Η αποκλιμάκωση του Πομπέο και η απειλή για Ελλάδα-Κύπρο

Η αποκλιμάκωση του Πομπέο και η απειλή για Ελλάδα-Κύπρο, Μιχάλης Ιγνατίου

Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνει η Αθήνα και από την Άγκυρα, αλλά και από άλλες πρωτεύουσες, είναι ότι η Τουρκία δεν έχει κανένα ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή να διαπραγματευθεί σοβαρά μία διευθέτηση για το Κυπριακό, στο πλαίσιο και στο γράμμα του Διεθνούς Δικαίου. Τα μηνύματα από την Τουρκία είναι αρνητικά σε σημείο, όπως μας είπε ένας Έλληνας διπλωμάτης, να μην βλέπει ούτε στο μακρινό μέλλον οποιαδήποτε κινητικότητα στο Κυπριακό. Φαντάζομαι ότι τα ίδια μηνύματα λαμβάνει και η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Αυτή η κατάσταση δεν είναι καθόλου ευχάριστη, αλλά μας βοηθά να καταλήξουμε σε μερικά συμπεράσματα, αν και πρέπει να σταθεί κανείς στο βασικό: ότι η κατοχική δύναμη έχει βολευτεί με τα δεδομένα επί του εδάφους, που σε εμάς δεν πρέπει να αρέσουν καθόλου, παρά το γεγονός ότι η υπογραφή μίας συμφωνίας υπό τον εκβιασμό της Τουρκίας, δεν ενδείκνυται.

Δεν γνωρίζουμε τι σκέφτεται ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, διότι το τελευταίο διάστημα δεν ομιλεί ούτε καν με …γρίφους, όπως έκανε μερικές φορές στο παρελθόν. Από την πλευρά της Αθήνας, και μετά την επίσκεψη του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Λευκό Οίκο, τα πράγματα για την Κύπρο είναι «παγωμένα» με ευθύνη της Άγκυρας, η οποία θα υπέγραφε χθες τη συμφωνία εάν η Λευκωσία αποδεχόταν τις απαράδεκτες απαιτήσεις της.

Δεν είναι βέβαιο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποστηρίξει με κλειστά τα μάτια τις αποφάσεις του κ. Αναστασιάδη, διότι ενώ αρχικά επικρατούσε ο ελληνικός «ωχαφερδισμός» ότι «ας τελειώνουμε με το Κυπριακό», εσχάτως σκέφτονται σοβαρά τις συνέπειες για την Ελλάδα.
Διότι, ως γνωστό, αν ο Ερντογάν τελειώσει με την Κύπρο και πάρει ότι προβλέπουν οι σχεδιασμοί του, θα ασχοληθεί με το Αιγαίο και τη Θράκη και θα απαιτήσεις λύσεις όπως αυτή που κατάφερε να πάρει στην Κύπρο. Αισθάνομαι επίσης ότι στην Αθήνα έχουν επιτέλους καταλάβει ότι η προσπάθεια για συνεννόηση με τον Ερντογάν είναι μάταιη, διότι εννοεί αυτά που λέει και δεν έχει κανένα πρόβλημα να επιχειρήσει να τα πάρει με τη δύναμη των όπλων.

Βεβαίως, πρέπει να σημειώσουμε ότι για όσο καιρό η Τουρκία παραμένει στο ΝΑΤΟ, είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτεθεί στην Ελλάδα. Θα μου πείτε στο σημείο αυτό και θα έχετε δίκιο: Καλά έχεις εμπιστοσύνη στην Ατλαντική Συμμαχία, όταν και σήμερα δικαιολογεί όλα τα ανομήματά της Τουρκίας. Δεν έχω, αλλά θα πρέπει να τηρηθούν οι διαδικασίες όπως προβλέπει το καταστατικό.

«Nα τα βρούμε» με τους Τούρκους

Κατά την επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον αναπτύχθηκε ένα λογικό συμπέρασμα: ότι ο Ερντογάν απειλεί και εκβιάζει για να οδηγήσει την Ελλάδα στο διαπραγματευτικό τραπέζι και υπό την πίεση του ΝΑΤΟ και της Αμερικής να φτάσουμε σε διαπραγματεύσεις ώστε εκεί να κερδίσει την συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο. Όπως και να το δει κανείς, αυτό που έχει σημασία είναι η αποφασιστικότητα του Ερντογάν, με ή χωρίς πόλεμο να αρπάξει ότι περιλαμβάνουν οι σχεδιασμοί του. Εάν ισχύει η παραπάνω σκέψη, τότε βρισκόμαστε ενώπιον ενός απόλυτου αδιεξόδου.

Ναι μεν η νεοφιλελεύθερη ελίτ στην Αθήνα, που εισχώρησε βαθιά στην κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, θα ήθελε «να τα βρούμε» με τους Τούρκους ακόμα και αν έχουμε απώλειες, όμως οι τελευταίες παράνομες ενέργειες της Άγκυρας στην ανατολική Μεσόγειο, ξύπνησαν τον πρωθυπουργό της Ελλάδας, ο οποίος είναι ένας πολιτικός ήρεμων τόνων, που υποστηρίζει την ειρήνη και τη συνεννόηση.

Όμως, όταν απειλείται η χώρα με τον τρόπο που ασκεί εκβιασμό ο Ταγίπ Ερντογάν, ο κ. Μητσοτάκης γνωρίζει πως η Ελλάδα δεν μπορεί να παραμείνει παθητικός θεατής της τουρκικής επιθετικότητας. Ιδιαίτερα όταν απειλείται η εδαφική κυριαρχία, η ακεραιότητα και η ανεξαρτησία της Ελλάδας.

Μόνο τρελοί επιδιώκουν τον πόλεμο. Και ευτυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε τέτοιους. Άλλο είναι να επιτεθείς και άλλο να αμυνθείς. Και στην περίπτωση των τουρκικών απειλών η Ελλάδα αμύνεται, δεν επιδιώκει τίποτα άλλο. Τόσο ο πρωθυπουργός, όσο και ο υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος αυτό υπογραμμίζουν σε κάθε ευκαιρία: Θα αμυνθούμε, είναι το μήνυμά τους.

Διαβάστε τη συνέχεια στο hellasjournal