Γιατί οι ελληνικοί S-300 δεν θα έχουν την τύχη των αρμενικών
29/08/2022Η Άγκυρα κατηγόρησε την Ελλάδα ότι οι ελληνικοί S-300 (ρωσικής κατασκευής αντιαεροπορικοί πύραυλοι), που μετά την περιπέτειά τους στη δεκαετία 1990 αντί να πάνε στην Κύπρο κατέληξαν στην Κρήτη, “κλείδωσαν” τουρκικά F-16 που συμμετείχαν σε άσκηση του ΝΑΤΟ. Η Αθήνα το διέψευσε, αλλά με αυτό το περιστατικό οι Τούρκοι επανέφεραν στο προσκήνιο τους S-300, τους οποίους επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια επιχειρούν να συνδέσουν με την αγορά των δικών τους S-400.
Μπορεί οι S-300 να είναι μία γενιά πίσω, αλλά δεν είναι αμελητέο αντιαεροπορικό σύστημα. Η εντύπωση αυτή δημιουργήθηκε στον πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ, κατά τη διάρκεια του οποίου οι Αζέροι κατάφεραν να καταστρέψουν τους αρμενικούς S-300. Αξίζει να αναφερθούμε στο τρόπο που το επέτυχαν. Συνδύασαν μονοκινητήρια ελικοφόρα αεροπλάνα σοβιετικής κατασκευής με ισραηλινά drones “αυτοκτονίας”.
Η τακτική των Αζέρων βασίστηκε στη χρήση τεχνολογίας drone στην ορεινή περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Αξιωματούχος του Αζερμπαϊτζάν είχε πει στα MΜΕ ότι στην αρχή είχαν δυσκολευτεί να εντοπίσουν τα κρυμμένα αρμενικά S-300. Η λύση ήταν απλή: Οι Αζέροι χρησιμοποίησαν αεροσκάφη-δολώματα για να εντοπίσουν τα ρωσικά συστήματα. Τροποποίησαν παλιά σοβιετικά μονοκινητήρια διπλάνα γενικών καθηκόντων Antonov An-2, τα οποία δεν κοστίζουν περισσότερα από 100.000 δολάρια το ένα και ήταν άμεσα διαθέσιμα. «Το Αζερμπαϊτζάν δεν χρειάστηκε καν να αλλάξει το πραγματικό σχήμα των Αντόνοφ, απλώς έπρεπε να εμφανιστούν ως στρατιωτικά drones στο ραντάρ».
Έτσι, μηχανικοί μετέτρεψαν αυτά τα αεροπλάνα σε μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα, αντικαθιστώντας τον πιλότο με ένα κιτ που επιτρέπει τηλεχειρισμό. «Τα Αντόνοφ θα εμφανίζονταν στο ραντάρ ως κανονικά στρατιωτικά αεροσκάφη και θα ενεργοποιούσαν τα συστήματα S-300». Βλέποντας το στίγμα αεροσκάφους στο ραντάρ οι αρμενικές δυνάμεις ενεργοποιούσαν τα ραντάρ των συστοιχιών, πάνω στη ραδιοσυχνότητα των οποίων “κλείδωναν” τα ισραηλινά drones-αυτοκτονίας Harop.
Μια δορυφορική εικόνα που δημοσιεύθηκε από τα ρωσικά ΜΜΕ έδειξε ότι το Αζερμπαϊτζάν μετέφερε 50 διπλάνα An-2 στο αεροδρόμιο Yevlakh, κοντά στην πόλη Γκάνα του Αζερμπαϊτζάν. Ο Σουσάν Στεπανιάν, εκπρόσωπος του Αρμενικού Στρατού, ανέφερε την 1η Οκτωβρίου ότι κατέρριψαν ένα An-2, από το οποίο κανένας πιλότος δεν πήδηξε έξω, προκαλώντας υποψίες ότι χρησιμοποιείται ως «μη επανδρωμένη εναέρια πλατφόρμα, συλλογής πληροφοριών σχετικά με την αεροπορική άμυνα της Αρμενίας». [Βίντεο που έδωσε στη δημοσιότητα το αρμενικό Υπουργείο Άμυνας δείχνουν τη στιγμή που ένα An-2 χτυπήθηκε από αρμενικό πύραυλο S-300 την 1η Οκτωβρίου 2020].
