Η άνοδος της Τουρκίας και η σημαδεμένη τράπουλα
13/12/2023Με την ευκαιρία της επίσκεψης Ερντογάν υπενθυμίζουμε ότι η Τουρκία έχει στρατιωτικές βάσεις και εκπαιδευτικές μονάδες (εκτός ΝΑΤΟ) σε Λιβύη, Κατάρ, Σομαλία, κατεχόμενη Κύπρο, Συρία, και βόρειο Ιράκ, καθώς και στρατιωτικές αποστολές (εντός πλαισίου ΝΑΤΟ) στα Βαλκάνια και την Κεντρική Ασία. Ταυτόχρονα, συνεπιτηρεί με τη Ρωσία τον Καύκασο και τη βόρεια Συρία. Mετά την εθνοκάθαρση στο Αρτσάκ, η Τουρκία έχει αναβαθμίσει τη παρουσία της στη περιοχή και έχει αποκτήσει οδική-εμπορική και στρατιωτική έξοδο στη Κασπία.
Η εξαγωγή ισχύος συμβαδίζει με την εξαγωγή μεγάλου κεφαλαίου, αν και η σχέση κεφαλαίου-ισχύος δεν είναι σχέση δύο ξεχωριστών μεγεθών. Τα τελευταία 20 χρόνια, η Τουρκία έχει γίνει μεγάλος επενδυτικός παράγοντας όχι μόνο στα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και τη Κεντρική Ασία, αλλά και στην Αφρική, Λατινική Αμερική και Νοτιοανατολική Ασία. Πρόσφατα, το Ελ Σαλβαντόρ υπέγραψε συνολική αμυντική και οικονομική συμφωνία με τη Τουρκία.
Η εταιρία Καραντενίζ προμηθεύει με ηλεκτρική ενέργεια τη Γκάνα. Στην Ελλάδα, τουρκικοί κολοσσοί κάνουν χρυσές δουλειές. Το συγκρότημα Κοτς είναι μεγαλομέτοχος στη μαρίνα της Μυτιλήνης και το συγκρότημα Ντογούς στον Αστέρα της Βουλιαγμένης. Το τουρκικό ΥΠΕΞ εκτιμά ότι το 2022 οι τουρκικές άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα διπλασιάστηκαν (40 εκατ. ευρώ) σε σχέση με το προηγούμενο έτος (27 εκατ. ευρώ).
Η εταιρία Ακφέν, που δραστηριοποιείται στον αγροτικό τομέα, έχει αγοράσει κτήματα στη Χίο έναντι 22 εκατ. το 2022. Η εταιρία Λιμάκ συμμετέχει στη κατασκευή μεγάλου έργου στο αεροδρόμιο της Σάμου. Μεγάλη δραστηριότητα της τουρκικής αστικής τάξης εμφανίζεται επίσης στον τομέα του real estate με αγορά ακινήτων και οικοπέδων τόσο στην Αττική όσο και σε ελληνικά νησιά.
Η οικονομική άνοδος
Τα παραπάνω δεν είναι γεωπολιτικές συνωμοσίες. Είναι συνέπειες της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης της Τουρκίας σε συνδυασμό με τα προβλήματα και τις αντιφάσεις που δημιούργησε η υιοθέτηση του προγράμματος της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης από το 1980 και μετά. Ήταν οι στρατηγοί του Εβρέν που ξεκίνησαν να κάνουν πράξη την απελευθέρωση των αγορών στην Τουρκία. Στην Ελλάδα την πραγματοποίησε το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη μετά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου το 1996, αν και οι πιέσεις της νεοφιλελεύθερης μερίδας του ΠΑΣΟΚ είχαν ξεκινήσει τουλάχιστον από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Όμως, στην Ελλάδα, η νεοφιλελεύθερη συνταγή επιβλήθηκε από την ΕΟΚ κι όχι ευθέως από το ΔΝΤ, όπως στην περίπτωση της Τουρκίας.
