Γιατί η ευθύνη για το καλώδιο “βαραίνει” τον Μητσοτάκη
10/09/2025
Η μακρά αναστολή των βυθομετρικών ερευνών στο Αιγαίο για την πόντιση καλωδίων του έργου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ (Great Sea Interconnector-GSI) αποτελεί άλλη μια σοβαρή εθνική ήττα επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, χωρίς ορατή δυνατότητα αναστροφής της δυσμενούς πορείας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιλέγοντας την αποχώρηση από τη θαλάσσια περιοχή Κάσου-Καρπάθου τον Ιούλιο του 2024, πιθανώς απέτρεψε μία κλιμάκωση της τότε ελληνοτουρκικής έντασης, αλλά οι διπλωματικές, οικονομικές και αμυντικές συνέπειες επιδεινώνονται συνεχώς. Η κατάσταση γίνεται πιο ανησυχητική, αν προστεθεί η δημόσια αντιπαράθεση Αθήνας-Λευκωσίας ως προς τις ευθύνες και τον επιμερισμό του κόστους του έργου.
Αναβιώνει η παλαιότερη διχόνοια, που τόσο πλήρωσε ο Ελληνισμός, μεταξύ του λεγόμενου Εθνικού Κέντρου και της Μεγαλονήσου. Επιπλέον, το μίγμα γίνεται εκρηκτικό με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για όλες τις πτυχές του «καλωδίου» που χρηματοδοτείται από την ΕΕ ως “Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος” (PCI). Η έναρξη της έρευνας αποκαλύφθηκε από τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, ο οποίος έδωσε έμφαση στην προστασία «της φήμης και αξιοπιστίας της χώρας μας», χωρίς να αναφερθεί σε ευθύνες φυσικών ή νομικών προσώπων.
Αντίθετα, η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να προκαταλάβει και να οριοθετήσει και το χρόνο και το χώρο των ερευνών! Αρχικά, στις 5 Σεπτεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, αφού παραδέχθηκε ότι «το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, το οποίο ανέδειξε η κυπριακή πλευρά, είναι κάτι, το οποίο δεν γνωρίζαμε», πρόσθεσε πως «διασαφηνίστηκε ότι δεν αφορά την τρέχουσα διαχείριση του έργου, αλλά τη διαχείρισή του πριν αναλάβει ο φορέας υλοποίησης, ο ΑΔΜΗΕ. Άρα δεν είναι κάτι, το οποίο είναι τρέχον».
Δυστυχώς, η ουσία και αξιοπιστία της δήλωσης του υπουργού Εξωτερικών πάσχουν, καθώς δεν διευκρινίζει (ούτε καν περιγράφει) πώς και τι «διασαφηνίστηκε». Η ίδια η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, μόλις το προηγούμενο απόγευμα, υπογράμμιζε στο Reuters ότι «δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν περαιτέρω λεπτομέρειες αυτή τη στιγμή, προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο το αποτέλεσμα της έρευνας». Και, ασφαλώς, αν προκύψουν ενδείξεις τέλεσης αδικημάτων, η Εισαγγελία θα ελέγξει τις παράλληλες πολιτικές και επιχειρηματικές ενέργειες, όπως και τις συνέπειές τους ως σήμερα.
Δύο ερωτήματα για Μητσοτάκη
Στη συνέχεια, στις 7 Σεπτεμβρίου, ο κ. Μητσοτάκης περιόρισε ακόμα περισσότερο το πλαίσιο της έρευνας, τονίζοντας πως «η Ελλάδα έτρεξε να βοηθήσει την Κύπρο όταν ανέλαβε ο ΑΔΜΗΕ το έργο αυτό, το οποίο καρκινοβατούσε για πολύ χρόνο». Εμφανώς, ο Μητσοτάκης επιθυμεί να ορίσει σαν ημερομηνία αφετηρίας της ελληνικής ανάμιξης (και, επομένως, και σαν ημερομηνία τερματισμού της έρευνας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας) την 24η Νοεμβρίου 2023, όταν ιδρύθηκε η εταιρία «Ηλεκτρική Διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, Μονοπρόσωπη Α.Ε».
