Γιατί θα είναι χειρότερα για την Ελλάδα εάν φύγει ο Ερντογάν
27/10/2021Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο διαρκώς περιπλέκεται. Η Ελλάδα τα έχει καταφέρει καλά σε γενικές γραμμές σε μια ιστορική συγκυρία που βοήθησε να ξεπεραστούν εσωτερικά στερεότυπα και αγκυλώσεις δεκαετιών για τα ελληνοτουρκικά. Αν η χώρα δεν είχε εγκαταλείψει την άμυνά της επί 15 χρόνια τα πράγματα θα ήταν ακόμα καλύτερα. Όμως, οι συμμαχίες που έχει δημιουργήσει εκτιμάται πως έχουν ενισχύσει καθοριστικά την ελληνική αποτροπή.
Η παραδοσιακή τάση της Τουρκίας ανά πάσα στιγμή να καταφεύγει στην δοκιμασμένη συνταγή της στρατιωτικής κλιμάκωσης δεν φαίνεται να δημιουργεί πλέον στην Άγκυρα την πεποίθηση ότι μπορεί να αποδώσει. Το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο, όπως και η εξάρτηση της έκβασης από την ελληνική αντίδραση που μπορεί να είναι διαφορετική από το παρελθόν.
Η στάση της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία παρουσιάζει μια αυτοπεποίθηση διαφορετική σε σχέση με το παρελθόν. Αυτό είναι λογική συνέπεια του γεγονότος ότι βελτιώθηκε η θέση της σε μια συγκυρία που η γεωστρατηγική σημασία της Ανατολικής Μεσογείου δείχνει να μεγιστοποιείται. Η κατάσταση αυτή άρχισε να γίνεται τελευταία πολύ πιο σαφής ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης.
Όλα δείχνουν ότι σταδιακά, ακόμα και η ΕΕ, που με περισσή επιπολαιότητα πίστεψε πως η ενεργειακή μετάβαση σε ένα “πράσινο” μέλλον θα μπορούσε να γίνει χωρίς κραδασμούς, αλλάζει στάση. Καιρός ήταν αφού για τους έμπειρους αναλυτές ήταν ηλίου φαεινότερο ότι οι αποφάσεις της θα επηρέαζαν σημαντικά τη “ζυγαριά” προσφοράς και ζήτησης του φυσικού αερίου, του “μεταβατικού καυσίμου”, όπως είχε αναγνωριστεί από την ίδια. Και θα οδηγούσαν σε αδιέξοδο.
Η μνημειώδους αφροσύνης διαχείριση της υπόθεσης οδήγησε σε επαλήθευση του ότι η πραγματικότητα των διεθνών αγορών “κάνει πλάκα” με τις ιδεοληψίες και τις ιδεολογικοποιημένα νοθευμένες αναλύσεις. Αντί να στηρίζονται σε ψυχρά λογικές παραδοχές βασισμένες σε αδιάσειστα στοιχεία, κάνουν τις επιθυμίες τους πραγματικότητα!
Τουρκία και Δύση
Η εκτόξευση της σημασίας των υδρογονανθράκων για την ενεργειακή ασφάλεια της Δύσης είναι μαζί με την εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία, καταλύτης και επιταχυντής εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή. Το καθεστώς Ερντογάν τρίζει, αν και θα ήταν πρόωρο να θεωρήσει κανείς ότι επίκειται η κατάρρευσή του. Το ενδεχόμενο, όμως, αυτό δεν είναι διόλου βέβαιο ότι είναι συμβατό με το ελληνικό εθνικό συμφέρον.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι η Τουρκία θα μπορούσε να βυθιστεί σε κάποιου είδους εμφύλια διαμάχη που θα συμπεριλάμβανε και στρατιωτική βία. Το πραγματικό πρόβλημα για την Ελλάδα είναι η επόμενη μέρα. Ενδεχόμενη παλινόρθωση του Κεμαλισμού θα ανοίξει την όρεξη σε όσους ποτέ δεν συμβιβάστηκαν με την ιδέα οριστικής απώλειας της Τουρκίας για τη Δύση.
Αναφορές φιλόδοξων Τούρκων πολιτικών, όπως της Μεράλ Αξενέρ, ότι η Τουρκία δεν μπορεί να μη σεβαστεί τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τον επιχειρηματία Οσμάν Καβαλά, θα μπορούσε να συνιστά και έμμεσο μήνυμα προς την πρόθυμη Ουάσιγκτον. Ξεκάθαρη τοποθέτηση περί της αποδοχής του δεν θα μπορούσε να γίνει από μία πολιτικό που φιλοδοξεί να συσπειρώσει το εθνικιστικό ακροατήριο.
Το μεγάλο πρόβλημα της Ανατολικής Μεσογείου είναι η άρνηση της Τουρκίας να διαπραγματευθεί αποδεχόμενη το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Η τοποθέτηση, όμως, για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι βέβαιο ότι θα ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της Ουάσιγκτον, τουλάχιστον όσων εκεί έχουν την προδιάθεση να ερμηνεύουν την πραγματικότητα με βάση τις επιθυμίες τους.
