Φάκελος της Κύπρου: Βρετανικά τανκς μπορούσαν να σώσουν την Αμμόχωστο
27/10/2022Μπορούσαν οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί να σταματούσαν την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974; Μπορούσαν να σταματήσουν την προέλαση της Τουρκίας, στη δεύτερη φάση της εισβολής; Επί τούτου, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα μαρτυρία του διπλωμάτη Άγγελου Βλάχου, στον Φάκελο της Κύπρου, της Βουλή των Ελλήνων. Μαρτυρία η οποία περιέχεται στον τελευταίο τόμο, τον ένατο, που κυκλοφόρησε τις τελευταίες ημέρες.
Ο Άγγελος Βλάχος είναι γνωστός και από τα βιβλία του και τον ρόλο που διαδραμάτισε από τη θέση του ως διπλωμάτης στο Κυπριακό. Η θητεία του στην Κύπρο, την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, στο Ελληνικό Προξενείο, είχε προκαλέσει αντιδράσεις μεταξύ των Κυπρίων για τις θέσεις του. Πολλά μπορούν να αναφερθούν για τον ρόλο του και για την περίοδο πριν το 1974, αλλά δεν είναι της παρούσης.
Στην πρώτη του, λοιπόν, κατάθεση ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων για τον Φάκελο της Κύπρου (30 Οκτωβρίου 1986), υποστήριξε, μεταξύ άλλων και προς έκπληξη μελών της, ότι ακόμη και η ελληνική Μεραρχία να ήταν στο νησί δεν θα άλλαζε το αποτέλεσμα της εισβολής. Μια θέση, όπως ειπώθηκε από τους βουλευτές, η οποία πόρρω απείχε από τα όσα είχαν αναφέρει στρατιωτικοί.
Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ και την εγγυήτρια Βρετανία, ο Άγγελος Βλάχος ρωτήθηκε από τον βουλευτή Γεώργιο Περάκη, για τον ρόλο που μπορεί να έπαιξε το Υπουργείο Εξωτερικών της Αμερικής, της Αγγλίας, η CIA, η ελλαδική ΚΥΠ, ο Κίσινγκερ, ο Σίσκο, ο Τάσκα. Ο Βλάχος ανέφερε με αφορμή την ερώτηση αυτή τις δικές του μαρτυρίες. Είπε πως μετά τον ΑΤΤΙΛΑ Ι πήγε στην Αθήνα ένας από τους Υφυπουργούς του Υπουργείου Εξωτερικών της Αμερικής, ο Χάρτμαν, «για να επιφέρει κάποια χαλάρωση μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων και να επιτύχει ένα είδος παύσεως πυρός». Συνάντησε τον Χάρτμαν με τον Τάσκα και συζήτησαν επί μακρού. Ένα ολόκληρο απόγευμα, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Ο Χάρτμαν τού ζήτησε να συναντηθούν την επόμενη ημέρα το πρωί σε πρόγευμα. «Κατάλαβα ότι δεν ήθελε να είναι και ο Τάσκα μπροστά», είπε ο Έλληνας διπλωμάτης.
Στη διάρκεια της συνάντησης ο Βλάχος είπε στον Αμερικανό αξιωματούχο: «Εκείνο που έχετε να κάνετε είναι να μετακινήσετε τη ναυαρχίδα σας, το “Enterprize”, που βρισκόταν τότε στον κόλπο της Νεαπόλεως». Εκείνος του απάντησε ευθέως και χωρίς περιστροφές: «Τίποτα δεν είναι πιο μακριά από τη σκέψη μας από αυτό που μου λέτε». Δηλαδή, ότι το Υπουργείο των Εξωτερικών των ΗΠΑ ήταν αντίθετο προς την επέμβαση της Αμερικής για να δημιουργήσει ένα παραπέτασμα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.
Καμία πρόθεση παρέμβασης
Για τους Εγγλέζους, ο Άγγελος Βλάχος είπε πως μετά την εκδήλωση της δεύτερης φάσης της εισβολής, δηλαδή στις 14 Αυγούστου, «ο πρέσβης της Γαλλίας, η οποία προήδρευε τότε στην ΕΟΚ, με ξύπνησε και ήρθε σπίτι μου στις 5.00 το πρωί και με παρακάλεσε να διαβιβάσω στον κ. Καραμανλή τη θερμή σύσταση της ΕΟΚ για αυτοσυγκράτηση. Δηλαδή, να μην κάνουμε και εμείς καμία επίθεση εναντίον της Τουρκίας».