Η συγκεκριμένη εταιρία ελέγχεται κατά 100% από τον ΑΔΜΗΕ στον οποίο μέτοχοι είναι κατά 51% η ΑΔΜΗΕ Συμμετοχών Α.Ε., κατά 25% η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ Α.Ε. (με μετοχική παρουσία του Ελληνικού Δημοσίου σε αμφότερες) και κατά 24% η κινεζική State Grid Europe Limited (θυγατρική του κρατικού κολοσσού State Grid China Corporation). Όμως η φράση του κ. Μητσοτάκη, ότι «η Ελλάδα έτρεξε να βοηθήσει» μόνον μετά την ανάληψη του πλήρους ελέγχου από τον ΑΔΜΗΕ, δεν έχει καμία σχέση με την αλήθεια και προκαλεί δύο εύλογα ερωτήματα:
Πρώτον, από τη στιγμή που, εξ ορισμού, τα προγράμματα PCI προϋποθέτουν τη συνεργασία και το όφελος τουλάχιστον δύο χωρών-μελών της ΕΕ, πώς είναι δυνατόν ο ηγέτης της μίας να αρνείται (εκ των υστέρων) την ενεργό (και επιβαλλόμενη) πρωταγωνιστική συμμετοχή του σε κάθε πτυχή του έργου GSI; Δεν υφίσταται δικαίωμα επιλεκτικής ανάληψης ευθυνών και άσκησης αρμοδιοτήτων του πρωθυπουργικού αξιώματος.
Αν ο κ. Μητσοτάκης έκρινε (όπως θα είχε απόλυτη αρμοδιότητα στη βάση πραγματικών στοιχείων) ότι το «καλώδιο» δεν εξυπηρετούσε τα ελλαδικά συμφέροντα, όφειλε να αποσύρει τη χώρα από το PCI. Όχι μόνον δεν έπραξε τίποτε σχετικό, αλλά συνέβαλε αποφασιστικά (και ορθώς) στην πιο ενεργό ανάμιξη και του Κράτους του Ισραήλ στο GSI. (σ.σ.: η αρχική συμφωνία ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Ισραήλ επιτεύχθηκε τον Αύγουστο του 2013 και είχε καταγγελθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ σαν «προώθηση των σχεδίων του ΝΑΤΟ στην περιοχή» (!), αλλά από το 2015 ο Αλέξης Τσίπρας στήριξε απόλυτα το έργο).
Δεύτερον, γιατί ένας πρωθυπουργός (προερχόμενος μάλιστα από την Κεντροδεξιά που πέτυχε τον άθλο της ένταξης στην ΕΟΚ το 1981 και διατήρησε εν ζωή την Κυπριακή Δημοκρατία με την αντίθεση Καραμανλή-Μολυβιάτη στο Σχέδιο Άναν το 2004) αποκηρύσσει τις ενέργειες που έκανε στις Βρυξέλλες για τον GSI και τις σχετικές συνεννοήσεις του με τη Λευκωσία; Ποιος ο λόγος της ξαφνικής αμνησίας, άρνησης και διαχωρισμού ευθυνών;
Οι ενέργειες του Πρωθυπουργού
Τα δημοσίως γνωστά γεγονότα και οι πρόσθετες πληροφορίες από διπλωματικές πηγές δείχνουν τη δραστήρια ανάμιξη του κ. Μητσοτάκη, από τις πρώτες ημέρες θητείας του το 2019, με τα εξής ενδεικτικά ορόσημα:
- Στις 29 Ιουλίου 2019, κατά την πρώτη επίσημη επίσκεψη του νεοεκλεγέντος κ. Μητσοτάκη στην Κύπρο, ο τότε Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης αφιερώνει αρκετό χρόνο της συζήτησής τους στον GSI (που τότε ακόμα λεγόταν EuroAsia Interconnector).
- O κ. Αναστασιάδης διαμαρτυρήθηκε για την -επί ΣΥΡΙΖΑ- ανάθεση μέρους του έργου (για το σκέλος Αττικής-Κρήτης) σε άλλη εταιρία, λέγοντας πως, με αυτόν τον τρόπο, το έργο τεμαχίζεται και θα αποβληθεί από το λίστα κοινών έργων PCI της ΕΕ.
- Ο κ. Μητσοτάκης φέρεται, σε εκείνη τη σύσκεψη, να απαρίθμησε κάποια προβλήματα στο κυπριακό σκέλος του έργου, αλλά τους επόμενους μήνες δεν επέμεινε. Αποδέχθηκε πλήρως το επιχείρημα Αναστασιάδη και βοήθησε τους χειρισμούς της Λευκωσίας.
- Στις 4 Σεπτεμβρίου 2020, ο Πρωθυπουργός συναντάται στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Yang Jiechi, μέλος του Πολιτικού Γραφείου και Διευθυντή της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.
Κατά τη διάρκεια του κλειστού γεύματος, αφενός επιβεβαιώνεται η διμερής στρατηγική συνεργασία για τα πάσης φύσεως ενεργειακά έργα στην ηπειρωτική Ελλάδα και την ευρύτερη θαλάσσια περιοχή (συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρικών διασυνδέσεων).
Αφετέρου, συζητείται το ενδεχόμενο αύξησης του μετοχικού μεριδίου της State Grid στον ΑΔΜΗΕ. Η τότε πρεσβευτής της Κίνας στην Αθήνα, Zhang Qiye, σε συναντήσεις της με Έλληνες διπλωμάτες και δημοσιογράφους τις επόμενες εβδομάδες, εγκωμίαζε την κυβερνητική συνδρομή στη μεγάλη πρόοδο των έργων ενδιαφέροντος της State Grid.
Τί έλεγε ο Μητσοτάκης
Στις 19 Οκτωβρίου 2021, σε δηλώσεις κατά την υποδοχή του κ. Αναστασιάδη στην Αθήνα, ο Έλληνας Πρωθυπουργός είναι κατηγορηματικός ότι βοηθά στο έργο του καλωδίου, επισημαίνοντας: «Να γνωρίζεις -ακόμα μία φορά- ότι η στήριξή μας είναι αμέριστη και έχουμε πάντα τη δυνατότητα να εγείρουμε την τουρκική προκλητικότητα, ειδικά όταν αυτή αφορά και έργα, ενεργειακά, έργα τα οποία χρηματοδοτούνται από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Είχε προηγηθεί, τον Ιούλιο του 2021, η πρόσθετη χρηματοδότηση του «καλωδίου» από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. χάρη και στη στενή σχέση του κ. Μητσοτάκη με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ουρ. φον ντερ Λάιεν. Στις 27 Οκτωβρίου 2021, ο κ. Μητσοτάκης συναντά στο Μαξίμου τον υπουργό Εξωτερικών της Κίνας, Wang Yi. Στις διαβουλεύσεις των διπλωματικών αντιπροσωπειών, η ελληνική πλευρά έθεσε το ζήτημα του καλωδίου και ο Κινέζος υπουργός επιβεβαίωσε ότι το Πεκίνο και η State Grid στηρίζουν την ηλεκτρική διασύνδεση.
Λίγες ημέρες αργότερα, ανάλογη διαβεβαίωση δόθηκε από το νέο πρεσβευτή της Κίνας στην Αθήνα, Xiao Junzheng, στον τότε γ.γ. Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Εξωτερικών, Γιάννη Σμυρλή (σήμερα, γενικός διευθυντής της ΝΔ). Στις 11 Απριλίου 2022, στην Ιερουσαλήμ, ο τότε υπουργός Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, συναντάται με τους ομολόγους του, του Ισραήλ και της Κύπρου.
Η ελληνική πλευρά (στην οποία συμμετείχαν και εκπρόσωποι δύο ιδιωτικών εταιριών) εξαίρουν τη συνεργασία του ΑΔΜΗΕ με το Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου (ΔΣΜΚ). Μόνο η Ισραηλινή υπουργός σημειώνει την ανάγκη περαιτέρω εξέτασης των μελετών βιωσιμότητας του έργου.
Το τρέχον κόστος
Βέβαια, εκτός από τις πρωτοβουλίες πριν από την ανάληψη του έργου από τον ΑΔΜΗΕ το Νοέμβριο του 2023, μεγάλη σημασία έχουν και οι τρέχουσες πράξεις και παραλείψεις της κυβέρνησης. Σε διαδοχικές συσκέψεις στις αρχές του καλοκαιριού του 2024, οι κύριοι Μητσοτάκης και Γεραπετρίτης μελέτησαν, με συνεργάτες τους, διάφορες πτυχές των ερευνών από το ιταλικό ειδικό σκάφος Ievoli Relume που είχε μισθωθεί από τον ΑΔΜΗΕ.
Διαπιστώθηκε ότι οι εργασίες θα ήταν μεν απλώς επιβεβαιωτικές των αρχικών γεωφυσικών ερευνών και μελετών βυθού (επί κυβέρνησης Σαμαρά το δεύτερο εξάμηνο του 2014 χωρίς τουρκική αντίδραση), αλλά σε κάθε περίπτωση δεν μπορούσαν να συντμηθούν σε χρόνο μικρότερο των περίπου 19 μηνών. Ως ημερομηνία ολοκλήρωσης ορίστηκε η 1η Δεκεμβρίου 2025.
Επίσης, στις συμβάσεις για το ειδικό σκάφος (που υποστηριζόταν από ακόμα ένα ιταλικό κι ένα ελληνικό) υπήρχαν δύο σημαντικά οικονομικά στοιχεία: για κάθε ημέρα αναστολής εργασιών η χρηματική ποινή σε βάρος της ελληνικής πλευράς ήταν $ 149.000 και η επιπλέον κύρωση για μακρόχρονη αποχώρηση και επιστροφή στη συγκεκριμένη θαλάσσια όδευση ήταν $ 1.400.000.
Ως σήμερα, ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών αποκρύπτουν το τεράστιο οικονομικό κόστος που ολοένα και αυξάνεται. Οι εργασίες βυθού έχουν ανασταλεί από τα τέλη Ιουλίου 2024 (με την εξαίρεση λίγων εβδομάδων το Νοέμβριο και Δεκέμβριο πέρυσι βόρεια της Κρήτης) και η κυβέρνηση δεν έχει εναλλακτικό σχέδιο.