Γιατί η Αθήνα δεν πρέπει να επενδύσει στην “επίθεση φιλίας” του Ερντογάν
07/12/2023Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν έφτασε στην Αθήνα. Οι προσδοκίες της ελληνικής πλευράς δεν είναι επαρκώς σαφείς, παρ’ όλες τις δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων και συμβούλων πέριξ της εξουσίας, ότι στόχος είναι να κρατηθεί η θερμοκρασία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο σε χαμηλά επίπεδα.
Είναι όμως εξίσου αμφίβολο, το αν και κατά πόσον η ελληνική πλευρά αντιλαμβάνεται, ή αξιολογεί ορθώς, τους κινδύνους που υποκρύπτει αυτή η τοποθέτηση. Πέραν του δεδομένου, ότι η έλευση Ερντογάν στην Αθήνα, δεν συνδυάστηκε με την εγκατάλειψη ουδεμίας εκ των αναθεωρητικών διεκδικήσεων της Άγκυρας, αλλά με την επιβεβαίωσή τους – μέσω της συνέντευξης στην “Καθημερινή”.
Δεν αποτελεί μυστικό ότι η στρατηγική του “διαίρει και βασίλευε” πάντα υπήρχε στη “φαρέτρα”, ιδίως των αυτοκρατοριών. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Στο μέτρο δε που η επίσημη Τουρκία θεωρεί τον εαυτό της “διάδοχο χώρα”, είναι λογικό να τη διατηρεί και να τη χρησιμοποιεί εάν και εφόσον κριθεί ότι εξυπηρετεί το τουρκικό εθνικό συμφέρον. Το μέγα ερώτημα που τίθεται στην προσπάθεια διάγνωσης των αθέατων κινήτρων πίσω από την επίσκεψη Ερντογάν, είναι εάν αυτή στοχεύει στην εφαρμογή του εν λόγω “δόγματος” με στόχο τη διάσπαση του μετώπου των χωρών που αποτελούν εμπόδιο στην υλοποίηση των νεοθωμανικών οραματισμών περί “Γαλάζιας Πατρίδας”.
Σε αυτή την ομάδα χωρών, κομβικό ρόλο παίζουν τα δυο κράτη του Ελληνισμού, η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία. Έχουν άραγε σήμερα Ελλάδα και Κύπρος τους ίδιους στόχους, την ίδια στρατηγική και τις ίδιες τακτικές απέναντι στην Τουρκία; Ήταν όμως η παρόξυνση του τουρκικού αναθεωρητισμού –με αμερικανικές πλάτες την εποχή της “Αραβικής Άνοιξης”– που ξεκίνησε αυτή τη σελίδα στην ιστορία της περιοχής. Με βραχίονα τη Μουσουλμανική Αδελφότητα σε διάφορες μουσουλμανικές χώρες και τον Ερντογάν να “παίζει τα ρέστα του”, προσπαθώντας να καθιερώσει την πεποίθηση ότι ο ίδιος και η χώρα του είναι οι φυσικοί της ηγέτες.
Η αμερικανική ιδεοληψία
Πάντα με στήριξη από το Κατάρ, επιχειρήθηκε από την πλευρά της Ουάσινγκτον (διακυβέρνηση Ομπάμα με υπουργό Εξωτερικών την Χίλαρι Κλίντον) η εφαρμογή της ιδεοληψίας-ψευδαίσθησης ότι η “κοσμική” Τουρκία αποτελεί κράτος-μοντέλο για τη Μέση Ανατολή. Στο παρελθόν κράτος-μοντέλο αποτελούσε το Ιράν. Η κατάρρευση αυτού του μοντέλου θέτει για τις ΗΠΑ ένα παράδειγμα προς αποφυγή, κάτι που εξηγεί την πολιτική τους έναντι της Τουρκίας. Βέβαια, το εκκρεμές δεν ακινητοποιείται στο ένα άκρο, αλλά κινείται εντός ενός πλαισίου, όπως και η Τουρκία σήμερα.
