Η Ελλάδα του “ναι σε όλα” χειροκροτεί την δολοφονία Σουλεϊμανί
12/01/2020Μέσα σε έξι μήνες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κατορθώσει να εμπλέξει την Ελλάδα σε δύο διπλωματικές κρίσεις, με χώρες οι οποίες είχαν απέναντί μας σταθερά φιλική στάση στο παρελθόν: με τη Βενεζουέλα και με το Ιράν. Στην πρώτη περίπτωση, η κυβέρνηση αναγνώρισε τη νομιμότητα του πραξικοπηματία Γκουαϊδό, όταν ακόμα και οι ΗΠΑ αποστασιοποιούνταν από τους τραγελαφικούς και βρόμικους χειρισμούς του τελευταίου, παρότι έτσι παρεμπιπτόντως διασφάλισε ένα μισθό για τον κ. Ιάσονα Πιπίνη.
Ωστόσο, επειδή η Βενεζουέλα πέφτει μακριά δε νοιάστηκαν και πολλοί. Επιπλέον, τότε η κυβέρνηση κρύφτηκε πίσω από άλλες χώρες της ΕΕ που θέλουν να λεηλατήσουν τους φυσικούς πόρους του συμπαθέστατου αυτού λατινοαμερικάνικου κράτους. Στη δεύτερη περίπτωση ωστόσο, τα πράγματα είναι πολύ σοβαρότερα: ο ίδιος ο πρωθυπουργός έσπευσε, μόνος σχεδόν παγκοσμίως, να δικαιώσει τη δολοφονία Σουλεϊμανί από τις ΗΠΑ.
Πρόκειται για κίνηση αψυχολόγητη και βαθιά δουλική προς τις ΗΠΑ που τον αντάμειψαν με τα “γλυκόλογα” του Τραμπ για τον Ερντογάν και με τον αποκλεισμό της Ελλάδας από οποιαδήποτε συζήτηση για το μέλλον της Λιβύης. Δικαίως το Ιράν διαμαρτυρήθηκε και φυσικά η Ελλάδα βρέθηκε ακόμα πιο αποκλεισμένη από δυνάμεις κρίσιμες για το μέλλον την περιοχής, σε μια μονομερή εξωτερική πολιτική που ούτε επί χούντας συνταγματαρχών ασκούνταν.
Το προφανές και εξόχως ανησυχητικό είναι ότι έχουμε την ηγεμονία της πτέρυγας Αδώνιδος –όπως προτιμά να κλίνεται το όνομα του– Γεωργιάδη στη ΝΔ. Ήταν ο πρώτος που έσπευσε να λάβει τέτοια θέση στα “πρωινάδικα” και ακολούθησε ο πρωθυπουργός, στις ΗΠΑ. Πέρα από ακροδεξιός, ο κ. Γεωργιάδης είναι κι εντελώς άσχετος με τα περισσότερα θέματα, με τα οποία καταπιάνεται.
Στη δε εξωτερική πολιτική είναι κήνσορας μιας εμετικής νέο-εθνικοφροσύνης, η οποία γλύφει τους “από πάνω”, φτύνει όσους θεωρεί “από κάτω” και κυρίως εκτελεί ό,τι επιτάσσει η πρεσβεία των ΗΠΑ, ή και ακόμα περισσότερα. Αυτή είναι επισήμως πια και η προσέγγιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Κάπως έτσι, πέρα από αστείες πόζες του πρωθυπουργού και έναν αγώνα μπάσκετ, ο πρωθυπουργός στις ΗΠΑ –και άρα η Ελλάδα– εισέπραξε απανωτές σφαλιάρες. Το πιο επικίνδυνο, ίσως, είναι μια αγνώστων λοιπών στοιχείων εξαγγελία για πρωτοβουλία των ΗΠΑ ως προς τα ελληνοτουρκικά.
Θριαμβολογίες άνευ ουσίας
Για κάποιο λόγο, ο φιλοκυβερνητικός Τύπος θριαμβολογεί γι’ αυτήν την εξέλιξη. Η πραγματικότητα είναι ότι η σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας (και όχι μόνο Τραμπ-Ερντογάν, όπως οι συνήθεις “παπαγάλοι” των αμερικανικών συμφερόντων προσπαθούν να μας πείσουν), αλλά και η ανυπαρξία οποιασδήποτε διαπραγματευτικής δυνατότητας της χώρας μας προς τις ΗΠΑ, δεδομένου ότι τα “δώσαμε” όλα ήδη –όπως πολύ σωστά εξηγεί ο Σταύρος Λυγερός σε πρόσφατο άρθρο του— σημαίνουν ότι και αν ακόμα τέτοια πρωτοβουλία εκδηλωθεί, αυτή θα ξεκινά από τις τουρκικές διεκδικήσεις.
