ΘΕΜΑ

Η πορεία των σχέσεων Ελλάδας-Ιράν και Ελλάδας-Ισραήλ από το 1990

Η πορεία των σχέσεων Ελλάδας-Ιράν και Ελλάδας-Ισραήλ από το 1990, Χρήστος Καπούτσης

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 έως και τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η Ελλάδα και το Ιράν διατήρησαν σχέσεις φιλίας και εποικοδομητικής συνεργασίας σε τομείς όπως η ενέργεια, το εμπόριο, ο πολιτισμός και οι διπλωματικές ανταλλαγές.

Πριν από 26 χρόνια, τον Ιούνιο του 1999, συμμετείχα στην δημοσιογραφική ομάδα (διαπιστευμένοι στρατιωτικοί συντάκτες), ενταγμένη στην αποστολή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, στην επίσημη επίσκεψη του Έλληνα Υπουργού Άμυνας στο Ιράν. Τον Ιούνιο του 1999, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας, Άκης Τσοχατζόπουλος, πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Τεχεράνη, κατόπιν πρόσκλησης του Ιρανού ομολόγου του, Αλί Σαμχανί.

Η επίσκεψη αυτή είχε ιδιαίτερη σημασία, καθώς ήταν η πρώτη φορά μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979 που υπουργός Άμυνας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης επισκέφθηκε επίσημα το Ιράν. Στο πλαίσιο της επίσκεψης, ο Α. Τσοχατζόπουλος συναντήθηκε με ανώτατα στελέχη της στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας, ενώ έλαβε και ξεχωριστές συναντήσεις με τον τότε Πρόεδρο της Ισλαμικής Δημοκρατίας, Μοχαμάντ Χαταμί, καθώς και με τον Πρόεδρο του κοινοβουλίου, Αλί Αχμπάρ Νατέκ Νουρί.

Με εντυπωσίασε, ο σεβασμός και ο θαυμασμός των Ιρανών αξιωματούχων προς την Ελλάδα, τον ελληνικό πολιτισμό και ειδικά στον Αριστοτέλη. Στο επίσημο Γεύμα, ο Υπουργός Άμυνας του Ιράν, ξεκίνησε την ομιλία του (καλωσόρισμα) με ένα απόφθεγμα του Αριστοτέλη στα αρχαία Ελληνικά, «πόλεμος γαρ σχολείον αρετής εστί» (Ο πόλεμος είναι το σχολείο της αρετής)! Οι Ιρανοί μας ξενάγησαν και στην αρχαία Περσέπολη, την πρωτεύουσα της δυναστείας των Αχαιμενιδών.

Την πόλη που, το 331 π.Χ., κατέλαβε ο Μέγας Αλέξανδρος, αφού προηγουμένως, μέσω της Βασιλικής Οδού, ο Μέγας Αλέξανδρος κατέλαβε τις Περσικές Πύλες και έπειτα στράφηκε προς την πρωτεύουσα, όπως μας εξήγησε ο Ιρανός ξεναγός (σ.σ. εκτενή ρεπορτάζ μετέδωσα ως απεσταλμένος του Ρ/Σ ΑΘΗΝΑ 984 από την Τεχεράνη, σε ενημερωτικές εκπομπές και στο Κεντρικό Δελτίο Ειδήσεων του δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού της Πρωτεύουσας).

Η επίσκεψη Στεφανόπουλου

Τον Οκτώβριο του 1999, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στο Ιράν, ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση του προέδρου Χαταμί. Αυτή η επίσκεψη ενίσχυσε περαιτέρω το διμερή διάλογο και τις πολιτικές σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, υπογραμμίζοντας τη σημασία της συνεργασίας στον τομέα της διπλωματίας και της πολιτικής. Ο Πρόεδρος Κ. Στεφανόπουλος εκτός από τον ομόλογό του, συνάντησε και τον θρησκευτικό ηγέτη της Ισλαμικής Επανάστασης, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεϊ.

Οι επισκέψεις αυτές αποτέλεσαν ορόσημο στην ανάπτυξη των ελληνο-ιρανικών σχέσεων, ιδιαίτερα στον τομέα της άμυνας και της πολιτικής συνεργασίας. Σε μία περίοδο που το Ιράν προσπαθούσε να αναβαθμίσει τη διεθνή του θέση, μετά τις δεκαετίες απομόνωσης, η Ελλάδα ανέλαβε ρόλο γέφυρας επικοινωνίας μεταξύ του Ιράν και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενισχύοντας τη θέση της ως στρατηγικός εταίρος στην περιοχή. Μετά από το 2008, οι ελληνοϊρανικές σχέσεις “χάλασαν”, ειδικά αφότου η Ελλάδα στράφηκε προς το Ισραήλ, με κορυφαία την πολύ ισχυρή και δεσμευτική ελληνοϊσραηλινή στρατιωτική συμφωνία.

