Η νεοοθωμανική στρατηγική, η διαφορά για την ΑΟΖ και οι τρεις εναλλακτικές

Η νεοοθωμανική στρατηγική, η διαφορά για την ΑΟΖ και οι τρεις εναλλακτικές, Δημήτρης Μακούσης

Τα μελανά σημεία της συμφωνίας για μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο έχουν αναλυθεί επαρκώς. Η Ελλάδα υπέγραψε μειωμένη επήρεια ακόμα και για την Κρήτη και παραχώρησε σχεδόν τα ¾ της λεκάνης του Ηροδότου που της αναλογούσε. Έτσι παραιτήθηκε από οικονομικά οφέλη μιας μελλοντικής εκμετάλλευσης σημαντικών ενεργειακών κοιτασμάτων που πιθανότατα υπάρχουν εκεί.

Αναγνώρισε εμμέσως, δε, δια της “χαρτογραφικής αποσιώπησης”, την ύπαρξη τουρκικών κυριαρχικών δικαιωμάτων ανατολικά του 28ου μεσημβρινού, εκεί όπου το 2012 η Τουρκία παραχώρησε παράνομα άδειες στην κρατική TPAO για έρευνες υδρογονανθράκων. Παράλληλα, δημιούργησε ένα προηγούμενο που “σβήνει” την ΑΟΖ του συμπλέγματος του Καστελλορίζου και εν μέρει των νησιών του ανατολικού Αιγαίου.

Ταυτόχρονα ενταφιάζει την ένωση των ΑΟΖ Ελλάδος-Κύπρου, σπρώχνοντας την Κύπρο στην αγκαλιά της Τουρκίας και διακινδυνεύοντας την πραγματοποίηση της κατασκευής του αγωγού EastMed, o οποίος είναι ύψιστης σημασίας για τα ελληνικά και κυπριακά συμφέροντα. Επιπλέον, η Ελλάδα ουσιαστικά παραιτήθηκε από την αρχή της μέσης γραμμής ως μέθοδο για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, προσχωρώντας ουσιαστικά στην επιχειρηματολογία της Άγκυρας σχετικά με την αρχή της αναλογικότητας-ευθυδικίας.

Κι όλα αυτά για να πάρει μια μερική οριοθέτηση από την Αίγυπτο, αποδεχόμενη όσα προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν αρνηθεί, με σκοπό την “ακύρωση” του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου. Είναι βέβαιο ότι σε επόμενες διευθετήσεις, η Λιβύη και η Αίγυπτος θα αξιώσουν υποχωρήσεις από το μέρος το οποίο διατίθεται να προχωρήσει σε αυτές, ακυρώνοντας την δυνατότητα μιας ισορροπημένης διαπραγμάτευσης.

Οι παραχωρήσεις θα οδηγήσουν σε περαιτέρω παραχωρήσεις, οι οποίες υπονομεύουν τις δυνατότητες της χώρας για την οικονομική και γεωπολιτική της αναβάθμιση. Η Τουρκία, φυσικά, δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτό το πλαίσιο μιας και δεν θα ικανοποιηθεί μόνο με τέτοιου είδους παραχωρήσεις, αφού αμφισβητεί ευθέως την εθνική κυριαρχία της Ελλάδος.

Το μνημόνιο Άγκυρας-Τρίπολης

Η ετεροβαρής συμφωνία κατά των συμφερόντων της χώρας μας, η οποία δημιούργησε μια νομική διαφορά και δεν ακύρωσε το μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, εορτάστηκε από την κυβέρνηση, τα MME και άλλους σαν τεράστια διπλωματική επιτυχία απέναντι στον τουρκικό ιμπεριαλισμό.

Παρακολουθώντας δημόσιες αναλύσεις και συζητήσεις συμπεραίνει κανείς ότι, παρ’ όλη την τουρκική επιθετικότητα, το γενικό κλίμα είναι ότι οι παραχωρήσεις κάποιων ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι αναγκαίες και πως μόλις αυτές ολοκληρωθούν, μετά από κάποια διαπραγμάτευση, τα θέματα θα λυθούν και όλα θα πάνε καλά. Ουδέν ψευδέστερον αυτού. Το στρατηγικό τέχνασμα της σύναψης μνημονίου για την οριοθέτηση θαλασσίων δικαιοδοσιών με την διοίκηση Σαράζ στην Λιβύη θα έθετε την Αθήνα προ δύο επιλογών:

  • Την υποστήριξη της μέσης γραμμής ως αρχής για την οριοθέτηση ΑΟΖ και των νησιών, καθώς και της ένωσης των ΑΟΖ Ελλάδος-Κύπρου με ανακήρυξη ΑΟΖ από μεριάς Ελλάδος και οριοθέτηση με Κύπρο.
  • Την έμμεση προσχώρηση στην οπτική της Άγκυρας περί μη καθολικής ύπαρξης υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ στα νησιά και στην αρχή της αναλογικότητας-ευθυδικίας, με την μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο.

