“Φθηνές” απαντήσεις από Μητσοτάκη για εξωτερική πολιτική
08/09/2025
Η απάντηση του πρωθυπουργού για την πολιτική της Ελλάδας στο Ουκρανικό, σε ερώτηση φιλοκυβερνητικού μέσου που είχε εμφανώς σκοπιμότητα “ασίστ”, είχε ως στόχο να αποκρούσει την κριτική που ασκείται από ολοένα και περισσότερους, για τη στάση απέναντι στη Ρωσία. Η δε έγερση του θέματος από μόνη της πρόδωσε την ανησυχία του Μαξίμου για το τι αντιλαμβάνεται πλέον κατά πλειοψηφία η ελληνική κοινωνία. Όπως το χειρίστηκαν όμως, η “ασίστ” μετατράπηκε σε αυτογκόλ!
Ερώτηση προς Μητσοτάκη: «Με δεδομένες τις (νεότερες) εξελίξεις στην Ουκρανία και τη στάση που τηρούν οι ΗΠΑ, έχετε δεχτεί κριτική ότι οδηγήσατε την Ελλάδα σε μία γεωπολιτική ήττα, αποδυναμώνοντας στην πορεία την εθνική ασφάλεια, προκαλώντας βαθιές ρωγμές στις ελληνορωσικές σχέσεις. Τι απαντάτε σε αυτό; Πιστεύετε ότι με την επιλογή της να φερθεί ως “επιτήδειος ουδέτερος” η Τουρκία θα βγει κερδισμένη έναντι της χώρας μας; Μετανιώνετε για τη στάση σας; Μήπως έκανε λάθος η Ελλάδα ή είναι στη σωστή πλευρά της Ιστορίας;»
Απάντηση Μητσοτάκη: «Το πώς αποδυναμώνεται η εθνική ασφάλεια σε μια χώρα που έχει ενισχύσει τόσο πολύ τις Ένοπλες Δυνάμεις, δυσκολεύομαι να το αντιληφθώ. Το κύρος της Ελλάδας έχει μεγαλώσει και έχει ενισχυθεί στο εξωτερικό. H Ελλάδα βρέθηκε μια φορά στο παρελθόν απομονωμένη από την Ευρώπη και κατέστη το “μαύρο πρόβατο” της Ευρώπης για λόγους οικονομικούς. Δεν πρόκειται επί των δικών μου ημερών να γίνουμε το “μαύρο πρόβατο” της Ευρώπης για γεωπολιτικούς λόγους. Για την Ουκρανία μου είναι αδιανόητο να δεχτώ ότι δεν θα υπερασπιστούμε τον αμυνόμενο απέναντι στον επιτιθέμενο. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση της Ουκρανίας. Στην Ουκρανία η Ελλάδα έχει ένα πρόσθετο ρόλο να ταχθεί στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, είναι το τραύμα της Κύπρου. Δεν είμαστε με την Ευρώπη, είμαστε Ευρώπη. Η στάση αυτή εξυπηρετεί στον πυρήνα της τα δικά μας συμφέροντα».
Δικολαβίστικη προσέγγιση
Τα δυο σημεία που αξίζει να σταθεί κανείς στη διατύπωση της ερώτησης προς τον Μητσοτάκη, είναι το “βαθιές ρωγμές στις ελληνορωσικές σχέσεις” και το “επιτήδειος ουδέτερος” με το οποίο ο ερωτών χαρακτήρισε την τουρκική πολιτική. Για να δώσει τη σωστή πάσα στον πρωθυπουργό, έμμεσα αλλά κραυγαλέα, επί της ουσίας εξίσωσε τις ενστάσεις όσων ενίστανται στις πρωθυπουργικές επιλογές στο θέμα του πολέμου στην Ουκρανία, με την πολιτική “επιτήδειου ουδέτερου” της Τουρκίας! Τραγικά δικολαβίστικη προσέγγιση! Δηλαδή, η Τουρκία φέρθηκε ως επιτήδειος ουδέτερος και η Ελλάδα που ακολουθεί πολιτική αρχών, με τη στάση της αρνήθηκε! Εν ολίγοις, ή το ένα ή το άλλο, διότι έτσι μας αρέσει! Αποκλείεται να καταγγέλλει κανείς την τουρκική πολιτική και παράλληλα να θεωρεί την ελληνική λανθασμένη. Προσποιούνται πως δεν καταλαβαίνουν το επιχείρημα που έχει διατυπωθεί ξεκάθαρα και από τον υπογράφοντα…
Η καταδίκη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ήταν ασφαλώς μονόδρομος για την Ελλάδα και την κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρότι δεν συνέβη το ίδιο π.χ. στην παραβίαση της σερβικής κυριαρχίας στο Κοσσυφοπέδιο. Όποιος δεν το υποστηρίζει, αποδεικνύει πως δεν αντιλαμβάνεται πολλά περισσότερα από το προφανές επιχείρημα της Κύπρου που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Είναι απορίας άξιον όμως, το πως δεν αντιλαμβάνονται ότι οι λεπτομέρειες στη διεθνή πολιτική παίζουν κρίσιμο ρόλο.
Μέχρις αυτού του σημείου, χωρίς την προσθήκη της παράστασης αλά cheerleader που χαρακτήρισε την ελληνική πολιτική, επιτέλους ας μας εξηγήσουν τι ακριβώς πρόσθεσαν στα κέρδη της Ελλάδας. Εάν η Ελλάδα σταματούσε στην ξεκάθαρη καταδίκη της ρωσικής εισβολής, όχι μόνο δεν θα υπήρχε πρόβλημα, αλλά αντιθέτως η Αθήνα θα διατηρούσε τη σχέση της με τη Μόσχα, ώστε να διεκδικήσει ρόλο στην προστασία της ελληνικής κοινότητας και κληρονομιάς, σε περιοχές της Ουκρανίας, που πέρασαν σε ρωσικό έλεγχο, όπως η Μαριούπολη.
Τελικά όμως, πέτυχαν τη μετάσταση ενός προβλήματος που είχε παρουσιαστεί σε μικρογραφία στην περιοχή της Κριμαίας (10-15.000 Έλληνες οι οποίοι δεν μπορούν να ταξιδέψουν στην Ελλάδα), στην άνω των 100.000 συμπατριωτών κοινότητα της Μαριούπολης. Μεγάλη επιτυχία! Αρνούνται δε να αντιληφθούν, ότι είναι αυτή η ανεπαίσθητη διαφορά στο ύφος, όχι στην ουσία, που θα άνοιγε την πόρτα στην εξεύρεση κάποιας διπλωματικής διαρρύθμισης για το πρόβλημα.
Μητσοτάκης περί Κύπρου
Προφανώς, οι Ρώσοι θα το έκαναν και για να δείξουν πως ο δυτικός συνασπισμός δεν είναι ενωμένος εναντίον τους. Άρα, όταν οι της κυβέρνησης ζύγισαν τα δύο, κατέληξαν ότι η “συμμαχική ενότητα” είναι υπεράνω των συμφερόντων της ελληνικής κοινότητας και της σημασίας που έχει η σχέση με τη Ρωσία για τις ισορροπίες που αφορούν την εθνική μας ασφάλεια. Η πολιτική της κυβέρνησης παραπέμπει στο δόγμα ότι η εξυπηρέτηση του συμμαχικού συμφέροντος, αυτομάτως εξυπηρετεί και το ελληνικό! Η παρουσία και της Τουρκίας στην ίδια Συμμαχία, αντιμετωπίζεται ως… δυστυχής σύμπτωση!
Η πολιτική ξετσιπωσιά ορισμένων έφτασε σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να ισχυριστούν ότι η ελληνική κοινότητα της Μαριούπολης εξαφανίστηκε! Αλήθεια; Μήπως είναι πρόσφυγες; Δεν έπρεπε να είχε σπεύσει η ελληνική πλευρά να τους συνδράμει και να αναδείξει το δράμα τους; Ο πρωθυπουργός κατέφυγε σε μία περιττή, δυσανάλογη με το μπόι της Ελλάδας και βλαπτική για το εθνικό συμφέρον, φραστική επίθεση κατά της Ρωσίας.
Η συνεχής προβολή του επιχειρήματος περί Κύπρου είναι προσχηματική, επειδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν τόλμησε να συνδέσει την ελληνική πολιτική απέναντι στο Ουκρανικό με την υιοθέτηση ανάλογων θέσεων και πράξεων της Δύσης στο Κυπριακό! Πώς να το κάνει όταν τα “ήρεμα νερά” με την Τουρκία έχουν καταλήξει αυτοσκοπός, εξυπηρετώντας απόλυτα στην τρέχουσα συγκυρία τη στρατηγική της Άγκυρας. Η Τουρκία δέχεται πίεση στα ανατολικά της και ως εκ τούτου δεν επιθυμεί ανοικτό μέτωπο στα δυτικά της, όταν μάλιστα αυτό θα μπορούσε να συνδυαστεί με την ισραηλινοτουρκική κόντρα στη Συρία.
Αποχρώσεις του γκρι
Επειδή, όμως, δυσκολεύονται χαρακτηριστικά να αντιληφθούν ότι στη διπλωματία το άσπρο και το μαύρο είναι η εξαίρεση στον κανόνα, ενώ όλα περιγράφονται με διάφορες αποχρώσεις του γκρι, ας ασχοληθούμε με άλλα δυο σημεία των απαντήσεων του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη, καθώς σε αυτά εμφανίστηκε να αντιλαμβάνεται μια χαρά τη γκρί απόχρωση της διεθνούς πολιτικής. Στην ερώτηση για τις σχέσεις του με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε: «Έχουμε διαχρονικά πολύ καλές σχέσεις και με Δημοκρατικούς και με Ρεπουμπλικάνους, Συνεργαστήκαμε εξαιρετικά στην πρώτη θητεία Τραμπ. Με προβληματίζει που δεν έχει έρθει ακόμα η νέα πρέσβης, αλλά δεν είναι πρόβλημα». Πολύ σωστή τοποθέτηση. Κι αυτή καθυστερημένη όμως.
Υπάρχει άνθρωπος στην Ελλάδα που να μη γνωρίζει την ταύτιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη με αυτή του Μπάιντεν, αλλά και τη μη τήρηση ουδετερότητας προεκλογικά; Είναι αυτονόητα αδιάφορο το αν αρέσει ο Τραμπ ή ο Μπάιντεν. Δουλειά του Έλληνα πρωθυπουργού είναι η εξυπηρέτηση του ελληνικού συμφέροντος, με την εξεύρεση κοινής πορείας, όπου είναι δυνατόν. Εν ολίγοις, ούτε ο Τραμπ συμπαθεί τον Μητσοτάκη, ούτε το αντίστροφο. Παρότι οι προσωπικές σχέσεις συχνά αντανακλούν θετικά ή αρνητικά στις διακρατικές, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις πρέπει να προχωρήσουν, επειδή αυτό εξυπηρετεί το συμφέρον και των δυο χωρών.
Η καταφανής διαφωνία του Μητσοτάκη με τη ρωσική πολιτική του Τραμπ δεν οδήγησε σε ρήξη τις σχέσεις Αθήνας-Ουάσινγκτον. Το ίδιο έπρεπε σε γενικές γραμμές να ισχύει και στις σχέσεις με τη Ρωσία. Διότι το θέμα δεν είναι ιδεολογικό. Υπάρχουν εθνικά συμφέροντα. Προφανώς η συμμαχική ιδιότητα εισάγει μια διαφοροποιητική παράμετρο στη σχέση Ελλάδας-ΗΠΑ, αλλά είναι γελοίο η Αθήνα να παριστάνει ότι δεν αντιλαμβάνεται τις συνέπειες της μικρομεγαλίστικης στάσης της απέναντι στη Μόσχα. Κι όσο και να θέλουν να το κρύψουν, η πεποίθηση που υποκρύπτεται είναι η προδιάθεση απόλυτης ταύτισης με τον συρμό που επικρατούσε τότε στη Δύση.
Άλλη μια αναφορά του πρωθυπουργού αφορούσε τις σχέσεις της Ελλάδας με το Ισραήλ. Ανέφερε ότι «η κυβέρνηση έχει στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ [σ.σ. μήπως έπρεπε να πει «η χώρα»;], αλλά αυτό δεν μας εμπόδισε να ασκήσουμε δριμύτατη κριτική για την επιχείρηση στη Γάζα. Η θέση μας είναι η λύση δύο κρατών. Θα αναγνωρίσουμε κράτος της Παλαιστίνης, το ερώτημα είναι το πότε και το πώς».
Με τη λογική της δήλωσης αυτής, ας αναδιατυπώσουμε μια ορθολογική τοποθέτηση της Ελλάδας απέναντι στη Ρωσία: «η Ελλάδα έχει παραδοσιακούς δεσμούς με τη Ρωσία, αλλά αυτό δεν μας εμπόδισε να ασκήσουμε δριμύτατη κριτική και να καταδικάσουμε την εισβολή στην Ουκρανία. Η θέση μας είναι ο τερματισμός του πολέμου. Το ερώτημα είναι το πότε και το πώς. Η Ελλάδα έχει και στις δυο χώρες ελληνικές κοινότητες που οφείλει να συνδράμει με κάθε τρόπο. Επίσης, αναμένουμε από τους συμμάχους μας, όσα δηλώνουν και πράττουν για την Ουκρανία, να τα εφαρμόσουν και στην περίπτωση της παράνομης εισβολής και κατοχής της Κύπρου. Η Ελλάδα που ακολουθεί πολιτική αρχών, δεν μπορεί να ανεχθεί την εφαρμογή πολιτικής δυο μέτρων και δυο σταθμών».
Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω. Αν φυσικά δεν έχει άλλες δεσμεύσεις…