Προφανέστατα, η Τουρκία τα κατάφερε πολύ καλύτερα. Με τεράστια πληθυσμιακή ανάπτυξη και μεγάλη αγορά, μπόρεσε να αναπτύξει οικονομίες κλίμακας, πριμοδοτώντας ακόμα την σταθεροποίηση μιας μεγάλης ισλαμικής αστικής τάξης, κάτι που πάλι η ίδια η χούντα του Εβρέν είχε υποστηρίξει ως αντίβαρο στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του 1970.
Και ενώ η Ελλάδα ασφυκτιούσε μέσα στο στενό κορσέ της Ευρωζώνης που υπονόμευσε την ανταγωνιστικότητά της και κατακρεούργησε τη βιομηχανία της, οδηγώντας την στη χρεωκοπία, η Τουρκία παρουσίαζε ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι και 11% ετησίως, με τις εταιρείες της να συμμετέχουν υβριδικά στις παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής. Τα τελευταία πέντε χρόνια η Τουρκία έχει ποσοστά επένδυσης της τάξης άνω του 30%, ενώ της Ελλάδας είναι πολύ χαμηλότερο από το μέσο όρο των βαλκανικών χωρών (18%).
Απογοητευτική σύγκριση
Το ΑΕΠ της Τουρκίας πλησιάζει το ένα τρισ. δολάρια, σχεδόν τετραπλάσιο της Ελλάδας. Η Κωνσταντινούπολη και μόνο έχει μεγαλύτερο πληθυσμό και μεγαλύτερο ΑΕΠ από την Ελλάδα. Η αστική τάξη της Ελλάδας δεν επενδύει, ειδικότερα δεν επενδύει στον παραγωγικό τομέα της οικονομίας. Η δε εισαγωγή ξένου κεφαλαίου διοχετεύεται στην κατανάλωση και στο real estate.
Πρόκειται δηλαδή για δραστηριότητες καθαρά μεταπρατικού-παρασιτικού χαρακτήρα που αναπαράγουν μια νωχελική και αναποτελεσματική κρατική διοίκηση και μία κρατική υπαλληλία, απόλυτα εξαρτημένη από τη μισθολογική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι, η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα μείζονα προβλήματα της χώρας που είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση, η περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη και το δημογραφικό.
Αντίθετα, έχει δημιουργήσει ένα υδροκέφαλο κράτος με κέντρο την Αθήνα και με μία περιφέρεια που φυτοζωεί και λιμνάζει, καταναλώνοντας τα προγράμματα ΕΣΠΑ. Η Λέσβος είναι σχεδόν τριπλάσια σε έκταση από τη Μάλτα. Η Μάλτα έχει όμως έχει πληθυσμό πάνω από μισό εκατομμύριο, ενώ η Λέσβος 74.000. Τα ανάλογα ισχύουν σε Έβρο και Θράκη. Χωρίς δημογραφική ανάπτυξη, συνολική παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και ιδιαίτερη περιφερειακή οικονομική άνθηση δεν κρατάς συνοριογραμμή.
Τουρκικός περιφερειακός ιμπεριαλισμός
Αν αφοπλιστούν ή ΝΑΤΟποιηθούν τα νησιά, όπως απαιτεί η Τουρκία και όπως συζητά το κράτος των Αθηνών, τότε η Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει ως αστική κρατική οντότητα. Η ελληνική αστική τάξη έχει εξ ολοκλήρου υποχωρήσει απέναντι στον τουρκικό περιφερειακό ιμπεριαλισμό, διότι δεν έχει πρόγραμμα που να αντιστρέφει αυτές τις οδυνηρές πραγματικότητες στο εσωτερικό της χώρας. Οι πραγματικότητες αυτές αντανακλώνται στο πρόσφατο κείμενο που φέρει τις υπογραφές του Τούρκου Προέδρου και του Έλληνα πρωθυπουργού. Δεν ξέρουμε, βέβαια, τι συμβαίνει στο παρασκήνιο, αν δηλαδή έχουν υπογραφεί μυστικά πρωτόκολλα και εκχωρήσεις, γεγονός όχι ασύνηθες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Αναφέρομαι σε τουρκικό περιφερειακό ιμπεριαλισμό, επειδή πρέπει να έχουμε κατά νου δύο αλληλένδετα θέματα τεράστιας σημασίας: Το πρώτο έχει την εξής σημαίνουσα διάσταση. Ο ιμπεριαλισμός είναι συνυφασμένος με ενδογενείς κρίσεις υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου, κάτι που είναι θεμελιώδες συστατικό της τουρκικής κοινωνικής οικονομίας την περίοδο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Συνεχιζόμενες εισροές-εκροές ζεστού χρήματος στη χώρα προκαλούν κρίση στην πολιτική διαχείριση της συσσώρευσης, γεγονός που κάνει τα μεγάλα τουρκικά κονσόρτσιουμ εξαιρετικά επιθετικά στην αναζήτηση νέων κερδοφόρων αγορών.
Ο πληθωρισμός –ενδημικό πρόβλημα της τουρκικής οικονομίας– δημιουργεί τεράστια προβλήματα κερδοφορίας στο εσωτερικό της. Η εξαγωγή μεγάλου κεφαλαίου προς πάσα κατεύθυνση προσφέρει μια λύση. Τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν χτίσει τα μισά περίχωρα της Μόσχας. Αυτά σημαίνουν ότι οποιαδήποτε πολιτική συμφωνία με παραχώρηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων ή/και κυριαρχίας στην Τουρκία με στόχο τη “διαρκή ειρήνη” δεν θα έχει κανένα θετικό αποτέλεσμα για την Ελλάδα. Η τουρκική αστική τάξη, μέσω της πολιτικής της ηγεσίας, θα πιέζει για νέες παραχωρήσεις, όπως θα πιέζει τη Συρία, το Ιράκ, τη Βουλγαρία κλπ.
Η πληθωριστική ανάπτυξη
Το δεύτερο –αλληλένδετο με το πρώτο– θέμα είναι ότι η πληθωριστική ανάπτυξη της Τουρκίας δεν είναι πρόβλημα για την ανάπτυξη καθαυτή, αλλά για τα ποσοστά κέρδους των μεγάλων επιχειρήσεων που ψάχνουν διεξόδους ανάκτησης των κερδών κυρίως –αλλά όχι μόνο– μέσω εξαγωγών. Ο πληθωρισμός είναι πρόβλημα και για την τουρκική εργατική τάξη αλλά –όπως συμβαίνει παντού στον κόσμο– αυτή έπεσε θύμα αποπροσανατολιστικών ιδεολογιών, όπως ο ισλαμισμός, κάτι που ο Ερντογάν καλλιεργεί και προωθεί με μαεστρία.
Οι κυβερνήσεις του δεν παράγουν μόνο –στην καλύτερη περίπτωση– μια ισλαμική κουλτούρα καθήλωσης-αποχαύνωσης ή –στη χειρότερη– νεοτζιχαντιστές. Παράγουν ακόμα και μια εξαγωγή πολιτισμικού κεφαλαίου και πολιτισμικής επιχειρηματικότητας κάθε λογής. Στο πλαίσιο της “μαλακής ισχύος” (soft power) έχουμε χρηματοδοτήσεις για κατασκευές τζαμιών σε όλο τον πρώην οθωμανικό χώρο, τηλεοπτικά σήριαλ, ανθρωπιστική βοήθεια σε χώρες της Αφρικής και της Ασίας κλπ.
Στην Ελλάδα, η πολιτική κουλτούρα αποχαύνωσης-καθήλωσης που διαχέουν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί της κυβέρνησης έχει άλλα πρόσημα. Έχει να κάνει με την –επίσης εισαγόμενη– “θρησκεία” του (ατομικού) δικαιωματισμού, η οποία αντικατέστησε το “Ελλάς-Ελλήνων-Χριστιανών”. Αυτή η κουλτούρα καλλιεργείται από τις νεοφιλελεύθερες “εκκλησίες” και μηχανισμούς, δηλαδή τις κυβερνήσεις της Δύσης. Έχει επίσης να κάνει με τη μεγάλη προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, που οδήγησε τουλάχιστον δύο γενιές σε απογοήτευση, στέλνοντάς τους να συσπειρωθούν πίσω από το θατσερικό δόγμα ΤΙΝΑ (There Is No Alternative). Δεν έχουμε καμία απορία γιατί η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, μετά τα Τέμπη και όλα τα άλλα, θριάμβευσε εκλογικά.
Με σημαδεμένη τράπουλα
Τα συμπεράσματα είναι σαφέστατα. Η Τουρκία εξάγει ισχύ, μεγάλο κεφάλαιο και πολιτισμικά προϊόντα. Η Ελλάδα εισάγει και τα τρία και το πιο δραματικό είναι ότι δεν έχει ούτε μια σχετικά αυτοτελή σύγχρονη αμυντική βιομηχανία. Ενώ μέχρι τη δεκαετία του 1990 η Ελλάδα ήταν υποδεέστερη της Τουρκίας μέσα στο ΝΑΤΟ για γεωστρατηγικούς λόγους, σήμερα η υποτελής θέση της έρχεται να ενισχυθεί από τη δυναμικότητα της τουρκικής αστικής τάξης και την κονιορτοποίηση της ελληνικής.
Η ελληνική αστική τάξη δεν ενδιαφέρεται ούτε για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ούτε για το τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα, ούτε για την οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας. Έτσι, η εξωτερική πολιτική και διπλωματία είναι απόφυση του υδροκέφαλου κράτους των Αθηνών το οποίο –μετά τον εξοβελισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας– συζητά την ενθυλάκωση των νησιών του Αιγαίου από τη Τουρκία, την καταστροφή της νησιώτικης αλιείας, την απεμπόληση των κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, εν ολίγοις, τη δορυφοροποίηση της χώρας από τον τουρκικό ιμπεριαλισμό.
Το άρχον συγκρότημα εξουσίας της χώρας σήμερα δεν εμπεριέχει και δεν καθορίζεται μόνο από το αμερικανικό και το γερμανικό-ευρωπαϊκό συμφέρον. Εμπεριέχει και το τουρκικό. Σε ό,τι αφορά το ελληνικό μερίδιο, αυτό είναι ωσάν να μην υπάρχει. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Κυπριακό έχει εξαφανιστεί παντελώς από τα ελληνοτουρκικά με υπόδειξη του Κίσινγκερ τον Αύγουστο 1974.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις –με εξαίρεση τη πρώτη τετραετία του Ανδρέα Παπανδρέου– δεν αποποιούνται μόνο τις συμβατικές τους υποχρεώσεις που απορρέουν από το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι εγγυήτρια δύναμη. Αποποιούνται και την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 16 της Συνθήκης της Λωζάννης ως “ενδιαφερόμενο μέρος” όλων των εδαφών που εγκαταλείπονται από την Βρετανική Αυτοκρατορία.
Τη στιγμή της συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν, πέρα από τις τουρκικές ΝΟΤΑΜ και NAVTEX και τις νέες αφίξεις μεταναστών, τουρκικές μονάδες καταπατούσαν τη νεκρή ζώνη στην Κύπρο, ουσιαστικά επεκτείνοντας το “σύνορο” με τη βρετανική βάση της Δεκέλειας – παλιότερα υπήρξε το επεισόδιο στα Στροβίλια. Ο στόχος της Τουρκίας είναι η κατάληψη της βάσης της Δεκέλειας όταν αυτή εκκενωθεί, κατά παράβαση του Συντάγματος του 1960 που προβλέπει ενωμάτωση και των δύο βρετανικών βάσεων στη Κυπριακή Δημοκρατία όταν η Βρετανία αποσυρθεί. Στις ερωτήσεις που απευθύνθηκαν στον Τούρκο Πρόεδρο στη συνέντευξή του στην “Καθημερινή” δεν υπάρχει ούτε μία ερώτηση για το Κυπριακό. Η τράπουλα είναι σημαδεμένη και τα αποτελέσματα προβλέψιμα.