Η στρατηγική σχέση της Ελλάδας με το Ισραήλ

Η στρατηγική προσέγγιση με το Ισραήλ, η οποία ξεκίνησε επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου (2010) και εδραιώθηκε θεσμικά επί Αντώνη Σαμαρά και Αλέξη Τσίπρα, με κορύφωση τη Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ, άλλαξε το γεωπολιτικό αποτύπωμα της χώρας. Οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, η διαλειτουργικότητα μεταξύ Ενόπλων Δυνάμεων Ελλάδας και Ισραήλ και η ανάπτυξη συνεργασιών στον τομέα της ασφάλειας (όπως το Κέντρο Εκπαίδευσης Πτήσεων στην Καλαμάτα από την ιδιωτική ισραηλινή εταιρεία Elbit) επιβεβαίωσαν την είσοδο της Ελλάδας στον στρατηγικό άξονα Ισραήλ-Κύπρου-ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο.

Για την Τεχεράνη, η στρατηγική σύμπλευση της Ελλάδας με το Ισραήλ – τον βασικό γεωπολιτικό της αντίπαλο στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, ερμηνεύτηκε ως de facto εχθρική στάση. Σε αυτό το πλαίσιο, οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Ιράν πέρασαν σε φάση αδράνειας και ενίοτε ψυχρότητας. Συνεπώς, η γεωστρατηγική ουδετερότητα της Ελλάδας είναι πλέον μη βιώσιμη. Η ελληνική κυβέρνηση, επιδιώκει να διαφυλάξει την στρατηγική εταιρική σχέση με το Ισραήλ, μια σχέση που έχει οικοδομηθεί σταδιακά την τελευταία δεκαετία και περιλαμβάνει κοινές αμυντικές ασκήσεις, ενεργειακές συνέργειες και τεχνολογική συνεργασία.

Όμως, στο νέο πλαίσιο της ευρύτερης σύγκρουσης Ισραήλ – Ιράν και υπό τον αναδυόμενο αναθεωρητισμό των ΗΠΑ στην περιοχή, τίθεται ένα κρίσιμο ερώτημα: μέχρι πού μπορεί να φτάσει η στήριξη της Αθήνας στην κυβέρνηση Νετανιάχου, χωρίς να υπονομεύσει τη δική της στρατηγική αυτονομία; Η διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα της Μέσης Ανατολής έχει και μία ακόμη διάσταση, που δεν μπορεί να αγνοηθεί: την Τουρκία. Αν η Τεχεράνη αποδυναμωθεί σοβαρά, ενδεχομένως οι Ηνωμένες Πολιτείες, στο πλαίσιο του δόγματος Τραμπ για “διατήρηση επιρροής με χαμηλό στρατιωτικό αποτύπωμα”, να επιτρέψουν στην Άγκυρα να καλύψει το γεωπολιτικό κενό.

Παρά την εχθρική ρητορική και τις αντιπαραθέσεις του Ερντογάν με το Ισραήλ, η Ουάσιγκτον ενδέχεται να ανεχθεί έναν μεγαλύτερο ρόλο της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, ιδίως αν αυτό εξυπηρετεί τον έλεγχο της ροής ενέργειας και της περιφερειακής ασφάλειας, χωρίς άμεση αμερικανική στρατιωτική εμπλοκή. Σε αυτόν τον Στρατηγικό σχεδιασμό, πιθανόν να ενταχθεί και πρωτοβουλία της αμερικανικής διπλωματίας, για αποκατάσταση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, με ότι αυτό συνεπάγεται για τα συμφέροντα και κατοχυρωμένα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας.

Τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα; Μια αναβάθμιση του περιφερειακού ρόλου της Τουρκίας, με ανοχή των ΗΠΑ, θα επηρεάσει άμεσα τις ισορροπίες στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, ενδεχομένως σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον αστάθειας, επανασυσπείρωσης αξόνων και απρόβλεπτων ανατροπών, η Ελλάδα καλείται να χαράξει εθνική στρατηγική με ψυχραιμία, βάθος και προνοητικότητα.

Όμως η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: το γεωπολιτικό πεδίο της Μέσης Ανατολής μοιάζει όλο και περισσότερο με “κινούμενη άμμο” και η αμερικανική διπλωματία υπό το δόγμα Τραμπ “πάμε και βλέπουμε” ή “do it and deal with the consequences later” (κάν’ το και αντιμετώπισε τις συνέπειες αργότερα), καθιστά τον σχεδιασμό ιδιαίτερα δύσκολο για κράτη, όπως η Ελλάδα, που έχουν ανάγκη από σταθερότητα και προβλεψιμότητα. Σε μια εποχή ρευστών ευθυγραμμίσεων, η εξωτερική πολιτική απαιτεί πολυπρισματική στρατηγική και όχι δόγματα μονοδιάστατης πρόσδεσης.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

1 ΣΧΟΛΙΟ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια

Από ένα σημείο και πέρα οι ευθύνες βαραίνουν τους ηγέτες που παίρνουν τις αποφάσεις. Αν υπήρχε κάποιο μακροπρόθεσμο όραμα για τον ελληνισμό ίσως τα πράγματα να ήταν πιο ξεκάθαρα.

1
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx