Η Αμμόχωστος δείχνει που το πάει ο Ερντογάν σε Κύπρο και Ελλάδα
19/11/2020Η Αμμόχωστος, η πόλη του Ευαγόρα και του Ονήσιλου, με τρισχιλιετή ελληνική παρουσία και ιστορική διαδρομή, βρίσκεται σήμερα ενώπιον της θλιβερής πραγματικότητας που εκδηλώνεται με το “άνοιγμα” της, μετά από 46 χρόνια κατοχής της Κύπρου και με την παρουσία του Τούρκου ηγέτη Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος παρελαύνει στους δρόμους μιας “νεκρής” πόλης, υπό τις επευφημίες των Τούρκων εποίκων και την σιωπηρή αποδοκιμασία μικρής μερίδας των, ούτως ή άλλως, λίγων εναπομεινάντων Τουρκοκυπρίων.
Η εικόνα του παρελαύνοντος Ερντογάν συνιστά καταγραφή μιας πραγματικότητας που δεν εκπλήσσει εκείνους που γνωρίζουν τις αληθείς στοχεύσεις του τουρκικού καθεστώτος στην Κύπρο. Ταυτόχρονα, ενταφιάζει τις εδώ και δεκαετίες καλλιεργούμενες ψευδαισθήσεις περί “επιστροφής” της Αμμοχώστου, στο πλαίσιο μιας λύσης Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Σημειώνεται για την ιστορική απόδοση των γεγονότων πως η Αμμόχωστος, γενέτειρα του ήρωα της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου ο οποίος είχε γεννηθεί στο χωριό Λύση της Αμμοχώστου, υπήρξε πριν το 1974 ενεργός και δυναμικός πυρήνας της ενωτικής παράταξης και του αγώνα για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Αναφορικά προς τα διαδραματισθέντα κατά την εισβολή, οφείλει κανείς να υπενθυμίσει πως η Αμμόχωστος δεν ήταν στα σχέδια του Αττίλα προς κατάληψη, αλλά η παράδοσή της επήλθε κατόπιν εγκατάλειψης της πόλης, αρχικά από τα στρατεύματα και εν συνεχεία από τον πληθυσμό. Ο Αττίλας εισήλθε στην εγκαταλελειμμένη πόλη μετά μεγίστης προσοχής, χωρίς εν προκειμένω και κατά τα αναμενόμενα να βρει οποιαδήποτε αντίσταση, που να εμποδίσει την ολοκλήρωση της κατά ταύτα επιχείρησής του.
Η Αμμόχωστος εν συνεχεία και παρά τον εποικισμό των Κατεχομένων, παρέμεινε έρημη πόλη για όλες τις δεκαετίες που ακολούθησαν, καθώς προβαλλόταν από την κατοχική δύναμη ως δέλεαρ επιστροφής προς την Κυπριακή Δημοκρατία για να αποδεχθεί μια τουρκικής επικυριαρχίας λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Στο πλαίσιο δηλαδή μιας λύσης θα απεδίδετο, κατά τα ανωτέρω, η πόλη της Αμμοχώστου στους κατοίκους της, ενώ ταυτόχρονα θα ελεγχόταν πολιτικά δια της ομοσπονδιακής δομής του συστήματος διακυβέρνησης ολόκληρη η Μεγαλόνησος.
Τούτο γιατί στο πλαίσιο της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας η κεντρική διοίκηση της χώρας θα αποφάσιζε μόνο κατόπιν συναινετικής συν-απόφασης και των δυο μερών, που συναποτελούν την ομοσπονδιακή διοίκηση. Στην περίπτωση της Κύπρου το κράτος θα βρισκόταν σε μια διαρκή ομηρία και οιονεί παράλυση, καθότι ως γνωστόν οι Τουρκοκύπριοι που καθοδηγούνται παλαιόθεν από την Άγκυρα, θα συναινούσαν μόνο σε αποφάσεις που θα είχαν το πράσινο φως της Τουρκίας.
Έλεγχο της Κύπρου θέλει η Τουρκία
Οφείλει κανείς να υπογραμμίσει, προσεγγίζοντας τα γεγονότα του παρελθόντος στις σημερινές τους διαστάσεις, πως εάν είχε υιοθετηθεί από την ελληνική πλευρά η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία ως λύση του Κυπριακού, σήμερα που η Αθήνα βιώνοντας εν τοις πράγμασι την τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο και επιχειρεί δε κατά ταύτα να επιβάλει κυρώσεις στην Άγκυρα μέσω της ΕΕ, πιθανότατα θα αντιμετώπιζε (σε μια διαστροφή της ιστορίας) το να έχει απέναντί της μια καθοδηγούμενη, εκών άκων από τουρκικά συμφέροντα “ανανικού” τύπου, Κύπρο.