Ο Βλάχος δεν επικοινώνησε αμέσως με τον Καραμανλή, αλλά το έπραξε όταν είχε πάει στο γραφείο (ήταν Διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του τότε Πρωθυπουργού). «Από εκεί τηλεφώνησα στον κ. Καραμανλή, ο οποίος φυσικά οργίσθηκε με αυτή τη σύσταση, διότι η σύσταση έπρεπε να γίνει κυρίως προς την Τουρκία την επιτιθέμενη και όχι προς την Ελλάδα την αμυνόμενη. Λίγο μετά ο πρέσβης της Αγγλίας, ο κ. Ρόμπενς νομίζω -λυπούμαι για τη μνήμη μου– ο οποίος επρόκειτο να φύγει, αλλά τον κράτησαν εδώ γιατί είχαν αρχίσει τα γεγονότα της Κύπρου, είχε κάνει τις αποχαιρετιστήριες επισκέψεις του, ήρθε να με δει στο γραφείο μου, όπου μου είπε ότι αυτό που κάνουν οι Τούρκοι είναι εξωφρενικό, διότι ο κ. Κάλλαχαν τούς είχε προειδοποιήσει ότι θα έχει σοβαρότατες συνέπειες η επέκταση της εισβολής».
Ακούγοντας τον Βρετανό πρέσβη, ο Βλάχος, όπως ο ίδιος κατέθεσε στην Επιτροπή, του πρότεινε το εξής: «Εκείνο το οποίο μπορείτε να κάνετε, τουλάχιστον, είναι να δημιουργήσετε μία ζώνη προστασίας με τα τεθωρακισμένα σας, τα οποία έχετε στις βάσεις της Δεκελείας, για να σώσετε την Αμμόχωστο». Τότε, σύμφωνα με τη μαρτυρία, ο Βρετανός πρέσβης κτύπησε το χέρι του (σ.σ. στο τραπέζι) και απάντησε: «Είναι πολύ καλή ιδέα, θα την τηλεγραφήσω στο Λονδίνο». Συνεχίζοντας τις αναφορές αυτές, ο Άγγελος Βλάχος είπε πως με την πάροδο τριών ωρών ο Βρετανός του τηλεφώνησε λέγοντάς του «nothing done», το οποίο σημαίνει «τίποτα δεν έγινε». Προφανώς και ο κ. Κάλλαχαν δεν ήθελε να εμπλέξει την Αγγλία στην κυπριακή υπόθεση, είπε ο Άγγελος Βλάχος. Η μαρτυρία του Έλληνα διπλωμάτη επιβεβαιώνει τη στάση των Αγγλοαμερικανών. Μια στάση που διευκόλυνε την Τουρκία.
Ανάκριση Τούρκου αξιωματικού
Ενδιαφέρον έχει ο διάλογος του βουλευτή Ιωάννη Κουτσογιάννη με τον Άγγελο Βλάχο για το κατά πόσο το παιχνίδι ήταν σικέ και υπήρξαν συνεννοήσεις μεταξύ χούντας και Τουρκίας. Εδώ ένας άλλος μάρτυρας κατέθεσε ότι συνελήφθη ένας Τούρκος ταγματάρχης και στην ανάκριση κατέθεσε το εξής περιστατικό: Τον ρώτησαν «Τι αντιαεροπορικά έχει η μονάδα σου;» και είπε ότι «Δεν έχει αντιαεροπορικά». Και του είπαν: «Πώς είναι δυνατόν μια επιλαρχία να μην έχει αντιαεροπορικά; Δεν χρειάζεται αντιαεροπορική προστασία;» Και αυτός απάντησε: «Γνωρίζαμε, μας είχε διαβεβαιώσει η ηγεσία μας», δηλαδή η τουρκική ηγεσία, «ότι δεν επρόκειτο να έρθουν στην Κύπρο ελληνικά αεροπλάνα και για αυτό δεν χρειαζόμαστε τα αντιαεροπορικά».
-Πώς το εκτιμάτε αυτό εσείς;
-Το εκτιμώ ως μία τουρκική εκτίμηση ότι, εφόσον ήξεραν ότι απέχει η Κρήτη από την Κύπρο περί τα 300 μίλια νομίζω, η Ελληνική Αεροπορία δεν θα μπορούσε να προβάλει σοβαρή αντίσταση στην Κύπρο.
-Δηλαδή, μας λέτε ότι αυτό ήταν εκτίμηση των Τούρκων και όχι γνώση, πληροφορία ότι δεν θα πάνε αεροπλάνα.
-Μάλιστα.
Αποστολή Βλάχου στο Λονδίνο
Στις 9 Αυγούστου 1974, ο Άγγελος Βλάχος με οδηγίες του Καραμανλή, πήγε στο Λονδίνο να συναντήσει τον Μακάριο, «για να συμφωνήσουν η ελληνική κυβέρνηση και ο Αρχιεπίσκοπος επί ορισμένων σημείων της περαιτέρω πορείας». Δεν ήταν μόνο αυτός ο λόγος της μετάβασης του πρέσβη στη βρετανική πρωτεύουσα. «Και ιδίως να μη βιασθεί ο Μακάριος να επιστρέψει στην Κύπρο, γιατί στην Κύπρο ήταν ακόμη η κατάσταση έκρυθμη, τα πνεύματα ήταν πάρα πολύ οξυμένα ακόμη και υπήρχε κίνδυνος να δημιουργηθούν ταραχές, παρόλο ότι είχε γίνει η πρώτη τουρκική εισβολή». Ο Άγγελος Βλάχος υποστηρίζει πως «εκείνο το οποίο νομίζω ότι μπορεί κανείς να συμπεράνει, είναι ότι η χούντα ήταν αποφασισμένη να ξεφορτωθεί τον Μακάριο, να τον θέσει εκ ποδών, είτε σκοτώνοντάς τον είτε περιορίζοντάς τον κάπου και ότι εν τη αφελεία της επίστευε ότι αυτή η ενέργειά της δεν θα είχε καμιά γενικότερη σημασία, ούτε καμιά γενικότερη συνέπεια. Γνώριζε, όμως, το ΑΕΔ ότι η Τουρκία από το 1964 ήδη είχε αλλάξει τη διάταξη του στρατού της, είχε ενισχύσει τα αεροδρόμιά της, της νοτίου Τουρκίας και είχε συγκεντρώσει αποβατικά σκάφη στον λιμένα της Μερσίνης και στον λιμένα της Αλεξανδρέτας.
Αυτά όλα τουλάχιστον οι διπλωματικές υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών τα θεωρούσαν ως προετοιμασία για το ενδεχόμενο ενός ελληνικού πραξικοπήματος, προετοιμασία αποβάσεως στην Κύπρο. Αυτά τα γνώριζαν, νομίζω, οι στρατιωτικοί και παρόλα ταύτα επιχείρησαν αυτή την πράξη, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παρά ως εγκληματική, και νομίζω ότι είχαν την πεποίθηση ότι θα εθεωρείτο αυτό το κίνημα ως μία εσωτερική υπόθεση της Κύπρου… Εν τούτοις εάν εξετάσει κανείς την ιστορία της Κύπρου από το ’64 ως το ’74, θα αντιληφθεί ότι ο Μακάριος ήταν πράγματι η μόνη εγγύηση, ζώσα εγγύηση αποτροπής μιας τουρκικής εισβολής, διότι και κύρος είχε αρκετό ο Αρχιεπίσκοπος, παρόλο ότι έκανε και εκείνος “αλλοφροσύνες”. Τα έλεγε όλα αυτά ο Α. Βλάχος παρόλο που ήταν γνωστό ότι δεν συμπαθούσε καθόλου τον Μακάριο.
Είναι σαφές από την κατάθεση του Άγγελου Βλάχου ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων για τον Φάκελο της Κύπρου, όπως και από άλλες μαρτυρίες, ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η “εγγυήτρια” Βρετανία δεν ήθελαν να σταματήσουν τα τουρκικά σχέδια στην Κύπρο. Οι Αμερικανοί ήθελαν διακαώς να αποτρέψουν ελληνοτουρκικό πόλεμο και τούτο δεν δυσκολεύτηκαν να το πετύχουν, γιατί στην Αθήνα δεν είχαν πρόθεση να εμπλακούν στρατιωτικά. Οι δε Βρετανοί το μόνο το οποίο τους ενδιέφερε ήταν να διασφαλίσουν πως με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο δεν θα επηρεάζονταν τα συμφέροντά τους στο νησί. Δεν θα επηρεαζόταν η παρουσία τους στο νησί. Κι αυτό το πέτυχαν. Και η Κύπρος ήταν η παράπλευρη απώλεια.