Δεν ήταν διασυνδεδεμένα
Παρόλο που η αρμενική αντιαεροπορική άμυνα αποτελείται από διάφορα συστήματα, όλα ρωσικής κατασκευής, αυτά δεν ήταν διασυνδεδεμένα μεταξύ τους, ώστε να αποτελούν ένα ενιαίο πλέγμα και να μπορούν να αντιμετωπίσουν ολιστικά τις επιθέσεις των Αζέρων, οι οποίες δεν έλαβαν ποτέ τον χαρακτήρα κορεσμού. Απ’ ό,τι δείχνουν οι απώλειες που τελικά καταγράφηκαν –πέραν των προσπαθειών και των δύο πλευρών να διογκώσουν τις εχθρικές απώλειες και να μειώσουν τις δικές τους– μόνο δύο αρμενικοί εκτοξευτές S-300 επλήγησαν.
Η Αρμενία, όμως, απώλεσε 13 αντιαεροπορικά συστήματα OSA (μικρότερου βεληνεκούς), τα οποία προφανώς είχαν αναπτυχθεί εντός του Ναγκόρνο Καραμπάχ και δρούσαν σαν μεμονωμένα στοιχεία αντιαεροπορικής άμυνας. Αυτά καταστράφηκαν από διάφορα αζέρικα μέσα, ακόμη και από πυρά πυροβολικού. Η έλλειψη οδικού δικτύου και η τραχιά φύση του εδάφους άφηναν ελάχιστες διόδους προέλασης ή υποχώρησης, γεγονός που χαρακτήρισε τις επιχειρήσεις στην περιοχή.
Σε ένα περίεργο συμβάν αρμενικοί S-300 κατέρριψαν δύο αζέρικους πυραύλους, πιθανότατα ρωσικής κατασκευής Tochka-U, οι οποίοι είχαν τροχιά προς την κατεύθυνση ενός πυρηνικού σταθμού που βρίσκεται κοντά στην πόλη Αμποβιάν της Αρμενίας. Η καταστροφή των πυραύλων έγινε σε απόσταση περίπου 50 χλμ από τον πυρηνικό σταθμό, ή μερικά δευτερόλεπτα πριν αυτοί τον πλήξουν.
Οι Αρμένιοι δεν ήταν προετοιμασμένοι να διεξάγουν πόλεμο πέραν του Ναγκόρνο Καραμπάχ και δεν ήταν διατεθειμένοι να εμπλέξουν τις δικές τους δυνάμεις στην προστασία του αρμενικού θυλάκου. Η καταστροφή των αρμενικών S-300, αν και ήγειρε συζητήσεις για την αποτελεσματικότητα του συστήματος, πρέπει να την δούμε με τους όρους που συνέβη. Γι’ αυτό και είναι άτοπες οι θριαμβολογίες των Τούρκων που προσπάθησαν να απαξιώσουν τους ελληνικούς S-300.
Γιατί η ελληνική περίπτωση είναι διαφορετική
Ο Ιγκορ Σουτιάγκιν, Ρώσος στρατιωτικός εμπειρογνώμονας στο Royal United Services Institute στο Λονδίνο, είχε δηλώσει ότι για το Ισραήλ η εκπαίδευση ενάντια στους S-300 στην Κρήτη ήταν «ακριβώς αυτό που χρειάζεται» για να μελετήσει τη συχνότητα, το μοτίβο και την προσέγγιση του ραντάρ του συστήματος. «Αν γνωρίζετε όλες αυτές τις λεπτομέρειες, τότε είστε σε απόλυτη θέση να αναπαραγάγετε αυτό το ίδιο σήμα, που σημαίνει ότι έχετε την ευκαιρία να το μιμηθείτε, να κάνετε ένα είδος ηχητικής μπλόφας». Ο Σουτιάγκιν είχε προσθέσει ότι «μπορείς να το μπλοκάρεις βίαια. Μπορείτε να πάρετε το σήμα και να το επιστρέψετε και μετά να στείλετε ένα άλλο ping που μιμείται το ίδιο σήμα. Έτσι, αντί για έναν στόχο, ο χειριστής του ραντάρ βλέπει τρία, πέντε ή 10 και δεν ξέρει πού να ρίξει».
Ο Ταλ Ινμπάρ, αναλυτής του Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών του Ινστιτούτου Φίσερ στο Τελ Αβίβ, δήλωσε ότι τα S-300 σε περιοχές όπου το Ισραήλ επιχειρεί, ή μπορεί να επιχειρήσει, θα αμφισβητήσουν τον προηγμένο αμερικανικής προέλευσης εξοπλισμό του, αλλά όχι σε ανυπέρβλητο βαθμό. Αναφερόμενος στους S-300 σημείωσε ότι «σε γενικές γραμμές, οποιοδήποτε σύστημα μπορεί να ηττηθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Μερικά είναι πιο δύσκολα και μερικά είναι ευκολότερα. Ο βασικός κανόνας είναι ότι εάν οι φίλοι σας έχουν ένα σύστημα που σας ενδιαφέρει, μπορείτε να μάθετε όλα τα πράγματα γι’ αυτό».