Επομένως, η όποια πρωτοβουλία των ΗΠΑ επί της αρχής –ίσως και εν τέλει– θα επικυρώνει σε μεγάλο βαθμό τις τουρκικές διεκδικήσεις. Η Ελλάδα μετατρέπεται σε εργαλείο κατευνασμού της Τουρκίας από την Ουάσινγκτον. Πρόκειται για βέρτιγκο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, το οποίο ωστόσο και δυστυχώς δεν αφορά μόνο την τωρινή κυβέρνηση.
Από την εγκληματική συμμετοχή της Ελλάδας, επί Γιώργου Παπανδρέου, στην ανατροπή Καντάφι και στη διάλυση της Λιβύης, τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με τη Συρία, έως το καταστροφικό πάγωμα των ελληνορωσικών σχέσεων από τους Κοτζιά-Τσίπρα και την έμμεση αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τον Τσίπρα, η ελληνική εξωτερική πολιτική ακολουθεί το δρόμο που σήμερα βαδίζει και ο Μητσοτάκης.
Είναι ο δρόμος της εμμονικής και άνευ έστω και της ελάχιστης διαπραγματευτικής απόπειρας, προσκόλλησης στις ΗΠΑ και ιδίως στα “γεράκια” της διεθνούς πολιτικής τους. Μάλιστα, την ώρα που νέες δυνάμεις αναδύονται παγκοσμίως και στην ευρύτερη περιοχή μας. Δυνάμεις που μας σέβονταν στο παρελθόν και που επιδιώκουν τη φιλία μας. Η Ελλάδα αντί για γέφυρα αντιτιθέμενων πλευρών γίνεται υποτακτικός της μίας πλευράς και μάλιστα χωρίς ανταλλάγματα.
Η Ελλάδα σαν καρπαζοεισπράχτορας
Το κατεστημένο της χώρας, παρασιτικό και εξαρτημένο από την ξένη πατρωνία, παραγνωρίζει συστηματικά ότι κράτη σαν την Ελλάδα ισχυροποιούνται μόνο όταν παύουν να θεωρούνται δεδομένα από μεγαλύτερες δυνάμεις. Ισχυροποιούνται όταν διεκδικούν, όταν επιδεικνύουν σεβασμό, αλλά όχι φόβο και όταν επιτυγχάνουν πολυμέρεια στη διεθνή τους στάση.
Και επειδή η πορεία προς τα κάτω δεν σταματά, φτάσαμε η Ελλάδα να υπερασπίζεται την δολοφονία ενός κρατικού αξιωματούχου, παραβιάσεις της κρατικής κυριαρχίας άλλων κρατών και επιθετικές ενέργειες, απλώς και μόνο επειδή ο δράστης είναι οι ΗΠΑ. Ποιο το κύρος της Ελλάδας όταν θα ζητά στήριξη στο όνομα του διεθνούς δικαίου; Ποια η δυνατότητα περίσφιξης της τουρκικής πολιτικής στην περιοχή;
Ποιο το διαπραγματευτικό κύρος της Ελλάδας όταν για πρώτη φορά προκαλεί διπλωματικές κρίσεις με κράτη, τα οποία μάλιστα στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης προσφέρθηκαν τα τη στηρίξουν; Και εν τέλει πού είναι η αξιοπρέπεια της χώρας μας, ώστε, αν όχι να μιλά τη γλώσσα του δικαίου, τουλάχιστον να σιωπά, αντί να εκστομίζει ντροπιαστικές ανοησίες δια στόματος ενός πρωθυπουργού;
Προφανώς ο Μητσοτάκης δεν έχει συναίσθηση ότι μιλά στο όνομα της Ελλάδας και όχι της ακροδεξιάς πτέρυγας του κόμματός του. Δυστυχώς αυτό το ντροπιαστικό βέρτιγκο των κυβερνήσεών μας θα το πληρώσουμε συνολικά ως λαός, όταν θα διαπιστώσουμε πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι η Ελλάδα του “ναι σε όλα” στις ΗΠΑ, όπως ακριβώς και του “ναι σε όλα” στα τέσσερα μνημόνια, γίνεται ο “καρπαζοεισπράχτορας” της περιοχής.