Δεν άργησε να φανεί η πραγματική διάσταση του εγχειρήματος. Πέραν της γενικευμένης αποσταθεροποίησης και των τριγμών στις πλούσιες μοναρχίες του Κόλπου και την Αίγυπτο, ακολούθησε σταδιακή σκλήρυνση της ρητορικής, ιδίως του Ερντογάν, αποκαλύπτοντας στα μάτια και των πιο αφελών ότι πίσω από το όλο εγχείρημα υποκρύπτεται ισλαμική-φονταμενταλιστική ατζέντα. Οι αντισυσπειρώσεις που ακολούθησαν ήταν φυσιολογικό επακόλουθο. Ήρθε στη συνέχεια και η αντισυμμαχική στάση της Τουρκίας ακόμα και σε ζητήματα ζωτικής σημασίας για το ΝΑΤΟ (Ουκρανία και Γάζα) για να συμπληρώσει την εικόνα της νέας κατάστασης.
Τα διόλου τυχαία οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας του Ερντογάν που κλιμακώθηκαν με συντριβή της τουρκικής λίρας –κλιμάκωσε τη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους της τουρκικής κοινωνίας, κυρίως το εκλογικό ακροατήριο του Ερντογάν– ήταν “το κερασάκι στην τούρτα”. Η τουρκική αστική τάξη (σ.σ. οι Τούρκοι “ολιγάρχες”) πάντα θα υποστηρίζει το πατριωτικό αφήγημα της κυβέρνησης, σε αντίθεση με όσα γίνονται εν Ελλάδι. Αυτή τη “θηλιά” προσπαθεί να αφαιρέσει σταδιακά από τον τουρκικό “λαιμό” ο Τούρκος πρόεδρος. Ο πόλεμος στη Γάζα απομάκρυνε το Ισραήλ από τη λίστα των χωρών με τις οποίες η τουρκική διπλωματία επιχειρούσε επαναπροσέγγιση.
Το Ισραήλ είναι μια χώρα με πολύ μεγάλη στρατιωτική ισχύ και με αμυντική βιομηχανία η οποία μπορεί να δώσει όπλα “game changers” στις συμμαχικές χώρες στην περιοχή. Στις χώρες που θα συμβάλλουν στην επί του πεδίου ακύρωση, εκ των πραγμάτων, των νεοοθωμανικών οραματισμών, με τη μέθοδο του στρατιωτικού καταναγκασμού. Είναι επίσης και μια χώρα στρατηγικός σύμμαχος της Ελλάδας, που παρά την παραδοσιακή διστακτικότητα της Αθήνας σε ό,τι αφορά τη διπλωματική αξιοποίηση της στρατιωτικής ισχύος, παίζει πλέον κομβικό και διευρυνόμενο ρόλο στα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα. Βέβαια διστακτικότητα υφίσταται και από ισραηλινής πλευράς, καθώς επί του πεδίου στο Αιγαίο, δεν θα εκτεθεί τουλάχιστον εμφανώς.
Τούτων λεχθέντων, πίσω από τη ρητορική προσέγγισης του Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα, η οποία οδήγησε στη σημερινή επίσκεψη στην Αθήνα, υποκρύπτεται ο μεγάλος κίνδυνος! Μήπως δηλαδή, ο πραγματικός στόχος των Τούρκων είναι να σπάσουν τον “άξονα” της Ανατολικής Μεσογείου, ποντάροντας στο να λέει προς την Αθήνα αυτά που αρέσκεται αν ακούει η ελληνική πολιτική τάξη; Αυτό το γνωρίζει καλά…
Το “Σχέδιο Β” της Τουρκίας
Όταν έρθει η ώρα της ολικής επαναφοράς στα συνήθη, η ζημιά που θα έχει συντελεστεί στη διπλωματική συνεργασία των χωρών στην Ανατολική Μεσόγειο, θα αποτελέσει κέρδος για την τουρκική διπλωματία, καθώς θα έχει υπονομευθεί η διμερής και πολυμερής εμπιστοσύνη ανάμεσα στις χώρες που συνεργάζονται με αντικείμενο την ανάδυση μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας στην περιοχή.
