Μείζων πρόκληση για το νέο Πρόεδρο η προσάρτηση των Κατεχομένων
29/01/2023Το σενάριο για μια “ντε φάκτο προσάρτηση” των κατεχομένων είναι πολύ ψηλά στην ατζέντα της κατοχικής Τουρκίας και αποτελεί επιλογή, που ενδέχεται να ενεργοποιηθεί πριν τις τουρκικές εκλογές, που χρονικά τοποθετούνται στις 14 Μαΐου αυτού του χρόνου. Το ενδεχόμενο αυτή η κίνηση να είναι από τα πρώτα μεγάλα ζητήματα, εξελίξεις, που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας φαίνεται να είναι πολύ πιθανόν.
Θα είναι μια εξέλιξη που θα αιφνιδιάσει, αν και «ψήνεται» εδώ και πολύ καιρό, προετοιμάζεται το έδαφος, πλην όμως για έναν Πρόεδρο, μια καινούργια κυβέρνηση, που θα προσπαθεί να βρει τους πρώτους της βηματισμούς, μια τέτοια εξέλιξη θα συνεπάγεται με… βόμβα μεγατόνων. Σημειώνεται συναφώς πως αυτό είχε συμβεί και με την κρίση των Ιμίων, τον Ιανουάριο του 1996. Είχε μόλις αναλάβει καθήκοντα η κυβέρνηση Σημίτη και η κρίση που προκάλεσε η κατοχική Τουρκία, εκτονώθηκε με την παρέμβαση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ξένες διπλωματικές πηγές θεωρούν, πάντως, πολύ ορατό αυτό το ενδεχόμενο καθώς όπως σημείωναν αποτελεί ένα από τα εργαλεία που έχει στα χέρια του ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενόψει και των εκλογών. Εργαλεία, τα οποία συνδέονται και με διαχρονικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς της Άγκυρας.
Η προετοιμασία για το μεγάλο αυτό βήμα, την προσάρτηση των κατεχομένων, γίνεται εδώ και πολλά χρόνια, με τις πρώτες κινήσεις να ξεκινούν αμέσως μετά την τουρκική εισβολή. Από το εθνικό ξεκαθάρισμα, τη μεταφορά εποίκων (ξεκίνησε το 1975), την πλήρη οικονομική εξάρτηση, τη μεταφορά νερού, τις προετοιμασίες για ηλεκτρική διασύνδεση μέχρι και την αλλαγή δομών (εναρμόνιση με αυτές της Τουρκίας). Μέσα αυτό το παιχνίδι εντάσσεται και το “πρόγραμμα” ισλαμοποίησης των κατεχομένων, αλλά και των “ιδιωτικοποιήσεων” (λιμάνια, νερό, ηλεκτρισμό κ.ά), που συνδέονται με την “εισβολή” τουρκικών κεφαλαίων στα κατεχόμενα.
Το θέμα της προσάρτησης ήταν πάντα στην ατζέντα της Άγκυρας, αλλά συνήθως δεν ήταν ψηλά στις προτεραιότητες. Αυτή τη φορά φαίνεται πως γίνεται αλλαγή στην ιεράρχηση της τουρκικής πολιτικής. Ενώπιον του Ερντογάν, υπήρχαν και υπάρχουν πολλά σενάρια για τα επόμενα βήματα. Αυτό που ενδιαφέρει τον αρχηγό της κατοχικής δύναμης είναι το επόμενο βήμα, πού και πότε θα γίνει. Θέλει ένα βήμα, που θα συνδέεται με διαχρονικές μακροπρόθεσμες επιδιώξεις της Τουρκίας, με υψηλό συμβολισμό, που θα ξυπνήσει τα εθνικιστικά αντανακλαστικά της τουρκικής κοινωνίας. Θα είναι το κουρδικό, η Συρία, το Αιγαίο ή η Κύπρος; Ποιο εμπεριέχει λιγότερο ρίσκο; Όλα αυτά αξιολογούνται και φαίνεται πως έχουν τύχει επεξεργασίας και αναμένεται να ανάψει το πράσινο φως.
Ο δρ Θεόδωρος Παναγιώτου, Καθηγητής Οικονομικής Ανάπτυξης & Ηθικής και Διευθυντής του Διεθνούς Ινστιτούτου Διοίκησης Κύπρου, γνωστού ως CIIM σε άρθρο του στον «Φιλελεύθερο» του περασμένου Σαββάτου, αναφέρθηκε στο θέμα της προσάρτησης επικαλούμενος πληροφόρηση από δικές του πηγές. Ο δρ Παναγιώτου, με τον οποίο επικοινωνήσαμε και συζητήσαμε το θέμα, ήταν αποκαλυπτικός στο κείμενο του.
«Έχω όμως και απ’ απευθείας πληροφόρηση, από δικές μου πηγές: Από Τούρκους επισήμους σε καίριες θέσεις στην Κυβέρνηση Ερντογάν, που ήταν πρώην μεταπτυχιακοί φοιτητές μου στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, τη δεκαετία του 2000-09, όπου δίδασκα οικονομικά και δημόσια πολιτική. Με μερικούς απ’ αυτούς διατηρώ φιλικές σχέσεις και συχνή επικοινωνία. Μου εκμυστηρεύονται ότι η προσάρτηση των κατεχομένων είναι το πιο πιθανό σενάριο, γιατί θεωρείται ότι εμπεριέχει ‘’λιγότερο ρίσκο και μεγαλύτερο συμβολισμό’’. Η προσάρτηση σχεδιάζεται να ‘’νομιμοποιηθεί’’ με δημοψήφισμα βασισμένο σε τρία επιχειρήματα: 1) Μισός αιώνας διαπραγματεύσεων δεν κατέληξαν σε λύση, 2) η λύση δύο κρατών δεν έγινε αποδεκτή από την άλλη πλευρά, και 3) η διεθνής κοινότητα συνεχίζει να μην αναγνωρίζει την ‘’Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου’’. Επομένως, η μόνη απομένουσα επιλογή που θα τερματίσει την «για μισό αιώνα απομόνωση των Τουρκοκυπρίων» είναι η προσάρτηση των κατεχομένων στη ‘’μητέρα πατρίδα’’».
Πληροφορίες αναφέρουν πως σε σχέση με τη μεθοδολογία, το δημοψήφισμα είναι το επικρατέστερο να διενεργηθεί για να «νομιμοποιήσει» την παρανομία, αλλά δεν αποκλείεται να επιλεγεί μια πιο «ασφαλής» οδός. Να αποφασισθεί από τη ψευδοβουλή, όπου εκεί ο έλεγχος είναι πιο εύκολος και σίγουρος.
Οι “πολιτογραφήσεις”
Υπενθυμίζεται συναφώς ότι ο αρθρογράφος της τουρκοκυπριακής εφημερίδας Γενίν Ντουζέν (17.06.22), Ουνάλ Φιντίκ, ανέφερε σε άρθρο του ότι ο ουσιαστικός λόγος της άσκησης πιέσεων εκ μέρους της Τουρκίας για παραχώρηση «υπηκοοτήτων» εκ μέρους του κατοχικού καθεστώτος είναι για να εξασφαλίσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που θα γίνει για την προσάρτηση, όταν θα είναι κατάλληλες οι συγκυρίες. «Ποιος μπορεί να είναι ο λόγος της πίεσης που ασκείται στους διοικούντες τη χώρα για την υπηκοότητα της ”τδβκ”, η οποία δεν αναγνωρίζεται από καμία χώρα στον κόσμο εκτός της Τουρκίας και δεν ισχύει σε καμία χώρα εκτός της Τουρκίας η ”ταυτότητα” και το ”διαβατήριό” της…», ανέφερε ο αρθρογράφος. Και η απάντηση είναι πως όλο αυτό γίνεται για να είναι έτοιμοι και σίγουροι για το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος.
Με πρότυπο την Κριμαία
Ποια θα είναι η αντίδραση της λεγόμενης διεθνούς κοινότητας στο ενδεχόμενο προσάρτησης των κατεχομένων από την Τουρκία; Θα καταδικάσει, θα προβεί σε εκκλήσεις για άρση της παρανομίας, αλλά δεν θα κάνει οτιδήποτε, το οποίο θα ανατρέπει την πραξικοπηματική, παράνομη ενέργεια της κατοχικής Τουρκίας. Η Άγκυρα στην περίπτωση που θα επιλέξει αυτό το σενάριο, θα κινηθεί στα πρότυπα της Κριμαίας, καθώς έχει μελετήσει όλες τις κινήσεις εκεί αλλά και τον τρόπο που αντέδρασαν οι τρίτοι. Αντιδράσεις αναμένεται, πάντως, να υπάρξουν και στα κατεχόμενα από τους Τουρκοκύπριους. Άγκυρα και κατοχικό καθεστώς θεωρούν πως δεν θα έχουν πρόβλημα να τις αντιμετωπίσουν.
Η πλήρης εξάρτηση των κατεχομένων από την Τουρκία, δημιουργεί από την μια όλες τις προϋποθέσεις για να προχωρήσει η κατοχική δύναμη σε ντε φάκτο προσάρτηση των κατεχόμενων και από την άλλη να θεωρηθεί ως “φυσιολογική” εξέλιξη στο Κυπριακό. Πενήντα σχεδόν χρόνια διαχωρισμού και εδραίωσης των κατοχικών δεδομένων, η Άγκυρα θεωρεί πως μπορεί να… πείσει για τη νέα της παράνομη ενέργεια.
Το γεγονός, πάντως, ότι υπάρχει πλήρης οικονομική εξάρτηση, αυτό είναι ένα εργαλείο, που χρησιμοποιείται και για άσκηση πίεση. Υπενθυμίζεται ότι στις 20 Νοεμβρίου 2016, σε δήλωση του στο φιλοκυβερνητικό ενημερωτικό κανάλι A Haber, ο σύμβουλος του Ερντογάν για θέματα οικονομίας, Γιγίτ Μπουλούτ, πρότεινε την προσάρτηση της «τδβκ» στην Τουρκία. Στη δήλωση του ανέφερε πως «η επανένωση και παράδοση της Κύπρου στην Ε.Ε. σηματοδοτεί τη δολοφονία της σύνθεσης Τουρκισμού-Ισλάμ σε αυτή την γεωγραφία. Σε περίπτωση που η ‘’τδβκ’’ δεν επιθυμεί να συνεχίσει την πορεία της (με το υφιστάμενο καθεστώς) τότε θα μετατραπεί σε επαρχία της Τουρκίας και θα συνεχίσει με αυτό τον τρόπο την πορεία της. Σε αυτό το νησί εμείς παρέχουμε νερό και ηλεκτρικό. Η οικονομία (της τδβκ) οργανώνεται στην Τουρκία. Υπό αυτές τις συνθήκες κάποιοι ακόμη προπαγανδίζουν για λογαριασμό της Αγγλίας και της Ε.Ε.»
Με σε όλα όσα διαδραματίζονται την τελευταία περίοδο, κανείς δεν μπορεί να μην λάβει υπόψη του και το γεγονός ότι το κύριο σύνθημα του συνεδρίου του κυβερνώντος κόμματος στην Τουρκία, του ΑΚΡ, τον Σεπτέμβριο του 2012, ήταν «Μεγάλο έθνος, μεγάλη δύναμη, στόχος το 2023». Μια αφίσα στον χώρο του συνεδρίου έγραφε: «Όποιος έχει τις ρίζες του στο 1453, έχει στόχο του το 2023». Έκτοτε σε αυτό τον στόχο αναφέρθηκε πολλές φορές ο Ερντογάν και στην αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης, την οποία βαθμηδόν προωθεί με την αλλαγή συνόρων. Έκτοτε, η κατοχική δύναμη έχει προσαρμόσει τη ρητορική της. Έκτοτε, έχει κάνει κινήσεις επιβολής τετελεσμένων στη θάλασσα και στο έδαφος.