Γιατί ο Ερντογάν επιδιώκει θερμό επεισόδιο – Σενάρια πρώτου πλήγματος
20/03/2020Η προ ημερών υπερπτήση πάνω από τον Έβρο και το Αιγαίο (συχνά οπλισμένων) drones, προφανώς σημαίνει ότι η Τουρκία διερευνά την επιθετική χρήση τους, με στόχο να ανοίξει δίοδο εισβολής στα μεταναστευτικά στίφη και να ενδεχομένως να διευκολύνει την απόβαση μερικών χιλιάδων μεταναστών σε νησιά, πιθανόν και στο σύμπλεγμα του Καστελλόριζου.
Έτσι προσδοκά να δημιουργήσει σύγχυση στην ελληνική πλευρά και ενδεχομένως να επιχειρήσει κι άλλες πιο επιθετικές κινήσεις, αν και η επέλαση του κορονοϊού και στην Τουρκία αλλάζει το κλίμα και εκεί, συρρικνώνοντας τις δυνατότητες του Ερντογάν να καταφύγει σε κραυγαλέους τυχοδιωκτισμούς.
Τα τουρκικά drones, πάντως, χρησιμοποιήθηκαν με επιτυχία στη Συρία, επιφέροντας σημαντικές απώλειες στον συριακό στρατό. Το ερώτημα λοιπόν είναι, μήπως η ισλαμική Τουρκία του Ερντογάν, παρά την πανδημία, θελήσει να προκαλέσει θερμό επεισόδιο. Και μάλιστα, εάν αυτό δεν εντάσσεται πλέον στη λογική της κορύφωσης των πιέσεων προς την Ελλάδα και στην ΕΕ, αλλά για να δικαιολογήσει ένα “πρώτο πλήγμα”.
Η θεωρία του πρώτου πλήγματος (first strike) αποβλέπει σε ένα πολλαπλό χτύπημα των εχθρικών υποδομών και στρατηγικών στόχων πριν προλάβει ο αντίπαλος να αμυνθεί και να αντεπιτεθεί. Η τακτική αυτή, εφόσον πετύχει στρατηγικό πλήγμα, έχει μεγάλο πλεονέκτημα για τη συνέχεια των εχθροπραξιών, αλλά διαθέτει χαμηλή ηθική και διεθνή νομιμοποίηση. Βέβαια στον πόλεμο σημασία έχει το αποτέλεσμα. Τα εγκλήματα κατά της ειρήνης, τα εγκλήματα της επιθετικότητας, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και τα εγκλήματα πολέμου έρχονται μετά τη λήξη, αν έρθουν και πώς θα έρθουν!
Θερμό επεισόδιο και πρώτο πλήγμα
Η τουρκική άσκηση “Γαλάζια Πατρίδα” είχε ερμηνευτεί από πολλούς αναλυτές ως άσκηση πρώτου πλήγματος. Η θεωρία λέει βέβαια ότι το πρώτο πλήγμα, για να αποτελέσει πραγματικό αιφνιδιασμό, πρέπει να προηγηθεί ενός θερμού επεισοδίου. Όμως, μπορεί ο Ερντογάν να την έχει τροποποιήσει, δηλαδή να προκαλέσει αντίδραση από την Ελλάδα, την οποία θα χρησιμοποιήσει σαν νομιμοποιητική βάση για να προχωρήσει στο πρώτο πλήγμα. Ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να στηθεί για παράδειγμα με την διενέργεια σεισμικών ερευνών στην ελληνική ΑΟΖ ανατολικά της Κρήτης.
Η Ελλάδα –λόγω σεβασμού του διεθνούς δικαιϊκού πλαισίου– θα ήταν δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο, να προχωρήσει σε πρώτο πλήγμα. Σύμφωνα μάλιστα με ορισμένους θεωρητικούς θα πρέπει να το κάνει, έτσι ώστε να διαμορφώσει συνθήκες ισορροπίας δυνάμεων με την τουρκική αριθμητική δυνάμεων και εξοπλισμών. Όμως, ότι ισχύει για τον Ερντογάν ισχύει και για μας.
Ένα θερμό επεισόδιο κατά την παραβίαση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων –όπως άλλωστε έχουμε και στο παρελθόν υπονοήσει– μπορεί να δώσει στην ελληνική πλευρά το νομιμοποιητικό άλλοθι για την ακαριαία συνέχισή του στο επίπεδο του πρώτου πλήγματος. Επειδή ο κυνισμός του Ερντογάν δεν έχει όρια, μπορεί να σκεφτεί πως η εύλογη σύγχυση που προκαλεί ο κορονοϊός στο διεθνές σύστημα, αποτελεί ευκαιρία για τα σχέδιά του. Γι’ αυτό και η χώρα μας οφείλει να είναι έτοιμη για κάθε ενδεχόμενο.
Από το μεταναστευτικό στη γεωπολιτική απειλή
Η τηλεδιάσκεψη για το μεταναστευτικό που πραγματοποιήθηκε στις 17 Μαρτίου (Ερντογάν, Μέρκελ, Μακρόν και Τζόνσον) είναι μια σαφής προσπάθεια της Τουρκίας να προσπεράσει την αντίδραση των Βρυξελλών, μετά την αποτυχία του Τούρκου προέδρου να πάρει τα ανταλλάγματα που ζητάει κατά την πρόσφατη επίσκεψή του εκεί, όπως άλλωστε συνέβη και στο ΝΑΤΟ.