Όπως έχει υποστηρίξει ο υπογράφων, ακόμα κι αν γίνει αποδεκτό ότι η Τουρκία δεν μπορεί να πετύχει τους στόχους της, έχει στη διάθεσή της ένα πολύ ισχυρό “Σχέδιο Β”: Τη δυνατότητα να βραχυκυκλώσει τους σχεδιασμούς των υπολοίπων, με τον τρόπο αυτό – εκβιάζοντας δηλαδή. Επιχειρεί να αποσπάσει το μέγιστο δυνατό, γνωρίζοντας ότι δεν θα μπορεί στο διηνεκές αν μπλοκάρει αποφάσεις και πρωτοβουλίες, ιδίως εάν στην εξίσωση εισέλθει με αποφασιστικότητα, ο παράγων της αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος.
Καταληκτικά, ένας συλλογισμός γίνεται επίσης επίκαιρος. Εάν στη Μαδρίτη τη δεκαετία του 1990 η Ελλάδα αναγνώρισε “ζωτικά συμφέροντα” της Τουρκίας στο Αιγαίο, δυστυχώς, ενδεχόμενη αποδοχή διατύπωσης περί “σεβασμού του ενός στα συμφέροντα του άλλου”, θα είναι εξαιρετικά δυσμενής εξέλιξη για την ελληνική πλευρά και δεν θα επαρκεί η προσθήκη του “θεμιτά” ή του “νόμιμα” για να το ακυρώσει.
Ένα επιχείρημα και μόνο αρκεί για να αναδείξει του λόγου το αληθές: Αναφερόμαστε στο Τουρκολιβυκό Μνημόνιο! Για ποιον λόγο να μην χρησιμοποιήσει στη ρητορική του ο Τούρκος πρόεδρος, έστω στο εσωτερικό του ακροατήριο, όταν χρειαστεί να το συσπειρώσει εκ νέου απέναντι στην Ελλάδα, ότι οποιαδήποτε ενέργεια της ελληνικής διπλωματίας εναντίον του αντιστρατεύεται τη δέσμευση που έχει αναλάβει η χώρα μας; Ή μήπως δεν θα μπορούσε ακόμα κι αυτή καθαυτή η πολυμερής διπλωματική συνεργασία στα ζητήματα ασφαλείας της Ανατολικής Μεσογείου να αποτελέσει αντικείμενο τουρκικής διαμαρτυρίας;
Με απλά λόγια, η Αθήνα οφείλει να αποφύγει τις σειρήνες που ως στόχο έχουν την αφύπνιση των διαχρονικών ελληνικών ψευδαισθήσεων και ιδεοληψιών για τα ελληνοτουρκικά. Ο κίνδυνος κυμαίνεται από την προσπάθεια διάσπασης του πλέγματος της –κυρίως διπλωματικής προς το παρόν– εξωτερικής εξισορρόπησης της τουρκικής απειλής, έως την ακύρωση του προγράμματος ενίσχυσης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, μετά από σχεδόν 15ετή εξοπλιστική απραξία… συν τα διαφαινόμενα εξοπλιστικά αδιέξοδα αυτή την περίοδο.
Το “ειρηνικό μήνυμα” Ερντογάν έχει σημασία μόνο στο τακτικό επίπεδο, εάν η όποια περίοδος ηρεμίας αξιοποιηθεί, ώστε ο επόμενος γύρος έντασης να βρει την Αθήνα καλύτερα προετοιμασμένη με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει για την προσπάθεια της Τουρκίας να εξασφαλίσει σύγχρονα μαχητικά F-16 από τις ΗΠΑ. Σημασία έχει όμως και στο μέτρο που δεν θα προκαλέσει ζημιά στις ελληνικές συμμαχίες. Κυρίως όμως, στην προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων…