Κυπριακό: Όταν μπροστά υπάρχουν κακές λύσεις προτιμότερο το status quo
11/12/2024Καθώς οι περιφερειακές και παγκόσμιες εξελίξεις τρέχουν, με τις επάλληλες κρίσεις από τη Συρία έως τις πρώην Ανατολικές χώρες να κλιμακώνονται, η ασφυκτική πίεση για συνολική διευθέτηση του ζωτικότερου εθνικού μας θέματος συνιστά τη μεγαλύτερη επισφάλεια για τα εθνικά συμφέροντα του Ελληνισμού.
Η Κυπριακή Δημοκρατία ως υφίσταται σήμερα πρέπει, πράγματι, να διαφυλαχθεί ως κόρην οφθαλμού. Επειδή όμως διάφοροι επίβουλοι “στρατηγικοί εταίροι” μας (με τέτοιους φίλους…) και λοιποί πνευματικοί Ζακχαίοι αποπειρώνται να διαστρεβλώσουν την ιστορία για να επιτύχουν το package deal των ονειρώξεών τους, υποχρεωνόμαστε να υπενθυμίσουμε πως η Κυπριακή Δημοκρατία του Ψηφίσματος 186 και του Δικαίου της Ανάγκης ελάχιστη σχέση έχει με το Ζυριχικό έκτρωμα. Αυτήν ακριβώς τη Δημοκρατία επιχείρησε να διαλύσει το αλήστου μνήμης Σχέδιο Αννάν.
Η άκαιρη επαναφορά της συζήτησης για ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ δεν αποτελεί παρά το πρώτο βήμα για την υλοποίηση της λύσης πακέτο, η οποία θα καταστήσει τον Ελληνισμό ανθυποσύστημα ενός υποσυστήματος, απόφυση μιας νέας Οθωμανίας και υποτελή μιας επαρχιώτικης νεόπλουτης νομενκλατούρας που ψιττακίζει τα αποτυχημένα και φερέοικα λίμπεραλ προγράμματα μιας συγκεκριμένης εποχής, η οποία ήδη αποτελεί παρελθόν και εναντίον της οποίας ήδη επαναστατούν οι λαοί της Ευρώπης, από τη Γαλλία και τη Γερμανία έως τους πρώην Ανατολικούς.
Να μπει η Κύπρος στο ΝΑΤΟ είχε νόημα πριν την τουρκική εισβολή· σήμερα το μοναδικό σενάριο εισδοχής οδηγεί ακριβώς σε εθνική αυτοχειρία του Ελληνισμού, με de facto αποδοχή των τετελεσμένων του Αττίλα.
Η μη επίλυση του Κυπριακού αυξάνει την εθνική ισχύ
Στη δική μας τόσο κρίσιμη γεωστρατηγικά περιοχή, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και κάθε απόφαση πρέπει να λαμβάνεται με το βλέμμα στα κέρδη του μέλλοντος και όχι στις απώλειες ή τα τραύματα του παρελθόντος. Όμως στην προκειμένη περίπτωση επιβάλλεται χαλύβδινη επιμονή και άρνηση οιουδήποτε συμβιβασμού. Η μη επίλυση του Κυπριακού ipso facto πολλαπλασιάζει την εθνική μας ισχύ ως Ελλάδα, Κύπρος και απανταχού Ελληνισμός, καθώς:
- Ακυρώνει κάθε προσπάθεια συνεργασίας ΝΑΤΟ – ΕΕ στο στρατιωτικό τομέα.
- Δυναμιτίζει (έστω υφολικά) τις τουρκο-δυτικές σχέσεις και τη θεσμική συνεργασία της Άγκυρας με τα ευρωπαϊκά όργανα και θεσμούς.
- διατηρεί στην ευρωπαϊκή και αμερικανική πολιτική ατζέντα και, επέκεινα, στο διεθνοπολιτικό σκηνικό, το ζήτημα της στρατιωτικής κατοχής και εθνοκάθαρσης στην επικράτεια κυρίαρχου κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Έτσι ακριβώς πρέπει να μείνουν τα πράγματα, εκτός εάν υπάρξει προοπτική διευθέτησης που θα υπηρετεί αληθινά τα δικά μας συμφέροντα και ανάγκες, η οποία προσώρας δεν υφίσταται. Η πίεση για οριστικό κλείσιμο με λύση πακέτο έχει βεβαίως συγκεκριμένους στόχους και εντάσσεται στο σχέδιο προάσπισης και ει δυνατόν αναβάθμισης παλαιών συστημάτων τα οποία πλέον είναι πασίδηλα θνησιμαία. Οι στόχοι είναι:
- Ενοποίηση ελλαδικού, τουρκικού και κυπριακού χώρου για να κατευνασθεί ο Ερντογάν με προοπτική ένταξης του σε ένα περιφερειακό αντιρωσικό μέτωπο.
- Εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου ως πλήγμα στη ρωσική ενεργειακή ισχύ και ανταμοιβή σε συγκεκριμένα οικονομικοπολιτικά συμφέροντα.
- Άρση κάθε εμποδίου στη θεσμική και λειτουργική στρατιωτική συνεργασία Ευρώπης – Τουρκίας με στόχο (τι άλλο) τους Ρώσους.
Προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα πως όλα αυτά ήκιστα συνεισφέρουν στις γεωστρατηγικές προοπτικές του Ελληνισμού και στην αφαλκίδευτη άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στο ζωτικό μας χώρο. Αντίθετα, πρόκειται να καταστήσουν την Τουρκία ενεργειακό κόμβο σε ένα από τα σπουδαιότερα σημεία των πλανητικών εμπορικών αρτηριών, να ενταφιάσουν την Κυπριακή Δημοκρατία ως ανεξάρτητο και αδιαίρετο κράτος και να υποβιβάσουν τη θέση και το πεδίο δράσης της Ελλάδας, διαιωνίζοντας την εξάρτηση.
Με τέτοια αρχιτεκτονική του μέλλοντός μας και μόνιμη τη στάμπα του junior partner, ερρέτω ο φυσικός πλούτος. Ας μην αξιοποιηθεί. Σε καιρούς όπως οι δικοί μας, ελπίδα δεν υπάρχει για τους απαρρησίαστους. Δεν μπορεί λοιπόν η κάθε θεοβλαβής Εσθονή να τάζει τα πάντα στους Τούρκους μιλώντας και εξ ονόματός μας και να μην της τραβάει το αυτί κάποιος.
Ένα ιστορικό παράδειγμα
Πως ενώθηκαν τα Δωδεκάνησα με την Ελλάδα; Ο Τσώρτσιλ ήθελε αρχικά να τα δώσει στους Τούρκους για να τους καλοπιάσει, ο Στάλιν το ίδιο, οι Αμερικανοί ήταν μάλλον ελλιπώς προετοιμασμένοι και δυστυχώς υπό την επιρροή των Βρετανών. Τότε ο Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, έκανε ένα άνοιγμα στους Σοβιετικούς με την υιοθέτηση των θέσεων της Μόσχας στο θέμα της εισδοχής της Αργεντινής στο νεότευκτο ΟΗΕ, κερδίζοντας έτσι ως αντάλλαγμα την υποστήριξη της Μόσχας, που φυσικά ανησύχησε τους Αμερικανούς, οι οποίοι έσπευσαν να παράσχουν την επίνευσή τους για την Ένωση.
Δυστυχώς τη στρατηγική του Σοφιανόπουλου σήμερα αυτός που την εφαρμόζει είναι ο Ερντογάν. Στη διπλωματία, η εξίσωση της σωστής διαπραγμάτευσης βασίζεται στην προϋπόθεση ότι η διατήρηση μιας σχέσης με τον Α, ο οποίος βρίσκεται σε σύγκρουση με τον Β, ενισχύει τη σχέση σου τόσο με τον Α όσο και με τον Β επειδή κανένας από τους δύο δεν θέλει ο άλλος να έχει αποκλειστική σχέση μαζί σου.
Προσοχή λοιπόν. Διακυβεύονται ύψιστα ζητήματα. Η προσδοκία χιμαιρικού οικονομικού οφέλους και οι win-win ανοησίες δεν μπορούν να κρύψουν την αλήθεια: «ὑμᾶς ἄνευ τῆς ἡμετέρας γνώμης εἰρήνην ποιεῖσθαι πῶς οὐκ ἂν δικαίως προδοσίαν τις ὑμῶν τοῦτο κατηγοροίη…».