Οι ελληνικοί S-300 στην Κρήτη (δύο πυροβολαρχίες S-300 PMU-1 με 12 εκτοξευτές και 96 βλήματα 48Ν6Ε1) έχουν μέγιστη ακτίνα 150 χλμ. και ως εκ τούτου δημιουργούν μία αντιαεροπορική-αντιπυραυλική ομπρέλα στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Οι ελληνικοί S-300 είναι επιχειρησιακοί, ασχέτως αν έχουν γίνει μόνο μια-δυο δοκιμαστικές βολές. Το ότι είναι επιχειρησιακοί έχει διαρρεύσει και από το γεγονός ότι η ισραηλινή αεροπορία τα χρησιμοποιεί για να μπορεί να βρει αντίμετρα και τακτικές να αντιμετωπίσει παρόμοια συστήματα, με τα οποία είναι εφοδιασμένοι αντίπαλοί της, κυρίως το Ιράν.
Οι ελληνικοί S-300 στην Κρήτη είναι βασική συνιστώσα της ελληνικής αεράμυνας και δεν πρέπει να υποβαθμίζεται. Είναι ενταγμένα σε ένα πυκνό πλέγμα, στο οποίο υπάρχουν τα αμερικανικής κατασκευής αντιαεροπορικά επίσης μεγάλου βεληνεκούς Patriot, τα ρωσικής κατασκευής TOR-M1, που αποτελούν τη μεσαία αντιαεροπορική ομπρέλα προστασίας, ενώ άλλα συστήματα εξασφαλίζουν αντιαεροπορική προστασία χαμηλού βεληνεκούς. Επιπλέον αντιαεροπορική προστασία είναι και η ικανότητα των σύγχρονων F-16 και των υπερσύγχρονων Rafale να προστατεύσουν την Κρήτη από εναέριες απειλές. Ταυτόχρονα οι εχθρικοί στόχοι θα έχουν συγκεκριμένες κατευθύνσεις και θα ξεκινούν πάντα εξ ανατολών, ακόμη και αν με εναέριο ανεφοδιασμό επιτεθούν τελικά από άλλη κατεύθυνση.
Ενταγμένα στο ΝΑΤΟ ραντάρ
Μπορεί τα ρωσικά συστήματα να μην είναι πλήρως αλληλένδετα με τα δυτικής σχεδίασης οπλικά συστήματα, εν τούτοις η άμεση λήψη πληροφοριών σχετικά με το αν οι στόχοι είναι εχθρικοί, δηλαδή ένα πρακτικό σύστημα IFF, είναι κάτι εφικτό και απ’ ό,τι φαίνεται υπάρχει. Και βεβαίως τεχνάσματα, όπως αυτό που εφάρμοσαν οι Αζέροι στο Ναγκόρνο Καραμπάχ δεν περνάνε στην ελληνική περίπτωση.
Ανά πάσα στιγμή τα μεγάλης εμβέλειας ραντάρ των Μοιρών Σταθμού Ελέγχου και Προειδοποίησης μπορούν να “δουν” σε μεγάλες αποστάσεις και να διατάξουν το “άνοιγμα” των ραντάρ επί μέρους μονάδων και συστοιχιών. Τα ραντάρ των μοιρών αυτών θεωρούνται και “μάτια” του ΝΑΤΟ και έχουν εν μέρει εκσυγχρονιστεί με χρήματα της Συμμαχίας. Κάποιο τουρκικό πλήγμα εναντίον τους θα ήταν ουσιαστικά και πλήγμα στα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης του ΝΑΤΟ, άρα είναι μάλλον δύσκολο να επιχειρηθεί, αν και σε μία ελληνοτουρκική σύρραξη ούτε αυτό αποκλείεται.
Το ότι οι ελληνικοί S-300, πάντως, δεν θα είναι έρμαια στις ορέξεις των τουρκικών μαχητικών ή πυραύλων είναι βέβαιο. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι πρέπει να εφησυχάζουμε. Η Ελλάδα έχει ζωτική ανάγκη να αναβαθμίσει την αεράμυνά της σε όλα τα επίπεδα. Αυτό απαιτεί την προμήθεια ή αναβάθμιση υφιστάμενων αντιαεροπορικών συστημάτων, τα οποία θα καλύψουν πολλαπλά βεληνεκή, ώστε η αντιαεροπορική και αντιπυραυλική ομπρέλα να είναι στο μέγιστα αποτελεσματική. Για το κρίσιμο αυτό θέμα, όμως, θα επανέλθουμε.