H Tουρκία φεύγει, Ελλάδα-Κύπρος έρχονται
30/06/2018Η Ελλάδα και η Κύπρος μετεξελίσσονται σε πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο τη στιγμή που η Τουρκία φαίνεται να απομακρύνεται από η Δύση. Η επόμενη ημέρα των τουρκικών εκλογών εδραιώνει τη διακυβέρνηση Ερντογάν ο οποίος έχοντας αποκτήσει υπερεξουσίες επιδιώκει την ανάδειξη του στον πιο ισχυρό σύγχρονο ηγέτη αφότου ο Κεμάλ Ατατούρκ ίδρυσε τη σύγχρονη Τουρκία το 1923. Ο προσανατολισμός της Τουρκίας στις δυτικές αξίες και η γενικότερη πρόσδεση της στο άρμα της Δύσης που θεμελιώθηκαν με την διακυβέρνηση Κεμάλ εκτιμάται ότι τίθενται υπό σαφή αναθεώρηση από τον πρόεδρο Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρόεδρος σφηρηλατεί με συνέπεια από το 2002 και εντεύθεν αφενός την εμπέδωση του νεοθωμανισμού επιδιώκοντας την ανασύσταση των ορίων επιρροής και του ζωτικού χώρου της πάλαι ποτέ Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε Μέση Ανατολή και Βαλκάνια. Αφετέρου οικοδομεί εντέχνως το ισλαμικό προφίλ της Τουρκίας με τη δημιουργία στο υπουργείο εξωτερικών της χώρας μίας νέας τάξης μη-κεμαλικών πρεσβευτών, και με τις «εκκαθαρίσεις» από τον Ιούλιο 2016 ανώτατων στελεχών στο στρατό, τα σώματα ασφαλείας και το δικαστικό σώμα.
Ο πρόεδρος Ερντογάν προσαρμόζει την τουρκική πολιτική υψηλής στρατηγικής στα ισλαμικά δεδομένα μετασχηματίζοντας την Τουρκία σε μία θρησκευτικά συντηρητική χώρα και απομακρύνοντας την σταδιακά από την Δύση. Πρώτο θύμα της εν λόγω αποστασιοποίησης από τις δυτικές συμμαχίες είναι η διατλαντική εταιρική σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας η οποία βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή με την απώλεια εμπιστοσύνης να διευρύνει το χάσμα μεταξύ των δύο χωρών σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.
Τα αποκλίνοντα συμφέροντα στη Συρία, οι φυλακίσεις Αμερικανών υπηκόων, και η στρατιωτική συνεργασία με την Ρωσία αποτελούν ζητήματα τριβής της Τουρκίας με τις ΗΠΑ αναδεικνύοντας τη διπλωματία σε μοναδικό εργαλείο με περιορισμένες ωστόσο επιλογές.
Η κατάθεση σε Επιτροπή της Γερουσίας
Το χάσμα στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας διατυπώθηκε ξεκάθαρα στην κατάθεση που πραγματοποίησε στις 26 Ιουνίου ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Γουές Μίτσελ, αρμόδιος για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας, ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας. Αντικείμενο της κατάθεσης αποτέλεσε η αμερικανική πολιτική στην Ευρώπη όπου ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διατυπωθείσες θέσεις για την Τουρκία, την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ειδικά ως προς την Τουρκία, ο Αμερικανός υφυπουργός εξέφρασε ανησυχίες για παρατυπίες στα τελικά εκλογικά αποτελέσματα και για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκρίνοντας επιβεβλημένες τις μεταρρυθμίσεις από την τουρκική προεδρεία με σκοπό την ενίσχυση της δημοκρατίας που θα επιτρέψει την εκπροσώπηση διαφορετικών πολιτικών απόψεων.
Ο Αμερικανός αξιωματούχος έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου προς την Τουρκία αποσαφηνίζοντας ότι στην περίπτωση που προβεί στην παραλαβή του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 τότε οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας θα μεταβληθούν ποιοτικά κατά τέτοιο τρόπο που η αποκατάσταση τους θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. Διαβεβαίωσε μάλιστα τους γερουσιαστές ότι η αμερικανική πλευρά έχει καταστήσει ξεκάθαρη τη στάση της επί του ζητήματος στην τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία και ότι εάν τελικά αποκτηθεί το ρωσικό αντπυραυλικό σύστημα τότε οι ΗΠΑ θα επιβάλουν κυρώσεις στην Τουρκία κατ’ εφαρμογή του Νόμου περί Ανάσχεσης Αντιπάλων των ΗΠΑ μέσω Κυρώσεων (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act).