Η Τουρκία πόνταρε έτσι στον ενδομεσογειακό ενεργειακό ανταγωνισμό και στον πιθανό προσεταιρισμό του Καΐρου με δώρο μέρος της ελληνικής ΑΟΖ, ή στην άσκηση πίεσης στην Αίγυπτο μέσω Λιβύης. Ρίσκαρε και της βγήκε. Η επιλογή αυτή άλλωστε συζητούνταν και από την κυβέρνηση Τσίπρα, ενώ είχε χρησιμοποιηθεί ως διπλωματικό εργαλείο και από την κυβέρνηση Σημίτη, στην περίπτωση της οριοθέτησης ΑΟΖ Κύπρου-Αιγύπτου.

Το 2003 είχε ζητηθεί από την κυπριακή ηγεσία να οριοθετήσει ΑΟΖ στα 8 ν.μ. και όχι στα 12 ν.μ., ούτως ώστε να μην φανεί η πλήρης επήρεια του Συμπλέγματος της Μεγίστης. Η Ελλάδα με αυτό τον τρόπο αναγνώριζε την ύπαρξη κοινών θαλασσίων συνόρων Τουρκίας-Αιγύπτου. Η σημερινή κυβέρνηση, πάνω στην ίδια πεπατημένη, αναγνωρίζει ακριβώς το ίδιο.

Διαχρονική υποχωρητικότητα

Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση Σημίτη είχε δεχθεί την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο του καθεστώτος των Ιμίων και της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Συζητούσε δηλαδή την παραπομπή σε δικαστήριο ζητημάτων εθνικής κυριαρχίας. Ακόμη, η Ντόρα Μπακογιάννη είχε ενοχληθεί από την ανάπτυξη του ενεργειακού προγράμματος της Κύπρου.

Σχεδόν σύσσωμο το πολιτικό σύστημα της Ελλάδος είχε προωθήσει εξάλλου και το σχέδιο Ανάν, για την επίλυση του Κυπριακού, το οποίο ευτυχώς απέρριψε ο κυπριακός λαός υπό την ηγεσία του Τάσσου Παπαδόπουλου. Μεταξύ άλλων, το σχέδιο αυτό προέβλεπε και την απόδοση δικαιοδοσίας επί της κυπριακής ΑΟΖ στις βρετανικές βάσεις!.

Παρατηρούμε, επομένως, μια διαχρονική υποχωρητική στάση του πολιτικού μας συστήματος και της ελληνικής ελίτ έναντι του τουρκικού επεκτατισμού. Τούτο θα μπορούσε να σηματοδοτεί την βαθιά φοβικότητα που τρέφουν απέναντι σε ένα ενδεχόμενο ελληνοτουρκικής σύγκρουσης, την εξυπηρέτηση πρωτίστως των συμφερόντων εξωγενών παραγόντων, των μεγάλων δυνάμεων και διεθνών εταιρειών.

Στην εξίσωση υπεισέρχεται και η εθνομηδενιστική ιδεολογία που αντιμετωπίζει ως μαξιμαλισμό την εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων, καθώς και την θεμελίωση ενός στρατηγικού οράματος που θα απέδιδε στην Ελλάδα πιο ενεργό ρόλο στην διεθνή σκακιέρα, αυξάνοντας το γεωπολιτικό της δυναμικό και καθιστώντας την υπολογίσιμο δρώντα και σύμμαχο. Κάτι τέτοιο είχε αποπειραθεί να κάνει η κυβέρνηση Καραμανλή με το σχέδιο “Ελλάς επί τέσσερα”, το οποίο κατέστη ανενεργό με την αλλαγή κυβέρνησης το 2009.

