Γιατί κανείς δεν αντιδρά στον τουρκικό επεκτατισμό
14/11/2020Το Νοέμβριο του 2015 ρωσικό πολεμικό αεροσκάφος τύπου SU-24 κατερρίφθη στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας. Η Μόσχα “κατάπιε” την κατάρριψη του αεροσκάφους από την Τουρκία και μετά από μια μικρή περίοδο μεγάλης έντασης μεταξύ των δύο χωρών, οι σχέσεις τους ομαλοποιήθηκαν. Τις προάλλες, οι αζερικές δυνάμεις, στα σύνορα Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν, κατέρριψαν ρωσικό ελικόπτερο Mi-24. Το Μπακού έσπευσε να ζητήσει συγνώμη από τη Μόσχα κάνοντας λόγο για “λάθος”. Τόσο το πρώτο περιστατικό όσο και το δεύτερο δεν ανέτρεψε σχεδιασμούς και εξελίξεις.
Η κατάρρευση του ρωσικού ελικοπτέρου, από λάθος όπως δήλωσαν οι Αζέροι, δεν επηρέασε την πορεία των διεργασιών. Είχε ήδη δρομολογηθεί η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, με όρους Μπακού και Άγκυρας και με την συναίνεση και της Μόσχας. Είναι σαφές πως υπήρξε συνεννόηση μεταξύ τριών για μια “ισορροπημένη” διευθέτηση, σύμφωνα με τα τετελεσμένα που επέβαλαν διά της ισχύος οι Αζέροι σε βάρος των Αρμενίων.
Μέσω του Αζερμπαϊτζάν η Τουρκία δήλωσε παρούσα στις στρατιωτικές συγκρούσεις. Η Άγκυρα, όπως κατάγγειλε η Αρμενία, συμμετείχε στο πολεμικό μέτωπο τόσο με δυνάμεις της, πρωτίστως, όμως, με Σύριους τζιχαντιστές, που είχε μεταφέρει εκεί επί πληρωμή, όπως έπραττε και στη Λιβύη. Αλλά και μετά την επίτευξη εκεχειρίας, δόθηκαν διαφορετικές εκδοχές. Η Μόσχα υποστηρίζει πως μόνο ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις θα αναπτυχθούν στην περιοχή για να εποπτεύουν την κατάπαυση του πυρός. Το Μπακού κάνει λόγο για κοινά περίπολα Ρωσίας και Τουρκίας. Όπως και στη Συρία.
Δημιουργούνται ερωτήματα για τη στάση της Μόσχας, η οποία φαίνεται να μην αντιδρά στην τουρκική παρουσία σε μια περιοχή, που θεωρείται πως γεωπολιτικά βρίσκεται στη σφαίρα επιρροή της. Γιατί η Ρωσία να θέλει την Τουρκία στην περιοχή, τη στιγμή που αυτή την εξέλιξη την απέτρεψε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν η Άγκυρα επιχείρησε να επεκτείνει την επιρροή και την παρουσία της στις λεγόμενες τουρκογενείς περιοχές της πρώην ΕΣΣΔ;
Γιατί να μην αντιδρά στις προσπάθειες του νεοσουλτάνου Ερντογάν να “μεγαλώσει” την Τουρκία μέχρι το 2023 (100χρονα του τουρκικού κράτους), όταν οι επεκτατικές του βλέψεις φθάνουν μέχρι και σε περιοχές ρωσικής επιρροής; Η Τουρκία είναι στο ΝΑΤΟ και στις Βρυξέλλες έχουν μια οπτική γωνία, σύμφωνα με την οποία ενδεχομένως να εξυπηρετούνται από τις τουρκικές δράσεις στην περιοχή. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, η Μόσχα να διανοηθεί το Αζερμπαϊτζάν να βρεθεί εντός του ΝΑΤΟ μέσω της Τουρκίας; Όχι ασφαλώς.
Τουρκία και επεκτατισμός
Έχει, όμως, εμπιστοσύνη στην Άγκυρα ότι αυτό δεν θα το επιδιώξει; Η μεγάλη εικόνα είναι πως η κατοχική δύναμη εξακολουθεί να σχεδιάζει με φόντο το 2023 και με στόχο να επεκταθεί εδαφικά. Αυτό είναι το τουρκικό αφήγημα. Το “περίεργο” είναι πως η Τουρκία διευκολύνεται στην πορεία της υλοποίησης των επεκτατικών της σχεδιασμών. Συνεχώς ακούγεται πως η τουρκική οικονομία είναι υπό κατάρρευση, αλλά αντί η Άγκυρα να “μαζεύεται”, εξαπλώνεται. Παίζει με τη… φωτιά και προς το παρόν δεν καίγεται.
Τα συμφέροντα είναι μεγάλα. Όμως, εάν αφήσουν, την Άγκυρα ανεξέλεγκτη, όπως είναι, ο λογαριασμός δεν θα σταλεί μόνο στις παράπλευρες απώλειες, όπως είναι οι Αρμένιοι, η Ελλάδα και η Κύπρος. Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη μια ανακατανομή ισχύος στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και παγκοσμίως κι όλες οι κινήσεις που γίνονται είναι στοχευμένες. Οι συμμαχίες, οι λυκοφιλίες, εξυπηρετούν κοινούς στόχους, εκεί και όπου ταυτίζονται.
Οι ΗΠΑ, παρά τα εκλογικά μπερδέματα, η Ρωσία, το Ισραήλ, που πουλούσε όπλα στους φιλότουρκους Αζέρους, η Τουρκία, η Βρετανία, η Γαλλία έχουν και αναζητούν μεγαλύτερο ρόλο. Είναι σαφές πως οι διεθνείς σχέσεις καθορίζονται από συμφέροντα και μόνο. Οι απλοϊκές προσεγγίσεις για “παραδοσιακές φιλίες”, δεν αντέχουν στην πραγματικότητα. Το βιώνουμε τούτο στην πράξη και εντός και εκτός Ε.Ε.
Ελλάδα και Κύπρος είναι μέρος αυτού του πάζλ και καλούνται πρωτίστως να αξιοποιήσουν τις συγκυρίες και να κεφαλαιοποιήσουν κέρδος. Η επιλογή είναι κατά πόσο θα είναι μέρος του παιχνιδιού ή κομπάρσοι. Για να έχουμε ρόλο πρέπει να δράσουμε μαζί και όχι χωριστά για να ενισχύσουμε το γεωστρατηγικό ρόλο των δύο κρατών.