Την ίδια στιγμή κατέστησε ευκρινές ότι οι ΗΠΑ διατηρούν τη δυνατότητα για λόγους εθνικής ασφάλειας να αναστείλουν την μεταφορά των αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35 στην Τουρκία εάν η τελευταία παραλάβει το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα S-400. Ο Αμερικανός υφυπουργός εξήγησε την απουσία αξιωματούχου από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στη συμβολική τελετή παράδοσης του πρώτου F-35 στις 21 Ιουνίου ως μήνυμα δυσαρέσκειας προς την Τουρκία. Παράλληλα τόνισε ότι κατά τη μακρόχρονη διαδικασία εκπαίδευσης των Τούρκων πιλότων, τα μαχητικά αεροσκάφη πέμπτης γενιάς θα βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχο των ΗΠΑ και ότι εντός του διαστήματος της εκπαίδευσης, η αμερικανική πλευρά θα συνεχίσει να στέλνει μηνύματα προς την Τουρκία προκειμένου να συμμορφωθεί στις επιταγές της συμμαχικής σχέσης των δύο χωρών.
Υιοθετώντας την τακτική του «μία στο καρφί και μία στο πέταλο», ο Αμερικανός υφυπουργός εξήρε τον ρόλο της Τουρκίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, την εξισορρόπηση του Ιράν και τη μετανάστευση καταλήγοντας ότι ο πρόεδρος Ερντογάν γνωρίζει ποιες είναι οι αμερικανικές προσδοκίες για όλες τις πτυχές της σχέσης τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και έναντι άλλων συμμάχων στην περιοχή.
Ποιοτική αναβάθμιση Ελλάδας και Κύπρου
Oι ΗΠΑ έχουν θέσει σε εκκίνηση διαδικασίες αναθεώρησης της στρατηγικής τους στην Ανατολική Μεσόγειο με στόχο την ενίσχυση της αμερικανικής παρουσίας, γεγονός το οποίο επεσήμανε ο υφυπουργός Εξωτερικών στην κατάθεση ενώπιον των γερουσιαστών. Ως στρατηγική προτεραιότητα της Ουάσιγκτον σύμφωνα με τον Αμερικανό αξιωματούχο εμφανίζεται αφενός η ενδυνάμωση των σχέσεων με την Ελλάδα ως αγκυροβόλιο σταθερότητας στην ευρύτερη Μεσόγειο και τα Δυτικά Βαλκάνια και αφετέρου η συστηματική ενίσχυση της ασφάλειας και ενεργειακής συνεργασίας με την Κύπρο.
Η ποιοτική αναβάθμιση της Ελλάδας και της Κύπρου στους στρατηγικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ αναμφίβολα συνιστά ευκαιρία για την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων και την ανάσχεση της τουρκικής επιθετικότητας η οποία εκτιμάται ότι θα κορυφωθεί τα προσεχή έτη. Και τούτο διότι η Τουρκία ως χώρα που ασκεί κυριαρχία επί χερσαίου εδάφους επιδιώκει την πρόσβαση σε ανοικτή θάλασσα κατ’ εφαρμογή της μακρόπνοης στρατηγικής της που αποσκοπεί στην κατάκτηση ηγετικής γεωπολιτικής θέσης. Η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται στο επίκεντρο του θαλάσσιου ενδιαφέροντος της Τουρκίας και ως εκ τούτου η προκλητικότητα της τελευταίας εκτιμάται ότι πρωτίστως θα εστιάσει στο Καστελόριζο και την κυπριακή ΑΟΖ.
Προφανής στόχος της Τουρκίας η συμμετοχή της στα ενεργειακά δρώμενα της Ανατολικής Μεσογείου, η απόσπαση της μερίδας του λέοντος από την όποια μελλοντική ανάπτυξη ενεργειακών κοιτασμάτων και ο έλεγχος των θαλάσσιων εμπορικών οδών. Προς πραγμάτωση της τουρκικής θαλάσσιας στρατηγικής έναντι του Καστελόριζου, η Τουρκία παγίως υποστηρίζει ότι το ελληνικό νησί δεν διαθέτει κανένα δικαίωμα στην ΑΟΖ καθώς μαζί με τα χωρικά του ύδατα επικάθεται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα και παρουσιάζει χάρτες που εμφανίζουν την τουρκική ΑΟΖ στην περιοχή να συνορεύει με την ΑΟΖ της Αιγύπτου.
Παρασκηνιακή δράση
Προκειμένου μάλιστα να αποτρέψει τη δημιουργία τετελεσμένων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν σαφές προηγούμενο για την διευθέτηση της ελληνο-τουρκικής αντιπαλότητας στο Καστελόριζο, η Τουρκία εντέχνως κινήθηκε στο διπλωματικό παρασκήνιο και κατόρθωσε να ακυρώσει τις διαδικασίες οριοθέτησης ΑΟΖ στο Ιόνιο.
Συγκεκριμένα, λειτουργώντας ως χώρα-πάτρωνας έπεισε την Αλβανία να «ακυρώσει» το 2009 τη συμφωνία Ελλάδας-Αλβανίας η οποία οριοθετούσε την υφαλοκρηπίδα και άλλες θαλάσσιες ζώνες στην βάση της αρχής της «μέσης γραμμής», όπως αυτή προβλέπεται στις διατάξεις της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Σημειωτέον ότι η οριοθέτηση της ΑΟΖ στην βάση της «μέσης γραμμής» αποτελεί μη αποδεκτή λύση γα την Τουρκία παρότι η Κύπρος προέβη σε τριπλή οριοθέτηση της ΑΟΖ με τον Λίβανο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο με βάση αυτή την κοινώς αποδεκτή μέθοδο.
Σε παράλληλη τροχιά, η τουρκική πολιτική έναντι της Κύπρου συμπυκνώνεται στη διατήρηση του στρατηγικού πλεονεκτήματος που απέκτησε η Άγκυρα την δεκαετία του 1970 με την κατάληψη της βόρειας Κύπρου επιδιώκοντας όχι απλά τη διαφύλαξη του status quo, αλλά την υιοθέτηση μίας επιθετικής θαλάσσιας στρατηγικής διπλωματικού χαρακτήρα.
Σε αυτό το πλαίσιο η κάθοδος του τουρκικού γεωτρύπανου «Πορθητής» πλησίον των θαλάσσιων οικοπέδων στην κυπριακή ΑΟΖ σε συνδυασμό με την αδειοδότηση της τουρκικής εταιρείας πετρελαίου (ΤΡΑΟ) για την πραγματοποίηση γεωτρήσεων σε θαλάσσιες περιοχές που βρίσκονται βορειοανατολικά της Κύπρου στο τρίγωνο Μερσίνα-Κύπρος-Αλεξανδρέτα καταδεικνύουν τα συστατικά στοιχεία της τουρκικής θαλάσσιας στρατηγικής έναντι της Κύπρου στο περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου.
Τι θα πράξουν Ελλάδα και Κύπρος
Το εύλογο ερώτημα το οποίο ανακύπτει συνίσταται στο τι οφείλουν να πράξουν η Ελλάδα και η Κύπρος στα διαμορφούμενα νέα δεδομένα. Ένα είναι σίγουρο ότι οφείλουν συστρατευμένα να ενισχύσουν έτι περαιτέρω τις τριμερείς συνεργασίες με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ιορδανία δίδοντας έμφαση στη διεξαγωγή κοινών ναυτικών και αεροπορικών συνεκπαιδεύσεων που περιλαμβάνουν σενάρια προάσπισης των ΑΟΖ και των θαλάσσιων ενεργειακών εγκαταστάσεων.
Και τούτο διότι κρίσιμη παράμετρος είναι όχι απλά η οριοθέτηση των ΑΟΖ αλλά κυρίως η δυνατότητα έκαστης χώρας να μπορεί να τις προασπιστεί οποτεδήποτε αυτό απαιτηθεί. Ελλάδα και Κύπρος είναι ικανές να θέσουν γερά θεμέλια για την περιφερειακή σταθερότητα και να αναδειχθούν σε πυλώνες για την εδραίωση του νέου συστήματος ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο όπως αυτό διαμορφώνεται. Οι ευκαιρίες των καιρών πολλές. Στο χέρι του ελληνισμού να τις αδράξει.