεται ότι θα είναι πολλαπλάσιο της αρχικής τιμής αγοράς.
Είναι μάλιστα εξαιρετικά πιθανόν τα νέα και πανάκριβα αυτά οπλικά συστήματα, στο άμεσο μέλλον, λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της στρατιωτικής τεχνολογίας, να αποδειχτούν αναποτελεσματικά και να μην χρησιμοποιηθούν παρά μόνο σε αποστολές απελπισίας. Για παράδειγμα, η πτητική δραστηριότητα των μη επανδρωμένων μαχητικών αεροσκαφών είναι πολύ μικρού κόστους. Η πτήση ενός μαχητικού Rafale με πλήρες φορτίο κοστίζει περίπου 18.000 ευρώ την ώρα.
Η νέα στρατιωτική ορολογία και πολεμολογία περιλαμβάνει τις κυβερνοεπιθέσεις, το ψηφιακό πεδίο μάχης, τα ηλεκτρονικά μέτρα και αντίμετρα, τις υβριδικές επιχειρήσεις, διάφορα πληροφορικά συστήματα και κατασκοπευτικοί δορυφόροι, τα μη επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη και υποβρύχια και το πιο φοβερό, ο στρατιώτης-ρομπότ, που με φονικά όπλα άφοβα, ασυναίσθητα και ανελέητα θα σκορπά την καταστροφή και θα τρομοκρατεί τους εχθρούς.
Κοινό σημείο αναφοράς των ανωτέρω είναι το πολύ χαμηλό κόστος απόκτηση και συντήρησης και κυρίως η ελαχιστοποίηση του ρόλου και της συμμετοχής των στρατιωτικών, πλην βεβαίως των εξειδικευμένων χειριστών, οι οποίοι θα βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από την περιοχή των επιχειρήσεων. Όλα τα παραπάνω μπορεί να είναι ολίγον μελλοντολογικά, αλλά πρέπει και στην Ελλάδα επιτέλους να διεξαχθεί μία συζήτηση για το πως η αποτρεπτική στρατηγική θα καταστεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική με το μικρότερο δυνατό κόστος.