Η παγίδα που παραμονεύει στην αγορά των F-35
17/02/2023Το ζήτημα της απόκτησης από την Πολεμική Αεροπορία του μαχητικού αεροσκάφους 5ης γενιάς F-35A Lightning II έχει ανοίξει για τα καλά. Όπως όλα τα θέματα στην Ελλάδα, η προσέγγιση είναι κλασικά “οπαδική”. Ως αποτέλεσμα, τα πιο σοβαρά ζητήματα που εγείρονται παραμένουν κυριολεκτικά αθέατα. Εάν επιθυμούμε να αποφύγουμε δυσάρεστες εκπλήξεις, ακόμα και τη μη άφιξη τελικής πρότασης από το αμερικανικό Πεντάγωνο για την προμήθεια του μαχητικού, πρέπει να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα με τη δέουσα σοβαρότητα.
Για να μην εξελιχθεί το ζήτημα σε παραλλαγή του αποκλεισμού της Τουρκίας λόγω της προμήθειας των ρωσικών S-400 Triumf! Δεν αποτελεί υπερβολή να υποστηριχθεί ότι σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν ικανοποιήσει τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις ασφαλείας σε φυσικό και κυρίως ψηφιακό επίπεδο (cybersecurity), η απάντηση στην ελληνική “Επιστολή Αιτήματος” (LoR ή Letter of Request), δηλαδή το έγγραφο που ονομάζεται LOA (Letter of Offer and Acceptance) με το οποίο θα υποβάλει συγκεκριμένη προσφορά στην Ελλάδα, καλώντας την να την αποδεχθεί, είναι πολύ πιθανό να μην έρθει καν…
Το κεντρικό επιχείρημα είναι ότι εάν με τη συγκεκριμένη προμήθεια η Πολεμική Αεροπορία επιθυμεί απλά να εντάξει στο οπλοστάσιό της άλλη μία αεροπορική πλατφόρμα, έστω τη θεωρούμενη ως την πλέον σύγχρονη στον κόσμο σήμερα, δεν πρέπει να προχωρήσει καν στην προμήθεια, καθώς θα αποτελούσε αδικαιολόγητη σπατάλη πολύτιμων πόρων. Όσο σημαντικά κι αν είναι τα χαρακτηριστικά χαμηλής παρατηρησιμότητας του μαχητικού (stealth), γρηγορότερα ή αργότερα θα εφαρμοστούν στον χώρο των αεροπορικών επιχειρήσεων οι ήδη αναπτυσσόμενες τεχνολογίες που τα αναιρούν, εξ ολοκλήρου ή μερικώς.
Εάν όμως έχουμε αποφασίσει να επενδύσουμε στο μαχητικό πρέπει να το κάνουμε με τρόπο που θα διασφαλίζει την επιχειρησιακή του βιωσιμότητα και την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του. Η ένταξη της Ελλάδας στην 5η γενιά μαχητικών είναι διαφορετική ακόμα και από την προμήθεια του υπερσύγχρονου και ικανότατου γαλλικού μαχητικού Rafale F3R που ήδη διαθέτει στον αεροπορικό στόλο. Το F-35 εξελίσσεται στην κεντρική αεροπορική πλατφόρμα των δυνάμεων της Ατλαντικής Συμμαχίας. Όλες οι χώρες που το έχουν αποκτήσει και αυτές που το έχουν παραγγείλει, πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Έργα υποδομής
Το πρόβλημα έχει εστιαστεί στα “προγράμματα SSI”, τον διάδοχο των περίφημων και σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν “αμαρτωλών” αντισταθμιστικών ωφελημάτων (offsets). Πλέον, τα προγράμματα SSI αφορούν αποκλειστικά, συνεργασίες που συνδέονται αυστηρά με τη προμήθεια των F-35. Συγκεκριμένα, σχετίζονται με την ασφάλεια εφοδιασμού και πληροφοριών (SSI: Security of Supply and Information) των μαχητικών του τύπου, καλύπτοντας, κατά πλειοψηφία, κόστη που ούτως ή άλλως δεν μπορεί να αποφύγει η ελληνική πλευρά.
Θα μπορούσε κανείς να διακρίνει τρεις κατηγορίες στα SSI που έχουν προταθεί ως βάση διαπραγμάτευσης και έχει ενημερωθεί η κατά νόμο αρμόδια Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ), και τα ΓΕΑ / ΓΕΕΘΑ:
- έργα υποδομής για την υποδοχή και ασφαλή φιλοξενία των μαχητικών,
- διασφάλιση των συστημάτων του μαχητικού αεροσκάφους από κακόβουλες επιθέσεις με στόχο το λογισμικό του (cybersecurity) και
- απόκτηση επιπρόσθετων δυνατοτήτων για την πλήρη αξιοποίηση του F-35 ως πλατφόρμας συλλογής, “σύντηξης” (fusion) και διανομής πληροφοριών, στο σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ας πάρουμε λοιπόν καθεμιά κατηγορία ξεχωριστά: Θεωρητικά, τα έργα υποδομής όντως θα μπορούσαν να εκτελεστούν με την προκήρυξη διαγωνισμών από το αρμόδιο Γενικό Επιτελείο. Ωστόσο, η εμπειρία διδάσκει ότι τέτοιες διαδικασίες αποδεικνύονται στην πράξη άκρως προβληματικές. Είναι πολυάριθμα τα παραδείγματα έργων, όπου δεν τηρήθηκαν ούτε οι προϋπολογισμοί, ούτε οι προδιαγραφές, ούτε τα χρονοδιαγράμματα εκτέλεσης των έργων, ενώ σημειώθηκαν και πολύ μεγάλες υπερβάσεις κόστους. Ως αποτέλεσμα, συχνότατα, η διευθέτηση των διαφορών μεταξύ της αναθέτουσας αρχής (στρατιωτικά επιτελεία) και του αναδόχου καταλήγει στα δικαστήρια!