Μετά την ήττα του Ερντογάν στον Έβρο, επιχειρησιακή και διπλωματική, δεν αποκλείεται ταυτόχρονα με τη συνέχιση της “πολιορκίας” εκεί να μεταφέρει την υβριδική του επίθεση και στα νησιά. Η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί διπλωματικά άμεσα το χρόνο που μπορεί να μεσολαβήσει για να τεκμηριώσει στη διεθνή κοινότητα, ιδιαίτερα στην ΕΕ και ειδικότερα στο Ευρωκοινοβούλιο, την απάνθρωπη επίθεση που πραγματοποίησε η Τουρκία εναντίον της χώρας μας.
Όπως εξ αρχής έχουμε υποστηρίξει τα γεγονότα του Έβρου δεν αποτελούν ασύμμετρη απειλή, αλλά υβριδικό πόλεμο που εξελίσσεται σε πόλεμο φθοράς. Η καταγγελτική τακτική που μέχρι τώρα έχουμε ακολουθήσει σημείωσε σημαντικές διπλωματικές επιτυχίες. Όμως «τώρα έχουμε αλλάξει πίστα», όπως λέει κι ο Σταύρος Λυγερός. Γι’ αυτό και χρειάζεται μια άλλη προσέγγιση, έτσι ώστε να περάσουμε από την απειλή της εθνικής ασφάλειας στο γεωπολιτικό πεδίο.
Η ισλαμοφασιστική Τουρκία και η διεθνής κοινότητα
Κάθε αναφορά στην Τουρκία θα μπορούσε να γίνεται με τους εξής όρους: Η Τουρκία δεν αποτελεί απλά μια αναθεωρητική δύναμη, αλλά ένα ευρύτερο γεωπολιτικό κίνδυνο για την Ευρώπη και τη Δύση. Όχι μόνο γιατί επιδιώκει να πλημμυρίσει την Ευρώπη με μουσουλμάνους, αλλά και γιατί επιχειρεί να ανασυστήσει ένα σύγχρονο χαλιφάτο μέσω του νεοοθωμανισμού. Εξ ου και οι προτάσεις για Κεντρική Τράπεζα του Ισλάμ, με ενοποίηση της νομισματικής αγοράς υπό ένα ισλαμικό δηνάριο και τη συγκρότηση ενός ισλαμικού αντι-ισραηλινού στρατού.
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ θα χρειαστεί σύντομα να βγάλουν το κεφάλι τους από την άμμο και να αποφασίσουν εάν η Τουρκία υπό αυτούς τους όρους μπορεί να παραμένει μέλος του ΝΑΤΟ.
Πρώτον, το υπό δημοκρατικό μανδύα καθεστώς του Ερντογάν δεν είναι απλώς αυταρχικό και ισλαμικό, αλλά ουσιαστικά φασιστικό. Με 60.000 πολιτικούς κρατούμενους, με 10.000 εξαφανισμένους πολιτικούς αντιπάλους, με στρατιωτικό νόμο στις κουρδικές περιοχές, με τους Κούρδους ηγέτες στη φυλακή, με εφημερίδες στο λουκέτο και δημοσιογράφους στη “στενή” δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί φασιστικό.
Δεύτερον, επειδή χρησιμοποιεί για την επιβολή της εξουσίας του μια αθέμιτη χρήση του Ισλάμ, μπορούμε ορθότερα να το αποκαλούμε ισλαμοφασιστικό, όρο που καλύπτει και τους τζιχαντιστές που εκπαιδεύει και χρηματοδοτεί. Η μεθοδευμένη συγκέντρωση 3,5-4 εκατομμυρίων μεταναστών και προσφύγων από τη Συρία, την Ασία και την Αφρική και η πολλαπλή χρήση τους είναι επίσης φασιστική. Φρονούμε ότι κάπως έτσι πρέπει να θέσει το θέμα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην ευκαιρία που θα έχει στο Ευρωπαϊκό Consilium στις 26-27 Μαρτίου.
Μεταναστευτικό και ενσωμάτωση
Σε ότι αφορά την Ελλάδα, αν και προηγούνται η αποτροπή συσσώρευσης κι άλλων μεταναστών, η αποσυμφόρηση των νησιών και οι επιστροφές, είναι αναγκαίο να συγκροτηθεί μια έξυπνη πολιτική μόνιμης εγκατάστασης προσφύγων και μεταναστών. Δεν πρέπει να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Στο καλύτερο σενάριο θα μας μείνουν αρκετές δεκάδες χιλιάδες μουσουλμάνοι που δεν αφομοιώνονται. Συνεπώς, πρέπει να δούμε πως θα χειριστούμε εθνικά και στρατηγικά αυτό το θέμα, με ανθρωπιά, αλλά και με προοπτική οικονομικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης.
Το ότι οι εταίροι μας διατίθενται να υποδεχθούν περίπου 1.600 ανήλικους μετανάστες από καταυλισμούς και κέντρα υποδοχής από τα νησιά της Ελλάδας, είναι ανθρωπιστικό, αλλά και προγραμματικό. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι οι νέοι είναι πιο εύπλαστοι και ενδεχομένως πιο ενσωματώσιμοι. Συνεπώς, πρέπει να αρχίσουμε να κάνουμε επιλογές ποιους θέλουμε να κρατήσουμε και ποιους να διώξουμε, ώστε να μην μείνουν σε μας μόνο οι πράκτορες, οι τζιχαντιστές και οι ποινικοί…