Ερντογάν και ελληνική διπλωματία
Ο κίνδυνος είναι η δήλωση Αξενέρ να ερμηνευθεί σαν πρόθεση σεβασμού της διεθνούς έννομης τάξης, λησμονώντας, ότι η Αξενέρ ανήκει στους Τούρκους πολιτικούς που έχουν κατηγορήσει τον Ερντογάν για υποχωρητικότητα απέναντι στην Ελλάδα! Μπορεί η στάση του Ερντογάν να είναι αυτή που είναι, αλλά έχει συμβάλει τα μέγιστα στην επιτυχημένη ελληνική αντεπίθεση στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής που έχει φέρει μετρήσιμα αποτελέσματα. Βοήθησε κυρίως στην αφύπνιση σημαντικής μερίδας του ελληνικού πολιτικού κόσμου, ο οποίος στο παρελθόν ήταν φορέας ουτοπικών αντιλήψεων περί της δήθεν εξασφάλισης των ελληνικών συνόρων από την ΕΕ.
Τέτοιες ψευδαισθήσεις και βέβαια η οικονομική κρίση οδήγησαν στην υπερδεκαετή παραίτηση από την επένδυση στην ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων. Το βρήκαμε τελικά μπροστά μας και τρέχουμε τώρα για να προλάβουμε. Ήταν τόσο προβλέψιμο! Όμως, όποιος έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου αντιμετωπιζόταν απαξιωτικά σαν εθνικιστής, υπερπατριώτης και πολεμοκάπηλος! Δυστυχώς, τέτοιοι επικίνδυνα ανόητοι –για να υιοθετήσουμε την επιεικέστερη εκδοχή– εξακολουθούν να βρίσκονται στο κέντρο του πολιτικού συστήματος.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει βάσιμους λόγους να ανησυχεί ότι σε περίπτωση καθεστωτικής αλλαγής στην Τουρκία, η κατάσταση θα δυσκολέψει για την Ελλάδα. Θα πιεστεί να διαπραγματευτεί με την Άγκυρα και μάλιστα υπό καθεστώς δυτικών πιέσεων για να προβεί σε μεγάλες υποχωρήσεις από κυριαρχικά δικαιώματα. Από την άλλη, όπως έχει αποδειχθεί στην πράξη, δεν υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης μίας λύσης στα ελληνοτουρκικά.
Η Τουρκία, με Ερντογάν ή χωρίς, ζητάει τόσα πολλά που ακόμα και η πιο υποχωρητική ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να παραχωρήσει. Το πρόβλημα σε ό,τι αφορά την ΑΟΖ, δεν είναι πόση ΑΟΖ θα έχουν τα ελληνικά νησιά, αλλά το γεγονός ότι η Άγκυρα είναι ανυποχώρητη στη θέση ότι τα νησιά δεν δικαιούνται ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα. Αυτό σημαίνει ότι οι πιθανότητες επίτευξης ενός ανεκτού συμβιβασμού που θα εξασφαλίσει στην Ελλάδα σημαντικό μέρος από τα κυριαρχικά δικαιώματα που το διεθνές δίκαιο της παραχωρεί είναι από αμελητέες έως μηδενικές.
ΑΟΖ και Καστελλόριζο
Από τη στιγμή που η Τουρκία αρνείται την παραπομπή των διαφορών για την ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα σε διεθνή δικαιοδοτικό όργανο, είτε έχοντας συναίσθηση των παραλογισμών που προβάλλει σαν επιχειρήματα, είτε διότι εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να εξασφαλίσει περισσότερα μέσω του στρατιωτικού καταναγκασμού, διέξοδος δεν διαφαίνεται. Μόνο εάν ο Ερντογάν αλλάξει γραμμή πλεύσης, κάτι που δεν διαφαίνεται, η Ελλάδα θα έχει νόημα να διαπραγματευθεί έναν συμβιβασμό. Η μόνη περίπτωση να αλλάξει είναι εάν θεωρήσει ότι χρειάζεται έναν συμβιβασμό με την Ελλάδα για να ενισχύσει τις πιθανότητες να παραμείνει στην εξουσία.
Υπενθυμίζουμε ότι στην οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, που ενίσχυσε τη διμερή συμμαχία, παραχωρήθηκε ένα ποσοστό λίγο χαμηλότερο του 20% από την ΑΟΖ που δικαιούτο η Κρήτη με βάση την αρχή της μέσης γραμμής. Ποια θα ήταν αναλογικά η τουρκική προσδοκία για το μικρό σύμπλεγμα του Καστελλορίζου; Για να υπάρξει συμβιβασμός και συμφωνία θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία ότι οι αποφάσεις θα είναι δύσκολες και ότι δεν θα λάβουμε το 100% όσων θεωρούμε ως νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα.
Αυτό ουδόλως σημαίνει αυτοπαραίτηση. Η Τουρκία κατηγορώντας την Ελλάδα για “μαξιμαλισμό” στην ουσία προσπαθεί να επιτύχει υποχώρηση της Ελλάδας πριν ακόμα αρχίσουν οι όποιες διαπραγματεύσεις. Πάντως, η συγκυρία δείχνει καλύτερη από ποτέ, ώστε η Ελλάδα να εισέλθει σε μια διαπραγμάτευση με αυτοπεποίθηση και να επιτύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η Άγκυρα αλλάζει γραμμή πλεύσης, κάτι που δεν υπάρχουν προς το παρόν τουλάχιστον ενδείξεις ότι είναι πιθανό.