Κατά τα ανωτέρω και των σημερινών εξελίξεων δεδομένων, είναι κανείς υποχρεωμένος να διερωτηθεί πως είναι δυνατόν να υπάρχουν Έλληνες και συνέλληνες εν Κύπρω και εν Αθήναις, εν όψει των σημερινών εξελίξεων, που άπτονται του “ανοίγματος” της Αμμοχώστου, που προσάπτουν ευθύνη στους Έλληνες της Κύπρου για την άρνησή τους το 2004 στο Σχέδιο Ανάν.
Όλοι αυτοί οφείλουν σήμερα να διερωτηθούν, εν όψει και των πραγματικοτήτων της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, ποια θα ήταν η θέση, ο ρόλος και η, εν προκειμένω εξαρτώμενη από την Άγκυρα, στάση και ψήφος της Κύπρου εντός της ΕΕ. Σήμερα, λοιπόν, με το άνοιγμα της Αμμοχώστου, η Άγκυρα δρομολογεί κατά τα διακηρυττόμενα λύση δυο κρατών στο νησί, μεταβάλλοντας, κατά ταύτα σε τακτικό επίπεδο τη λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας σε μια νέα προσέγγιση πολιτικής, που διατηρεί στρατηγικά τον ίδιο στόχο, δηλαδή τον έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου.
Σκοπός, πλέον, της Τουρκίας είναι η πλήρης εδραίωσή της στη βόρεια περιοχή. Είναι η κοινωνικοοικονομική ενσωμάτωσή της στην τουρκική ενδοχώρα, με τον εποικισμό να μεταβάλλει πλήρως την πληθυσμιακή σύνθεση του χώρου, με στόχο τη δημιουργία μιας συνθήκης ενός οιονεί επαπειλούμενου Νότου, αποκομμένου από τον ελλαδικό χώρο, που θα κατέληγε σε μια πορεία προσαρμογής του στον ισχυρό Βορρά.
Ευκαιρία για συγκρότηση αντιτουρκικού μετώπου
Το σημαντικότερο, όμως, νομικό-πολιτικό όπλο στην φαρέτρα Αθηνών και Λευκωσίας, παραπέμπει σε μια δεδομένη πραγματικότητα, που υπογραμμίζει το ότι ο Βορράς ως «υποκείμενο διεθνούς δικαίου» δεν πρόκειται να αναγνωρισθεί από καμιά κρατική οντότητα, πλην Τουρκίας, ενδεχομένως δε και του Πακιστάν. Κατά ταύτα ο ΟΗΕ και φυσικά η ΕΕ αναγνωρίζουν και θα συνεχίσουν να αναγνωρίζουν μόνο ένα υποκείμενο διεθνούς δικαίου στο νησί και δη την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η εξέλιξη, όμως, του ανοίγματος των Βαρωσίων, συνοδευομένου από την προκλητική δια περιπάτου επίσκεψη Ερντογάν στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή, θα μπορούσε να “αξιοποιηθεί” και ως μία ευκαιρία. Μία ευκαιρία για την ενεργό κινητοποίηση ενός αντιτουρκικού μετώπου στην Ευρώπη και όχι μόνο, όπου με προεξάρχουσα δύναμη τη Γαλλία που ήδη απαιτεί κινήσεις πρόκλησης κόστους στην Άγκυρα, αλλά και την Αυστρία που επίσης στρέφεται εμφανώς εναντίον της Τουρκίας, να εφαρμόσει πολιτικές πρόκλησης ουσιαστικού για την Τουρκία κόστους.
Οι παραπάνω προσεγγίσεις θα προϋποθέτουν την εκκόλαψη κοινής στρατηγικής Αθηνών και Λευκωσίας, απαλλαγμένη από αποτυχημένα προσεγγιστικά σύνδρομα του παρελθόντος, που να εναγκαλίζεται και να υιοθετεί μια κατά τα ανωτέρω, άνευ εταίρου πολιτική πρόκλησης κόστους στην Άγκυρα, ενώ ταυτόχρονα θα ενδυναμώνει τον άξονα Ελλάδος-Κύπρου ως κρατικών οντοτήτων και ως ενός κοινού μετώπου του Ελληνισμού.