Προδιαγραφές
Η φύση του F-35 A δεν επιτρέπει την παραμικρή καθυστέρηση στη δημιουργία των κατάλληλων υποδομών σε σχέση με την ημερομηνία άφιξης των αεροσκαφών. Όλα πρέπει να είναι στην ώρα τους έτοιμα. Οι άκαμπτες και εξαιρετικά σκληρές προδιαγραφές που ακολουθεί ένας διεθνής προμηθευτής του μεγέθους της Lockheed Martin για να πιστοποιήσει κάποια εταιρία ως συνεργάτη, αποτελούν διασφάλιση καλής και έγκαιρης εκτέλεσης των έργων για την ελληνική πλευρά.
Κεφαλαιώδους σημασίας και εντελώς ανελαστικοί είναι οι όροι που αφορούν στην τήρηση των προδιαγραφών στον τομέα της κυβερνοασφάλειας. Η πλήρης κάλυψη των όρων αυτών συνιστά απόλυτη προϋπόθεση για την παράδοση του αεροσκάφους σε ελληνικά χέρια, κάτι που δεν δείχνουμε να το συνειδητοποιούμε επαρκώς. Σχετικά προγράμματα έχουν προταθεί να ενταχθούν στα SSI, δηλαδή να εξασφαλιστεί η εμπλοκή αυστηρά επιλεγμένων και πιστοποιημένων ελληνικών εταιριών. Υπενθυμίζεται, ότι πρόκειται για ένα κόστος επιπρόσθετο στην προμήθεια του αεροσκάφους και απόλυτα ανελαστικό, η δε πλήρης συμμόρφωση θα ελεγχθεί από το αμερικανικό Πεντάγωνο, διά της USAF, προ της άφιξης των F-35 στην Ελλάδα.
Με αυτό δεδομένο, πρέπει να διασφαλιστεί ότι η ίδια η χώρα θα αξιοποιήσει την ευκαιρία για να αποκτήσει κρίσιμη εμπειρία την οποία στερείται, καθώς αφορά την ασφάλεια του συνόλου των κρίσιμων υποδομών της, όχι απλώς του F-35 και των Ενόπλων Δυνάμεων. Δεν λέγεται τυχαία από τους ειδικούς σε θέματα κυβερνοασφάλειας ότι η ολιγωρία σε αυτό τον τομέα μπορεί να ακυρώσει στην πράξη τις εξοπλιστικές επενδύσεις και να οδηγήσει σε ήττα χωρίς να πέσει τουφεκιά…
Διαπραγμάτευση
Ο τρίτος και τελευταίος τομέας, αφορά τη δυνατότητα πλήρους αξιοποίησης του F-35A επ’ ωφελεία του συνόλου των Ενόπλων Δυνάμεων. Από αμερικανικής πλευράς προτείνεται η δημιουργία για την Πολεμική Αεροπορία ενός υπερσύγχρονου προστατευμένου Κέντρου Διοίκησης, Ελέγχου, Επικοινωνιών και Υπολογιστικών συστημάτων (C4I) που θα υποδέχεται τις πληροφορίες που θα συλλέγουν τα μαχητικά με τους αισθητήρες τους.
Ουδείς υποστηρίζει ότι το πακέτο των προγραμμάτων SSI που έχουν προταθεί στην ελληνική πλευρά πρέπει να γίνει ως έχει αποδεκτό. Επ’ αυτών είθισται να διεξάγεται διαπραγμάτευση. Το βασικό επιχείρημα είναι όμως, ότι θα ήταν μεγάλο σφάλμα, είτε η υπερτίμηση των δυνατοτήτων της ελληνικής πλευράς, είτε η υποτίμηση της σημασίας σειράς προγραμμάτων SSI, με την προσδοκία εξοικονόμησης κονδυλίων.
Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιηθεί, είναι το συνολικότερο όφελος που θα εξασφάλιζαν για την Ελλάδα επιλεγμένα προγράμματα SSI, με τη μορφή οικονομικής και επιχειρησιακής υπεραξίας. Τόσο για την εξασφάλιση μεταφοράς τεχνογνωσίας σε τομείς σημαντικούς που σχετίζονται με τα F-35, αλλά αφορούν το σύνολο του κράτους (π.χ. κυβερνοασφάλεια), όσο και την εμπλοκή αυστηρά επιλεγμένων ελληνικών εταιριών. Αυτές θα αποκτήσουν τα εφόδια ώστε να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στην υποστήριξη των μαχητικώνF-35A, καθ’ όλη τη διάρκεια του επιχειρησιακού τους βίου.
Εφόσον η απόφαση υλοποίησης της προμήθειας των F-35 είναι ειλημμένη, οποιαδήποτε προσπάθεια εξοικονόμησης κονδυλίων θα την βρει νομοτελειακά μπροστά της η Πολεμική Αεροπορία. Κάπως έτσι, στο παρελθόν, χρυσοπληρώσαμε τα οπλικά συστήματα που αγοράσαμε, τα αφήσαμε να απαξιωθούν χωρίς έγκαιρη υποστήριξη και αναβαθμίσεις, με αποτέλεσμα να διαπιστώνουμε, αενάως “αιφνιδιαζόμενοι”, την ανάγκη προμήθειας νέων. Το χειρότερο όμως είναι άλλο: Κανείς δεν φαίνεται να ασχολείται με το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της προηγούμενης επένδυσης του φορολογούμενου, πετάχτηκε στα σκουπίδια…