Η νομική και η γεωστρατηγική προσέγγιση

Η ελληνική πλευρά αντιμετωπίζει τα προβλήματα με την Τουρκία σαν νομικές διαφορές που επιδιώκεται να επιλυθούν σε κάποιο δικαστήριο. Αλλά και στην περίπτωση, βέβαια, προσφυγής στη Χάγη, η μερική οριοθέτηση με την Αίγυπτο θα έδινε πολλά επιχειρήματα στην Άγκυρα. Η διένεξη Ελλάδος-Τουρκίας, όμως, δεν είναι νομικής φύσεως μονάχα αλλά και γεωπολιτικής. Αναπτύσσεται στο πλαίσιο των εξελισσόμενων γεωστρατηγικών ανταγωνισμών στην Ανατολική Μεσόγειο και έχει την πηγή της στο στρατηγικό όραμα της Άγκυρας.

Μια τέτοια διάσταση είναι αδύνατον να επιλυθεί σε ένα δικαστήριο, καθώς κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί από μόνο του υπέρ της μείωσης της εθνικής κυριαρχίας ενός κράτους. Η επιμονή του ελληνικού πολιτικού συστήματος για προσφυγή στην Χάγη είναι φενάκη. Οι αξιώσεις και το όραμα της Τουρκίας δεν χωρούν στον στενό κορσέ της επίλυσης μιας νομικής διαφοράς και δεν αντιμετωπίζονται έτσι.

Η Τουρκία επιζητεί την μετατροπή της Ελλάδος σε χώρα μειωμένης κυριαρχίας, για την ακρίβεια σε δορυφόρο της. Οι αντικειμενικοί της στόχοι δεν θα επιτευχθούν μέσω μιας, ακόμα και ευνοϊκής, απόφασης ενός δικαστηρίου. Θα επιβληθούν με βάση το δίκαιο του ισχυρού. Κι αυτό η ελληνική πλευρά οφείλει να το εμπεδώσει. Η νομική προσέγγιση πρέπει να συνυπολογίζει την γεωστρατηγική προσέγγιση, ειδάλλως οι αποφάσεις θα οδηγήσουν σε μη αντιστρεπτά σφάλματα.

Οι τρεις εναλλακτικές

Τρεις εναλλακτικές είναι δυνατές:

  • Πρώτον, η επίλυση της οριοθέτησης της ΑΟΖ μέσω διμερούς συμφωνίας ή προσφυγής σε κάποιο αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο. Αυτή η επιλογή είναι ανεδαφική όπως εξηγήθηκε.
  • Δεύτερον, η επιβολή δια της ισχύος των όπλων του νικητή, πιθανώς σε διαπραγμάτευση έπειτα από σύγκρουση. Αυτή την επιλογή πάση πάση θυσία θέλει να αποφύγει η εγχώρια οικονομική και πολιτική ελίτ.
  • Τρίτον, η οικειοθελής συνθηκολόγηση σε διαπραγματεύσεις με παραχωρήσεις στον επιτιθέμενο. Η επιλογή της άτακτης υποχώρησης είναι αυτή που μένει.

Οι κινήσεις προηγουμένων κυβερνήσεων και η συμφωνία με την Αίγυπτο δείχνουν ότι οδεύουμε προς την τρίτη επιλογή. Είναι άγνωστο αν το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει συναινέσει σε συνεκμετάλλευση με την Τουρκία, ενώπιον των συμμάχων. Ακόμα κι αν αυτό έχει συμβεί, το βέβαιο είναι ότι η Τουρκία δεν θα σταματήσει εκεί. Η οριοθέτηση ΑΟΖ με την Κύπρο θα ενίσχυε τη θέση της Ελλάδας και πιθανώς να οδηγούσε σε καλύτερη συμφωνία με την Αίγυπτο.

Πάντως, θα είχε εκφράσει την αποφασιστικότητα της χώρας να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα και το μέλλον του Ελληνισμού. Η λανθασμένη προσέγγιση στα ελληνοτουρκικά οδήγησε στην αντίστοιχη προσέγγιση έναντι της Αιγύπτου. Ενισχύοντας τους γείτονες με τα δικά της περιουσιακά στοιχεία, η Ελλάδα εκχωρεί τις δικές της προοπτικές σε τρίτους. Καθίσταται έτσι αυτοβούλως αδύναμη κι αυτό θα έχει ως συνέπεια να ηττάται μονίμως στην εξωτερική της πολιτική. Κάθε υπόνοια ανάκαμψης θα είναι πια, ο φαντασιακός μαξιμαλισμός ενός failed state.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx